Της Αμάντας Μιχαλοπούλου
Τον τελευταίο καιρό λαμβάνω παράξενα μέιλ. Επισημαίνουν κινδύνους με την ευρηματικότητα της καλής μυθοπλασίας: μου γράφουν, ας πούμε, ότι μπορεί να με πλησιάσει κάποιος που δειγματίζει αρώματα και να με ψεκάσει με… αιθέρα για να μου ξαφρίσει το πορτοφόλι.
Ή ότι μπορεί να ρίξουν αυγά στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου και αν εγώ κάνω το ευνόητο, καθαρίσω δηλαδή το τζάμι, τα αυγά μαζί με το καθαριστικό των υαλοκαθαριστήρων θα μειώσουν την όρασή μου. Θα βγω να δω τι συμβαίνει, οι κλέφτες θα μου πάρουν το αυτοκίνητο με όλα τα τιμαλφή κι εγώ θ’ απομείνω “δαρμένη” (sic) “δίχως αμάξι, δίχως λεφτά, δίχως πιστωτικές κάρτες, δίχως κινητό, δίχως κλειδιά του σπιτιού”. (Προσέξτε το ρητορικό σχήμα, τη συσσώρευση των “δίχως”)
Δεν ξέρω τι συμπέρασμα θα έβγαζαν οι συγγραφείς αστυνομικών γι αυτά τα μέιλ. Η ταπεινή μου γνώμη είναι ότι ζούμε όχι μόνο υπό το καθεστώς της κρίσης, αλλά και υπό το καθεστώς της μυθοπλασίας του φόβου. Όποιος δε φοβάται αρκετά βλέποντας τηλεοπτικές ειδήσεις, ας ανησυχήσει τουλάχιστον με τα αλυσιδωτά μέιλ. Η ιδέα είναι: πες την ιστορία, διάδωσέ την, σώσε τους φίλους σου από την πιθανή καταστροφή. Επανάλαβε μετά από μένα, μοιάζει να λέει ο συντάκτης των εκφοβιστικών μέιλ: ζούμε ή δε ζούμε σε μια ανατριχιαστική εποχή;
Η σωτηρία μου σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η λογοτεχνία του διαλογισμού – τα κείμενα που σε βοηθούν να σταματήσεις να σκέφτεσαι. Το πιο ενδιαφέρον που διάβασα τελευταία είναι “Η φλόγα της προσοχής” του Κρισναμούρτι (Εκδ. Καστανιώτη). Το ενδιαφέρον στον Κρισναμούρτι είναι ότι δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να γίνει δάσκαλος: την ίδια στιγμή που εξέφραζε μια άποψη φοβόταν ότι όσοι τον ακούνε ή διαβάζουν τα κείμενά του θα καταλήξουν άνθρωποι από δεύτερο χέρι, άνθρωποι που δεν κατανοούν δηλαδή ότι η λύση βρίσκεται μέσα τους.
Ο Κρισναμούρτι προτρέπει σε παρατήρηση (που είναι το αντίθετο της ανάλυσης) και ζητάει το πιο δύσκολο πράγμα του κόσμου: να πάψουμε για λίγο να σκεφτόμαστε. Στις οχτώ ομιλίες αυτού του τόμου καταλήγει στο συμπέρασμα ότι “η ουσία του περιεχομένου της συνείδησής μας είναι η σκέψη. Η σκέψη έχει δημιουργήσει μια δομή στη συνείδηση – μια δομή φόβου, πίστης”.
Κι αλλού προτείνει: “Μπορείτε να παρατηρήσετε ένα δέντρο ή το καινούργιο φεγγάρι, ή το μοναχικό αστέρι στον ουρανό χωρίς τη λέξη φεγγάρι; Αστέρι, ουρανός – χωρίς τη λέξη; Επειδή η λέξη δεν είναι το πραγματικό αστέρι, το πραγματικό φεγγάρι. Μπορείτε να παραμερίσετε τη λέξη και να κοιτάξετε;”. Το ίδιο ισχύει και για τον φόβο και για κάθε συναφή συναισθηματική φόρτιση που μάς επιβάλλει η κρίση. Μπορούμε, άραγε, να παραμερίσουμε τις λέξεις και να κοιτάξουμε;
Για όσους πάλι προτιμούν να φτάσουν σε λύσεις μόνοι τους προτείνω τις “Ιστορίες του ζεν” (Μτφ. Γ.Ι. Μπαμπασάκης, Εκδ. Ροές). Είναι κρυπτικές, ενέχουν το δίδαγμά τους και θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τα αλυσιδωτά μέιλ με αλυσιδωτή παρηγορία…
Κι ένα τελευταίο μικρό διαμάντι: “Τι είναι ο βουδισμός” από τον Χόρχε Λουίς Μπόρχες με τη συνεργασία της Αλίσια Χουράδο (εκδ. PRINTA). Η ευρυμάθεια του Μπόρχες καθηλώνει αλλά ακόμη πιο συναρπαστική είναι η αφήγηση με μεθυσμένους ελέφαντες και ψάρια με εκατό κεφάλια. Νομίζεις ότι πρόκειται για το μπορχεσιανό σύμπαν, ενώ στην πραγματικότητα διαβάζεις την ιστορία του Βουδισμού. Ωστόσο δεν είναι κακή ιδέα να έχουμε στο νου μας τη συμβουλή του Κρισναμούρτι γύρω από τα αναγνώσματα που γράφτηκαν με θρησκευτική σκοπιμότητα: “Οι τελετουργίες, οι προσευχές, όλο αυτό το τσίρκο που συνεχίζεται στο όνομα της θρησκείας έχει συναρμολογηθεί από τη σκέψη”.