Μεταφραστές και επιμελητές αποκαλύπτουν τις διαδρομές μέσα από τις οποίες προσέγγισαν τη γλώσσα, το ύφος ή και την οικονομία ενός βιβλίου και μοιράζονται μαζί μας μυστικά του εργαστηρίου τους. Φιλοξενούμενος, ο συγγραφέας και μεταφραστής Νίκος Α. Μάντης για τη μετάφραση των διηγημάτων του Μπάρι Χάνα [Barry Hannah] «Ψεύτες του νερού και άλλες ιστορίες» (εκδ. Καστανιώτη).
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Κατά τη διάρκεια της μετάφρασης συναντήσατε δυσκολίες που δεν τις περιμένατε;
Κυρίως συνάντησα δυσκολίες που τις περίμενα, κι αυτές είναι η εντελώς ιδιόμορφη πρόζα του Χάνα, ένα μίγμα από ντοπιολαλιές, τοπικές και εθνικές αργκό, καθώς και το προσωπικό, εξαρθρωμένο του ύφος, γεμάτο αλλαγές ρυθμού και συνεχείς σουρεαλιστικούς συνειρμούς, στους οποίους σκόνταφτα ξανά και ξανά, ψάχνοντας αφενός την κυριολεκτική σημασία τους (κάτι που ποτέ δεν είναι δεδομένο, ούτως ή άλλως) και αφετέρου το σκοπούμενο νόημά τους. Εκείνο που ίσως δεν περίμενα, ήταν η έκταση όλων των ανωτέρω. Γενικά είναι πάντα δύσκολο να πρέπει να συντονιστείς με το ρυθμό μιας ιδιοφυΐας.
Συμβουλευτήκατε παλαιότερες μεταφράσεις του κειμένου στα ελληνικά ή αποδόσεις του σε άλλη γλώσσα;
Δεν είχα αυτή την πολυτέλεια με τα ελληνικά, δεδομένου ότι πρώτη φορά μεταφραζόταν στη γλώσσα μας. Όσο για μεταφράσεις σε άλλες γλώσσες, δεν θα μου ήταν ιδιαίτερα χρήσιμες, μιας και τα αγγλικά είναι η μόνη ξένη γλώσσα που κατέχω σε σχετικά ικανοποιητικό βαθμό.
Κάθε καλή λογοτεχνική μετάφραση επιβάλλει την πιστή αποτύπωση του ιδιαίτερου κόσμου του μεταφραζόμενου συγγραφέα.
Πώς τοποθετείστε στο δίλημμα «πιστή μετάφραση / καλή μετάφραση»;
Νομίζω ότι σε κάποιο βαθμό είναι ψευτοδίλημμα, δεδομένου ότι κάθε καλή λογοτεχνική μετάφραση επιβάλλει την πιστή αποτύπωση του ιδιαίτερου κόσμου του μεταφραζόμενου συγγραφέα. Τώρα, όσον αφορά αμιγώς γλωσσικά θέματα, ιδιωματισμούς και τα λοιπά, φυσικά συνιστάται η χρήση της αναλογίας, προς αποφυγή λεκτικών ατοπημάτων του τύπου «κάθε σύννεφο έχει μια ασημένια γραμμή».
Προτιμάτε να μεταφράζετε κείμενα συγγραφέων που έχετε μεταφράσει βιβλία τους ή να γνωρίζετε νέους συγγραφικούς κόσμους;
Και τα δύο έχουν τη χάρη τους. Η πρώτη φορά φέρει πάντα το ευπρόσδεκτο στοιχείο της έκπληξης, της ανάγκης για προσαρμογή σε έναν καινούργιο κόσμο. Λίγο όπως ένας ρόλος στο θέατρο. Αντιστοίχως, η μεταφραστική επιστροφή σε κάποια συγγραφέα, για να είναι ευχάριστη, προϋποθέτει ότι αγάπησες την πρώτη σου επαφή με το έργο της. Προτιμώ λοιπόν, σε περίπτωση που επιστρέφω, αυτό να γίνεται με συγγραφείς τα βιβλία των οποίων θαυμάζω.
Κατά τη διάρκεια της μετάφρασης η χρονική απόσταση που σας χωρίζει με τον/τη συγγραφέα αισθανθήκατε ότι ήταν ανασταλτικός παράγοντας για τη μετάφραση ή λειτούργησε με τρόπο απελευθερωτικό για το μεταφρασμένο κείμενο;
Όχι, καθόλου, και το λέω με μεγάλη βεβαιότητα. Στη λογοτεχνία έτσι κι αλλιώς οι χρονικές ή άλλες αποστάσεις εκμηδενίζονται όταν υπάρχει ποιότητα. Για να μην πούμε ότι η αίσθηση της απόστασης (με την έννοια της αισθητικής αποξένωσης) είναι πιο πιθανή σε έργα επικαιρικά ή του συρμού, που μεταφράζονται περισσότερο προς χάριν του εμπορίου. Τα «παλιά» έργα έχουν πάντα ικανούς λόγους για τους οποίους βρίσκονται κοντά μας. Αυτό βέβαια δεν ξέρω αν μας απελευθερώνει ακριβώς, ή αν μας φορτώνει με ένα ακόμα μεγαλύτερο αίσθημα ευθύνης.
Ο Νίκος Α. Μάντης, γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε νομικά και ασχολήθηκε με το θέατρο. Το βιβλίο Το μάτι του άνθους ήταν η πρώτη του ποιητική συλλογή και ακολούθησε η συλλογή διηγημάτων Ψευδώνυμο (2006), καθώς και δύο μυθιστορήματα, Το χιόνι του καλοκαιριού (2010) και Άγρια Ακρόπολη (2013), όλα από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Έχει τιμηθεί με το βραβείο μυθιστορήματος της Ακαδημίας Αθηνών (Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη) για το βιβλίο του Οι τυφλοί, έχει αποσπάσει δύο φορές το βραβείο μυθιστορήματος του ηλεκτρονικού περιοδικού «Ο Αναγνώστης», για τα βιβλία Οι τυφλοί και Άγρια Ακρόπολη, και έχει διακριθεί με το The Athens Prize for Literature του περιοδικού (δε)κατα για το μυθιστόρημα Πέτρα Ψαλίδι Χαρτί.