«Κύριε Πίντσον, έχουμε κι άλλες δουλειές!»
Επιμέλεια: Κώστας ΑγοραστόςΔεν θέλω να δημιουργήσετε εσφαλμένη εντύπωση για μένα. Δεν είμαι άνθρωπος ήσσονος προσπαθείας. Δεν βαρέθηκα ποτέ μια τυπωμένη σελίδα εκτός και αν ανήκει σ΄ένα από τα βιβλία του Πίντσον.
Κι αυτή τη φράση μου πήρε χρόνια για να την ξεστομίσω, μη νομίζετε. Πριν ανοίξω το στόμα μου και βγάλω το βατράχι, προσπάθησα. Εχω τη συνείδησή μου ήσυχη (Ίκαρε προσπάθησε να με συγχωρέσεις γι’ αυτά που θα πω τώρα).
Διάβαζα 4 ώρες το πρώτο βράδυ και δεν καταλάβαινα Χριστό. Τι ήταν το V και γιατί το ψάχναμε;
Η διαδρομή ήταν μακρά και ατυχέστατη. Το 1985 στο Λονδίνο αγόρασα το V. Έίχα ακούσει γι αυτό από συμφοιτητή μου μεγα φαν του άφαντου, είχα κι εγώ αδυναμία σ΄ έναν άλλο άφαντο, τον Σάλιτζερ, το πήρα και το ξεκίνησα με όρεξη χωρίς να διαβάσω κριτικές, αναλύσεις κλπ. Είναι κάτι που το κάνω όταν πρωτογνωρίζω κάποιον ή κάτι για να μην είναι τόσο διαμεσολαβημένη η πρώτη και καθοριστική συνάντηση. Εδώ βρήκαμε σε βράχο όμως. Η πρώτη συνάντηση ήταν νεφελωδέστερη και από τον ουρανό του Λονδίνου. Διάβαζα 4 ώρες το πρώτο βράδυ και δεν καταλάβαινα Χριστό. Τι ήταν το V και γιατί το ψάχναμε; Το απέδωσα στην κούραση. Εκείνη τη μέρα ήμουν από τις 8 το πρωί στη βιβλιοθήκη κι έπρεπε να παραδώσω ένα κεφάλαιο της διατριβής μου τάχιστα. Ξαναπροσπάθησα εξαρχής το Σάββατο, ημέρα χαλάρωσης. Μία απ΄τα ίδια. Εντάξει ο συγγραφέας ήταν διάσημος αρνητής της μασημένης τροφής αλλά αυτή ήταν τόσο αμάσητη που χρειαζόταν δεκαεφτά μασέλες για να την δουλέψεις αποτελεσματικά κι εγώ είχα μόνο μία και απασχολημένη. Υπέκυψα στον πειρασμό για να μην το εγκαταλείψω (τότε εγκατέλειπα ευκολότερα έναν άνθρωπο παρά ένα βιβλίο δυστυχώς). Άρχισα να ψάχνω βοήθεια από τις δημοσιευμένες κριτικές και αναλύσεις. Το έργο αυτό λέει, είχε μια ονειρική ποιότητα. Εγώ θα την έλεγα εφιαλτική. Την Κυριακή το βράδυ κατέληξα να βλέπω τον Πίντσον να γελάει χαιρέκακα πάνω στο ταβάνι (σα δεν ντρεπόταν μεγάλος άνθρωπος και ήταν και μαθητής του αγαπημένου μου Ναμπόκωφ…). Τη Δευτέρα αποφάσισα ότι τα αγγλικά μου ήταν φτωχά για τόσο προχωρημένη λογοτεχνία. Το άφησα στην πάντα και υποσχέθηκα (στον Ναμπόκωφ, τότε δεν ήξερα τον Μπαμπασάκη) να το ξαναπιάσω μεταφρασμένο στα ελληνικά.
Περίμενα πολύ είναι αλήθεια. Μέχρι το 2007! Το χειρότερο ήταν ότι η ελληνική γλώσσα ήταν ακόμα χειρότερη σφαλιάρα για μένα. Καταλάβαινα ακόμα λιγότερα. Από καθαρό πείσμα υποσχέθηκα να το διαβάσω έστω και μη καταλαβαίνοντας Xριστό. Μηδέν εις το πηλίκον – εκτός της ελαφράς αναψυχής που μου προσέφερε το κεφάλαιο 7 για κάποιον ανεξιχνίαστο λόγο. Στο 9ο μπλέχτηκα στην Αφρική, σιχτίρισα και εγκατέλειψα τον αγώνα εξακολουθώντας να είμαι σε σκοτάδι πιο μαύρο κι από της μαύρης ηπείρου. Ευτυχώς ή δυστυχώς είχε μεσολαβήσει η εποχή του ΚΛΙΚ και η απενοχοποίηση είχε εξαπλωθεί σαν πανούκλα πάνω (και) από τη βιβλιοθήκη μας. Άσε μας, ρε Πίντσον, έχουμε κι άλλες δουλειές, είπα φωναχτά και το πέταξα στο πάνω πάνω ράφι για να μην το βλέπω. Ποιος θέλει να βλέπει σε καθημερινή βάση τις αποτυχίες του άλλωστε;
Η ΛΕΝΑ ΔΙΒΑΝΗ είναι συγγραφέας
Φωτογραφία: Τάκης Σπυρόπουλος