O Νίκος Αδάμ Βουδούρης εξηγεί πώς η αγάπη του για το βιβλίο Αδριανού απομνημονεύματα της Γιουρσενάρ μεταστράφηκε σε απέχθεια.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Θέλουν τον χρόνο τους τα βιβλία, το είπαν και οι προλαλήσαντες στη στήλη αυτή. Παίζει ρόλο η στιγμή. Πότε δηλαδή θα πέσει στα χέρια σου ένα βιβλίο. Θα είναι τυχαία η συνάντηση ή θα έχεις πάει εσύ επί τούτου στο βιβλιοπωλείο; Ακόμα και αυτό παίζει τον ρόλο του. Και όταν τελειώσεις το βιβλίο, αν σε συνεπάρει δηλαδή και το τελειώσεις –γιατί είσαι και τεμπέλης– και, αφού περάσουν τα χρόνια, κοιτάζεις να δεις τι έπαθες. Αν έπαθες. Στον βαθμό που μπορεί κανείς να πάθει από τα βιβλία. Και επειδή ο καθένας όπου κοιτάζει βλέπει, εσύ θα επικεντρωθείς στην παθολογία.
Στην εφηβεία σου διάβασες «Τα απομνημονεύματα του Αδριανού» της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ. Σου άρεσαν πολύ. Γεμάτο το βιβλίο από υπογραμμισμένες παραγράφους. Αγόρασες κι άλλα δικά της, «Τα αρχεία του βορρά», το «Σαν το νερό που κυλάει», τον «Αλέξη», αλλά η μεγάλη σου αγάπη παρέμενε ο Αδριανός.
Είχε τη μέγιστη ικανότητα να σε βάζει στο παιχνίδι, να σου μεταδίδει την παρελθοντολαγνία της, να σε κλείνει στα «χρυσά» χρόνια. Εξωραϊσμένα έτσι κι αλλιώς από τον ιδεαλισμό και την πένα της
Η ιστορία του Ρωμαίου αυτοκράτορα, το πάθος του για τον Αντίνοο, η φιλοσοφική του διάθεση. Ωραία γραφή. Κομψή. Αλλιώτικη κομψότητα από την τρέχουσα. Και έτσι την έφτιαξες την εικόνα για τη γυναίκα αυτή και για τα περασμένα χρόνια. Την εποπτεία της, δηλαδή, στο ένδοξο παρελθόν. Αλήθεια, πότε έζησε η γυναίκα αυτή; Γεννήθηκε το 1903 και πέθανε το 1987. Τέκνο του 20ού αιώνα. Ωραίος αιώνας, πλούσιος, όπως και οι άλλοι βέβαια. Αλλά μάλλον της Γιουρσενάρ δεν της άρεσε, και συ –κρίνοντας από τα θέματά της– πάντα αναρωτιόσουν: «Ήπιε ποτέ της coca-cola, φόρεσε πότε της blue-jean;». Άνοιξε νωρίς αλισβερίσι με το παρελθόν. Και είχε τη μέγιστη ικανότητα να σε βάζει στο παιχνίδι, να σου μεταδίδει την παρελθοντολαγνία της, να σε κλείνει στα «χρυσά» χρόνια. Εξωραϊσμένα έτσι κι αλλιώς από τον ιδεαλισμό και την πένα της. Εσύ έκλεινες το βιβλίο και προσπαθούσες να απαγκιστρωθείς και να επικοινωνήσεις με το παρόν εκ νέου. Να κάνεις ό,τι έκαναν όλοι οι συνομήλικοί σου, ή σχεδόν όλοι. Βόλτες δηλαδή στους δρόμους και στις καφετέριες της σειράς. Αλλά το ιδεώδες σε συνδυασμό με τις ιδιοσυγκρασιακές σου αδυναμίες σε κρατούσαν πίσω. Αναστολή δηλαδή, χειρόφρενο. Αν και σκόρπιες φράσεις από τα γύρω τραπέζια, πρόσωπα σε έξαψη, χειρονομίες έντονες την έκαναν τη δουλειά τους, και η επαναφορά –βίαιη ή διακριτική– συμμάζευε το βλέμμα, προσγείωνε την έκφραση.
Η μονομανία αυτή με το συγκεκριμένο βιβλίο, αλλά και με τη συγγραφέα γενικότερα, κράτησε κάμποσο. Μετά άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Η απέχθεια, αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η έκφραση αυτή. Δηλαδή, ένα συναίσθημα σαν κι αυτό που σου αφήνει –χρόνια μετά– η εικόνα της οικογένειας στο τότε αναγνωστικό του δημοτικού. Όλοι καλοχτενισμένοι, όλοι ήρεμοι, όλοι ζωηρόχρωμοι. Καμία σχέση με τη δική σου οικογένεια. Παρόμοιο συναίσθημα με αυτό που σου αφήνουν τα αχνά τραγούδια του Χατζιδάκι. Εκεί να δεις μονομανία. Λοιπόν, παθολογίας το ανάγνωσμα. Οι παλιές αγάπες στο στόχαστρο. Λέγαμε στην αρχή ότι σημασία έχει το timing. Αν τώρα διάβαζες τον Αδριανό για πρώτη φορά, πιθανότατα να τον σταματούσες στις πρώτες σελίδες. Και που προσπάθησες να το ξαναδιαβάσεις, στις πρώτες σελίδες το σταμάτησες. Έχεις στραφεί σε άλλα διαβάσματα, σε άλλους συγγραφείς. Συγχρόνους της Γιουρσενάρ, πλην όμως άμεσα συνδεδεμένους με τα καθ’ ημάς, τα τωρινά, τα ευκόλως αναγνωρίσιμα. Καμία σχέση δηλαδή με τον εξευγενισμένο της παρελθόντα χρόνο. Τώρα προτιμάς τον βρόμικο ενεστώτα του Carver – a propos πέθανε μόλις έναν χρόνο μετά τη Γιουρσενάρ.
Δεν τα μπορώ τα μεγάλα λόγια. Για χρόνια μού έκαναν κακό. Δεν χωράω σ’ αυτά
Προσπαθείς να καταλάβεις τι σε εξώθησε να επιλέξεις ένα πολυδιαβασμένο από σένα βιβλίο και να το αναφέρεις ως παράδειγμα στη φράση «κλασικό, αλλά δεν μ’ αρέσει». Οξύμωρο θα σου πουν, πολυδιαβασμένο και δεν σ’ αρέσει; Άβυσσος η ψυχή του αναγνώστη. Όχι, τώρα πια δεν μ’ αρέσει. Και ξέρετε γιατί; Δεν τα μπορώ τα μεγάλα λόγια. Για χρόνια μού έκαναν κακό. Δεν χωράω σ’ αυτά. Αντιγράφω μια πρόταση από τον Αδριανό: «Αν είχαν αφήσει σε μένα την εκλογή της υπόστασής μου, θα είχα διαλέξει τον Κένταυρο». Προχθές στο σούπερ μάρκετ άκουσα κάποιον που μίλαγε στο κινητό του, συγκράτησα τη φράση: «Οχτακόσια παίρνω, ρε μωρό, τα τρακόσια παν στο νοίκι».
*Ο ΝΙΚΟΣ ΑΔΑΜ ΒΟΥΔΟΥΡΗΣ είναι συγγραφέας.