
Ένα αναγνωστικό ημερολόγιο για όσα διαβάσαμε, υπογραμμίσαμε και ξεχωρίσαμε τον μήνα που μας πέρασε. Σκέψεις που σημειώσαμε στο περιθώριο των βιβλίων. Φράσεις και εικόνες που θέλουμε να κρατήσουμε. Έλληνες και μεταφρασμένοι συγγραφείς σε μια ιδιότυπη αλληλουχία.
Του Κώστα Αγοραστού Φωτογραφία © Σπύρος ΣτάβερηςΤη σκεφτόμουν σήμερα από τη στιγμή που ξύπνησα. Είχαμε προγραμματίσει αυτή τη συνάντηση, πολλά χρόνια πριν. Ήμουν σίγουρος ότι θα ερχόταν στο ραντεβού μας. Θα με περίμενε, μου είχε πει, στα μπαχάρια στην Ευριπίδου. Θα την έβλεπα, με μια μαύρη καμπαρντίνα, είχε ξαναπεί – «πάνω κάτω η Ευριπίδου» και γέλασε πονηρά. Ούτε ένα λεπτό δεν στάθηκε ακίνητη όσο μου έδινε τις οδηγίες αυτές, κι όμως, τα μάτια της δεν έφυγαν από πάνω μου ούτε στιγμή.
«Η ηρωίδα του αγαπημένου της βιβλίου απορούσε. Γιατί ο πατέρας της σ’ εκείνο το ναυάγιο αφέθηκε να πνιγεί. Γιατί δεν έτρεξε με όσους συνωθούνταν προς τις βάρκες. Χρόνια αργότερα κατάλαβε. Ο πατέρας δεν ήθελε κανενός είδους γειτνίαση με άξεστο κόσμο που δέρνει και στριμώχνεται. Από τη γειτνίαση, από την κοινή βάρκα, προτιμούσε τη γλυκιά, μπλε ανυπαρξία. […]
Οι άνθρωποι που αγαπώ έχουν πάρει διαζύγιο από την κοινή γνώμη. Κοινή γνώμη, κοινό γούστο. Προβλέψιμο. Γειτονικό. Με την κοινή γνώμη τα πράγματα έχουν μόνο έναν δρόμο: ή θα τη θάψεις ή θα σε θάψει αυτή. Πρόλαβα».
Φρόντισα να μην αργήσω. Την είδα από μακριά, κρατούσε το πακέτο με τα τσιγάρα μισοβγαλμένα και πρόσφερε σε έναν ψηλό και ευγενικό Πακιστανό. Εκείνος αμέσως συντονίστηκε με τη χειρονομία της, την ευχαρίστησε με τα μάτια, κύρτωσε και γούβιασε τα χέρια του για να ανάψει κι αυτή το τσιγάρο της. Κοίταζε προς το μέρος που ερχόμουν αλλά ήταν εντελώς ανέκφραστη, οχυρωμένη πίσω από τα μαύρα της γυαλιά. Μόλις μπήκα στο κάδρο της, πέταξε το τσιγάρο, πέρασε το χέρι της γύρω από το μπράτσο μου και είπε γελώντας: «Μωρό μου, πάμε τώρα να σου δείξω τα πιπέρια».
«Εδώ και πολύ μικρό διάστημα έχω βεβαιωθεί. Το εκπαιδευτικό σύστημα της αγάπης δεν με αφορά. Χρειάζεται μεταρρύθμιση. Δεν καταλαβαίνω τη διδακτέα ύλη. Δεν με ελκύει η ξεδιαντροπιά της εξίσωσης: “Στον έρωτα η καλύτερη του ενός είναι η χειρότερη του άλλου”. Εμένα κάνε με μόνο κύκλο ομόκεντρο, να νιώθω τη συγγένεια. Και τότε η καλύτερή σου είναι η καλύτερή μου. Αλλά ομόκεντρο. Αλλιώς ζηλεύω. Και όταν ζηλεύω γίνομαι έξυπνη.
Μη με φοβάσαι όταν είμαι βλάκας. Είναι που νιώθω προστατευμένη. Ήσυχη. Ασφαλής. Αν ισχύει η παρατήρησή μου, έξυπνος γίνεσαι όταν είσαι θυμωμένος. Μπορεί για όσα έπαθες εξαιτίας της βλακείας σου. Όταν είσαι προδομένος. Απαρηγόρητος. Τότε βλέπεις φως. Επιτέλους, έξυπνος ξανά. Άρνηση της αυταπάτης, λένε οι έξυπνοι, σημαίνει ευφυΐα. Πλήρης άρση της αυταπάτης, γράφει ο Ντιούραντ, είναι ο κυνισμός. Άρα ο κυνισμός είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της ευφυΐας. Για μένα, πάλι, κυνικός είναι ένας κακοπαθημένος. Που τίποτα δεν του επέτρεψε να ξεχάσει. Κανείς δεν τον χάιδεψε…»
Η επόμενη φορά που την είδα ήταν και η τελευταία. Μέρα ζεστή με αφόρητο ήλιο. Μόλις είχε τελειώσει από το ραδιόφωνο. Με πήρε παράμερα. Οι ερωτήσεις διστακτικές, τα λόγια της μετρημένα. Μετά, λίγες αμήχανες στιγμές μέχρι να έρθει το ασανσέρ, αυτόματο άνοιγμα της πόρτας, νεύμα προτεραιότητας – διάφανη ησυχία. Η κάθοδος των εννέα ορόφων έγινε σε απόλυτη ησυχία. Στο ισόγειο που χαιρετηθήκαμε («Να προσέχεις, μωρό μου»), τα μάτια της δεν στάθηκαν πάνω μου ούτε στιγμή. Στάθηκα δίπλα στην πόρτα βγάζοντας το μαύρο παλτό μου και την έβλεπα να χάνεται κατά μήκος της Αχαρνών, λίγο πριν ο οδηγός μιας μαύρης Bentley τής ανοίξει την πόρτα και φύγουν προς την εθνική.
«Τα μαθηματικά είναι πολιτισμένα, τρυφερά, αισθαντικά. Οι επαναστάσεις τους αναίμακτες. Καμιά νέα τους ανακάλυψη δεν χρειάστηκε να καταστρέψει τον "παλιό κόσμο". Φωταγωγημένος, διατηρεί πάντα την αλήθεια του και τη νομιμότητά του. Η ανακάλυψη του μείον ένα δεν εξορίζει το ένα. Τα νέα όντα που προκύπτουν ενσωματώνονται στον παλιό εξαίσιο μαθηματικό κόσμο. Ανεκτίμητος φιλόσοφος σαν τον Πυθαγόρα προσφέρει στην ανθρωπότητα έναν κώδικα απολύτως ερωτικό:
α. Καθετί είναι αριθμός (ακέραιος). Ο ακέραιος περιγράφει την αρμονία, τη ζει, τη διηγείται. Αριθμός που το τετράγωνό του ισούται με δύο δεν υπάρχει. Ούτε ακέραιος, ούτε κλάσμα.
β. Υπάρχουν μεγέθη που ουδείς αριθμός μπορεί να εκφράσει.
γ. Τα μη μετρήσιμα μεγέθη (βλέπε μεγέθη ερωτικά) λέγονται άλογα και ως τέτοια πρέπει να εκλαμβάνονται.
δ. Η ασυμμετρία δεν φαίνεται με το μάτι. Χρειάζεται απόδειξη. Μαθηματική απόδειξη ασυμμετρίας σημαίνει απόδειξη ανυπαρξίας.
Κυριακή απόγευμα – μόνο τα μαθηματικά, σκέφτομαι, απάντησαν σε όλα τα ερωτήματα που έθεσαν οι φιλόσοφοι».
Κάθε Κυριακή πρωί, όλα τα χρόνια που η Μαλβίνα Κάραλη διατηρούσε τη στήλη της «σαββατογεννημένη» στο περιοδικό (symbol), έκοβα τη μεγάλη σελίδα με προσοχή, καθόμουν στο λάπτοπ και αντέγραφα σε ένα αρχείο word το κάθε της κείμενο. Με το πρόσχημα της εξάσκησης στην πληκτρολόγηση, ήθελα να παρατείνω την ανάγνωση και να βρω έναν τρόπο να «μπω» μέσα στο κείμενο. Να κατανοήσω κάθε συλλογισμό, να σημειώσω κάθε αναφορά.
Στα κείμενα αυτού του τόμου Σαββατογεννημένη (εκδ. Δύο Δέκα) η Μαλβίνα έχει κατακτήσει μια σπάνια ωριμότητα στη δημοσιογραφική της γραφή. Ουσιαστικά προσωπική, καθόλου επιδεικτική, σε διάλογο με την τρέχουσα επικαιρότητα, βρίσκει τα πατήματα που μόνο αυτή μπορούσε να δει, αποδεσμεύοντας εν τέλει το κάθε κείμενο από τα στενά όρια της εβδομαδιαίας κυκλοφορίας του κάθε τεύχους.
Δεν είναι τυχαίο ότι ενδιαμέσως αυτών των κειμένων, γράφει και εκδίδει το λιγότερο κρυπτικό της βιβλίο –ένα υποδειγματικό autofiction θα λέγαμε σήμερα– το μυθιστόρημα Πιο πολύ, πιο πολλοί (εκδ. Αστάρτη).
Μπορεί να γνωρίζουν το όνομά της περισσότεροι απ’ όσους γνωρίζουν την ποίησή της. Μπορεί δίστιχα και τρίστιχα να αυτονομήθηκαν από τα ποιήματά της και να κυκλοφορούν στο διαδίκτυο εν είδει συνθημάτων.
Η Κική Δημουλά ήταν μια σπουδαία ποιήτρια, γιατί, εκτός των άλλων, κατάφερε να έχει ένα σπάνιο βάθος στον λόγο της, ταυτόχρονα με μια αμεσότητα, την οποία συναντούμε μόνο στους λαϊκούς στιχουργούς. Αναπόφευκτο ήταν η οριζόντια διάχυση του λόγου της, να απλώνει σε ένα όλο και μεγαλύτερο αναγνωστικό κοινό.
«Μακρύ κουραστικό ταξίδι
το πεπρωμένο
μα το χειρότερο
πας ή έρχεσαι δεν ξέρεις».
Άνω τελεία (εκδ. Ίκαρος)
Οι εγγραφές αυτόν τον μήνα δεν προβλεπόταν να είναι παραπάνω από μία, εξαιτίας μιας οξείας πνευμονίας από τα μέσα του μήνα. Δυο λόγια για την Κική Δημουλά γράφτηκαν στην ανάρρωση.