william h gass photo

Για τo «Καρτεσιανή σονάτα και άλλες νουβέλες» του Γουίλιαμ Γκας [William H. Gass], συλλογή από τέσσερις νουβέλες με φιλοσοφικό υπόβαθρο (μτφρ. Αποστόλης Πρίτσας, εκδ. Gutenberg)

Γράφει ο Κώστας Καλτσάς

Εκ πρώτης όψεως, τα βιογραφικά στοιχεία του Γουίλιαμ Χ. Γκας (1924-2017) δεν διαφέρουν και τόσο από άλλων Αμερικανών συγγραφέων της γενιάς του: Γεννήθηκε στη Βόρεια Ντακότα, υπηρέτησε στο Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ κατά τον B′ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποφοίτησε από το Κολέγιο Κένυον, ολοκλήρωσε διδακτορική διατριβή στο Κορνέλ, δίδαξε σε πανεπιστήμια ως τη συνταξιοδότησή του, και εξέδωσε δεκαεπτά βιβλία, έργο που τιμήθηκε με δεκάδες βραβεία και τον ανέδειξε ως έναν από τους σπουδαιότερους Αμερικανούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, ενδεχομένως τον μεγαλύτερο στυλίστα του δεύτερου μισού του. Η ειδοποιός διαφορά, προφανούς βαρύτητας για την προσέγγιση του συγγραφέα μιας Καρτεσιανής Σονάτας, είναι πως, σε αντίθεση με πολλούς ομότεχνούς του, ο Γκας δεν σπούδασε και δίδαξε λογοτεχνία, μα φιλοσοφία.

gutenberg gass kartesiani sonata

Καρτεσιανή (Ι)

Όντως, τόσο η φιλοσοφική κατάρτιση όσο και η φιλοσοφική διάθεση είναι παντού εμφανείς στις μυθοπλασίες του Γκας: Στη δόμηση των αφηγήσεών του ως πλατωνικών διαλόγων μεταξύ αντικρουόμενων θεωρήσεων της σχέσης πραγματικότητας και λογοτεχνίας (Willie Master’s Lonesome Wife)· στη στροφή του καρτεσιανού σκεπτικισμού από την επιστημολογία στην ηθική (Το Τούνελ)· στην καντιανή διερεύνηση της σχέσης Καλού, Όμορφου και Αληθινού (Omensetter’s Luck)· ή στην εν λόγω Σονάτα, μια συλλογή από τέσσερις νουβέλες, οργανωτική αρχή της οποίας είναι μια αφηγηματική μετουσίωση των τριών καρτεσιανών υποστάσεων: Θεού, πνεύματος, και ύλης.

Είναι προφανές πως ήδη μοιάζει να πλανάται από πάνω μας το φάντασμα μιας πρώτης δυσκολίας: Ο βαθμός εξάρτησης μιας εις βάθος ανάγνωσης του Γκας από εξωκειμενικές γνώσεις.

politeia deite to vivlio 250X102Σονάτα (Ι)

Αν η μία δεξαμενή από την οποία ο Γκας αντλεί τόσο οπτικές γωνίες όσο και οργανωτικές δομές είναι η φιλοσοφία, η άλλη είναι η μουσική: από την περίφημη οργάνωση του Τούνελ με βάση τον δωδεκαφθογγισμό του Άρνολντ Σένμπεργκ (θα τον ξανασυναντήσουμε στο τελευταίο μυθιστόρημα του Γκας, Middle C), ως τη Σονάτα, όπου η τριάδα θεμάτων που εκτίθεται, αναπτύσσεται και επανεκτίθεται στην πρώτη νουβέλα, οδηγεί σε τρία ακόμα «μέρη» (διαφορετικού αφηγηματικού ρυθμού, όπως απαιτεί η τετραμερής φόρμα) με καθένα από αυτά να αναπτύσσει εκ νέου ένα εκ των τριών θεμάτων.

Στην πρόζα του Γκας είναι όμως που η μουσική κάνει ακόμα πιο αισθητή την παρουσία της.

Στην πρόζα του Γκας είναι όμως που η μουσική κάνει ακόμα πιο αισθητή την παρουσία της. Όπως έχει παρατηρήσει ο κριτικός Stephen Burn, παρά τον ισχυρισμό του Γκας πως οι μυθοπλασίες του δεν έχουν πλοκή, θα ήταν ακριβέστερο να πούμε πως αντιστρέφουν την παραδοσιακή σχέση πλοκής και γλώσσας, έτσι ώστε η γλώσσα, και όχι η εξέλιξη της πλοκής, να λειτουργεί ως κινητήρια δύναμή τους.

Δεύτερη δυσκολία, επομένως: Αφηγήσεις που αναπτύσσονται σαν μουσικές φόρμες, που συχνά λιγότερο μοιάζουν να εξελίσσονται και περισσότερο να περικυκλώνουν ένα θέμα, σε μια μίμηση των εμμονικών κύκλων της ανθρώπινης ευφυίας γύρω από τις εστίες του πόνου της. Μια πρόζα μπαρόκ, λεξιλάγνα, επιρρεπής σε επαναλήψεις, διανθίσεις και επαναδιατυπώσεις, παρεκβάσεις και παρεκκλίσεις, εικονοπλαστική, επίμονα μεταφορική. Πρόζα που, όπως σχολίασε ο στενός φίλος του Γκας, John Gardner, σε δημόσιο διάλογο των δυο τους με τον Tom LeClair, είναι γραμμένη από κάποιον που κρίνει αυτό που συγγραφείς όπως ο Gardner θεωρούν όμορφο ως «όχι ακόμα επαρκώς περίτεχνο». («Η διαφορά μας είναι», συνέχισε ο Gardner, «ότι το δικό μου 707 θα πετάξει, ενώ το δικό του παραείναι επιχρυσωμένο για να απογειωθεί». Για να εισπράξει τη μεγαλειώδη απάντηση: «Υπάρχει πάντα αυτός ο κίνδυνος. Μα αυτό που θέλω στην πραγματικότητα είναι να το έχω να στέκεται εκεί, στέρεο σαν βράχος, και όλοι να νομίζουν πως πετάει».)

«Γράφω γιατί μισώ»

«Γράφω γιατί μισώ. Πολύ. Σκληρά. Και αν κάποιος μου κάνει την αναπόφευκτη επόμενη χαζή ερώτηση, "Γιατί γράφεις με τον τρόπο που γράφεις;", πρέπει να απαντήσω ότι επιθυμώ να κάνω το μίσος μου αποδεκτό, γιατί το μίσος μου είναι μεγάλο κομμάτι του εαυτού μου, αν όχι το καλύτερο». (Από συνέντευξη στον Tom LeClair. Στο A Temple of Texts, ο Γκας προσθέτει: «Πρέπει να πω ότι εμπιστεύομαι το μίσος περισσότερο από την αγάπη. Είναι συχνά εποικοδομητικό, παρά την προπαγάνδα για το αντίθετο· ασκείται λιγότερο συχνά από υποκριτές· είναι πιο ξεκάθαρα κατανοητό· αγοράζεται με πόνο και είναι για αυτό συχνά δικαίως κεκτημένο· και τα αντικείμενά του μερικές φορές είναι μάλιστα άξια της ευκταίας μοίρα τους. Αν αγαπάς το καλό, πρέπει να μισείς το κακό. Δεν μπορώ να φανταστώ μια αγάπη τόσο παιδιάστικη και νερόβραστη και λιπόψυχη που να μην μπορεί να οργιστεί».)

Το πόσο σοβαρά πρέπει να πάρουμε αυτές τις δηλώσεις του διαβόητου προβοκάτορα Γκας σηκώνει συζήτηση.

Το πόσο σοβαρά πρέπει να πάρουμε αυτές τις δηλώσεις του διαβόητου προβοκάτορα Γκας σηκώνει συζήτηση. Το σίγουρο είναι πως οι συχνά τερατώδεις χαρακτήρες που απαντώνται στη μυθοπλασία του αποτελούν για πολλούς αναγνώστες μια τρίτη δυσκολία της. (Ελάχιστοι είναι οι χαρακτήρες στο έργο του που, με όλα τους τα ελαττώματα, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν τουλάχιστον συμπαθείς: Ο μικρός Χόρχε της νουβέλας «The Pedersen Kid», η Έμμα της Σονάτας, ο Κύριος Ηλί -από το «Ηλίθιε μικρέ»- της νουβέλας «In Camera»· ενδεχομένως ο κάτι σαν διά Χριστόν σαλός Μπράκετ Όμενσετερ που όμως, παρότι χαρίζει το όνομά του στο Omensetter’s Luck, δεν βρίσκεται στο επίκεντρο της αφήγησης, παραχωρώντας τον ρόλο του πραγματικού κεντρικού χαρακτήρα του μυθιστορήματος στην προοδευτικά σατανική φιγούρα του παπά Τζέθρο Φέρμπερ.)

Από την καταβύθιση στα ερέβη του 20ού αιώνα όπως αυτά στροβιλίζονται στο γεμάτο απογοήτευση, μίσος και απέχθεια μυαλό του Γουίλιαμ Κόλερ (Το Τούνελ) ή τη μεταμόρφωση του Τζέθρο Φέρμπερ σε δαιμονική φιγούρα λόγω της αδυναμίας του να αποδεχθεί τον τρόπο που η «τύχη» του Μπράκετ Όμενσετερ παραβιάζει τους αυστηρούς κανόνες της προσωπικής θεολογίας του, ως τα λιγότερο κοσμοϊστορικά, μα όχι λιγότερο ζοφερά σκοτάδια της κακοποιητικής μητέρας Κυρίας Μίζερης (του διηγήματος «Mrs. Mean») ή τις ανάξιες λόγου ακαδημαϊκές απάτες του καθηγητή μουσικής Τζόζεφ Σκίτσεν (Middle C), το σκοτάδι στο έργο του Γκας είναι βαθύ, η περιφέρειά του μεγάλη, και οι εστίες αδύναμου φωτός ελάχιστες.

Επανέκθεση (Ι)

Φιλοσοφικά ορμώμενες αφηγήσεις, γραμμένες σε πρόζα περίτεχνη, για χαρακτήρες συχνά καθ’ όλα απωθητικούς· κάθοδοι στα σκοτάδια της ανθρώπινης ψυχής. Άρα συγγραφέας δυσνόητος, απαιτητικός, αδιάφορος απέναντι στην αναγνωστική απόλαυση;

gass william

Καρτεσιανή (ΙΙ)

«Ο βαθμός εξάρτησης μιας εις βάθος ανάγνωσης του Γκας από εξωκειμενικές γνώσεις», έγραψα παραπάνω. Αυτό το «εις βάθος» είναι το ζήτημα: Μπορούμε να επιλέξουμε έναν φιλοσοφικά ορμώμενο τρόπο να διαβάσουμε οποιαδήποτε μυθοπλασία του Γκας; Προφανώς. Είμαστε αναγκασμένοι όμως; Όπως και για κάθε συγγραφέα αξίας, οι μυθοπλασίες του Γκας είναι χτισμένες πάνω σε οργανωτικές αρχές και οικοδομήματα (την κατά τον Γιάννη Πάνου «πίσω όψη του παραμυθιού») που επιτρέπουν την συγκρότηση μιας αφήγησης, μα δεν είναι απαραίτητο να γίνουν ορατά στους αναγνώστες που δεν επιθυμούν να ξοδευτούν στην αναζήτησή τους. Φυσικά μπορούμε να διαβάσουμε τον Γκας με αυτά στο μυαλό, μα το ίδιο εύκολα, το ίδιο σωστά, μπορούμε να τον διαβάσουμε για τους χαρακτήρες και την ανθρώπινη κατάστασή τους, τη μουσική της γλώσσας και την πυκνότητα των περιγραφών, την ευκρίνεια των εικόνων και την ένταση σκέψης και συναισθήματος· μπορούμε, με άλλα λόγια, να τον διαβάσουμε πρωτίστως ως φιλοσοφικό λογοτέχνη και όχι ως λογοτεχνίζοντα φιλόσοφο. Γεγονός που μας γυρίζει πίσω στη

Σονάτα (ΙΙ)

Ο Burn στέκεται ως ένα βαθμό επικριτικά απέναντι στην εμμονή της πρόζας του Γκας στη μουσικότητα και το περίτεχνο, ισχυριζόμενος πως μετατρέπει μέρος του έργου του σε «ηχητική επίδειξη της μαεστρίας του». (Αν και ο Γκας, σε μια από τις συχνές του επιδείξεις μετριοφροσύνης, αυτοσαρκασμού, αλλά και της γνωστής αγάπης του για -δεν υπάρχει καταλληλότερη λέξη- το δούλεμα, είχε σχολιάσει, σε άλλη μια συνέντευξη στον Tom LeClair: «Γράφω αργά γιατί δεν γράφω καλά. Πρέπει να ξαναγράφω τα πάντα πολλές, μα πολλές φορές απλώς για να επιτύχω τη μετριότητα».)

Η προφανής ένσταση ενός φορμαλιστή όπως ο Γκας είναι πως η λογοτεχνική γλώσσα οφείλει να διαφέρει από τον καθημερινό λόγο, και οφείλει πρώτα από όλα να είναι όμορφη ακόμα και όταν αυτά που περιγράφει δεν είναι.

Η προφανής ένσταση ενός φορμαλιστή όπως ο Γκας είναι πως η λογοτεχνική γλώσσα οφείλει να διαφέρει από τον καθημερινό λόγο, και οφείλει πρώτα από όλα να είναι όμορφη ακόμα και όταν αυτά που περιγράφει δεν είναι. (Όμορφη, όχι γιατί κομψεύεται, μα γιατί τα αποδίδει με «ευγλωττία, ενάργεια και οξυδέρκεια».) Και αν ο βαθμός αυτής της διαφοράς είναι σίγουρα και θέμα αναγνωστικού γούστου, θα σημειώσω πως η εμμονή του Γκας στην πρόζα γραμμένη «από το στόμα για το αυτί» είναι που μας έχει χαρίσει προτάσεις όπως:

«Να τι ήταν η ψυχή, σαν το χώμα ενός δάσους, τις ρίζες ενός μεγάλου δέντρου, τη γη πάνω στην οποία σπόροι φύλλα κλαδάκια έπεφταν και παρέμεναν για μια ολόκληρη εποχή, περιμένοντας τον ερχομό της επόμενης, όλες οι οφθαλμιδωμένες και ωτακουσμένες λέξεις στοιβαγμένες εκεί, χρόνο με τον χρόνο, από το πρώτο όχι μέχρι το τελευταίο ποτέ». (Από το «Η Έμμα μπαίνει σε μια πρόταση της Ελίζαμπεθ Μπίσοπ». Ας σημειωθεί εδώ η αληθινά ανεπίληπτη μετάφραση του Αποστόλη Πρίτσα.)

Μια πρώτη απάντηση, λοιπόν, στο θέμα του περίτεχνου της γραφής του Γκας θα ήταν πως οι αναγνωστικές μας αποτιμήσεις αποτελούν συνάρτηση της προσωπική μας τοποθέτησης (ρητής ή άρρητης) για τη σχέση λογοτεχνίας και καθημερινού λόγου – απάντηση προφανής, φαινομενικά απλή. Η σχέση λογοτεχνίας και πραγματικότητας, όμως, κάθε άλλο παρά απλή είναι. Πράγμα που μας οδηγεί πίσω στο

«Γράφω γιατί μισώ» (ΙΙ)

Κατά τον Γκας, η λογοτεχνική γλώσσα δεν περιγράφει τον κόσμο, μα δημιουργεί έναν κόσμο που στέκεται σε μεταφορική σχέση με την πραγματικότητα: «…αυτό που θυμόμαστε από το ίδιο μας το παρελθόν εξαρτάται κατά πολύ από αυτό που έχουμε βάλει τη γλώσσα μας να διηγείται και να ξαναδιηγείται. Τις λέξεις μας είναι, πάνω-κάτω, που θυμόμαστε» (Fiction and the Figures of Life). Μα αυτό δεν οδηγεί σε κάποιο είδος μεταμοντέρνου σχετικισμού. Αντιθέτως, προσδίδει στις λέξεις ιδιαίτερη βαρύτητα: «…ναι, οι λέξεις ήταν ανώτερες· διατηρούσαν έναν ανώτερο έλεγχο· άγγιζαν χωρίς εσύ να αγγίζεις· ήταν την ίδια στιγμή το δόλωμα, το αγκίστρι, η πετονιά, το καλάμι, και το νερό ανάμεσά τους» (Omensetter’s Luck). Εκεί έγκειται και ο κίνδυνος: Αργότερα στο μυθιστόρημα, τα εξ άμβωνος κηρύγματα του κατακλυσμένου από το μίσος Φέρμπερ εξελίσσονται σε «όμορφα φράγματα από λέξεις». Παρά τις συχνές διαβεβαιώσεις του Γκας πως δεν αποσκοπεί να πείσει τους αναγνώστες για οτιδήποτε, σε όλο του το έργο η σχέση κόσμου και λέξεων αντιμετωπίζεται με τεράστια ηθική σοβαρότητα: «Αν φτάνουμε στην αλήθεια συγκρίνοντας τις περιγραφές μας της ζωής με την ίδια τη ζωή, και προσπαθώντας, επομένως, να κάνουμε τις διάφορες εκδοχές μας να συμφωνήσουν, καταλήγουμε στις ηθικές κρίσεις μας μέσω των αφηγήσεων που κατασκευάζουμε…» («There Was an Old Woman Who»).

Δεν είναι τυχαίο πως οι μυθοπλασίες του βρίθουν «κακών αφηγητών»: οι Ισραμπέστις Τοτ και Φέρμπερ του Omensetter’s Luck, o ανώνυμος αφηγητής του «Mrs. Mean», o Γουίλιαμ Κόλερ του Τούνελ, η καρέκλα (ναι, καρέκλα) του όψιμου διηγήματος «Soliloquy for a Chair» – για τον Γκας, το πρόβλημα με τέτοιους χαρακτήρες είναι πως οι λέξεις τους γίνονται για αυτούς πιο αληθινές από τα αντικείμενα αναφοράς τους, οπότε και καταλήγουν να «ασφυκτιούν μέσα στις ίδιες τους τις μυθοπλασίες» (συνέντευξη στον Arthur Saltzman), να αντιμετωπίζουν τους ανθρώπους «με όρους αισθητικών κατηγοριών» (συνέντευξη στην Ildikó Kaposi), να «προσπαθούν να προστατεύσουν τον εαυτό τους από κάθε κίνδυνο με μια φράση» (Finding a Form).

Αυτό αποτελεί μείζον ηθικό ζήτημα για τον Γκας, που βρίσκει πως μια από τις γοητείες του φασισμού είναι η «τάση να αντιμετωπίζεται ο κόσμος ως έργο τέχνης»

Αυτό αποτελεί μείζον ηθικό ζήτημα για τον Γκας, που βρίσκει πως μια από τις γοητείες του φασισμού είναι η «τάση να αντιμετωπίζεται ο κόσμος ως έργο τέχνης» (συνέντευξη στον Saltzman) – εξ ου και ο διαβόητος «φασισμός της καρδιάς» του πιο διαβόητου βιβλίου του (Το Τούνελ): Ο Γκας είναι αισθητιστής που δεν πιστεύει στη δύναμη του αισθητισμού να μας σώσει. Το αντίθετο μάλιστα – πιστεύει στη δύναμη του αισθητισμού να κάνει το κακό αποδεκτό. Η περίτεχνη, όμορφη γλώσσα με την οποία οι αντιπαθείς χαρακτήρες του ωραιοποιούν και την πιο τερατώδη πεποίθηση ή συναίσθημα, αποτελεί και μια δοκιμασία για συγγραφέα και αναγνώστες: να αναγνωρίσουν στον εαυτό τους το κομμάτι εκείνο που μπορεί να βρει το κακό ελκυστικό, αρκεί αυτό να εκφραστεί με τον κατάλληλο τρόπο.

Επανέκθεση (ΙΙ) – Μια σονάτα, δύο αναγνώσεις

Μπορούμε λοιπόν να διαβάσουμε τη Σονάτα ως πρωτίστως μια φιλοσοφικά ορμώμενη διερεύνηση του καρτεσιανού προβλήματος των τριών υποστάσεων, με την πρώτη νουβέλα («Καρτεσιανή Σονάτα») να παρουσιάζει έναν Θεό ανήμπορο να συμβιβάσει τις δύο δημιουργίες του -πνεύμα και ύλη- που παρότι «παντρεμένες» αδυνατούν να συνυπάρξουν. («Όχι τον "Θεό τον Μέγα και Ένδοξο", ούτε τον "Θεό τον Νεκρό και Εξαφανισμένο", μα τον "Θεό τον Ανίκανο". Τον πραγματικό Θεό, κατά τη γνώμη μου. Ως μοντέλο για αυτόν χρησιμοποίησα, κατά κάποιο τρόπο, έναν συνδυασμό από γλυκερά ρομαντικά μυθιστορήματα και τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ», εξήγησε -γελώντας- ο Γκας σε συνέντευξη στον Michael Silverblatt.) Οι τρεις νουβέλες που ακολουθούν επανεκθέτουν τις τρεις υποστάσεις σε αντίστροφη σειρά, με το «Δωμάτιο συν πρωινό» να εξετάζει τη σωτηρία μέσω της ύλης, το «Η Έμμα μπαίνει σε μια πρόταση της Ελίζαμπεθ Μπίσοπ» τη σωτηρία μέσω του πνεύματος, και το «Ο μετρ των μυστικών εκδικήσεων» τη σωτηρία μέσω μιας νέας μα διεφθαρμένης θεϊκής δημιουργίας.

Μπορούμε όμως, το ίδιο εύκολα, το ίδιο σωστά, να διαβάσουμε μια συλλογή από τέσσερις αβάσταχτα ανθρώπινες νουβέλες.

Μπορούμε όμως, το ίδιο εύκολα, το ίδιο σωστά, να διαβάσουμε μια συλλογή από τέσσερις αβάσταχτα ανθρώπινες νουβέλες. Μια μεταμυθοπλασία για έναν συγγραφέα και το ζευγάρι χαρακτήρων για το οποίο επιχειρεί να γράψει: Μια γυναίκα που οι ικανότητές της ως μέντιουμ κρατούν στην υψιπετή επικράτεια του πνεύματος, από όπου ο βάναυσος σύζυγός της επιθυμεί να την γκρεμίσει πίσω στην επικράτεια του σώματος. Και τρεις νουβέλες για ανθρώπους χαμένους, απογοητευμένους από τη ζωή και τον κόσμο:

Έναν διεφθαρμένο λογιστή που μπροστά στην ομορφιά των μικροαντικειμένων μιας μικρής μεσοδυτικής πανσιόν (ομορφιά και ταυτόχρονα επιτομή του μεσοδυτικού κιτς) έρχεται για πρώτη φορά αντιμέτωπος με την πιθανότητα της σωτηρίας του, που την ίδια στιγμή δεν μπορεί παρά να φωτίσει το βάθος της διαφθοράς του.

Μια ανορεκτική γυναίκα από την Άιοβα που στην αγάπη της για την ποίηση αναζητά τη λύτρωση από την τραυματική της ανατροφή από δύο κακοποιητικούς γονείς.

Και έναν άντρα πικραμένο από τη θεμελιωδώς άδικη φύση του κόσμου (απέναντι κυρίως στον ίδιο), την έλλειψη ανταμοιβής του Καλού, που αποφασίζει να επιφέρει με μια σειρά μυστικών εκδικήσεων τη δικαιοσύνη που ο ίδιος ο Θεός αρνείται να επιβάλλει.

(Το παρόν αποτελεί συντομευμένη εκδοχή της εισαγωγής του «Καρτεσιανή σονάτα και άλλες νουβέλες», Εκδόσεις Gutenberg, μτφρ. Αποστόλης Πρίτσας)

*Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΛΤΣΑΣ είναι μεταφραστής και συγγραφέας. Το πρώτο του μυθιστόρημα, «Νικήτρια σκόνη», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός.


Απόσπασμα από το βιβλίο

«Η ιστορία ήταν κι εδώ, παρούσα. Η ιστορία. Καμιά ζωή δεν είχε χαθεί, καμιά σκέψη δεν είχε λησμονηθεί, κανένα συναίσθημα δεν είχε ξεθωριάσει, αλλά διατηρούνταν σε αυτά τα αντικείμενα, στις αναμνήσεις που διαρκώς ενθαρρύνουν, στις πράξεις που καταγράφουν, στα συναισθήματα που εκφράζουν, όχι μια φορά και έναν καιρό, αλλά τώρα, εδώ, στο πολύτιμο παρόν, τώρα που τα μάτια βλέπουν και η καρδιά χτυπά, κι όπου καθαρίζεις τις υδρορροές από φύλλα δέντρων που ξέρεις, που αναγνωρίζεις, κι επιπλέον θυμάσαι τον καιρό που ο συγκολλημένος χαλκός έλαμπε, και πότε ήταν που οι πλάκες της στέγης είχαν ξαναπεραστεί, και πώς η κουζίνα από στιγμή σε στιγμή θα μοσχοβολήσει ψωμί, μια μυρωδιά σαν το φως της ημέρας, και σε ποιο σημείο ρίχνει η σκάλα τη σκιά της σαν ηλιακό ρολόι που δείχνει τρεις ακριβώς».

Δυο λόγια για τον συγγραφέα

Ο Γουίλιαμ Χάουαρντ Γκας, Αμερικανός συγγραφέας φημισμένος για το πειραματικό λογοτεχνικό του ύφος και απαράμιλλος δοκιμιογράφος, γεννήθηκε το 1924 στο Φάργκο της Βόρειας Ντακότα και πέθανε το 2017 στο Σεντ Λούις του Μιζούρι.

william h gass

Το πρώτο του μυθιστόρημα Omensetter's Luck (1966) είναι η ιστορία ενός ανθρώπου, του οποίου η αγνότητα και η καλοτυχία κηλιδώνονται όταν κάποιος τον συνδέει ψευδώς με έναν μυστηριώδη θάνατο. Ο Γκας επί 30 χρόνια εργαζόταν πάνω στο δεύτερο μυθιστόρημά του, Το τούνελ (1995), μια μοναδική διερεύνηση του νοήματος της Ιστορίας, του κακού και της αφήγησης. Τα στοχαστικά συγγράμματά του Habitations of the Word (1985), Finding a Form (1996) και Tests of Time (2002) τιμήθηκαν από τον Εθνικό Κύκλο Κριτικών Βιβλίου. Η εργογραφία του περιλαμβάνει διηγήματα και νουβέλες, εκ των οποίων κάποιες συγκεντρώνονται στη συλλογή Καρτεσιανή σονάτα και άλλες νουβέλες, τις συλλογές δοκιμίων Fiction and the Figures of Life (1970), The World Within the Word (1978), A Temple of Texts (2006), Life Sentences: Literary Judgments and Accounts (2012), τις ευφάνταστες ερμηνείες του μπλε χρώματος (On Being Blue: A Philosophical Inquiry, 1975) και μια ανάλυση της ποίησης του Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Στο τελευταίο του μυθιστόρημα Middle C (2013) καταπιάνεται με την απόδραση ενός καθηγητή Mουσικής, με ψεύτικη ταυτότητα, από την Αυστρία την εποχή των Ναζί. Ο Γκας δίδαξε Φιλοσοφία στο Κολέγιο του Γούστερ (Γούστερ, Οχάιο), στο Πανεπιστήμιο Περντιού (Γουέστ Λαφαγιέτ, Ιντιάνα) και στο Πανεπιστήμιο Ουάσινγκτον (Σεντ Λούις, Μιζούρι).

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Για έναν νέο ανθρωπισμό – Η επανεφεύρεση του μυθιστορήματος μετά τον μεταμοντερνισμό

Για έναν νέο ανθρωπισμό – Η επανεφεύρεση του μυθιστορήματος μετά τον μεταμοντερνισμό

Σκέψεις για την εξέλιξη του μυθιστορηματικού είδους και της λογοτεχνίας ανά τους αιώνες, καθώς και τη σημερινή θέση της, στην εποχή «μετά» τον μεταμοντερνισμό. Στην κεντρική εικόνα, ο Φρέντρικ Τζέιμσον (Fredric Jameson), θεωρητικός που μελέτησε αναλυτικά τον μεταμοντερνισμό. 

...
Τι είναι το διήγημα της μεταμυθοπλασίας;

Τι είναι το διήγημα της μεταμυθοπλασίας;

Τι είναι το διήγημα της μεταμυθοπλασίας; Μια προσπάθεια ορισμού, κατηγορίες μεταμυθοπλασίας και ενδεικτικά παραδείγματα.

Του Π. Ένιγουεϊ

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή και ας μιλήσουμε για τον όρο «μεταμυθοπλασία», που...

Γιατί να διαβάζουμε σήμερα τον Γιώργο Ιωάννου (1927-1985); Σκέψεις με αφορμή τα σαράντα χρόνια από τον θάνατό του

Γιατί να διαβάζουμε σήμερα τον Γιώργο Ιωάννου (1927-1985); Σκέψεις με αφορμή τα σαράντα χρόνια από τον θάνατό του

Σκέψεις για την πεζογραφία του Γιώργου Ιωάννου, με αφορμή τα σαράντα χρόνια από τον θάνατό του. Στην κεντρική εικόνα, σχέδιο στο οποίο απεικονίζεται ο συγγραφέας, που κόσμησε το πόστερ της εκδήλωσης «1927-1985 - 40 χρόνια από τον θάνατο του Γιώργου Ιωάννου» στη Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ.

...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

«Η ανατομία της επίδρασης» του Χάρολντ Μπλουμ (κριτική) – Η καταγωγική γραμμή που συνδέει τους καλλιτέχνες και τα έργα τους

«Η ανατομία της επίδρασης» του Χάρολντ Μπλουμ (κριτική) – Η καταγωγική γραμμή που συνδέει τους καλλιτέχνες και τα έργα τους

Για τη λογοτεχνική μελέτη του Χάρολντ Μπλουμ (Harold Bloom) με τίτλο «Η ανατομία της επίδρασης – Η λογοτεχνία ως τρόπος ζωής», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg, σε μετάφραση Κώστα Αντωνίου. 

Γράφει ο Φώτης Καραμπεσίνης

...
«Adolescence»: Πόσο αφορά την Ελλάδα;

«Adolescence»: Πόσο αφορά την Ελλάδα;

Σκέψεις για τη σειρά τεσσάρων επεισοδίων «Adolescence», που πραγματεύεται τον φόνο ενός 13χρονου κοριτσιού από έναν συμμαθητή της. Τι θα συνέβαινε στη χώρα μας αν τηρούνταν οι ζοφερές αναλογίες;

Γράφει ο Νίκος Ξένιος

...
«Βίος και Πολιτεία»: Η ηθοποιός, ακτιβίστρια και συγγραφέας Ερωφίλη Κόκκαλη έρχεται στο Υπόγειο

«Βίος και Πολιτεία»: Η ηθοποιός, ακτιβίστρια και συγγραφέας Ερωφίλη Κόκκαλη έρχεται στο Υπόγειο

Στο 75ο επεισόδιο της σειράς συζητήσεων στο Βιβλιοπωλείο της Πολιτείας με ανθρώπους από το χώρο του βιβλίου και των ιδεών, o Κώστας Κατσουλάρης συζητά με την ηθοποιό, ακτιβίστρια και συγγραφέα Ερωφίλη Κόκκαλη. Αφορμή, μεταξύ άλλων, το σπονδυλωτό μυθιστόρημα «Λόλα Καραμπόλα» (εκδ. Έρμα, 2022). Η συζήτηση θα μεταδοθεί...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Η χλωμή κυρία» του Αλέξανδρου Δουμά (προδημοσίευση)

«Η χλωμή κυρία» του Αλέξανδρου Δουμά (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από την νουβέλα του Αλέξανδρου Δουμά [Alexandre Dumas], «Η χλωμή κυρία» (εισαγωγή – μτφρ. – επίμετρο: Γιώργος Θάνος), η οποία θα κυκλοφορήσει στις 28 Απριλίου στη σειρά «microMEGA/Λογοτεχνία», των εκδόσεων Ροές.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...
«Αυτό έκανες πάντα» του Νίκου Ιατρού (προδημοσίευση)

«Αυτό έκανες πάντα» του Νίκου Ιατρού (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από τη νουβέλα του Νίκου Ιατρού «Αυτό έκανες πάντα», η οποία θα κυκλοφορήσει στις 28 Απριλίου από τις εκδόσεις Ίκαρος.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Περπατώ κάτω από τον δυνατό ήλιο. Το δέρμα μου αντιστέκεται, τα πνευμόνια...

«Η λάθος πλευρά» του Νταβίντε Κόπο (προδημοσίευση)

«Η λάθος πλευρά» του Νταβίντε Κόπο (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Νταβίντε Κόπο [Davide Coppo] «Η λάθος πλευρά» (μτφρ. Μαρία Οικονομίδου), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 24 Απριλίου από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Στην αρχή του ντοκιμαντ...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

«Τι θέλει να μας πει;» – Δύο οδηγοί συνύπαρξης μας μαθαίνουν τη γλώσσα του σώματος του σκύλου και της γάτας

«Τι θέλει να μας πει;» – Δύο οδηγοί συνύπαρξης μας μαθαίνουν τη γλώσσα του σώματος του σκύλου και της γάτας

Δύο οδηγοί συνύπαρξης με τα αγαπημένα μας κατοικίδια, τη γάτα και τον σκύλο, απαντούν στο ερώτημα «Τι θέλει να μας πει;» το ζωάκι μας. «Γάτα - Τι θέλει να μας πει;» και «Σκύλος - Τι θέλει να μας πει;» της Lili Chin σε μετάφραση Κωνσταντίνας Τσιάγκα από τις εκδόσεις Πεδίο.

Επιμέλεια: Book Press ...

Τι διαβάζουμε τώρα; 10 καλά ιστορικά βιβλία που κυκλοφόρησαν πρόσφατα

Τι διαβάζουμε τώρα; 10 καλά ιστορικά βιβλία που κυκλοφόρησαν πρόσφατα

Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες, η πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η βασιλεία στην Ελλάδα, η ιστορία της αμερικανικής πολιτικής αλλά και η πρόσφατη περίοδος της άγριας ελληνικής οικονομικής κρίσης είναι μερικά από τα θέματα που εξετάζονται. Δέκα πρόσφατα ιστορικά βιβλία που μας βοηθούν να πλοηγηθούμε στα σκοτεινά νερά τ...

7 αστυνομικά από τις εκδόσεις Βακχικόν

7 αστυνομικά από τις εκδόσεις Βακχικόν

Επτά αστυνομικά για τους φίλους του είδους κυκλοφόρησαν τον τελευταίο χρόνο από τις εκδόσεις Βακχικόν. Στην κεντρική εικόνα, στοιχείο από το εξώφυλλο του «Αριμάν», του Παναγιώτη Κωνσταντόπουλου.

Επιμέλεια: Book Press

...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

12 Δεκεμβρίου 2024 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2024

Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα: Εκατό καλά λογοτεχνικά βιβλία που κυκλοφόρησαν το 2024 από τα πολλά περισσότερα που έπεσαν στα χέρια μας, με τη μεταφρασμένη πεζογρα

ΦΑΚΕΛΟΙ