Της Ιωάννας Καρατζαφέρη
Κοίταξα τη μικρή συρόμενη βαλίτσα μου, πίσω από την πόρτα, έτοιμη για το μακρινό ταξίδι, όπως κάθε χρόνο, το τσαντάκι με το διαβατήριο, να κρέμεται από ένα ξύλινο μικρό δέκτη στην παρακείμενη ντουλάπα, στην είσοδο του διαμερίσματός μου, στην Αθήνα.
Τα αισθήματα ήταν τα συνηθισμένα της αναχώρησης όπως και της επιστροφής. Αυτή τη φορά λίγο διαφορετικά, επηρεασμένα από την γενικότερη κατάσταση της πατρίδας.
Το μόνο που θα μπορούσα να κάνω, ώσπου να έρθει η ώρα να φύγω για το Αεροδρόμιο, ήταν να πάρω ένα βιβλίο και να διαβάζω, όσο μου επέτρεπε ο χρόνος της αναμονής.
Κοίταξα το ρολόι, και τράβηξα, στην τύχη, ένα βιβλίο από το ράφι. Μου έτυχε το «Πώς να είσαι μόνος» του Τζονάθαν Φράζεν. Στην πρώτη σελίδα διάβασα: Ιούλιος, 2004, Νέα Υόρκη. Έκανα μια γρήγορη αφαίρεση. Το είχα αγοράσει όταν οι πληροφορίες, σωστές ή λάθος, που κυκλοφορούσαν, έλεγαν πως ο συγγραφέας μετά την μεγάλη επιτυχία του βιβλίου του, Διορθώσεις, τις τόσες δημόσιες εμφανίσεις, τις αμέτρητες ερωτήσεις των δημοσιογράφων και τηλεπαρουσιαστών είχε υποστεί τις συνέπειες της πίεσής τους.
Το άνοιξα σαν φυσαρμόνικα και καθώς οι σελίδες γίνονταν φύλλα που θρόιζαν και στροβιλίζονταν έβλεπα υπογραμμίσεις με μολύβι.
Σταμάτησα σε μια σελίδα με δυο αράδες υπογραμμισμένες και μια κάθετη γραμμή στο περιθώριο: «Ως αυτοαπασχολούμενος συγγραφέας, μπορώ να ζω όπου θέλω και για μένα ήταν φυσικό να επιλέγω ένα φθηνό μέρος. Όμως όταν είμαι σ’ ένα από αυτά τα μη ακριβά μέρη νιώθω να με τραβάει η Νέα Υόρκη».
Τρόμαξα. Δεν το θυμόμουν καθόλου και ούτε τις υπόλοιπες παραγράφους της σελίδας, στις οποίες είχα τραβήξει την κάθετη μολυβιά.
Στην επόμενη σελίδα, που επίσης άνοιξα τυχαία ο συγγραφέας παρέθετε ένα στίχο της Φλάννερι Ο’Κόνορ, που τόσο θαύμαζα, και ένα στίχο: Οι άνθρωποι χωρίς ελπίδα όχι μόνο δεν γράφουν/μυθιστορήματα, αλλά το κυριότερο/δεν τα διαβάζουν. Δεν κοιτάζουν τίποτα επί πολύ/γιατί τους λείπει το κουράγιο./Ο τρόπος για να απελπίζονται είναι να/αρνούνται οποιαδήποτε εμπειρία/και το μυθιστόρημα, φυσικά, είναι ένας τρόπος να αποκτήσεις/εμπειρία».
Διάβασα, πριν και μετά το στίχο, ακόμα μερικές παραγράφους. Ήταν μέρος των δικών του εμπειριών και σκέψεων πάνω στην κατάθλιψη.
«Η αλλαγή από τον καταθλιπτικό ρεαλισμό στον τραγικό ρεαλισμό - από το είσαι ακινητοποιημένος από το σκοτάδι να στηρίζεσαι από αυτό».
Δεν ήταν η κατάλληλη ώρα να διαβάσω περισσότερες υπογραμμισμένες αράδες. Έπαιξα με τις σελίδες, γυρεύοντας περισσότερες, λες και γύρευα κάποιο μέτρο για να μετρήσω τι;
Μισή σελίδα σε μια μολυβένια αγκύλη: «Όλα στην κουλτούρα εναντιώνονται στο μυθιστόρημα», είπε ο Ντον ΝτεΛίλλο σε μια συνέντευξη στο Paris Review. «Γι’ αυτό χρειαζόμαστε τον συγγραφέα της αντίστασης, τον μυθιστοριογράφο που γράφει ενάντια στην εξουσία, που γράφει ενάντια στις εταιρίες ή το κράτος ή σε ολόκληρη τη συσκευή (apparatus) αφομίωσης».
Η μεγάλη αγωνία των πιο αναγνωρισμένων συγγραφέων της Αμερικής στις ημέρες μας. Αν θα γράψουν ακόμα ένα μυθιστόρημα, το περιεχόμενο και τη μορφή του, που όσο παλιό και αν ακούγεται είναι πάντα νέο, αφού ούτε ο ψυχισμός του συγγραφέα ούτε οι αντικειμενικές συνθήκες αποκλείονται από τη συγγραφή.
Το ξεφύλλισμα και οι υπογραμμίσεις συνεχίζονταν: Μετά από μια έρευνα για το σύστημα και τις συνθήκες που κυριαρχούν στις φυλακές, η υπογράμμιση, «Οι βίαιες πολεμικές επιχειρήσεις που συγκλόνισαν την Αμερική την δεκαετία του ’60 και του ’70 και που έχουν αναδυθεί τελευταία… στη Φιλαδέλφεια του Μουμία Αμπού-Τζαμάλ είναι περισσότερο ενεργές στις φυλακές που κρατούνται ένα και μισό εκατομμύριο άνθρωποι, σχεδόν όλοι τους φτωχοί. Το ότι η τεράστια πλειονότητα από αυτούς τους ανθρώπους είναι απολιτικοί δεν αφαιρεί τίποτα από την εμπόλεμη κατάσταση…»
Στο περιθώριο διαβάζω τα γράμματά μου. «Έκανα πορεία στη Φιλαδέλφεια τον Αύγουστο του 2003 για τη σωτηρία του».
Δεν θυμόμουν την αναφορά του Φράνζεν στον Μουμία Αμπού-Τζαμάλ ούτε την υπογράμμιση μου, όμως θυμάμαι το ταξίδι μου από τη Νέα Υόρκη στη Φιλαδέλφεια για την πορεία, και τους αστυνομικούς με κοντά παντελόνια και κράνη πάνω στα ποδήλατα να μας περιφρουρούν.
Είχα γυρίσει στη Νέα Υόρκη μ’ ένα κόκκινο χοντρό χαρτόνι με σχεδιασμένο έναν πέτρινο τοίχο, και το στίχο, πέτρα την πέτρα… (Stone by stone…)
Έτσι πέρασαν τα χρόνια… Περιμένοντας το γκρέμισμα του τοίχου.
Ιωάννα Καρατζαφέρη