Επιλογή οκτώ μεταφρασμένων αστυνομικών μυθιστορημάτων από τις πρόσφατες κυκλοφορίες.
Της Χίλντας Παπαδημητρίου
Λόγια νεκρών, του Stuart Neville
(μτφρ. Βάσια Τζανακάρη, Μεταίχμιο)
«Η Σερίνα Φλάναγκαν, αρχιεπιθεωρήτρια της αστυνομίας, αναλαμβάνει την υπόθεση αυτοκτονίας ενός επιχειρηματία της περιοχής με βαριά αναπηρία. Προσπαθώντας να κλείσει την υπόθεση πιάνει τον εαυτό της να ζηλεύει την άνετη ζωή της χήρας του επιχειρηματία και τον φαινομενικά ευτυχισμένο γάμο τους. Ώσπου η στενή σχέση της χήρας με τον εφημέριο της ενορίας τους αρχίζει να τη βάζει σε υποψίες. Πώς όμως θα μπορούσε να αποδείξει όσα υποψιάζεται, με μια σκηνή εγκλήματος χωρίς ευρήματα και χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο στη διάθεσή της; Μήπως αυτή τη φορά το ένστικτο της την έχει παραπλανήσει; Την ώρα που ο σύζυγός της πασχίζει να ξεπεράσει τις συνέπειες μιας επίθεσης που παραλίγο να του κοστίσει τη ζωή, και τα παιδιά της είναι νευρικά και δυστυχισμένα, η επιμονή της Σερίνα να ξεκλειδώσει το μυστήριο και να ανακαλύψει τι πραγματικά συνέβη μέσα σε εκείνο το σπίτι μπορεί να της στοιχίσει όχι μόνο τη δουλειά της, αλλά και την οικογένειά της».
Ο Stuart Neville είναι από τους ελάχιστους συγγραφείς αστυνομικών βιβλίων που εστιάζει στη ρεαλιστική καθημερινότητα του Μπέλφαστ, χωρίς ιδεολογικούς εξωραϊσμούς. Όπως έχει πει ο ίδιος, αντικατέστησε τον πρώτο ήρωά του, Τζακ Λέναν, με την αρχιεπιθεωρήτρια Σερίνα Φλάναγκαν γιατί τη βρήκε πιο ενδιαφέρουσα, και πράγματι, η Φλάναγκαν είναι από τους πιο συναρπαστικούς γυναικείους χαρακτήρες της σύγχρονης αστυνομικής μυθοπλασίας – μια αληθοφανής αστυνομικός, με οικογενειακά προβλήματα, θέματα υγείας, πεισματάρα και αποφασισμένη να κάνει τη δουλειά της παρά τα άνωθεν εμπόδια και τους περιορισμούς. Στα Λόγια Νεκρών, παλεύοντας με τις δικές της ενοχές, η Φλάναγκαν θα έρθει αντιμέτωπη με μια γυναίκα χωρίς ηθικές αναστολές, και θα βγει κερδισμένη – επαγγελματικά, και προσωπικά.
Ένα από τα καλύτερα αστυνομικά βιβλία της περσινής χρονιάς, το οποίο αποδεικνύει έμπρακτα ότι η αληθινή ζωή και οι πράξεις των καθημερινών ανθρώπων μπορεί να είναι πολύ πιο ανατριχιαστικό υλικό από τον πιο φρικαλέο κατά συρροή δολοφόνο.
Το κόκκινο σημειωματάριο, του Michel Bussi
(μτφρ. Κατερίνα Γούλα, Κέδρος)
«Η Λεϊλί Μαάλ, μετανάστρια από το Μάλι, ζει στα περίχωρα της Μασσαλίας και μεγαλώνει μόνη τα τρία της παιδιά. Η ζωή της κλονίζεται όταν η αστυνομία καταζητεί την Μπαμπύ, την κόρη της, για τη δολοφονία δύο αντρών που σχετίζονται με τη Vogelzug, μια οργάνωση παροχής βοήθειας σε μετανάστες και πρόσφυγες. Η δολοφόνος ξαναχτυπά και η καταδίωξη αρχίζει. Στην προσπάθειά της να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει, η Λεϊλί ανακαλύπτει ότι το κόκκινο σημειωματάριο στο οποίο κατέγραφε τα μυστικά της έχει χαθεί. Ο ασκός του Αιόλου ανοίγει. Ποια είναι τα κίνητρα της Μπαμπύ; Ποια σχέση έχει η Vogelzug με την υπόθεση; Πόσα θα είναι τελικά τα θύματα της νεαρής δολοφόνου;»
Ο Michel Bussi, ένας ιδιαίτερα επιτυχημένος και πολυγραφότατος Γάλλος συγγραφέας αστυνομικών βιβλίων, στο Kόκκινο σημειωματάριο, το τέταρτο μυθιστόρημά του που μεταφράζεται στα ελληνικά, μας αποκαλύπτει μια άλλη πλευρά του συγγραφικού του σύμπαντος. Σ’ αυτό το πολιτικό/κοινωνικό μυθιστόρημα θίγει το θέμα της πολυπληθούς μετανάστευσης από τις πρώην γαλλικές αποικίες, των ανθρώπων χωρίς υπόσταση που περνούν τη Μεσόγειο για να συνεχίσουν να είναι θύματα. Η ηρωίδα του Bussi, η Λεϊλί, έχοντας ξεκινήσει από μια πολίχνη κοντά στο Μπαμακό, του Μάλι, ζει στη Μασσαλία προσπαθώντας να ξεφύγει από μια κατάρα, όπως αφηγείται στα φλας μπακ του βιβλίου, μια κατάρα που φοβάται ότι θα πληρώσουν τα παιδιά της. Η αστυνομική πλοκή περνά σε δεύτερο επίπεδο, αφού αν αναζητήσει κανείς το whodunit, δεν θα ξέρει ποιον να διαλέξει ως ένοχο. Όπως διαβάζουμε ήδη από το εξώφυλλο, «κανείς δεν είναι αθώος σε αυτή την ιστορία». Ο Bussi, ο οποίος εκτός από συγγραφέας είναι πολιτικός αναλυτής και καθηγητής Γεωγραφίας στο πανεπιστήμιο της Ρουέν, συγκεντρώνει δεκάδες ιστορίες και λεπτομέρειες με τις οποίες χτίζει την οδυνηρή ιστορία του: από τις κυπραίες, τα σπάνια κοχύλια των Μαλδίβων που θεωρούνται ένα από τα αρχαιότερα νομίσματα του κόσμου, μέχρι τα ψεύτικα κοριτσίστικα προφίλ του facebook, όλα παίζουν τον ρόλο τους σε αυτή την ιστορία με το ανατρεπτικό τέλος.
Νεκροτομείο πλήρες, του Jean-Patrick Manchette
(μτφρ. Ειρήνη Παπακυριάκου, Άγρα)
«Η Αστυνομία βρίσκεται παντού Ακόμα και στη δουλειά του ιδιωτικού ντετέκτιβ. Στη ζωή του σε ένα διαμέρισμα δύο δωματίων, στην πλήξη της σωματικής άσκησης, όταν διώχνει ευγενικά τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και όταν απλώνει στην κουζίνα του, πάνω από το νερο χύτη, μερικά ρούχα να στεγνώσουν… Στο καθημερινό, με λίγα λόγια. Και η συνηθισμένη καθημερινότητα παρασύρεται και μετατρέπεται σε φυλετικό μένος και οδηγεί σε αλυσιδωτές δολοφονίες μόλις ο ντετέκτιβ Εζέν Ταρπόν εμπλέκεται παρά τη θέλησή του στη διάσωση ενός ορφανού. Τα “περιστατικά”, παράξενα και ανατριχιαστικά, πολλαπλασιάζονται. Η τρέλα γίνεται κοινή. Η επιβίωση και η κατανόηση απαιτούν πια μεγάλη δεξιότητα».
Ο δημιουργός του neopolar, ο σπουδαίος Manchette, πρόλαβε να γράψει επτά μυθιστορήματα στη σύντομη ζωή του – και να δημιουργήσει ένα νέο υποείδος αστυνομικής μυθοπλασίας. Ο πιο προικισμένος εκπρόσωπος του είδους διακρίνεται για τη λιτότητα των βιβλίων του – λιτότητα γλωσσική, υφολογική, αφηγηματική. Επηρεασμένος από τους πρωτοπόρους του hardboiled, Hammett και Chandler, πετυχαίνει «την τελειοποίηση ενός ύφους στεγνού και ταυτόχρονα πολύ επεξεργασμένου», όπως είχε πει σε συνέντευξή του ο Jean Echenoz. Ενώ ο ίδιος ο Manchette έγραφε σε επιστολή του στον Pierre Siniac, «Μού φαίνεται ότι η ηθική κάνει την ομορφιά του Hammett και του Chandler, ότι οι ιδιωτικοί τους ντετέκτιβ είναι ενάρετοι, έστω κι αν είναι απελπισμένοι, “η αρετή ενός κόσμου χωρίς αρετή”. Δεν υπάρχουν πια έντιμοι μπάτσοι, δεν υπάρχει πια Δικαιοσύνη αλλά μένει ο Σπέιντ []… ή ο Μάρλοου με τον προσωπικό του κώδικα».
Χρησιμοποιώντας την κλασική hardboiled έναρξη, νεαρή-γοητευτική-κοπέλα-ζητά-βοήθεια-από-ιδιωτικό-αστυνομικό, ο Manchette δημιουργεί έναν αρχετυπικό αποτυχημένο κι αλκοολικό ντετέκτιβ που θα προτιμούσε να μην ανακατευτεί στην ιστορία της κοπέλας, αλλά ο προσωπικός του κώδικας δεν του το επιτρέπει. Η συνέχεια εξελίσσεται με απίστευτη ταχύτητα και φορτώνεται με πτώματα, και ο ήρωας Εζέν Ταρπόν θα βρει βοήθεια στο πρόσωπο ενός ηλικιωμένου Εβραίου δημοσιογράφου. Όλα θα διαλευκανθούν στο τέλος με τελείως διαφορετικό τρόπο απ’ όσο εικάζει ο αναγνώστης. Δεν υπάρχουν χάπι-εντ στο neopolar, εντούτοις ο κυνισμός του Manchette δεν είναι απότοκος ιδεολογικής ανωτερότητας αλλά της απελπισίας που κατέκλυσε όσους πίστεψαν στη συνολική αλλαγή της κοινωνίας, τον Μάη του ‘68.
Πορφυρό δίκτυο, της Carmen Mola
(μτφρ. Αγγελική Βασιλάκου, Κλειδάριθμος)
«Μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα, η αστυνόμος Έλενα Μπλάνκο, επικεφαλής του Τμήματος Ανεξιχνίαστων Υποθέσεων, εισβάλλει με την ομάδα της στη βίλα μιας ευκατάστατης οικογένειας και ορμάει στο δωμάτιο του έφηβου γιου. Στην οθόνη του υπολογιστή του επιβεβαιώνεται αυτό που φοβόντουσαν: το αγόρι παρακολουθεί σε ζωντανή μετάδοση δύο κουκουλοφόρους να βασανίζουν ένα κορίτσι μέχρι θανάτου. Οι αστυνομικοί βρίσκονται αντιμέτωποι με το σαδιστικό θέαμα, ανίκανοι να αντιδράσουν. Πόσα κορίτσια σαν κι αυτό έχουν πέσει θύματα του Πορφυρού Δικτύου;
Τα μέλη του ΤΑΥ διερευνούν από καιρό τη δράση αυτής της σκοτεινής οργάνωσης και συλλέγουν πληροφορίες για τα σκληρά, ακραία βίντεο που διακινούνται στο Deep Web, το σκοτεινό πρόσωπο του διαδικτύου. Όλο αυτό το διάστημα, η Έλενα Μπλάνκο έχει κρατήσει κρυφό από την ομάδα της εκείνο που υποψιάζεται και φοβάται: ότι η εξαφάνιση του γιου της, Λούκας, όταν ήταν παιδί, μάλλον σχετίζεται με το ανατριχιαστικό Πορφυρό Δίκτυο. Πού βρίσκεται τώρα ο Λούκας; Ποιος είναι πραγματικά; Και ποια είναι τα όρια που η αστυνόμος είναι διατεθειμένη να υπερβεί προκειμένου να φτάσει στην αλήθεια;»
Η αστυνόμος Έλενα Μπλάνκο μάς είναι γνωστή από την Κόκκινη Μαδρίτη, το πρώτο μυθιστόρημα της Carmen Mola (ψευδώνυμο, απ’ ό,τι μαθαίνουμε, άγνωστης ή αγνώστου συγγραφέα). Και όπως συνηθίζεται τα τελευταία χρόνια, η αστυνόμος έχει κάποιες περίεργες συνήθειες που σκοπό έχουν να την κάνουν αξέχαστη στον αναγνώστη: πίνει μεγάλες ποσότητες γκράπα, τραγουδάει σε μπαρ με καραόκε όπου ψωνίζει εφήμερους εραστές με ακριβά οχήματα, οδηγεί ένα παλιό ρώσικο αυτοκίνητο, είναι ιδιαίτερα μοναχική και μένει σ’ ένα ακριβό διαμέρισμα που δεν δικαιολογεί ο μισθός της. Ήδη, από το προηγούμενο μυθιστόρημα της Mola, γνωρίζουμε ότι η Έλενα βασανίζεται εμμονικά από την εξαφάνιση του γιου της, του Λούκας, πριν πολλά χρόνια. Στο Πορφυρό δίκτυο θα επιβεβαιωθούν οι χειρότεροι φόβοι της όταν στα πλαίσια της έρευνας για τη διακίνηση σκληρών κι ακραίων πορνό στο διαδίκτυο, θα ανακαλύψει τον γιο της, αποτρόπαια αλλαγμένο. Μια ακόμα ιστορία για τη φρίκη που κρύβεται πίσω από το Deep Web, για την εκμετάλλευση και κακοποίηση παιδιών.
Σχεδόν νεκρή φύση, της Carme Riera
(μτφρ. Ασπασία Καμπύλη, Carnivora)
«Κανένας κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος. Ούτε καν ο κόσμος των υψηλών πανεπιστημιακών φρονημάτων και των εκλεπτυσμένων ιδεών. Με αυτό κατά νου και αξιοποιώντας την, από πρώτο χέρι, εμπειρία της, η Ριέρα στήνει επιδέξια την ιστορία της. Όλα ξεκινούν από κάτι το οποίο φαντάζει ως ένα διεστραμμένο μεν, αβλαβές δε, παιχνίδι μερικών φοιτητών Εράσμους του Αυτόνομου Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης. Απλώς ένας μπελάς παραπάνω -έτσι φαίνεται αρχικά- για το διδακτικό προσωπικό, ήδη ταλαιπωρημένο από τις καταλήψεις, την αενάως ετοιμοπόλεμη στάση των φοιτητών και τις δηλητηριώδεις, τις περισσότερες φορές, συναδελφικές σχέσεις. Η πανεπιστημιούπολη, όμως, σύντομα θα μετατραπεί σε ζώνη υψηλού ρίσκου τόσο για τις ζωές όσων συχνάζουν εκεί όσο και για την αίγλη του περίφημου πανεπιστημιακού ιδεώδους».
Τον Νοέμβριο του 2007, εξαφανίζεται μυστηριωδώς ο Ρομάν Λανουζέλ, φοιτητής Εράσμους του Αυτόνομου Πανεπιστήμιου της Βαρκελώνης – και αυτό είναι ένα πραγματικό συμβάν που παραμένει ανεξιχνίαστο. Με αφορμή την εξαφάνιση του νεαρού, η συγγραφέας, η οποία είναι καθηγήτρια Ισπανικής Φιλολογίας του εν λόγω πανεπιστήμιου, έγραψε ένα οξυδερκές και ανατριχιαστικό campus thriller, το οποίο ξεκινάει με τη μυστηριώδη εξαφάνιση ενός άλλου φοιτητή, του Ρουμάνου Κονσταντίνου Ιλιέσκου. Παρά τις διαμαρτυρίες της φίλης του, της Λάουρα, η αστυνομία και οι πανεπιστημιακές αρχές δεν θα δώσουν σημασία στην εξαφάνιση του νεαρού, διότι θα τη θεωρήσουν οικειοθελή φυγή. Όταν όμως θα εξαφανιστεί και η Λάουρα, τις υποθέσεις αναλαμβάνει μια ομάδα αστυνομικών με επικεφαλής τη Μανουέλα Βάθκεθ. Σύντομα κάτι σκοτεινό θα αρχίσει να αναδύεται, η ύπαρξη ίσως ενός αιμοσταγούς δολοφόνου. Η συγγραφέας, χρησιμοποιώντας γνωστές φόρμουλες της αστυνομικής μυθοπλασίας, τις εμποτίζει με την καταλανική ατμόσφαιρα και νοοτροπία, κρατώντας αρκετά από τα στοιχεία κοινωνικής κριτικής που χαρακτηρίζουν το μεσογειακό noir.
Η τύχη ευνοεί τους νεκρούς, του Stephen Spotswood
(μτφρ. Νεκτάριος Καλαϊτζής, Bell)
«Νέα Υόρκη, 1946. Η Λίλιαν Πέντεκοστ είναι η καλύτερη ιδιωτική ντετέκτιβ της πόλης, αλλά αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας. Στο πρόσωπο της πανέξυπνης και καπάτσας Γουίλοουτζιν Πάρκερ, η Πέντεκοστ θα βρει την ιδανική βοηθό. Η Γουίλ, που το έσκασε μικρή από το σπίτι της και μεγάλωσε σε ένα τσίρκο, διαθέτει μοναδικές ικανότητες. Μπορεί να παραβιάζει κλειδαριές με δεμένα μάτια, να βάζει κάτω άντρες που έχουν δυο φορές το μπόι της και να πετάει μαχαίρια με θανάσιμη ακρίβεια – πράγματα που όλα τους θα αποδειχτούν χρήσιμα στις αποστολές που της αναθέτει η κυρία Π.
Όταν η πλούσια χήρα Άμπιγκεϊλ Κόλινς δολοφονείται και οι έρευνες της αστυνομίας δε φαίνεται να βγάζουν πουθενά, η οικογένεια προσλαμβάνει τις Πέντεκοστ και Πάρκερ για να ανακαλύψουν το δράστη. Τη βραδιά του Χαλοουίν διοργανώθηκε στην έπαυλη των Κόλινς ένας χορός μεταμφιεσμένων, όπου ένα μέντιουμ πραγματοποίησε μια πνευματιστική συνεδρία που αναστάτωσε πολύ την Άμπιγκεϊλ. Λίγο αργότερα βρέθηκε νεκρή από ένα δυνατό χτύπημα στο κεφάλι, στο γραφείο του μακαρίτη συζύγου της. Το πρόβλημα είναι ότι η πόρτα του γραφείου ήταν κλειδωμένη από μέσα. Δεν υπήρχε κανένας άλλος στο δωμάτιο και το όπλο του φόνου –η κρυστάλλινη σφαίρα του μέντιουμ– ήταν δίπλα στο θύμα.
Μοιάζει με ένα έγκλημα που είναι αδύνατο να γίνει, όμως η Πέντεκοστ και η Πάρκερ ξέρουν ότι στο έγκλημα τα πάντα είναι δυνατά…»
Ο πρωτοεμφανιζόμενος στο αστυνομικό είδος, Stephen Spotswood, έμπειρος δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας, κάνει μιαν έξυπνη επιλογή για το ντεμπούτο του: επιλέγει ως τόπο τη Νέα Υόρκη του 1945, και αλλάζει το φύλο των ηρώων του. Αντί για κάποιον σοβαρό/σκληρό/κυνικό άντρα ντετέκτιβ και τον ανόητο/αφελή βοηθό του, διάλεξε μια μεσόκοπη αξιοσέβαστη κυρία, την Λίλιαν Πέντεκοστ, την πιο διάσημη ιδιωτική ντετέκτιβ της πόλης, η οποία πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας και χρειάζεται επειγόντως βοηθό. Συναντάει τυχαία τη μέλλουσα βοηθό της στο πρόσωπο της εικοσάχρονης Γουίλοουτζιν Πάρκερ, η οποία το έχει σκάσει από το σπίτι της και δουλεύει σ’ ένα περιπλανώμενο τσίρκο. Η πρώτη σοβαρή υπόθεση που αναλαμβάνει το αταίριαστο ντουέτο είναι η δολοφονία της πλούσιας χήρας Αμπιγκέιλ Κόλινς, η οποία βρίσκεται νεκρή σ’ ένα κλειδαμπαρωμένο δωμάτιο, μετά από μια πνευματιστική συνεδρία. Η υπόθεση περιπλέκεται όλο και περισσότερο, αποκτάει ενίοτε μεταφυσικές διαστάσεις, αλλά αποδεικνύεται πιο πεζή απ’ όσο μοιάζει εκ πρώτης όψεως.
Το ενδιαφέρον του βιβλίου βρίσκεται στη συλλογή στοιχείων από παλαιότερα είδη του αστυνομικού μυθιστορήματος. Στο πρόσωπο της κυρίας Πέντεκοστ αναγνωρίζουμε τον διάσημο «ντετέκτιβ της πολυθρόνας» Νίρο Γουλφ (ήρωα του Ρεξ Στάουτ), οι πνευματιστικές συγκεντρώσεις προέρχονται περισσότερο από βιβλία της προπολεμικής περιόδου (Άγκαθα Κρίστι, Τζον Ντίκσον Κάρ), τα μυστήρια του «κλειδωμένου δωματίου» συνηθίζονταν στις αρχές του 20ου αιώνα, ενώ αμφιβάλω αν η διάγνωση ενός ατόμου με σκλήρυνση κατά πλάκας ήταν τόσο εύκολη πριν τα τέλη του 20ου αιώνα. Παρά τις πραγματολογικές αβλεψίες, το βιβλίο είναι απολαυστικό, διαθέτει χιούμορ και μια αφέλεια που θυμίζει την Χρυσή Εποχή του αστυνομικού είδους.
Το σκοτάδι, του Ragnar Jónasson
(μτφρ. Βίκυ Αλυσσανδράκη, Καστανιώτης)
«Το πτώμα μιας νεαρής Ρωσίδας εντοπίζεται σε μια ερημική γωνιά της Ισλανδίας. Η αστυνομία, έπειτα από επιπόλαιη έρευνα, καταλήγει στο συμπέρασμα πως πρόκειται για αυτοκτονία και κλείνει αθόρυβα την υπόθεση. Έναν χρόνο αργότερα, η εξηντατετράχρονη επιθεωρήτρια Χούλντα Χερμανσντότιρ εξαναγκάζεται σε πρόωρη συνταξιοδότηση. Έχει όμως δυο βδομάδες καιρό για να επιλέξει ποια παλιά ιστορία θα ανακινήσει. Και δεν δυσκολεύεται να αποφασίσει. Γρήγορα θυμάται εκείνη τη μετανάστρια που είδε τις ελπίδες της για μια καινούργια αρχή να ξεβράζονται στις ακτές αυτής της άγνωστης χώρας. Η Χούλντα, πεπεισμένη ότι η γυναίκα δολοφονήθηκε, ανοίγει ξανά την ξεχασμένη υπόθεση. Ωστόσο, κανένας δεν της λέει όλη την αλήθεια. Ακόμα και οι συνάδελφοί της μοιάζουν αποφασισμένοι να σαμποτάρουν τις προσπάθειές της. Καθώς ο χρόνος μετράει αντίστροφα, φαντάσματα του παρελθόντος έρχονται να τη στοιχειώσουν και να την οδηγήσουν σε μοιραία λάθη. Όμως η Χούλντα, η φοβερή ηρωίδα του Ράγκναρ Γιόνασον, θα επιχειρήσει να βρει τον δολοφόνο ακόμα και με κίνδυνο της ζωής της. Το Σκοτάδι είναι ένα πρωτότυπο, συναρπαστικό, ατμοσφαιρικό αστυνομικό θρίλερ, με φόντο τα παγωμένα, σκοτεινά και άγρια τοπία του απώτατου Βορρά».
Στην αστυνομική μυθοπλασία έχουμε μπουχτίσει από μεσόκοπους επιθεωρητές που μισούν τον εαυτό τους και πίνουν για να ξεχάσουν τη δουλειά που είναι αναγκασμένοι να κάνουν. Η Χούλντα Χερμανσντότιρ είναι ίσως η πρώτη 64χρονη επιθεωρήτρια που συναντούμε, μια ικανότατη αστυνομικός που εξαναγκάζεται, κατά κάποιο τρόπο, σε πρόωρη παραίτηση για να διευκολυνθεί η άνοδος ενός νέου, πολλά υποσχόμενου συναδέρφου της. Τις δυο βδομάδες που απομένουν ως τη συνταξιοδότησή της, η Χούλντα θα βάλει στοίχημα με τον εαυτό της να βρει τον δολοφόνο της νεαρής Ρωσίδας, σαν ένα είδος κάθαρσης προς τα δικά της σκοτεινά και φρικαλέα μυστικά. Σε λιγότερες από 300 σελίδες, ο Γιόνασον αφηγείται με μαεστρία μία ιστορία κακοποιήσεων, εκμεταλλεύσεων και οικογενειακών μυστικών – κάτι που συνηθίζεται στη σχολή των αστυνομικών του Βορρά, αλλά. Αλλά πώς το κάνει, με πόση λεπτότητα και οξυδέρκεια, με πόση συμπόνοια για τα ανθρώπινα πάθη και λάθη, με έξοχες περιγραφές της φύσης. Ο συγγραφέας είναι πιο γνωστός για τη σειρά βιβλίων Σκοτεινή Ισλανδία, με ήρωα τον επιθεωρητή Άρι Θορ Άρασον, ενώ η τριλογία Hidden Island στην οποία πρωταγωνιστεί η Χούλντα έχει μια ιδιομορφία: στο πρώτο βιβλίο η ηρωίδα είναι 64 ετών, στο δεύτερο 50 και στο τρίτο 40, δηλαδή αντιστρέφει τη χρονική εξέλιξη των περιπετειών. Ίσως ο Γιόνασον να είναι από τους εκπροσώπους ενός νεότερου και πιο εξανθρωπισμένου ύφους στο Nordic noir, μια αλλαγή που μας είναι απαραίτητη.
Ένα τραγούδι για δύσκολους καιρούς, του Ian Rankin
(μτφρ. Γιώργος Μπαρουξής, Μεταίχμιο)
«Όταν η κόρη του Τζον Ρέμπους Σαμάνθα τού τηλεφωνεί μες στα μεσάνυχτα εκείνος ξέρει ότι τα νέα δεν είναι ευχάριστα. Ο σύζυγός της αγνοείται τις τελευταίες δύο μέρες.
Ο Ρέμπους φοβάται το χειρότερο – και γνωρίζει πολύ καλά από τα τόσα χρόνια του στην αστυνομία ότι η κόρη του θα είναι η βασική ύποπτη.
Δεν ήταν ο καλύτερος πατέρας –πάντα προτεραιότητα είχε η δουλειά του– τώρα όμως η κόρη του τον χρειάζεται περισσότερο από ποτέ. Αλλά πηγαίνει ως πατέρας ή ως ντετέκτιβ;
Καθώς αναχωρεί την αυγή με προορισμό την ανεμοδαρμένη ακτή –και μια μικρή πόλη με μεγάλα μυστικά– αναρωτιέται εάν αυτή ίσως είναι η πρώτη φορά στη ζωή του που δεν θέλει να ανακαλύψει την αλήθεια…»
Πάλι με τον ηλικιωμένο συνταξιούχο Τζον Ρέμπους θα ασχοληθούμε; ίσως αναρωτηθεί ένας αναγνώστης σύγχρονης αστυνομικής λογοτεχνίας. Η απάντηση είναι αυτονόητη: μα ναι, αφού κανείς άλλος δεν γράφει σαν τον Ίαν Ράνκιν, με μετρημένες δόσεις αστυνομικής ίντριγκας, αληθοφάνειας, πολιτικού σχολιασμού, συναρπαστικής αφήγησης. Και μπορεί ο χρόνο και οι καταχρήσεις να κοντεύει έχουν διαλύσει τον Ρέμπους, που αναγκάζεται να μετακομίσει σε ισόγειο διαμέρισμα για να μη χρειάζεται να ανεβαίνει σκάλες, αλλά η σκέψη του είναι διαυγής όπως πάντοτε. Όπως συμβαίνει συχνά στις ιστορίες του Ρέμπους, δύο παράλληλες πλοκές εκτυλίσσονται στο βιβλίο, οι οποίες υποψιαζόμαστε ότι κάποια στιγμή θα ενωθούν, αλλά πώς; Η πρώτη πλοκή αφορά τη δολοφονία ενός πάμπλουτου Σαουδάραβα φοιτητή που έχει μανία με τις Άστον Μάρτιν και μ’ αυτή θα ασχοληθεί η Σιβόν και ο, επίσης γνωστός μας, Μάικλ Φοξ. Άραγε το μαχαίρωμα του φοιτητή οφείλεται στην έκρηξη ρατσιστικού μίσους που έχει προκαλέσει το Μπρέξιτ; Εντωμεταξύ, στη δεύτερη παράλληλη ιστορία παρακολουθούμε τον Ρέμπους να σπεύδει στις άγριες ακτές της Σκοτίας για να συμπαρασταθεί στην κόρη του, όταν τον ενημερώνει ότι ο σύντροφός της αγνοείται δύο μέρες. Ωστόσο, όπως συμβαίνει συχνά στα περισσότερα αστυνομικά βιβλία, όλα έχουν τις ρίζες τους πολύ νωρίτερα, στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Γερμανών αιχμαλώτων πολέμου. Παρότι ο Ρέμπους σχολιάζει ότι οι συμπτώσεις είναι πιο σπάνιες και από τους μονόκερους, οι δυο υποθέσεις θα δέσουν μεταξύ τους εξαιτίας τέτοιων συμπτώσεων, ενώ κάπου θα βρεθεί χώρος και για τον εξίσου ηλικιωμένο κακοποιό, Μπιγκ Τζερ Κάφερτι, τη νέμεση και alter ego του Ρέμπους.
Η επιλογή του Ράνκιν να επιτρέψει στον χρόνο να επηρεάζει τον ήρωά του συνεισφέρει στην αληθοφάνεια στα βιβλία του, αλλά εμάς, ως αναγνώστες, μας τρομάζει η σκέψη ότι, αργά ή γρήγορα, θα μας στερήσει τον Ρέμπους. Και τότε σε ποιον θα γράφει η Σίβον σιντί με «Τραγούδια για Δύσκολους Καιρούς»;
* Η ΧΙΛΝΤΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ είναι μεταφράστρια και συγγραφέας. Τελευταίο της βιβλίο, το αστυνομικό μυθιστόρημα «Ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου» (εκδ. Μεταίχμιο).