Μεταφραστές και επιμελητές αποκαλύπτουν τις διαδρομές μέσα από τις οποίες προσέγγισαν τη γλώσσα, το ύφος ή και την οικονομία ενός βιβλίου με το οποίο δούλεψαν πρόσφατα και μοιράζονται μαζί μας τα μυστικά του εργαστηρίου τους. Φιλοξενούμενη η μεταφράστρια Ιφιγένεια Μποτουροπούλου με αφορμή την μετάφραση του μυθιστορήματος του Émile Zola Στον παράδεισο των κυριών, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Στερέωμα.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Για μένα προσωπικά, που μέχρι πριν λίγο καιρό δίδασκα στο πανεπιστήμιο Ιστορία του Γαλλικού Πολιτισμού, ο Ζολά με το έργο του ήταν αυτό που λέμε στον χώρο «διδακτέα ύλη», δηλαδή οι θεματικές των μυθιστορημάτων του ήταν από μόνες τους μια τοιχογραφία της γαλλικής κοινωνίας, σε όλη της τη διαστρωμάτωση και σε όλα τα προβλήματα του καιρού του, ώστε αποτελούσαν έναυσμα για παρατήρηση και συζήτηση με τους φοιτητές σχετικά με την κίνηση των ιδεών. Το μυθιστόρημά του Au Bonheur des Dames, που απέδωσα στα ελληνικά Στον Παράδεισο των Κυριών, ήταν μια πρόκληση για μένα αφενός γιατί, ενώ έχει γραφτεί πριν από 134 χρόνια, το θέμα του εξακολουθεί να είναι επίκαιρο και να ταράζει τα νερά, κι αφετέρου γιατί παρέμενε άγνωστο στο ελληνικό κοινό, καθώς δεν είχε εκδοθεί ποτέ μέχρι τώρα. Ο Ζολά υπήρξε αμείλικτος σ’ αυτό το έργο του για την παντοδυναμία του χρήματος, παρουσιάζοντας με τον γνωστό ρεαλισμό του την αναπόδραστη πρόοδο που ισοπέδωσε όμως και σκότωσε ένα κομμάτι της γαλλικής κοινωνίας, εκείνο του μικρο-εμπορίου, προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου που αντιπροσώπευαν τα μεγάλα πολυκαταστήματα που τότε έκαναν την εμφάνισή τους. Ο καμβάς του μυθιστορήματος υφαίνεται, ωστόσο, και πάνω σε μια μεγάλη ιστορία έρωτα που καθηλώνει τον αναγνώστη.
Το μυθιστόρημά του Au Bonheur des Dames, που απέδωσα στα ελληνικά Στον Παράδεισο των Κυριών, ήταν μια πρόκληση για μένα αφενός γιατί, ενώ έχει γραφτεί πριν από 134 χρόνια, το θέμα του εξακολουθεί να είναι επίκαιρο και να ταράζει τα νερά, κι αφετέρου γιατί παρέμενε άγνωστο στο ελληνικό κοινό, καθώς δεν είχε εκδοθεί ποτέ μέχρι τώρα.
Οι δυσκολίες που παρουσιάζει η μετάφραση, εκτός βέβαια της απόδοσης στα ελληνικά του χαρακτηριστικού και απαράμιλλου ύφους του συγγραφέα, έγκειται στο γεγονός ότι χρησιμοποιεί εξειδικευμένο λεξιλόγιο ως μεγάλος γνώστης από τον χώρο της μόδας και των υφασμάτων, της αρχιτεκτονικής με έμφαση στην σιδηρά κατασκευή, της πολεοδομίας, της μηχανικής, αλλά κυρίως της οικονομίας και του εμπορίου και τους νόμους που διέπουν αυτά τα δυο, για να αναφέρω μόνο λίγους από τους τομείς, στους οποίους χρησιμοποιεί αυτό το εξειδικευμένο λεξιλόγιο. Οι σχολιαστές του Ζολά τονίζουν ιδιαιτέρως το γεγονός ότι γι’ αυτό το μυθιστόρημα ο συγγραφέας είχε συλλέξει απίστευτο όγκο πληροφοριών προκειμένου να στηρίξει τον ιστό της ιστορίας σε όλα αυτά τα ζητήματα. Έτσι λοιπόν θα έλεγα ότι οι δυσκολίες που συνάντησα στη μετάφραση του βιβλίου αφορούν κυρίως τις πολυσέλιδες περιγραφές των εμπορευμάτων με τις χίλιες ονομασίες, αλλά επίσης τον τρόπο παρουσίασης και έκθεσής τους στο πολυκατάστημα. Μπορώ να πω το ίδιο και για τις περιγραφές στην εσωτερική κι εξωτερική όψη των κτιρίων και των γύρω δρόμων. Γιατί η ιστορία διαδραματίζεται την εποχή των μεγάλων αλλαγών που έφερε ο βαρόνος Ωσμάν στο Παρίσι με την διάνοιξη λεωφόρων, το γκρέμισμα παλιών κτιρίων και ολόκληρων τετραγώνων, που μεταμόρφωσαν την πόλη και της έδωσαν την όψη μιας μοντέρνας πρωτεύουσας την περίοδο της Γ΄Δημοκρατίας.
Ο Ζολά, ως ο κυριότερος ίσως εκπρόσωπος του νατουραλισμού, μας έδωσε λοιπόν εκπληκτικούς πίνακες όπου η αλήθεια κι η ακρίβεια κυριαρχούν, όπου οι φράσεις, οι εικόνες, τα γεγονότα εναλλάσσονται μέσα σ’ ένα είδος συνεχούς έντασης που παρασύρει τον αναγνώστη σαν δυνατό ποτάμι. Πραγματικά οι περιγραφές του είναι μοναδικές!
Αλλά και η αισθητική των εσωτερικών χώρων, με την πρωτοπορία των ελαφρών μεταλλικών στοιχείων και του γυαλιού, που συνδύαζαν πολυτέλεια και τεχνολογία, όπως την περιγράφει ο Ζολά, είναι μια πανδαισία λέξεων από αρχιτεκτονικούς όρους που δυσκολεύουν αρκετά τον μεταφραστή. Ο λυρισμός της αρχιτεκτονικής έμπνευσης του συγγραφέα, για τον οποίο όλο αυτό δεν ήταν απλώς ζήτημα γούστου, αλλά μια στρατηγική στη μέθοδο των πωλήσεων, είναι ένα στοίχημα μεταφραστικό που πρέπει να κερδηθεί. Οι χαρακτήρες των ηρώων εξάλλου περιγράφονται τόσο εσωτερικά όσο κι εξωτερικά και είναι τόσο παραστατικές αυτές οι εικόνες, ώστε νομίζεις ότι βλέπεις κινηματογραφική ταινία, και παρακολουθείς την παραμικρή λεπτομέρεια στη διάθεσή τους, στη σκέψη τους. Η θεωρία του πειραματικού μυθιστορήματος αναδύεται εδώ σε όλη της τη διάσταση! Ο Ζολά, ως ο κυριότερος ίσως εκπρόσωπος του νατουραλισμού, μας έδωσε λοιπόν εκπληκτικούς πίνακες όπου η αλήθεια κι η ακρίβεια κυριαρχούν, όπου οι φράσεις, οι εικόνες, τα γεγονότα εναλλάσσονται μέσα σ’ ένα είδος συνεχούς έντασης που παρασύρει τον αναγνώστη σαν δυνατό ποτάμι. Πραγματικά, οι περιγραφές του είναι μοναδικές! Μπροστά στα μάτια μας, οικογένειες, πλήθη, μια πόλη ολόκληρη ζει, μιλά, ερωτεύεται, επιθυμεί, υποφέρει, πεθαίνει. Όλα αυτά πρέπει ο μεταφραστής να τα νιώσει στο πετσί του για να μπορέσει να κάνει μιαν αξιόπιστη μετάφραση, να μεταφέρει στον αναγνώστη το μεγαλείο του ύφους αυτού του συγγραφέα.
Έκρινα ότι θα έπρεπε να αποδοθεί στα ελληνικά με τρόπο ώστε το κείμενο να παραμένει πιστό στο λογοτεχνικό ύφος του συγγραφέα, αλλά κυρίως να αποδίδει με τον καλύτερο δυνατό λεξικό πλούτο τη διαχρονικότητα του έργου και τις αξίες που μεταφέρονται στον σύγχρονο αναγνώστη.
Καθώς δεν είχε εκδοθεί μέχρι τώρα σε ελληνική γλώσσα το συγκεκριμένο έργο του Ζολά, δεν είχα τον πειρασμό να δω μεταφράσεις άλλων. Αλλά ούτε συμβουλεύτηκα μετάφραση σε άλλη γλώσσα, αγγλική ας πούμε. Έχω όμως διαβάσει σε ελληνική μετάφραση άλλα έργα του Ζολά κι έτσι έχω μια γενική εικόνα του πως μεταφράζουν οι άλλοι. Γενικά, όταν πρόκειται να μεταφράσω ένα βιβλίο, δεν συνηθίζω να βλέπω πώς το έχουν αντιμετωπίσει άλλοι μεταφραστές. Ίσως να κοιτάξω το κείμενο που μετέφρασε κάποιος άλλος αφού όμως έχω ολοκληρώσει το δικό μου. Έχω την αίσθηση ότι αν διαβάσω την μετάφραση άλλου θα επηρεαστώ και δεν θα δώσω την δική μου άποψη. Πάντως, μέχρι στιγμής μου έχει τύχει μόνο μια-δυο φορές να μεταφράσω έργο που έχει προηγουμένως μεταφραστεί από άλλους. Τα τελευταία χρόνια μετέφρασα μυθιστορήματα σύγχρονων γάλλων συγγραφέων που παρουσιάζονται πρώτη φορά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Με μεγάλη χαρά όμως με την ευκαιρία του βιβλίου του Ζολά επανήλθα σε κλασικό κείμενο και μάλιστα τόσο σημαντικό και πλούσιο, παρά τις μεταφραστικές προκλήσεις του. Έκρινα ότι θα έπρεπε να αποδοθεί στα ελληνικά με τρόπο ώστε το κείμενο να παραμένει πιστό στο λογοτεχνικό ύφος του συγγραφέα, αλλά κυρίως να αποδίδει με τον καλύτερο δυνατό λεξικό πλούτο τη διαχρονικότητα του έργου και τις αξίες που μεταφέρονται στον σύγχρονο αναγνώστη.
Η μετάφραση είναι πολύπλοκη διαδικασία όπου ο μεταφραστής χρησιμοποιεί όλο το φορτίο των γνώσεων του και γι’ αυτό το τελευταίο πρέπει να είναι πολύ πλούσιο. Πρέπει να ψάχνουμε τις λέξεις μέχρι να βρούμε τη σωστή, κι αυτό είναι κάτι που απαιτεί υπομονή κι επιμονή. Θα έλεγα λοιπόν ότι το βάρος μιας μετάφρασης πέφτει στις αποχρώσεις των λέξεων, μια άστοχη επιλογή μπορεί να καταστρέψει τα πάντα.
Θεωρώ πως μια μετάφραση οφείλει να είναι πολύ κοντά στο πρωτότυπο, δεν πρέπει να προδίδουμε τον συγγραφέα, σε καμιά περίπτωση. Επομένως, μια καλή μετάφραση οφείλει να είναι πιστή στο πρωτότυπο. Αλλά χωρίς στενότητα μυαλού. Πρέπει να βγαίνει νόημα σ’ αυτό που μεταφράζουμε, πάντα όμως σύμφωνα με το πνεύμα του συγγραφέα. Η μετάφραση είναι πολύπλοκη διαδικασία όπου ο μεταφραστής χρησιμοποιεί όλο το φορτίο των γνώσεων του και γι’ αυτό το τελευταίο πρέπει να είναι πολύ πλούσιο. Πρέπει να ψάχνουμε τις λέξεις μέχρι να βρούμε τη σωστή, κι αυτό είναι κάτι που απαιτεί υπομονή κι επιμονή. Θα έλεγα λοιπόν ότι το βάρος μιας μετάφρασης πέφτει στις αποχρώσεις των λέξεων, μια άστοχη επιλογή μπορεί να καταστρέψει τα πάντα, καθώς ο Ζολά έχει στηρίξει τα μυθιστορήματά του στην λεπτομερή παρατήρηση των προσώπων που αναδύονται μέσα από περιστάσεις, περιβάλλοντα, γεγονότα. Υπάρχει από την άλλη μια τρομερή συνοχή σ’ όλους τους χαρακτήρες και στο πεπρωμένο τους που διατρέχει όλο το μυθιστόρημα και που υποχρεώνει τον μεταφραστή να υποβάλει συνεχώς σε δοκιμασία να παραμείνει αληθινός, πιστός, κριτής των λέξεών του. Το κείμενο του Ζολά βασανίζει κυριολεκτικά τον μεταφραστή, κι αυτό ας μη θεωρηθεί υπερβολή εκ μέρους μου. Η μεγαλύτερη όμως δυσκολία για το συγκεκριμένο κείμενο είναι να μείνει ο μεταφραστής πιστός στο λογοτεχνικό ύφος, στη μοναδικότητα αυτού του έργου, που λόγω του ρεαλισμού του δεν αφήνει κανένα περιθώριο για επεμβάσεις και παρεμβάσεις.
Η αναμέτρηση όμως μ’ ένα τέτοιο έργο είναι επίσης μοναδική εμπειρία, από την οποία δεν βγαίνει κανείς αλώβητος: ο μεταφραστής έχει μπει βαθιά στην ανθρώπινη ψυχή χάρις στον συγγραφέα, έχει γίνει ένα με τα πάθη των ηρώων, έχει νιώσει τον θρίαμβο ή την πτώση τους, ακόμα και τον θάνατό τους. Έχει πάρει πολλά από τον Ζολά, αλλά κι ο ίδιος έχει καταθέσει την ψυχή του στη μετάφραση του έργου.
Info
Η Ιφιγένεια Μποτουροπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στο Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και έλαβε τον τίτλο της διδάκτορος από το Université de Paris IV-Sorbonne. Είναι Ομότιμη Καθηγήτρια της Ιστορίας του Γαλλικού Πολιτισμού στο Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο οποίο δίδαξε επί σειρά ετών. Έχει δημοσιεύσει επιστημονικές μελέτες και βιβλία. Έχει μεταφράσει πολλά ψυχαναλυτικά και λογοτεχνικά έργα.