14 syggrafeis kentriki

Δεκατέσσερις Έλληνες λογοτέχνες μιλούν για τη χιλιοειπωμένη συμβουλή που παροτρύνει τους άπειρους δημιουργούς να βασιστούν στα βιώματα και στις εμπειρίες τους, στην καθημερινή ρουτίνα τους και σε πληροφορίες που γνωρίζουν εκ των προτέρων καλά προκειμένου να γράψουν μυθοπλασία. Πόσο έγκυρος είναι άραγε αυτός ο συγγραφικός «κανόνας»;

Επιμέλεια: Σόλωνας Παπαγεωργίου

Με αφορμή μια παλαιότερη δημοσίευσή μας, όπου συγκεντρώσαμε τις απόψεις ξένων πεζογράφων για την κλασική συμβουλή «Γράφε για όσα ξέρεις», απευθυνθήκαμε σε Έλληνες δημιουργούς, για να συμμετέχουν στη συζήτηση. Μέσα από τα κείμενά τους, μας ξενάγησαν στο συγγραφικό τους εργαστήρι.

Κώστας Ακρίβος: «Γράφοντας για όσα πιστεύεις ότι τα κατέχεις καλά, τόσο πιο πολύ συνειδητοποιείς πως τελικά δεν τα γνωρίζεις»

1 akrivos Αν σκεφτώ πως το θέμα του πρώτου βιβλίου μου ήταν οι εντυπώσεις που έχει ένας νεκρός από τη μεταθανάτιο «ζωή», τότε αυτόματα και ασύνειδα καταπάτησα την εντολή «Γράψε για όσα ξέρεις». Που πάει να πει ότι, αν τη γνώριζα τότε και έμεινα πιστός σ’ αυτήν, δεν θα τολμούσα ποτέ να κάνω το πρώτο συγγραφικό μου βήμα. Άρα, ήταν θείο δώρο που εκείνη την εποχή δεν την είχα για μπούσουλα. Έτσι κατάφερα να κάνω λογοτεχνία τον φόβο του επέκεινα, το άγνωστο για κάθε θνητό.

Όμως, τι και ποια είναι «αυτά που ξέρεις»; Οι αισθήσεις είναι, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, οι κεραίες για να προσλαμβάνουμε και να κάνουμε κτήμα οικείο τον περιβάλλοντα κόσμο· με αυτόν τον τρόπο αποκτιέται η γνώση, μ’ αυτόν κερδίζεται η επιστήμη. Ο φυσικός κόσμος και ό,τι αυτός περιέχει είναι η σκαπτή ύλη για τον λογοτέχνη. Σύμφωνοι. Αλλά μέσα σ’ αυτόν τον υπαρκτό κόσμο δεν έχει θέση μια μεγάλη γκάμα από «άυλα» θέματα, όπως είναι τα όνειρα, οι εφιάλτες, οι ενοχές, οι φαντασιώσεις, οι επιθυμίες, οι δοξασίες, τα ψεύδη;… Όπως, επίσης, είμαι της γνώμης ότι γράφοντας για όσα πιστεύεις ότι τα κατέχεις καλά, τόσο πιο πολύ συνειδητοποιείς πως τελικά δεν τα γνωρίζεις κι ας είναι θέματα τόσο γνωστά: οι δικοί σου άνθρωποι, η δική σου κοινωνία, η ιστορία της δικής σου πατρίδας, ο εαυτός σου. Επομένως, όλα αυτά λίγο λίγο, σελίδα τη σελίδα, γίνονται ύλη άγνωστη που πρέπει να την ανακαλύπτεις ξανά και ξανά, για όλο τον λογοτεχνικό σου βίο.

Συμπέρασμα (προσωπικό): οι φράχτες είναι για τους αγρούς· για τη λογοτεχνία το στοίχημα είναι να τους γκρεμίζει.

Ελένη Γιαννακάκη: «Η αφήγηση αυτή καθ’ αυτή θα σας οδηγήσει στη γνώση»

2 giannakaki Προσωπικά θα έλεγα στους νεοσσούς μας: γράφετε γι' αυτά που σας ενδιαφέρουν είτε τα γνωρίζετε είτε όχι! Αν σας ενδιαφέρει ο εαυτός σας, η ψυχολογία σας ή η προσωπική σας ιστορία και θέλετε να την κοινοποιήσετε στους άλλους, απολύτως κανένα πρόβλημα με αυτό. Αν όμως, πέρα απ’ τα προσωπικά σας βιώματα, υπάρχουν κι άλλα ζητήματα/θέματα που σας ιντριγκάρουν ασχοληθείτε μ’ αυτά είτε τα γνωρίζετε σε βάθος είτε όχι.

Θα μάθετε γράφοντας: Όχι μόνο επειδή κατ’ ανάγκη θα κάνετε κάποια σχετική προεργασία αλλά γιατί η αφήγηση αυτή καθ’ αυτή θα σας οδηγήσει στη γνώση, η αφήγηση θα σας πάει εκεί που αυτή θέλει χωρίς να το έχετε προσχεδιάσει, έτσι που κάποια στιγμή θα αναρωτηθείτε με έκπληξη, α, αυτό ήταν τελικά; Μα πάντα το ήξερα...

Θεόδωρος Γρηγοριάδης: «Θα έλεγα να γράφουμε σαν να ονειρευόμαστε και να μην φοβόμαστε να εκφραστούμε»

Ξεκίνησα να γράφω ημερολόγιο και μικρές ιστορίες από την εφηβεία μου. Συνήθως έγραφα κρυφά κι έκρυβα τα τετράδια· κανείς δεν με συμβούλεψε πώς και γιατί να γράφω. Μόνον το Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ με ενέπνευσε να ξεκινήσω το ημερολόγιο. Όταν άρχισα να γράφω συνειδητά –φοιτητής στο πανεπιστήμιο– και πάλι αποτύπωνα όσα ξεχώριζα και όσα φανταζόμουν. Γιατί όσα γνωρίζουμε δεν είναι μόνον η απτή πραγματικότητα που μας περιβάλλει. Το όνειρο, η φαντασία, η απόδραση, είναι κι αυτά δικές μας προβολές που μπορούμε να τις αναπλάσουμε.

3 grigoriadis Παραμένοντας στον χώρο της πεζογραφίας θα έλεγα να γράφουμε σαν να ονειρευόμαστε και να μην φοβόμαστε να εκφραστούμε· να αφήνουμε τη γλώσσα και την διαίσθηση να μας οδηγήσουν. Είναι σημαντικό να βρεις τη φωνή και το ύφος ώστε να ξαναφτιάξουν τον κόσμο και να τον ερμηνεύσουν μέσα από το δικό σου βλέμμα, τις δικές σου εμπειρίες και τα προσωπικά σου συναισθήματα.

Δεν διδάσκω δημιουργική γραφή. Παρουσιάζω σε κάποια λογοτεχνικά σεμινάρια ή βιβλιοφιλικές ομάδες ορισμένα καθοριστικά βιβλία. Αν έπρεπε να συμβουλεύσω κάποιον νεότερο, που θα ήθελε να ανοιχτεί στο γράψιμο, θα του έλεγα να αφουγκράζεται τον εαυτό του όπως είναι και όπως θα τον φανταζόταν· επίσης θα του έλεγα να γράψει αληθινά όχι με την έννοια τη ρεαλιστικότητας αλλά της πειστικότητας. Χρειαζόμαστε αυθεντικές και μοναδικές φωνές και όχι απομιμήσεις.

Γράφε λοιπόν για όσα ξέρεις και που μπορούν να αφήσουν ένα ατομικό στίγμα τόσο στην κοινωνία όσο και στην λογοτεχνία. Μα πάνω απ’ όλα διάβασε όσο μπορείς, κλασικούς και νεότερους, διάβαζε πάντως. Κι ας γράψεις για όσα διαβάζεις.

Λένα Διβάνη: «Ήξερε ο Κάφκα τα προβλήματα της κατσαρίδας; Όχι»

4 Divani Αγαπητέ νέε συνάδελφε,

Ξέρω ότι σου λένε να γράφεις ό,τι ξέρεις. Και σε μένα το είπανε, μην ακούς. Ναι μεν είναι καλό και χρήσιμο να έχεις μπαμπά αστυνομικό σε περίπτωση που σκοπεύεις να γράψεις αστυνομικό μυθιστόρημα αλλά δεν θα σε σώσει. Απλώς δεν θα χρειαστεί να παρακαλάς όποιον βρεις στη ΓΑΔΑ να σ’ αφήσει να ρίξεις μια ματιά στα γραφεία ή να σου εξομολογηθεί τι λένε οι «μπάτσοι» όταν καταφθάσει θύμα βιασμού ώστε να το ξεφορτωθούν χωρίς να μπλέξουν. Εν ολίγοις σε γλυτώνει από τον κόπο της έρευνας αφού κινείσαι στο comfort zone σου.

Εγώ ας πούμε όταν έγραφα το Πεινασμένο στόμα χρειάστηκε να ανοίξω για μια ημέρα λογαριασμό σε μια διάσημη (ή διαβόητη) εφαρμογή γνωριμιών παριστάνοντας τον άντρα σεξεργάτη. Φυσικά αν ήμουν άντρας σεξεργάτης και ήξερα τα κατατόπια, τις τιμές και πώς γίνεται η δουλειά, θα ήμουν πιο άνετη και ο χαρακτήρας που έφτιαξα πιο ρεαλιστικός. Αλλά όλα αυτά εν τέλει είναι λεπτομέρειες. Στο κάτω κάτω της γραφής (κυριολεκτικά) σε ρωτώ: Ήξερε ο Κάφκα τα προβλήματα της κατσαρίδας; Όχι. Τον εμπόδισε αυτό να γράψει ένα αριστούργημα; Όχι! Είσαι όμως ο Κάφκα; Όχι!

Γι' αυτό θα σου δώσω μια άλλη συμβουλή: Να γράφεις όχι αυτό που ξέρεις αλλά αυτό που σε καίει και σε τσουρουφλίζει. Αυτή η εσωτερική φλόγα, αν έχεις ταλέντο και υπομονή, θα μεταφερθεί και στους ανθρώπους που θα σε διαβάσουν. Στοιχηματίζω ότι αυτή η φλόγα είναι που κάνει τόσα πολλά πρώτα μυθιστορήματα καταπληκτικά. Γιατί ο συγγραφέας έχει σωρεύσει εκ γενετής τόσο πυρ εντός του που όταν επιτέλους τολμήσει ν’ ανοίξει την πόρτα για να βγουν οι πρώτες λέξεις ανεβαίνει αυτομάτως η θερμοκρασία και στις ψυχές των αναγνωστών.

Δήμητρα Κολλιάκου: «Η συμβουλή έχει νόημα μόνο όταν αλλάζουν πότε πότε και τα όσα ξέρεις»

5 kolliakou Τι ξέρεις και πόσο καλά το ξέρεις, θα ρωτούσα πρώτα απ’ όλα. Η γραφή είναι και ένας τρόπος να εξερευνήσει κανείς σκοτεινές περιοχές, να ανακαλύψει πράγματα που ούτε υποπτευόταν ότι υπάρχουν, να ξεφύγει απ’ αυτά που ξέρει, έστω κι αν το οικείο και τραυματικό ήταν η αφορμή για να γράψει. Το να αποτελέσει αφετηρία κάτι που σου είναι βαθιά οικείο, κάτι που σε συγκινεί, είναι συνθήκη αναγκαία, αλλά όχι επαρκής.

Πρέπει να εκμηδενίσεις την απόσταση που σε χωρίζει από τα πρόσωπα και τα πράγματα για τα οποία γράφεις, και ταυτόχρονα να βάλεις μια απόσταση, για να μπορέσεις να δώσεις υπόσταση στη γραφή. Είναι μια δύσκολη ισορροπία, που δεν κατακτιέται άπαξ δια παντός. Το να μένει κανείς προσκολλημένος στα ίδια, είτε ως συγγραφέας είτε ως άνθρωπος, είναι ένδειξη παρακμής. Δεν μεγαλώνεις, γερνάς. Η συμβουλή «Γράφε για όσα ξέρεις» έχει νόημα μόνο όταν αλλάζουν πότε πότε και τα όσα ξέρεις, όταν αλλάζεις κι εσύ ο ίδιος, όταν δεν φοβάσαι να δεις τι θα μπορούσε ν’ αλλάξει — πράγμα καθόλου εύκολο βέβαια.

Μάνος Κοντολέων: «Γράφω για όποιον και ό,τι θέλω να κατανοήσω. Και στη συνέχεια ταυτίζομαι μαζί του»

6 kontoleon Ποια είναι τα ζητήματα για τα οποία γράφω; Ποιοι οι χαρακτήρες που δημιουργώ στα έργα μου; Γνωρίζω τα όσα γράφω και έχω έστω και στιγμιαία συναντηθεί με τους ήρωες μου στην κανονική ζωή προτού τους μεταφέρω στη χάρτινη;

Λοιπόν σε αυτού του είδους τις ερωτήσεις ή προβληματισμούς, προσωπικά έχω μόνο μια απάντηση να δώσω. Ασφαλώς και Ναι! Και ξέρω και γνωρίζω τα όσα και τους όσους περικυκλώνουν οι λέξεις μου. Αλλά για ένα συγγραφέα οι λέξεις «ξέρω και γνωρίζω» έχουν διαφορετικό περιεχόμενο από εκείνο που διαθέτουν σε όλες τις άλλες περιπτώσεις άλλων ανθρώπων. Δεν έχουν να κάνουν με την υπόσταση της όποιας γνώσης αλλά με την πορεία από την επινόηση στην κατανόηση πρώτα και συνέχεια στην ταύτιση.

Δεν υπήρξε δολοφόνος μιας γριάς ο Ντοστογιέφσκι κι όμως ήξερε να επινοήσει τον τρόπο με τον οποίο σκεφτότανε ο Ρασκόλνικωφ. Και δεν έχει καμία σημασία αν ο ίδιος ο Ναμπόκοφ είχε γνωρίσει και γίνει δέσμιος ενός νεαρού θηλυκού. Όχι! Σημασία έχει πως μπόρεσε να εισχωρήσει στα πάθη του Χάμπερτ Χάμπερτ κι έτσι δημιούργησε το μυθιστόρημά του.

Κάτι τέτοιο το πιστεύω μιας και σε μένα από το πρώτο μου διήγημα έως και στα τελευταία γραπτά μου, αυτό συμβαίνει. Με το διήγημα «Τα στερνά», εγώ το 1969, στα 23 χρόνια μου δηλαδή, μιλούσα για τον εσωτερικό κόσμο και τις βαθιές σκέψεις μιας γυναίκας στην ηλικία της εμμηνόπαυσης. Ασφαλώς και δεν είχα βιώσει παρόμοια κατάσταση. Αλλά μια τέτοια συνθήκη είχε ενεργοποιήσει τη διάθεσή μου να κατανοήσω. Και από τότε αυτό κάνω. Γράφω για όποιον και ό,τι θέλω να κατανοήσω. Και στη συνέχεια ταυτίζομαι μαζί του.

Αχιλλέας Κυριακίδης: «Κάθε συγγραφέας επινοεί μια δική του πραγματικότητα»

7 kyriakidis Αποκλείεται αυτή η ηλίθια συμβουλή προς συγγραφείς να προέρχεται από έναν εξόχως ευφυή άνθρωπο όπως ο Μαρκ Τουέιν.

Πιθανόν να την εξέφρασε ο Χέμινγκουεϊ, μετά από οκτώ ντάκιρι.

Τέτοια συμβουλή, παραλλαγμένη για την περίπτωση, θα μπορούσε να είναι σιδηρούς κανών για καθηγητές: «Δίδασκε μόνο όσα ξέρεις».

Για να σοβαρευτούμε (και να μη θεωρηθεί ότι σαρκάζω την κατά τα άλλα ενδιαφέρουσα έρευνά σας), κάθε συγγραφέας επινοεί μια δική του πραγματικότητα, μέσα στην οποία χωράνε τόσο αυτά που ξέρει, όσο κι αυτά που φαντάζεται γιατί δεν χρειάζεται ή δεν υπάρχει περίπτωση να τα ξέρει. Αλλιώς, κανείς δε θα 'γραφε, π.χ., για το θάνατο.

Μιχάλης Μακρόπουλος: «Εντέλει, γράφε για ό,τι είσαι»

Νιώθω πως σ’ αυτή τη συμβουλή κρύβεται μια αθέλητη ταυτολογία. Πώς μπορείς τελικά να γράψεις για κάτι άμα δεν το ξέρεις; Κάτι που φαντάστηκες το ξέρεις, αφού εσύ το ‘πλασες στο μυαλό σου. Ξέρω δεν πάει να πει ούτε «βλέπω» ούτε «βιώνω». Διαβάζω στην εγκυκλοπαίδεια ένα λήμμα για το Σουδάν και τώρα ξέρω για το Σουδάν, κι ας μην έχω πάει ποτέ εκεί κι ούτε πρόκειται να πάω.

8 makropoulos Να αντικαταστήσω λοιπόν αυτήν τη συμβουλή, που μου μοιάζει μάλλον αχρείαστη, με μιαν άλλη. Γράφε μ’ ανοιχτή μια καταπακτή στο νου σου, που αφήνει εικόνες κι αισθήσεις από το υποσυνείδητό σου να ξεφεύγουν στη συνειδητή, ελεγχόμενη ροή του λόγου. Γράφε, λίγο, όπως ονειρεύεσαι.

Εντέλει, γράφε για ό,τι είσαι, κι ας εκτυλίσσεται η ιστορία σου σ’ έναν άλλον, «ανύπαρκτο» κόσμο.

Νίκος Α. Μάντης: «Ο προικισμένος αφηγητής δεν ανακαλεί ποτέ αυτούσια τα προσωπικά συμβάντα· στην ουσία τα εφευρίσκει εκ νέου»

Η συμβουλή «γράψε για όσα ξέρεις», είναι μια απ’ τις γνωστότερες κοινοτοπίες των μαθημάτων δημιουργικής γραφής, απευθυνόμενη στους πρωτόβγαλτους γραφιάδες, ώστε να τους αποτρέψει υποτίθεται από το να στοχεύσουν πέρα απ’ τις δυνάμεις τους και να συντριβούν, αποτολμώντας ένα υπερβολικά μεγαλεπήβολο πρωτόλειο. (Το αστείο στη δική μου περίπτωση είναι ότι, ακολουθώντας την, έστω και όχι ακριβώς συνειδητά, κατέληξα να γράψω το πλέον αμήχανο μυθιστόρημα στην έως τώρα συγγραφική μου πορεία.)

9 mantis Όπως όλες οι κοινοτοπίες, βέβαια, διαθέτει ψήγματα χρησιμότητας: προσπαθεί να πείσει τον νεόκοπο πεζογράφο να χαλιναγωγεί τη φαντασία του, να μη δείχνει υπερβολική εμπιστοσύνη στα ανώριμα μέσα του, στήνοντας το δημιούργημά του με τη βοήθεια της έτοιμης εμπειρίας και όχι αποκλειστικά με τη διαίσθηση και τη μυθοπλαστική επινόηση. Κοινώς, τον προτρέπει να λειτουργήσει «συντηρητικά», τουλάχιστον στο πρώτο του βήμα.

Προσωπικά θεωρώ ότι κάθε συγγραφέας είναι περίπου προορισμένος από την ιδιοσυγκρασία και τις εμμονές του να γράψει «εκείνο που είναι να γράψει». Ως εκ τούτου, θεματολογικές και υφολογικές παραινέσεις λίγη σημασία έχουν. Μεγαλύτερη αξία θα διέθετε κατ’ εμέ μια επιβοηθητική στάση, η οποία θα προσπαθούσε να «χτίσει» πάνω στις διαφαινόμενες κλίσεις του εκκολαπτόμενου δημιουργού. Η διαρκής άντληση από το χώρο της βιωμένης εμπειρίας είναι ένα συγγραφικό γνώρισμα, το οποίο συνοδεύει συστηματικά κάποιους πεζογράφους (ιδιαίτερα σήμερα, με την εξάπλωση του λεγόμενου auto-fiction) τη στιγμή που αρκετοί άλλοι νιώθουν την ανάγκη να γίνουν εξ αρχής «μικροί θεοί», επανακαθορίζοντας ακόμα και τα χαλίκια στον επινοημένο τους κόσμο. Δεν χωρούν λοιπόν παρεμβάσεις εκεί, παρά μόνο επιμέρους συμβουλές.

Έτσι κι αλλιώς ο προικισμένος αφηγητής δεν ανακαλεί ποτέ αυτούσια τα προσωπικά συμβάντα· στην ουσία τα εφευρίσκει εκ νέου. Κι αυτό είναι που διαχωρίζει τον Εντουάρ Λουί ή τον Διονύση Χαριτόπουλο από τόσους και τόσους συγγραφείς πρωτολείων, που θεωρούν ότι «η ζωή τους είναι το καλύτερο μυθιστόρημα» και ότι απλώς και μόνο αυτοβιογραφούμενοι αξίζουν μια θέση στην πολιτεία των ιδεών. Μ’ αυτό θέλω να πω, συμπερασματικά, ότι, σε αντίθεση με τη διαδεδομένη κοινοτοπία, το να γράψεις «για όσα ξέρεις» αποτελεί μια άσκηση αποστασιοποίησης από την άμεση εμπειρία που δεν ταιριάζει τόσο στους αρχάριους, αλλά, τουναντίον, στους κατασταλαγμένους της γραφής.

Έλενα Μαρούτσου: «Με όσα από τα ανθρώπινα συμπάσχεις, γι' αυτά να γράφεις»

10 maroutsou «Γράφε για όσα ξέρεις», είναι μια κλασική συμβουλή. Όμως ποια είναι αυτά που «ξέρεις»; Πρόκειται, υποθέτω, για ένα μίγμα θεωρητικής γνώσης και βιωματικής εμπειρίας, ένα έδαφος όπου κάθε εκκολαπτόμενος συγγραφέας μπορεί να σταθεί και να νιώσει ασφαλής.

Ακόμα και χωρίς να έχει δεχτεί κάποιος αυτή τη συμβουλή, μπορούμε εκ των πραγμάτων να διαπιστώσουμε ότι οι περισσότεροι συγγραφείς έτσι ξεκινούν: από τα οικεία. Στη συνέχεια είθισται να διευρύνει κανείς τον συγγραφικό του ορίζοντα, να «οικειοποιείται» όλο και ευρύτερες εκτάσεις. Η Πολωνή Όλγκα Τοκάρτσουκ, στην ομιλία που εκφώνησε στην τελετή απονομής του Νομπέλ, αναφέρθηκε στην «τρυφερότητα» ως προϋπόθεση για τη γραφή, καθώς επιτρέπει την εύρεση ομοιοτήτων ανάμεσα στην εμπειρία του συγγραφέα και την εμπειρία των άλλων.

«Εμφανίζεται», γράφει αναφερόμενη στην τρυφερότητα, «όταν παρατηρούμε από κοντά μια άλλη ύπαρξη, κάτι που δεν είναι ο εαυτός μας». Κι όταν παρατηρούμε από κοντά, μπορούμε να εντοπίσουμε ομοιότητες και δεσμούς, καθρεφτίσματα και συσχετισμούς. Η τρυφερότητα είναι η πόρτα προς την ενσυναίσθηση, το εισιτήριο για να βγούμε από την προσωπική μας επικράτεια και να μπορέσουμε να εισχωρήσουμε σε εκείνη του Άλλου, να δώσουμε φωνή σε μια διαφορετική εμπειρία. Έτσι, δεν είναι αρκετό, θαρρώ, να συμβουλεύουμε «γράφε για όσα ξέρεις». Η γνώση είναι –σήμερα πιο πολύ από ποτέ– εύκολα προσβάσιμη. Μέσω μιας στοιχειώδους διαδικτυακής έρευνας μπορώ για παράδειγμα να μάθω πώς έδειχνε μια φυλακή τον περασμένο αιώνα. Μπορώ να πληροφορηθώ για τις συνθήκες κράτησης των φυλακισμένων, για το φαγητό που έτρωγαν και τις ώρες προαυλισμού τους. Αν όμως θέλω να μιλήσω με τη φωνή ενός από αυτούς, χρειάζεται να μετατρέψω την εμπειρία εγκλεισμού, την εμπειρία ενοχής και τιμωρίας σε δική μου εμπειρία. Χρειάζεται όχι μόνο να μπορώ να μπω στη θέση του Άλλου, μα και να νιώθω την ανάγκη να το κάνω. Με όσα από τα ανθρώπινα συμπάσχεις, γι' αυτά να γράφεις, θα ήταν η δική μου συμβουλή. 

Μιχάλης Μοδινός: «Μη γράφεις γι’ αυτά που δεν ξέρεις»

11 modinos «Τα ρόδα ανθίζουνε στην Πικαρδία και η απαραίτητη λάμπα πετρελαίου και φυσικά το χιόνι και πώς αλλιώς το χαλάζι, και μη μου πεις το λασπόχιονο και κάθε τέσσερα χρόνια η συμφορά του Φλεβάρη και οι ατέλειωτες μπόρες του Απρίλη, και τα κρινάκια και όλη η αέναος μαλακία και φτου κι απ’ την αρχή».

Μάλλον απρόσμενα, η πιο πάνω πρόταση [και πολλές παρόμοιες] ανήκει στον Σάμιουελ Μπέκετ, κατ’ εξοχήν εκπρόσωπο της απογύμνωσης της γλώσσας από τα στολίδια της ή το λογοτεχνικό αντίστοιχο της εικαστικής αφαίρεσης. Κρίνοντας από τα θεατρικά κείμενά του, ο αναγνώστης δεν μπορεί να γνωρίζει πόσο ικανός ήταν ο μεγάλος Ιρλανδός να απεικονίζει κομμάτια της φύσης, ή στιγμές από το κοινωνικό γίγνεσθαι, πριν τα απογειώσει σε ευρύτερες συμβολικές / μυθολογικές / αλληγορικές σφαίρες. Είναι το άλλο άκρο της πληθωριστικής χρήσης της γλώσσας από τον άλλο μεγάλο Ιρλανδό του 20ου αιώνα – τον Τζέιμς Τζόις. Και όμως, η ύστατη λιτότητα των μέσων που συναντάμε στο Περιμένοντας τον Γκοντό ή στο Ευτυχισμένες Μέρες, κρύβουν πίσω τους ένα όγκο «πραγμάτων» για τα οποία ο Μπέκετ «ξέρει καλά».

Ας το θέσω λοιπόν με έναν δικό μου αφορισμό: Οι συγγραφείς οφείλουν να γνωρίζουν για τι πράγμα μιλάνε, ακόμα κι αν δεν λένε τίποτα γι’ αυτό. Οφείλουν δηλαδή να είναι ικανοί να αναπαραστήσουν, να συναρθρώσουν και να συνθέσουν πράγματα και καταστάσεις, πριν επιλέξουν τις λέξεις που θα συνθέσουν το ορατό προϊόν τους.

Αν αναποδογυρίσουμε την δοθείσα ρήση, το ακριβέστερο θα ήταν να πούμε πως δεν πρέπει να μιλάμε για πράγματα που δεν ξέρουμε. Το κριτήριο του τι ξέρουμε και τι όχι είναι ολισθηρό. Η γνώση δεν δίνεται από χέρι – αποκτάται, εμπλουτίζεται, απορρίπτεται, βελτιώνεται. Οι εμπειρίες είναι και δεν είναι γνώση, καθώς απαιτούν επεξεργασία, απόσταση και απόσπαση προκειμένου να μετασχηματισθούν σε τέχνη. Ακόμα και η περίφημη μνήμη που τόσο αποθεώνεται στις μέρες μας, είναι απολύτως αναξιόπιστη: βελτιώνει, εξωραΐζει, μεγεθύνει και ναρκισσεύεται με τα περί τον βίο μας, όπως λ.χ. το πρόσφατο Νόμπελ της Ανί Ερνό.

Πέραν όσων με κάποιο τρόπο θεωρούμε ότι ξέρουμε, υπάρχουν κι αυτά για τα οποία οφείλουμε να μάθουμε στη διάρκεια του βίου.

Πέραν όσων με κάποιο τρόπο θεωρούμε ότι ξέρουμε, υπάρχουν κι αυτά για τα οποία οφείλουμε να μάθουμε στη διάρκεια του βίου. Εδώ παίζει ρόλο η συγγραφική έρευνα, κυρίως στους καιρούς αυτούς της διαρκώς και επιταχυνόμενα μεταλλασσόμενης γνώσης, καθώς ο κόσμος μας γίνεται όλο και περισσότερο σύνθετος, κι ενώ επιστήμη, τεχνολογία, κοινωνικές παραδοχές και φυσικές συντεταγμένες μεταλλάσσονται ραγδαία.

Το να βασίζεσαι πάντως σε πράγματα που ξέρεις δεν έχει σε τίποτα να κάνει με τη φαντασία – βασικό συστατικό της μυθοπλασίας. Η αλήθεια της πραγματικότητας είναι άλλη από την αλήθεια της λογοτεχνίας. Το να φανταστώ έναν διάλογο, μια προδοσία ή την εξέλιξη μιας σχέσης είναι απολύτως νόμιμο και μάλιστα το μεγάλο ζητούμενο, αρκεί τα υλικά, οι άνθρωποι, το περιβάλλον να έχουν σάρκα και οστά. Από κει και πέρα αρχίζει το χτίσιμο της αφήγησης, οι στοχεύσεις, οι συμβολισμοί, το στυλ, το ύφος, ο ρυθμός, η καθεαυτή αναπαράσταση. Στο κάτω κάτω δεν γνωρίζουμε και πολλά για την Κοκκινοσκουφίτσα ή την Αλίκη εκείνη της χώρας των θαυμάτων. Ωστόσο για να παραχθούν τα αρχετυπικά εκείνα όντα προηγήθηκε δουλειά πολλή, με αναγκαστικό τσαλαβούτηγμα στην πραγματικότητα, όποια κι αν ήτανε. Το ίδιο ισχύει με τον κύριο Κ. του Κάφκα, με τον Χοκ Φίνν του Μαρκ Τουαίην ή με τον Σαμουήλ του Μέλβιλ.

Η παραγωγή τάξης μέσα από το χάος του περιγύρου μας είναι το τελικό ζητούμενο ή και καθήκον – όσο κι αν ο τελευταίος όρος ακούγεται παλιομοδίτικος.

Ας αποτολμήσω έναν τελευταίο αφορισμό: γράφε με τις λέξεις που καλά γνωρίζεις.

Α ναι, ιδού κι άλλος ένας: γράφε με τα υλικά που κατέχεις ή που υπάρχει πιθανότητα να αποκτήσεις καθ’ οδόν.

Ιωάννα Μπουραζοπούλου: «Σπάνια οι αλήθειες είναι απόλυτες και διαρκείς»

12 mpourazopoulou Να αμφισβητείς, γράφοντας, όσα νομίζεις πως ξέρεις, ώστε να μπορείς να τα ανακαλύψεις από την αρχή.

Σπάνια οι αλήθειες είναι απόλυτες και διαρκείς, σπάνια οι γνώσεις μας γι' αυτές είναι επαρκείς. Χάρισε στον εαυτό σου τη συγκίνηση της εξερεύνησης και στον αναγνώστη την απόλαυση της έκπληξης.

Σοφία Νικολαΐδου: «Ο συγγραφέας, όσο και να παλεύει με τα κύματα της αφήγησης, στο βάθος ξέρει»

Δε μου αρέσουν οι συμβουλές – ούτε στη ζωή ούτε στη γραφή. Ίσως γι’ αυτό αποφεύγω να δίνω. Ίσως γι’ αυτό, όταν έγραφα το πρώτο μου βιβλίο, δε ρώτησα κανέναν και τίποτα. Με έκαιγε φωτιά κι αυτό μου αρκούσε. Ό,τι συμβουλή ήθελα την έπαιρνα με το μολύβι μου, σημειώνοντας πολύ προσεκτικά στα περιθώρια των βιβλίων που αγαπούσα. Σκέψεις και ξεσηκωτικές ανακαλύψεις: πώς τα κατάφερνε η τάδε συγγραφέας, τι λαγούς έβγαζε από το καπέλο του ο δείνα, πώς το σιωπηλό ποτάμι της αφήγησης γινόταν ορμητικός χείμαρρος αίφνης, μέσα σε τρεις λέξεις. Τις λέξεις τους μελετούσα, τους αρμούς των παραγράφων και των κεφαλαίων, το αφηγηματικό μοντάζ, την τέχνη τους επάνω στο χαρτί. Αυτά που με τόση ευλάβεια διάβαζα (κι ακόμη διαβάζω) στα βιβλία τους με έμαθαν όσα ξέρω, αυτά στάθηκαν οι σιωπηλοί σύμβουλοί μου. Στο κάτω κάτω και οι συγγραφείς είναι άνθρωποι: ζουν με τις αντιφάσεις τους, παίζουν με τις πόζες τους και λένε ψέματα που μοιάζουν με αλήθειες.

13 nikolaidou Το «γράφε για όσα ξέρεις» μπορεί να ταιριάζει σε συγκεκριμένους συγγραφείς, που σκέφτονται και γράφουν με αφετηρία και προορισμό το ορυκτό βίωμα. Τι γίνεται όμως με όλους τους άλλους; Το «γράφε για όσα ξέρεις» αφήνει απέξω το φανταστικό, το αστυνομικό (πόσους φόνους έχουν δει οι διαπρεπείς συγγραφείς που γράφουν γι’ αυτά; Πόσους εγκληματίες γνωρίζουν;), το ιστορικό μυθιστόρημα, το θρίλερ και χίλια δυο άλλα... Γράφε γι’ αυτό που θέλεις λοιπόν. Ο συγγραφέας, όσο και να παλεύει με τα κύματα της αφήγησης, στο βάθος ξέρει. Και παίρνει τις αποφάσεις του. Ακόμη και όταν συμβουλεύεται πολλούς, στο τέλος ακούει μόνο έναν. Τη φωνή μέσα του, που τον οδηγεί σαν φάρος.

Βαγγέλης Ραπτόπουλος: «Γράψε ό,τι θέλεις, ό,τι τραβάει η ψυχή σου, ό,τι σου καπνίσει»

«Γράψε για όσα ξέρεις». Η πιο διάσημη παγκοσμίως αμερικανική συμβουλή δημιουργικής γραφής. Πάντα μου έκανε εντύπωση ότι προερχόταν από μια χώρα που οι σπουδαιότεροι λογοτέχνες της είναι τόσο ρεαλιστές. Θα μου φαινόταν πιο φυσικό να την έλεγαν στη Λατινική Αμερική, φέρ’ ειπείν, ώστε να αναχαιτίσουν τη ροπή στον μαγικό ρεαλισμό. Λες και τη συνέλαβαν σε μια περίοδο όπου στις ΗΠΑ γεννιούνταν έργα πλημμυρισμένα μόνο με αποκυήματα της φαντασίας.

Προφανώς, θέλησαν να εμποδίσουν την τάση των νέων συγγραφέων να χρησιμοποιούν το γράψιμο ως φυγή από την πραγματικότητα, παραγεμίζοντας τα γραπτά τους με εξωπραγματικά πλάσματα και συμβάντα, και καταλήγοντας μη πειστικοί.

14 raptopoulos «Γράψε για όσα ξέρεις», δηλαδή γίνε όσο πιο πειστικός μπορείς, αντλώντας από τις εμπειρίες σου. Πες μας για όσα σε καίνε, γι’ αυτά που έχεις στα βάθη της καρδιάς σου, και που μόνο εσύ μπορείς να τα πεις και κανένας άλλος σ’ αυτόν τον κόσμο. Ή που αυταπατάσαι ότι μόνο εσύ τα ξέρεις, πράγμα που για έναν δημιουργό κάνει σχεδόν το ίδιο.

Ωστόσο, ποτέ μου δεν θα έδινα σε κάποιον νέο συγγραφέα μια παρόμοια συμβουλή. Επειδή το τι γράφουμε είναι πρωτίστως θέμα ιδιοσυγκρασίας. Δηλαδή, θέμα χαρακτήρα, αλλά και αφηγηματικής ιδιοσυγκρασίας, που δεν ταυτίζονται πάντα. Θα προτιμούσα να μην έδινα καμία συμβουλή. Εάν, όμως, με ανάγκαζαν να το κάνω, θα έλεγα: Γράψε ό,τι θέλεις, ό,τι τραβάει η ψυχή σου, ό,τι σου καπνίσει.

Μόνο να είσαι σίγουρος ότι αυτό που γράφεις είναι όντως ό,τι τραβάει η ψυχή σου. Και όχι ό,τι νομίζεις ότι αρέσει στην ή στον ερωτικό σου σύντροφο, που προσπαθείς να τον θαμπώσεις. Όχι ό,τι πιστεύεις ότι αρέσει στο αναγνωστικό κοινό ή στους κριτικούς.

Βεβαιώσου πρώτα τι ακριβώς θέλεις κατά βάθος, και μετά γράψε όντως γι’ αυτό. Όλα τ’ άλλα δεν έχουν σημασία.

 

 

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Λογοτεχνικά περιοδικά»: Ποια είναι, ποιο το στίγμα τους, ποιοι τα βγάζουν – Μια απόπειρα καταγραφής των λογοτεχνικών περιοδικών που κυκλοφορούν σήμερα σε έντυπη μορφή

«Λογοτεχνικά περιοδικά»: Ποια είναι, ποιο το στίγμα τους, ποιοι τα βγάζουν – Μια απόπειρα καταγραφής των λογοτεχνικών περιοδικών που κυκλοφορούν σήμερα σε έντυπη μορφή

Σαράντα πέντε λογοτεχνικά περιοδικά: Τα μακροβιότερα, τα καινούργια, τα σπάνια. Μια απόπειρα καταγραφής των λογοτεχνικών και βιβλιολογικών περιοδικών που κυκλοφορούν σήμερα σε έντυπη μορφή, παρουσιάζοντας το πρώτο και το τελευταίο τεύχος από το καθένα. Μια αναδρομή, επίσης, σε ορισμένα από τα σημαντικότερα, που...

«Πρόδωσε» η Νάθενα τον Παπαδιαμάντη; – Μια αναδρομή στις κινηματογραφικές μεταφορές της Φόνισσας και ορισμένες χρήσιμες παραδοχές

«Πρόδωσε» η Νάθενα τον Παπαδιαμάντη; – Μια αναδρομή στις κινηματογραφικές μεταφορές της Φόνισσας και ορισμένες χρήσιμες παραδοχές

Μερικές παρατηρήσεις από τη σκοπιά των Σπουδών Κινηματογραφικής Μεταφοράς. Φωτογραφίες © Γιώργος Τατάκης, από τα γυρίσματα της ταινίας «Φόνισσα».

Γράφει ο Γιάννης Βαγγελοκώστας

Στο αφιερωματικό τεύχος του περιοδικού «Αντί» για τον κορυφαίο Σκ...

Για το «Φονικό καρναβάλι» του Μετίν Αρντιτί – Από τη βενετσιάνικη Αναγέννηση στη σημερινή εποχή

Για το «Φονικό καρναβάλι» του Μετίν Αρντιτί – Από τη βενετσιάνικη Αναγέννηση στη σημερινή εποχή

Για το μυθιστόρημα του Μετίν Αρντιτί [Metin Arditi] «Φονικό καρναβάλι» (μτφρ. Ρίτα Κολαΐτη, εκδ. Πατάκη).

Γράφει η Ρίτα Κολαΐτη

Το Φονικό καρναβάλι είναι το πέμπτο βιβλίο του Μετίν Αρντιτί που μεταφράζω στα ελληνικά. Είναι μεγάλη ευτυχία για έ...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

Ιστορίες από τη Χώρα των Χρυσανθέμων: 10 λογοτεχνικά έργα που κυκλοφόρησαν πρόσφατα ανοίγουν παράθυρα στον κόσμο της Ιαπωνίας

Ιστορίες από τη Χώρα των Χρυσανθέμων: 10 λογοτεχνικά έργα που κυκλοφόρησαν πρόσφατα ανοίγουν παράθυρα στον κόσμο της Ιαπωνίας

Όσο μακρινή κι αν φαντάζει η Ιαπωνία, δεν παύει να μας ελκύει, μεταξύ άλλων και για την ιδιαίτερη και τολμηρή λογοτεχνία της. Από τον κλασικό Καουαμπάτα έως τον ευφάνταστο Μουρακάμι, επιλέγουμε δέκα βιβλία που κυκλοφόρησαν σχετικά πρόσφατα και μπορούν να μας ανοίξουν νέα παράθυρα στον κόσμο του Ανατέλλοντος Ήλιου. K...

Τα βραβεία του «Χάρτη» 2023: Ο βραχύς κατάλογος

Τα βραβεία του «Χάρτη» 2023: Ο βραχύς κατάλογος

Το διαδικτυακό περιοδικό Λόγου και Τέχνης Χάρτης (www.hartismag.gr), συνεχίζει για τρίτη χρονιά την απονομή ετήσιων βραβείων, με σκοπό την ανάδειξη των σημαντικότερων βιβλίων που κυκλοφόρησαν το περασμένο έτος. Σήμερα ανακοινώθηκε ο Βραχύς Κατάλογος σε όλες τις κατηγορίες. Δείτε βιβλία και συγγραφείς. 

...

Βραβείο Nero Gold 2023: Νικητής ο Ιρλανδός συγγραφέας Πολ Μάρεϊ για το μυθιστόρημα «Τhe Bee Sting»

Βραβείο Nero Gold 2023: Νικητής ο Ιρλανδός συγγραφέας Πολ Μάρεϊ για το μυθιστόρημα «Τhe Bee Sting»

Το μυθιστόρημα του Πολ Μάρεϊ [Paul Murray] «The Bee Sting» είχε προκριθεί και στη μικρή λίστα του Βραβείου Μπούκερ και εκθειάστηκε από τη συγγραφέα Μπερναρντίν Εβαρίστο [Bernardine Evaristo] που είναι μέλος της επιτροπής του βραβείου Νero Gold. 

Επιμέλεια: Book Press...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Το μποστάνι του Μποστ» του Κωνσταντίνου Κυριακού (προδημοσίευση)

«Το μποστάνι του Μποστ» του Κωνσταντίνου Κυριακού (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Κυριακού «Το μποστάνι του Μποστ – Μια σύνθεση / συμπλήρωση / διασκευή κειμένων του Μποστ», το οποίο κυκλοφορεί σε λίγες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...

«Όλα μαύρα» της Δήμητρας Παπαδήμα (προδημοσίευση)

«Όλα μαύρα» της Δήμητρας Παπαδήμα (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο της Δήμητρας Παπαδήμα «Όλα μαύρα», το οποίο θα κυκλοφορήσει την επόμενη εβδομάδα από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

«Τι είμαστε εμείς μπροστά σε αυτά τα κτήνη, ρε; Τι είμαστε; Άγιοι. Και φόνο να...

«Μέσα στο δίχτυ» της Άιρις Μέρντοχ (προδημοσίευση)

«Μέσα στο δίχτυ» της Άιρις Μέρντοχ (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Άιρις Μέρντοχ [Iris Murdoch] «Μέσα στο δίχτυ» (μτφρ. Έφη Τσιρώνη), το οποίο κυκλοφορεί στις 6 Μαρτίου από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Όταν είδα τον Φιν να με περιμένει στη γωνία το...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Ιστορίες από τη Χώρα των Χρυσανθέμων: 10 λογοτεχνικά έργα που κυκλοφόρησαν πρόσφατα ανοίγουν παράθυρα στον κόσμο της Ιαπωνίας

Ιστορίες από τη Χώρα των Χρυσανθέμων: 10 λογοτεχνικά έργα που κυκλοφόρησαν πρόσφατα ανοίγουν παράθυρα στον κόσμο της Ιαπωνίας

Όσο μακρινή κι αν φαντάζει η Ιαπωνία, δεν παύει να μας ελκύει, μεταξύ άλλων και για την ιδιαίτερη και τολμηρή λογοτεχνία της. Από τον κλασικό Καουαμπάτα έως τον ευφάνταστο Μουρακάμι, επιλέγουμε δέκα βιβλία που κυκλοφόρησαν σχετικά πρόσφατα και μπορούν να μας ανοίξουν νέα παράθυρα στον κόσμο του Ανατέλλοντος Ήλιου. K...

«Μικρή Στίξις»: Νέα σειρά βιβλίων και εκδήλωση για τα 7 χρόνια παρουσίας στον εκδοτικό χώρο

«Μικρή Στίξις»: Νέα σειρά βιβλίων και εκδήλωση για τα 7 χρόνια παρουσίας στον εκδοτικό χώρο

Με τη συμπλήρωση επτά συναπτών ετών στο εκδοτικό στερέωμα, οι εκδόσεις Στίξις κάνουν το επόμενο βήμα με μια νέα σειρά τεσσάρων βιβλίων, υπό τον τίτλο «Μικρή Στίξις», των Γιώργου Δουατζή, Χρυσοξένης Προκοπάκη, Στέφανου Τζουβάρα και Μιχάλη Σηφάκη.  

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος  ...

7 γυναίκες γράφουν και ακούγονται – Όψεις της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας

7 γυναίκες γράφουν και ακούγονται – Όψεις της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας

Σίσσυ Δουτσίου, Στεύη Τσούτση, Λίνα Βαρότση, Αστερόπη Λαζαρίδου, Ελισάβετ Παπαδοπούλου, Αντιγόνη Ζόγκα, Λίνα Βαλετοπούλου. Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας επιλέγουμε πολύ πρόσφατα βιβλία νέων Ελληνίδων συγγραφέων που θέτουν, άλλοτε με τρόπο διεκδικητικό κι άλλοτε πιο έμμεσο, το ζήτημα της γυναικείας χειρα...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

02 Απριλίου 2023 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα μεγαλύτερα μυθιστορήματα όλων των εποχών: 20 έργα-ποταμοί από την παγκόσμια λογοτεχνία

Πολύτομα λογοτεχνικά έργα, μυθιστορήματα-ποταμοί, βιβλία που η ανάγνωσή τους μοιάζει με άθλο. Έργα-ορόσημα της παγκόσμιας πεζογραφίας, επικές αφηγήσεις από την Άπω Ανατ

ΦΑΚΕΛΟΙ