Για το βιβλίο της Νάνσυ Χιούστον «Ίχνη Ρήγματος» (μτφρ. Ειρήνη Τσολακέλλη, εκδ. Άγρα)
Της Αμάντας Μιχαλοπούλου
Τα «Ίχνη ρήγματος» είναι ίσως το πιο φιλόδοξο βιβλίο της Νάνσυ Χιούστον. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση ξεκινάει με τον Σολ, ένα εξάχρονο αγόρι που το 2004, επιχειρεί να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει στην παράξενη οικογένειά του της οποίας τα ίχνη της χάνονται στο χρόνο και στην ιστορία.
Είναι Εβραίοι, είναι Γερμανοί; Γιατί κανείς δε μιλάει καθαρά μέσα στο σπίτι τους για την προγιαγιά Έρρα, τη γιαγιά Σέιντυ, τη γερμανική κατοχή;
Η Καναδή συγγραφέας δημιουργεί μια σπονδυλωτή αφήγηση όπου ένας εκπρόσωπος κάθε γενιάς μοιράζεται τα μυστικά του -όχι ως ενήλικας που ξέρει να κρύβει και να επινοεί αλλά ως αθώο εξάχρονο παιδί. Μετά τον Σολ, σειρά έχει ο πατέρας του, ο Ράνταλ, που το 1982 είναι έξι χρονών επίσης. Ο Ράνταλ ζει στη Νέα Υόρκη ως τη στιγμή που η πολιτικοποιημένη μητέρα του, πασχίζοντας να ρίξει φως στα οικογενειακά μυστικά, επιμένει να μετακομίσουν όλοι μαζί στη Χάιφα.
Ακολουθεί η αφήγηση της Σέιντυ, μητέρας του Ράνταλ, γιαγιάς του Σολ. Το 1962 η Σέιντυ είναι έξι χρονών και ζει στο Τορόντο με τους παππούδες της επειδή η μητέρα της η Έρρα είναι πολύ απασχολημένη με τη μουσική, τους μπήτνικς και τη μαριχουάνα. Αλλά έρχεται η στιγμή που αυτή η μεθυσμένη με την τέχνη και τη ζωή μητέρα αποφασίζει να πάρει μαζί της τη Σέιντυ στη Νέα Υόρκη. Έρρα είναι το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της προγιαγιάς του Σολ- που γίνεται διάσημη ανά την υφήλιο για την παράξενη φωνή της. Αλλά όταν ήταν παιδί η Έρρα ονομαζόταν Κριστίνα: μ’αυτό το όνομα μιλάει στο τέλος του βιβλίου ως τέταρτη και τελευταία αφηγήτρια-παιδί. Είναι το 1944, η Γερμανία καταρρέει μετά το τέλος του πολέμου και η Κριστίνα μαθαίνει ένα τρομερό μυστικό που όπως καταλαβαίνουμε πρωθύστερα επηρεάζει όλη την οικογένεια.
Δημιουργεί μια σπονδυλωτή αφήγηση όπου ένας εκπρόσωπος κάθε γενιάς μοιράζεται τα μυστικά του -όχι ως ενήλικας που ξέρει να κρύβει και να επινοεί αλλά ως αθώο εξάχρονο παιδί.
Το εύρημα είναι συγκλονιστικό: τα παιδιά μιλάνε όπως κανείς ενήλικας δεν θα είχε ποτέ το θάρρος να μιλήσει, αθώα και πονηρά μαζί, με τη διεισδυτικότητα ενός εξάχρονου που παρατηρεί την κλείδωση του αγκώνα του ενώ κοιμάται δίπλα στον παππού του, ή παρακολουθεί τη μητέρα του από την κλειδαρότρυπα να επιδίδεται σε ακατονόμαστες ερωτικές πράξεις. Ποτέ η ιστορία δεν είναι τόσο ζωντανή, όσο όταν ένα αγόρι ή κορίτσι του Δημοτικού αποφασίζει να μιλήσει για τις οικογενειακές πληγές με το ιδιόμορφο μείγμα ενοχών και αφέλειας που μόνο ένα παιδικό μυαλό μπορεί να κινητοποιήσει.
Το μυστικό της οικογένειας, η «γερμανοποίηση» ξένων παιδιών από τη Βέρμαχτ αποκαλύπτεται μόνο στο τέλος του βιβλίου, αλλά εμποτίζει από την αρχή τη συνείδηση του αναγνώστη. Ποιοι είμαστε και από ποια μυστικά και ψέματα διαμορφώνεται η ατομική, η οικογενειακή, ακόμη και η εθνική μας ταυτότητα; Αυτό είναι το αέναο ερώτημα του μυθιστορήματος.
Τα «Ίχνη Ρήγματος» είναι ουσιαστικά ένα μάθημα ευρωπαϊκής ιστορίας και άσκησης οικογενειακής εξουσίας ταυτόχρονα – μια σπουδή στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου. Κι επίσης ένα μάθημα για το χρόνο: ακόμη κι οι προγιαγιάδες ήταν κάποτε παιδιά κι η αφήγησή τους μάς μαθαίνει κάτι ανεκτίμητο- να αντιμετωπίζουμε τους ηλικιωμένους ως πρώην παιδιά.
Διαβάζεται απνευστί.
* Η ΑΜΑΝΤΑ ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ είναι συγγραφέας.
Τελευταίο της βιβλίο, το μυθιστόρημα «Μπαρόκ» (εκδ. Καστανιώτη).