
Ο Ντίνο Μπάουκ είναι Σλοβένος δικηγόρος, πρώην Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας και αρθρογράφος. Το μυθιστόρημά του «Το τέλος. Και ξανά» κέρδισε το Βραβείο καλύτερου πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα στην Έκθεση Βιβλίου της Σλοβενίας και κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά, σε μετάφραση Γιούλης Σταματίου, από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Συνέντευξη στη Βίκυ Πορφυρίδου
Το μυθιστόρημά σας Το τέλος. Και ξανά συνυφαίνει προσωπικές και συλλογικές ιστορίες. Τι σας ενέπνευσε να εξερευνήσετε αυτά τα θέματα και πώς αντικατοπτρίζουν την κατανόησή σας για το παρελθόν και το παρόν της Σλοβενίας;
Η ιστορία του μυθιστορήματος αποτελεί, κατά κάποιον τρόπο, μια εναλλακτική βιογραφία μου. Βέβαια, όλα τα κακά πράγματα που συμβαίνουν στον κεντρικό ήρωα, τον Ντένις, ευτυχώς δεν συνέβησαν σε μένα, παρόλο που εγώ και εκείνος έχουμε την ίδια ηλικία και μεγαλώσαμε στον ίδιο τόπο. Ο Ντένις δεν είναι μόνο ένα είδος alter ego μου, αλλά και ένας λογοτεχνικός φόρος τιμής στους φίλους και τους γνωστούς μου, και σε όλους εκείνους που, όπως ο Ντένις, πλήρωσαν το μεγαλύτερο τίμημα για το γεγονός ότι έζησαν κατά τη διάρκεια μιας ιστορικής καμπής, η οποία στην πρώην Γιουγκοσλαβία ξεκίνησε το 1989 και τελείωσε με τη δημιουργία νέων εθνικών κρατών. Εντούτοις, αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο στο μυθιστόρημα είναι οι πολλές αιματηρές τραγωδίες που σημειώθηκαν στα Βαλκάνια και, στη Σλοβενία, η απομάκρυνση 25.671 κατοίκων, κυρίως μελών άλλων γιουγκοσλαβικών εθνοτήτων, που ονομάστηκε «η διαγραφή».
Η μνήμη και η ταυτότητα έχουν κεντρικό ρόλο στις πορείες των χαρακτήρων σας. Πώς αντιλαμβάνεστε τον ρόλο της μνήμης στη διαμόρφωση της ταυτότητάς μας, τόσο ως ατόμων όσο και ως κοινωνικού συνόλου;
Η μνήμη μας είναι ταυτόχρονα η πηγή της ταυτότητάς μας, της δύναμης και της αρετής μας, αλλά και των τραυμάτων και των δυσκολιών μας. Αρνητικά γεγονότα, όπως η παράνομη και αντισυνταγματική διαγραφή 25.671 ατόμων από τα μητρώα πληθυσμού στη Σλοβενία, είναι φυσικά μη αναστρέψιμα. Όμως, εξαρτάται από όλους εμάς τι επίδραση θα έχουν στη σύγχρονη εποχή και στο μέλλον. Μπορούν να λειτουργήσουν ως ανεπεξέργαστα τραύματα ή να έχουν καθαρτικό αποτέλεσμα, εάν η κοινωνία ανταποκριθεί κατάλληλα – κάτι που, δυστυχώς, δεν έχει συμβεί ακόμη πλήρως.
Το μυθιστόρημα εξετάζει το κίνημα ανεξαρτησίας της Σλοβενίας. Πώς πιστεύετε ότι αυτή η ιστορική στιγμή επηρεάζει τη νεότερη γενιά σήμερα;
Η σημερινή νεότερη γενιά της Σλοβενίας γνωρίζει και νιώθει τη Γιουγκοσλαβία, ως γεωγραφική και πολιτική έννοια, μόνο μέσα από τις εμπειρίες και τις μνήμες των γονιών και των παππούδων τους. Είναι όμως διαφορετικό όταν μιλάμε για την περιοχή της πρώην Γιουγκοσλαβίας με την έννοια ενός πολιτιστικού χώρου, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει επανασυνδεθεί και αναδημιουργηθεί από αυτούς ακριβώς τους νέους ανθρώπους που δεν θυμούνται καν τη Γιουγκοσλαβία ως χώρα, αλλά προφανώς η πλούσια πολιτιστική της κληρονομιά έχει, με κάποιον τρόπο, μείνει γραμμένη στα γονίδιά τους. Η νεότερη γενιά σήμερα, και λόγω της συγγένειας των γλωσσών, είναι δεκτική σε κινηματογραφικές, μουσικές, λογοτεχνικές και λοιπές δημιουργίες από άλλες χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας.
Η νεότερη γενιά σήμερα, και λόγω της συγγένειας των γλωσσών, είναι δεκτική σε κινηματογραφικές, μουσικές, λογοτεχνικές και λοιπές δημιουργίες από άλλες χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας.
Η μουσική, ως πολιτισμικός δείκτης, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο μυθιστόρημα. Μπορείτε να αναπτύξετε τη σημασία της και γιατί την ενσωματώσατε τόσο βαθιά στη διήγηση;
Κατά την ενηλικίωσή μου, τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, αναπτύχθηκε σε ολόκληρη την πρώην Γιουγκοσλαβία μια εξαιρετικά ποιοτική, πολυσχιδής και ταυτόχρονα πρωτότυπη και μοναδική μουσική σκηνή, η οποία ακολουθούσε τα μουσικά ρεύματα της Δύσης, προσθέτοντας ταυτόχρονα σε αυτά τοπικά στοιχεία, τόσο στη μουσική όσο και στους στίχους. Το γιουγκοσλαβικό ροκ, το πανκ και το νέο κύμα αποτέλεσαν το ηχητικό υπόβαθρο κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες της Γιουγκοσλαβίας και, σύμφωνα με κάποιες ερμηνείες, η πανκ μουσική λέγεται ότι ήταν η πρώτη που άρχισε να διαβρώνει τα θεμέλια της μονοκομματικής Γιουγκοσλαβίας. Καθώς αυτές οι δύο δεκαετίες ήταν και η πιο διαμορφωτική περίοδος της ζωής μου (αποφοίτησα από το λύκειο μόλις την επόμενη μέρα από την ανεξαρτησία της Σλοβενίας και την προηγούμενη από την έναρξη του πολέμου στη Σλοβενία), όλο αυτό το ροκ εντ ρολ έχει χαραχθεί βαθιά στη μνήμη μου, καθώς και στη μνήμη ολόκληρης της γενιάς μου.
Ήταν κατά μία έννοια λογικό ότι ο κοσμοπολιτισμός και η ελεύθερη σκέψη της ροκ μουσικής θα έθεταν τον ρυθμό για την κοινωνική αλλαγή προς τη δημοκρατία και το πολυκομματικό σύστημα. Δυστυχώς, όμως, στην πορεία αυτών των κοινωνικών αλλαγών, προς τα τέλη της δεκαετίας του ’90, ο ήχος του ροκ εντ ρολ πνίγηκε από τα τύμπανα του πολέμου και του εθνικισμού. Οι πολίτες του κόσμου, βαδίζοντας προς τη δημοκρατία, μετατράπηκαν σε φυλετικούς πολεμιστές υπό τον ρυθμό τους.
Το μυθιστόρημα αγγίζει τα σημεία εκείνα στα οποία συναντάται το προσωπικό τραύμα και η εθνική ταυτότητα. Πώς βλέπετε τη συμβολή της λογοτεχνίας στην κατανόηση ή την ίαση αυτών των κοινών εμπειριών;
Σε επίπεδο αναγνώστη, η λογοτεχνία μπορεί σίγουρα να έχει έναν αντίκτυπο, αλλά πιστεύω ότι δυστυχώς χάνει την κοινωνική επιρροή που κάποτε είχε. Σήμερα, καλείται να ανταγωνιστεί πολύ πιο ισχυρούς αντιπάλους, που προσφέρουν γρήγορα και ισχυρά εφέ, στα οποία η λογοτεχνία μάς οδηγεί μόνο αν της αφιερώσουμε έναν ασύγκριτα μεγαλύτερο χρόνο. Με τον ολοένα και πιο περιορισμένο χρόνο που έχουμε να μοιράσουμε ανάμεσα στο διάβασμα, τη μουσική, τον κινηματογράφο και το θέατρο, και με την παραγωγή όλων αυτών να αυξάνεται εκθετικά, παρεμποδίζεται ουσιαστικά η δημιουργία συλλογικής συνείδησης βασισμένης σε κοινές πολιτιστικές αναφορές. Το άτομο απομονώνεται και καθίσταται ένας κοινωνικά παθητικός καταναλωτής του πολιτιστικού περιεχομένου με το οποίο το βομβαρδίζουν οι δημιουργοί του. Έτσι, η κοινωνική πρόοδος και η αλλαγή ουσιαστικά επιβραδύνονται, παρόλο που έχουμε την ευκαιρία να διαβάσουμε, να παρακολουθήσουμε και να ακούσουμε εξαιρετικά ποιοτικά έργα τέχνης.
Με τον ολοένα και πιο περιορισμένο χρόνο που έχουμε να μοιράσουμε ανάμεσα στο διάβασμα, τη μουσική, τον κινηματογράφο και το θέατρο, και με την παραγωγή όλων αυτών να αυξάνεται εκθετικά, παρεμποδίζεται ουσιαστικά η δημιουργία συλλογικής συνείδησης βασισμένης σε κοινές πολιτιστικές αναφορές.
Ο τίτλος Το τέλος. Και ξανά είναι ενδιαφέρων. Πώς συνοψίζει την ουσία της ιστορίας και ποια σημασία έχει για εσάς ως συγγραφέα;
Κατέληξα στον τίτλο του βιβλίου λίγο πριν αυτό τυπωθεί. Νομίζω πως λειτουργεί οπτικά και την ίδια στιγμή επί της ουσίας. Περιλαμβάνει τη λέξη «τέλος» και την τελεία, που υποδηλώνει τομή και μη αναστρεψιμότητα, καθώς και το «ξανά», που αντιπροσωπεύει την ανθρώπινη επιθυμία για αναβίωση του όμορφου και την κυκλική φύση της ιστορίας, η οποία συχνά επαναλαμβάνεται, δυστυχώς, όχι σαν φάρσα, αλλά σαν μία νέα, ακόμα μεγαλύτερη τραγωδία.