
Ο ιχνηλάτης βιβλιοπωλείων και βιβλιοθηκών Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης έρχεται και πάλι με τον Σάκο Εκστρατείας του, μιλώντας μας για βιβλία σαν να αφηγείται ιστορίες. Σήμερα, στο δεύτερο μέρος βιβλίων του ή για τον Καρλ Μαρξ, ο Σάκος του περιλαμβάνει το περιεκτικό πόνημα «Το Κεφάλαιο. Κριτική της πολιτικής οικονομίας του Καρλ Μαρξ. Μια σύνοψη» του Θανάση Γκιούρα (εκδ. Εστία) και το σκαμπρόζικο βιβλίο του Τζέιμι Γούντκοκ [Jamie Woodcock] «Ο Μάρξ στο ουφάδικο. Κονσόλες, Χειριστήρια και Ταξική Πάλη» (μτφρ. Πάρις Λαυτσής, Αλέξανδρος Μινωτάκης, Πάνος Πετρόπουλος, εκδ. Τόπος). Kεντρική εικόνα: από την παράσταση της Scottish Opera «Marx in London».
Γράφει ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Τύχη αγαθή, μα και συμπτώσεις και συγκυρίες (και σαματάδες ακόμα), θέλησαν κάποιοι της γενιάς μου να μην (επαναλαμβάνω: να μην) περάσουν στην ανάγνωση κειμένων του Καρλ Μαρξ μέσα από τεθλασμένες ατραπούς αλλά κατευθείαν μέσα από τα όσα στοχάστηκε και έγραψε ο ίδιος.
Οφείλουμε πάμπολλα στο καταγώγιο της καταγωγής μας – πάει να πει στη λεγόμενη αναρχοσιτουασιονιστική (όπως τότε λεγόταν η καταστασιακή) τάση, όχι και τόσο μειοψηφική όσο πιστεύουν πολλοί, που συγκροτήθηκε μες στη δικτατορία και έλαμψε στα πρώτα σκιρτήματα της Μεταπολίτευσης. Στη φλεγόμενη νιότη μας, διαβάζαμε περιπαθώς, μερόνυχτα στη σειρά, με μια φεγγερή εξάντληση είναι η αλήθεια, τα Χειρόγραφα του 1844, μεταφρασμένα από τον αείμνηστο μέντορα και φίλο Νικόλα Μπαλή για τις εκδόσεις Διεθνής Βιβλιοθήκη.
Ενίοτε καταφεύγαμε και στις θρυλικές (και θλιβερές, με το συμπάθειο) εκδόσεις Αναγνωστίδη, πονοκεφαλιάζοντας λόγω των ξύλινων μεταφράσεων. Κύλησαν τα χρόνια, κύλησαν οι δεκαετίες. Τώρα, έχουμε την ευλογία, να στοιβάζουμε στο Σάκο Εκστρατείας του Επίμονου Αναγνώστη άριστες μεταφράσεις των μαρξικών έργων και λίαν ενδιαφέροντα πονήματα που αντλούν από αυτά την έμπνευσή τους. Και είμαστε ευγνώμονες προς σοβαρούς μελετητές και μεταφραστές όπως, μεταξύ άλλων, ο Γιώργος Σταμάτης, ο Γιώργος Φαράκλας, ο Στάθης Ψύλλος, και ο (ως φαίνεται) χαλκέντερος Θανάσης Γκιούρας.
Το Κεφάλαιο. Κριτική της πολιτικής οικονομίας του Καρλ Μαρξ. Μια σύνοψη (εκδ. Εστία)
Εκτός από τις καθ᾽ όλα αξιέπαινες μεταφραστικές του εργασίες (Το Κεφάλαιο. Τόμος Πρώτος, Χειρόγραφο 1865. Χειρόγραφο Ι για τον 2ο τόμο του Κεφαλαίου, Κείμενα από τη δεκαετία του 1840, και Κείμενα από τη δεκαετία του 1850, όλα στις εκδόσεις ΚΨΜ), ο Θανάσης Γκιούρας υπογράφει το περιεκτικό πόνημα Το Κεφάλαιο. Κριτική της πολιτικής οικονομίας του Καρλ Μαρξ. Μια σύνοψη (εκδ. Εστία). Με στιβαρή εκδίπλωση υψίστης ακριβείας επιχειρημάτων, παρακολουθούμε εδώ την διάταξη της κριτικής σκέψης του Μαρξ στην προσπάθειά του να διαυγάσει τα μυστικά και μυστήρια του εμπορεύματος, του χρήματος, της εκμετάλλευσης της εργασίας, της διαδικασίας παραγωγής, της υπεραξίας, της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης.
Ο Γκιούρας, ορθώς, παραθέτει εκτενώς τον Μαρξ, σχολιάζοντας με τρόπο ώστε (απλώς;) να συνοψίσει ένα αχανές και πολυδαίδαλο έργο που αντλεί από τη διαλεκτική του Εγέλου, από συγγράμματα πολιτικής οικονομίας, από τον Μπαλζάκ και τον Σαίξπηρ και τους Έλληνες κλασικούς, ενώ δεν διστάζει να ενδίδει σε παράφορα ξεσπάσματα, εν μέσω της προσήλωσής του σε έναν αδυσώπητο ρεαλισμό, προκειμένου να φανερώσει τι κρύβεται πίσω από έννοιες και πράγματα που παρουσιάζονται ως σταθερά και αιώνια, ενώ τελούν εν κινήσει και μεταβάλλονται μέσα στο χρόνο από τα δρώντα υποκείμενα και τις κοινωνικές συγκρούσεις.
Το Κεφάλαιο, θα επιμείνει ο Γκιούρας, και θα συνταχθούμε με τη θέση του, «δεν είναι μια τεχνική ανάλυση διαποτισμένη με “προφητικές” ρήσεις […] ούτε είναι απλώς μια οικονομική πραγματεία.
Το Κεφάλαιο, θα επιμείνει ο Γκιούρας, και θα συνταχθούμε με τη θέση του, «δεν είναι μια τεχνική ανάλυση διαποτισμένη με “προφητικές” ρήσεις […] ούτε είναι απλώς μια οικονομική πραγματεία· είναι πολύ περισσότερο μια κριτική θεωρία της ελευθερίας, με την έννοια ότι καταδεικνύει υπό ποίους όρους και με ποιες μορφές αρθρώνεται το αίτημα της ελευθερίας ως ελεύθερης κοινωνίας στη νεωτερικότητα, όπως και τους διόλου μεταφυσικούς ή ανθρωπολογικούς, αλλά ρητά ιστορικούς εκμεταλλευτικούς, ταξικούς μηχανισμούς ανάσχεσης και ακύρωσης της ελευθερίας».
Ο Μάρξ στο ουφάδικο. Κονσόλες, Χειριστήρια και Ταξική Πάλη (μτφρ. Πάρις Λαυτσής, Αλέξανδρος Μινωτάκης, Πάνος Πετρόπουλος, εκδ. Τόπος)
Ο σκαμπρόζικος τίτλος ήταν το δέλεαρ. Έσπευσα, λοιπόν, να προμηθευτώ το βιβλίο του Τζέιμι Γούντκοκ (Jamie Woodcock) Ο Μάρξ στο ουφάδικο. Κονσόλες, Χειριστήρια και Ταξική Πάλη (μτφρ. Πάρις Λαυτσής, Αλέξανδρος Μινωτάκης, Πάνος Πετρόπουλος, εκδ. Τόπος), μολονότι δεν έχω καμία απολύτως σχέση με τα βιντεοπαιχνίδια.
Η άγνοιά μου δεν αποτέλεσε εμπόδιο για την απρόσκοπτη ανάγνωση του τόσο ενδιαφέροντος αυτού πονήματος που πανέξυπνα μετέρχεται μαρξικών τρόπων προκειμένου να ιστορήσει το παρελθόν και την έως σήμερα εξέλιξη των βιντεοπαιχνιδιών, την θελκτικότητά τους, την παραγωγή τους, το πολιτικό τους στίγμα, την πολιτισμική σημασίας τους, τις εργασιακές καταστάσεις και σχέσεις πίσω από όλα αυτά.
Οι πληροφορίες που προσκομίζει ο Γούντκοκ (δεδηλωμένος μαρξιστής, ακαδημαϊκός, και παθιασμένος gamer, παίκτης βιντεοπαιχνιδιών) είναι αρίφνητες, καλά τεκμηριωμένες, και αποτελούν αλλεπάλληλα εφαλτήρια κριτικών σκέψεων, θρυαλλίδες χειραφετητικών δράσεων.
Η ιστορία των βιντεοπαιχνιδιών, μας ενημερώνει ο Γούντκοκ, είναι περίπλοκη και εμπλέκει πολλές και διαφορετικές πλευρές, καθώς έχει να κάνει με τους (αρχικά ρομαντικούς, εξεγερμένους) χάκερ και τον εταιρικό έλεγχο, τους ριζοσπάστες και στο στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα, την ψυχαγωγία και την προπαγάνδα, τη ρήξη με την κυρίαρχη ιδεολογία και την ύπουλη, πανούργα επιβολή ακροδεξιών ιδεών, την έμπρακτη αμφισβήτηση της μισθωτής εργασίας και την ένταξη στο εκμεταλλευτικό σύστημα. Και βέβαια, με τον σφοδρό ανταγωνισμό εταιρικών κολοσσών των Ηνωμένών Πολιτειών και της Ιαπωνίας.
Ο Γούντκοκ έχει ερευνήσει, ακολουθώντας το παράδειγμα του Μαρξ, με ερωτηματολόγια και συνεντεύξεις, τις συνθήκες παραγωγής των βιντεοπαιχνιδιών και έχει αξιοποιήσει προσωπικές μαρτυρίες εργαζομένων στον τομέα.
Ο Γούντκοκ έχει ερευνήσει, ακολουθώντας το παράδειγμα του Μαρξ, με ερωτηματολόγια και συνεντεύξεις, τις συνθήκες παραγωγής των βιντεοπαιχνιδιών και έχει αξιοποιήσει προσωπικές μαρτυρίες εργαζομένων στον τομέα. Μαθαίνουμε νέους όρους, όπως: crunch (εντατικοποιημένη υπερωριακή εργασία για μεγάλες χρονικές περιόδους προκειμένου να ολοκληρωθεί ένα έργο ή να τηρηθεί μια προθεσμία) και playbour (συνδιασμός παιχνιδιού, play, και εργασίας, labour — παιγνιεργασία, θα το μετέφραζα πρόχειρα), που χαρακτηρίζουν τον τρόπο παραγωγής των βιντεοπαιχνιδιών.
Ένα (οξύμωρο) οργανωμένο αλαλούμ μοιάζει να επικρατεί στη βιομηχανία αυτή, ένα πάτσγουορκ από ειδικότητες και ιεραρχήσεις που, σε μεγάλα πρότζεκτ, είναι ζαλιστικό. Ο Γούντκοκ παραθέτει τον Jean-Francois Gagné, προγραμματιστή στο δημοφιλές βιντεοπαιχνίδι Assassin’s Greed (παρεμπιπτόντως, υπάρχει εκεί επεισόδιο όπου πρωταγωνιστεί ο Μαρξ!): «Από τον “κατώτατο υπάλληλο” μέχρι τον διευθυντή δημιουργικού, έχετε πολλά επίπεδα διαχείρισης, επικεφαλής, πρότζεκτ μάνατζερ, διευθυντές παραγωγής, κ.ά. Υπήρχαν επίσης μάνατζερ για το μανατζάρισμα των μάνατζερ, επειδή ήταν τόσοι πολλοί».
Το 32 σελίδων Επίμετρο των μεταφραστών περιέχει χρήσιμο ( και όχι τόσο γνωστό) υλικό για την κατάσταση στη χώρα μας.
Μαθαίνουμε πολλά για το πώς άρχισαν να οργανώνονται οι εργαζόμενοι στη βιομηχανία των βιντεοπαιχνιδιών μέσα από σχήματα όπως η Ένωση Εργατών στην Τεχνολογία (Tech Workers Coalition) ή η συλλογικότητα Εργάτες Βιντεοπαιχνιδιών Ενωθείτε (Game Workers Unite) και να αγωνίζονται για την αποζημίωση υπερωριών, το «δικαίωμα αποσύνδεσης» (right to log-off) ή το δικαίωμα να μην απαντούν σε email μετά τις 6 μμ. Το 32 σελίδων Επίμετρο των μεταφραστών περιέχει χρήσιμο ( και όχι τόσο γνωστό) υλικό για την κατάσταση στη χώρα μας.
Όπως ο Γούνκτοκ, φρονώ ότι αντίθετα από το να είναι ανεπίκαιρο όπως πολλοί θα ήθελαν, το «Ακολούθα τον Μαρξ» (μια από τις οδηγίες προς τους παίκτες στο Assassin’s Greed) ίσως αποτελεί την cutting edge σε μιαν εποχή σύγχυσης, χάους, ανορθολογικών παραληρημάτων, και κατατεμαχισμού του κοινωνικού ιστού. Κι όταν αυτό γίνεται με αφορμή και έρεισμα το παιχνίδι, όταν ο holo ludens συμπράττει με τον homo criticus, ακόμα καλύτερα!
*Ο ΓΙΩΡΓΟΣ-ΙΚΑΡΟΣ ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής. Τελευταίο του βιβλίο, η ποιητική σύνθεση «Ωδή Κυψέλης» (εκδ. Ιωλκός).
Απόσπασμα από το Το Κεφάλαιο. Κριτική της πολιτικής οικονομίας του Καρλ Μαρξ. Μια σύνοψη:
Μέσα από τον τονισμό των ιδιαίτερα ζοφερών στιγμών της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, η μαρξική κριτική καταδεικνύει την αντικειμενική δυνατότητα και αναγκαιότητα να ορίσει μια κοινωνία, μέσα από τα όργανά της, τη βασική ζωογόνο λειτουργία της. Η ρύθμιση της εργάσιμης ημέρας δεν είναι διόλου ένα απλό λογιστικό ζήτημα (αν και συχνά εμφανίζεται ως τέτοιο) αλλά αποτελεί την πρωταρχική βαθυδομική προκείμενη για την παραγωγή της ελευθερίας στη νεωτερική κοινωνία (σ. 84).
Απόσπασμα από το Ο Μάρξ στο ουφάδικο. Κονσόλες, Χειριστήρια και Ταξική Πάλη:
Συνεπώς, γιατί θα έπρεπε οι μαρξιστές να ενδιαφερθούν για τα βιντεοπαιχνίδια; Ο πρώτος λόγος είναι ότι τα βιντεοπαιχνίδια δεν είναι απλά ένα μέσο διαφυγής ή το όπιο του λαού αλλά ένα σύνθετο πολιτισμικό εμπόρευμα. Οι μαρξιστές θα έπρεπε να ενδιαφερθούν για τα βιντεοπαιχνίδια γιατί η παραγωγή, κυκλοφορία και κατανάλωσή τους μπορεί να βοηθήσει στην κατανόηση των εσώτερων διαδικασιών του σύγχρονου καπιταλισμού (σ. 275).