
Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της «Οι κράχτες» (μτφρ. Παναγιώτης Κεχαγιάς, εκδ. Gutenberg), η Κάρα Χόφμαν [Cara Hoffman] μάς λέει γιατί επέλεξε να ζει μεταξύ Εξαρχείων και Νέας Υόρκης, ποια είναι η έννοια της επιτυχίας και τι μπορεί να προσφέρει η λογοτεχνία στους ανθρώπους.
Συνέντευξη στον Διονύση Μαρίνο
Τρεις νέοι τη δεκεαετία του ‘80 στην Αθήνα από αλλού φερμένοι αναγκάζονται να κάνουν τους κράχτες σε ένα φτηνό ξενοδοχείο στο Σταθμό Λαρίσης. Ψάχνουν και ψάχνονται. Ερωτοτροπούν (τα δύο αγόρια είναι ζευγάρι), το κορίτσι της παρέας αναζητεί ένα νόημα στη ζωή της και οι τρεις μαζί βιώνουν μια πρωτόγνωρη κατάσταση που φτάνει ως την αθέλητη συμμετοχή τους σε μια τρομοκρατική ομάδα.
Πολλά από αυτά η Κάρα Χόφμαν τα έχει ζήσει. Είναι μέρος της προσωπικής της μυθολογίας. Κάποια από αυτά έγιναν μυθιστόρημα που εκδόθηκε πρόσφατα στα ελληνικά από τις εκδόσεις Gutenberg (μτφρ. Παναγιώτης Κεχαγιάς) υπό τον τίτλο Οι κράχτες. Μιλήσαμε μαζί της, απ΄το «ορμητήριό» της στα Εξάρχεια, και, ναι, είπε πολλά και όχι μόνο γιο το βιβλίο της.
Θα ξεκινήσω με μια πρόσφαρη είδηση και όχι ευχάριστη. Την απώλεια του Πολ Όστερ. Τι γνώμη είχες γι’ αυτόν;
Είναι τραγωδία. Χάσαμε μια πολύ σημαντική φωνή στην αμερικανική λογοτεχνία. Ξέρω ότι στην Ελλάδα ήταν πολύ δημοφιλής. Ο Πολ Όστερ εξέφρασε την αποξένωση του σύγχρονου ανθρώπου. Αυτά που έγραφε για τη Νέα Υόρκη είναι μια υπαρξιακή εμπειρία. Δεν νομίζω πως μπορεί να καλυφθεί σύντιομα το κενό του.
Εχεις αναρωτηθεί τι μένει όταν ένας συγγραφέας φεύγει; Ποιο είναι το χνάρι που αφήνει πίσω του;
Αν και συχνά έχω μηδενιστικό αίσθημα, δεν ξέρω. Δες πόσα βιβλία βγαίνουν κάθε χρόνο. Η λογοτεχνία προσφέρει στην ανθρώποτητα πράγματα από τα οποία μπορεί να κρατηθεί: τη γλώσασα, τη μουσική, την αισθητική. Αυτά αναδεικνύουν τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος. Ίσως τελικά αυτό που μένει είναι κάτι μυστηριώδες που δεν είμαστε σε θέση να το εξακριβώσουμε. Ολα αυτά, πάντως, διαμορφώνουν αυτό που είμαστε. Διαμορφώνουν την ψυχή μας.
Για όλους αυτούς τους λόγους γράφεις;
Νομίζω ότι γράφω γιατί πρέπει να το κάνω. Είναι αυτό που θέλω να κάνω περισσότερο όταν ξυπνάω το πρωί. Δεν νομίζω πως έχω επιλογή. Κάποιοι άνθρωποι είναι μουσικοί, άλλοι ζωγράφοι, άλλοι λογιστές. Το γράψιμο είναι το μοναδικό πράγμα στο οποίο βρίσκω ένα νόημα. Στη ζωή μου έχω κάνει πολλές καλές δουλειές πριν γίνω συγγραφέας, αλλά και τότε έγραφα.
Θεωρείς τον εαυτό σου επαγγελματία συγγραφέα;
Δεν ξέρω τι σημαίνει να είσαι επαγγελματίας συγγραφέας.
Υποθέτω να δουλεύεις καθημερινά τουλάχιστον επί οκτώ ώρες και να αμοίβεσαι γι’ αυτό.
Όταν έμενα στη Νέα Υόρκη έγραφα ακόμα και επί 12 ώρες την ημέρα. Είχα ένα πολύ σκληρό πρόγραμμα. Υπό αυτή την έννοια, ναι, είμαι επαγγελματίας συγγραφέας.
Επειδή εργάζεσαι και ως δημοσιογράφος πιστεύεις πως οι λέξεις ξοδεύονται γράφοντας άρθρα; Ότι χάνουν τη δύναμη που έχουν όταν γράφεις μυθοπλασία;
Ναι, ειδικά στις μέρες μας που ο κόσμος πιστεύει ότι τα πάντα είναι αληθινά. Εγώ πιστεύω πως ούτε καν ένα memoir δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτυπώνει ολόκληρη την πραγματικότητα. Η μυθοπλασία ενσωματώνει χαρακτήρες και τις ζωές των ανθρώπων που είναι τελείως διαφορετικές από τους ίδιους. Έχει τεράστια δύναμη. Αντιλαμβάνομαι ότι στις μέρες μας τα δοκίμια και τα memoir είναι πολύ δημοφιλή, όπως συμβαίνει με τα reality στην τηλεόραση, ειδικά αν υπάρχει σ’ αυτά και μια μορφή σκανδάλου.
Αν και έχεις απαντήσει πολλές φορές αυτή την ερώτηση, είμαι αναγκασμένος να την κάνω: γιατί επέλεξες την Ελλάδα για τόπο κατοικίας;
Χαίρομαι που δεν ξεκίνησες μ' αυτή την ερώτηση (γελάει). Ήρθα στην Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 και εργαζόμουν ως κράχτης σε ξενοδοχείο. Δεν είχα χρήματα, επομένως όποια χώρα επισκεπτόμουν έπρεπε να δουλέψω.
Δεν προέρχομαι από πλούσια οικογένεια. Στην Αμερική δούλεψα ως σερβιτόρα και υπάλληλος σε βιβλιοπωλείο κι έτσι έκανα ένα κομπόδεμα. Μ’ αυτό αγόρασα το εισιτήριο χωρίς επιστροφή. Όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα την βρήκα εξαιρετική πόλη.
Διάλεξες τον δύσκολο δρόμο.
Δεν θα έλεγα πως είχα άλλη επιλογή αν ήθελα να δω τον κόσμο. Δεν προέρχομαι από πλούσια οικογένεια. Στην Αμερική δούλεψα ως σερβιτόρα και υπάλληλος σε βιβλιοπωλείο κι έτσι έκανα ένα κομπόδεμα. Με αυτό αγόρασα το εισιτήριο χωρίς επιστροφή. Όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα την βρήκα εξαιρετική πόλη. Καταλαβαίνω γιατί οι άνθρωποι που ζουν στην πόλη δεν μπορούν να δουν, κάποιες φορές, πόσο όμορφη είναι. Εχει επίσης σημασία από πού έρχεσαι. Ο κόσμος πιστεύει πως οι ΗΠΑ είναι ένα πλούσιο μέρος ή ότι η Νέα Υόρκη είναι καταπληκτική. Ναι, η Νέα Υόρκη είναι καταπληκτική και είναι παγκόσμιο κέντρο της κουλτούρας, αλλά οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν ζουν στη Νέα Υόρκη. Ζουν σε έρημους χερσότοπους, οδηγώντας αγροτικά και κραδαίνοντας όπλα.
![]() |
Η Κάρα Χόϕμαν (γενν. ΗΠΑ) ζει στην Αθήνα και στη Νέα Υόρκη. Διδάσκει σε αμερικανικά πανεπιστήμια και είναι ιδρυτικό μέλος του Anarchist Review of Books. |
Προφανώς δεν είναι εύκολο να ζεις στο Ντιτρόιτ ή το Τέξας.
Ή στα Aπαλλάχια από όπου προέρχομαι εγώ. Επομένως η εμπειρία που είχα εγώ από τις ΗΠΑ ήταν μιας κουλτούρας που δεν είχε ρίζες και παράδοση ή μιας αρχιτεκτονικής που ήταν συνδεδεμένη μόνο με την εργασία. Αν τα συγκρίνεις με αυτά που συνάντησα στην Αθήνα, ήταν σαν να βρέθηκα στον παράδεισο.
Από όσο καταλαβαίνω το μυθιστόρημά σου Οι Κράχτες δεν εντάσσεται σ’ αυτό που ονομάζουμε autofiction. Τι είναι;
Δεν μου αρέσει καν η λέξη autofiction. Στηρίζεται σε κάποια γεγονότα και εμπειρίες της ζωής μου, αλλά όλο το υπόλοιπο είναι μυθοπλασία. Ακούω πολλούς να λένε πως η autofiction είναι κάτι νέο, αλλά δεν είναι. Το έχει κάνει ο Χέμινγουεϊ στο Μια κινητή γιορτή.
Ή η Ντυράς…
Ακριβώς! Και είναι από τις αγαπημένες μου συγγραφείς. Ο Σελίν επίσης. Υπάρχει μια μεγάλη παράδοση στη λογοτεχνία και όλοι κλέβουν από τις ζωές τους. Δεν εμπιστεύομαι τη νέα ταμπέλα της autofiction.
Υπάρχουν ορατές γραμμές ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία;
Ωραία ερώτηση. Δεν νομίζω πως το ξέρει κανείς αυτό. Ολοι γράφουμε ιστορίες όπου σ' αυτές εμπλέκονται άλλες ζωές, άνθρωποι δικοί μας. Η γραμμή ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία είναι θολή. Eιδικά όταν έχεις να κάνεις με ευρύτερες αφηγήσεις για την κοινωνία ή τον πολιτισμό. Η ιστορία της Ελλάδας λέει από μόνη της ποια είναι η χώρα. Το ίδιο και η Αμερική με την αντιφατικότητα που τη διακρίνει. Ο κόσμος «αγοράζει» συνεχώς διαφορετικές ιστορίες. Ως δημοσιογράφος, όμως, πιστεύω πως πρέπει να εργαστείς σκληρά για να γνωρίσεις όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους, να παρατηρείς τα πράγματα και να κρατάς την οπτική σου όσο το δυνατόν πιο αντικεμενική.
Πάντα υπάρχει ένα πολιτικό υπόβαθρο σε ό,τι κάνουμε. Οι άνθρωποι είναι πολιτικά όντα. Είμαστε, στην πλατεία Εξαρχείων και βλέπουμε τι συμβαίνει. Αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ οι φοιτητές κάνουν καταλήψεις σε πανεπιστήμια.
Οι Κράχτες είναι ένα ερωτικό βιβλίο με πολιτικό υπόβαθρο. Είναι σωστός ο τρόπος που το διάβασα;
Νομίζω πως αυτή είναι μια πολύ καλή περιγραφή του βιβλίου. Πάντα υπάρχει ένα πολιτικό υπόβαθρο σε ό,τι κάνουμε. Οι άνθρωποι είμαστε πολιτικά όντα. Είμαστε, στην πλατεία Εξαρχείων και βλέπουμε τι συμβαίνει. Αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ οι φοιτητές κάνουν καταλήψεις σε πανεπιστήμια. Μην ξεχνάμε τα κινήματα της δεκαετίας του ‘60 και του ‘70 όπως το Red Army Faction, η PLO ή η 17η Νοέμβρη. Αυτό είναι το υπόβαθρο και του βιβλίου.
Στις μέρες μας τι είναι επαναστατικό; Ο χωρίς όρια και προϋποθέσεις έρωτας μπορεί να είναι;
H εξέγερση απαιτεί την αλλαγή του τρέχοντος συστήματος, ενώ η επανάσταση να το αντικαταστήσει. Για να μιλήσεις, λοιπόν, για επανάσταση θα πρέπει να μιλάς για έναν μεγάλο έρωτα. Δεν μπορείς να το κάνεις όταν είσαι μηδενιστής. Θα πρέπει να σε διακατέχει ένα αίσθημα αλληλεγγύης. Δεν θα έλεγα πως η αγάπη προηγείται άλλων σημαντικών πραγμάτων της ζωής μας. Η μητέρα μου έχει κολλήσει μια φράση στο ψυγείο της που λέει: «Χιλιάδες έχουν ζήσει χωρίς αγάπη, αλλά ούτε ένας χωρίς νερό». Κάπως έτσι παίρνεις και μια εικόνα για την ιδεολογία της οικογένειάς μου.
Αναφερόμουν στον έρωτα έχοντας στο μυαλό μου αυτό που συμβαίνει στις μέρες μας με τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας.
Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με τον έρωτα, αλλά και με την ελευθερία να επιλέγεις να ζεις όπως θέλεις. Είχαν ρωτήσει κάποτε τον Λου Ριντ αν είναι ομοφυλόφιλος και είχε απαντήσει: «Κάποιες φορές». Αυτή είναι η καλύτερη απάντηση που έχω ακούσει σε μια τέτοια ερώτηση.
Μπορώ να φανταστώ τα προβλήματα που θα είχε το queer ζευγάρι του βιβλίου σου στην Αθήνα του ‘80 ή του ‘90. Μπορώ να πω ακόμη και σήμερα.
Η Ελλάδα είναι αρκετά ομοφοβική, παρά το γεγονός ότι πρόσφατα ψυφίστηκε ο νόμος για τα ομόφυλα ζευγάρια. Εχω φίλο εδώ στην Αθήνα που είναι queer και μου λέει πράγματα που συνέβαιναν στην Αμερική πριν από δεκαετίες. Φυσικά, και στην Αμερική υπάρχει ομοφοβία, αλλά κυρίως σε περιοχές που περιέγραφα πιο πριν. Εδώ στην Ελλάδα τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας είναι αναγκασμένα να προσέχουν το ένα το άλλο. Ειδικά σε εποχές μεγάλης καταστολής της σεξουαλικότητας, του φύλου, των γυναικών. Οι άνθρωποι αναγκάζονται να φτιάξουν τις δικές τους οικογένειες, τις δικές τους κοινότητες. Το βιβλίο έχει να κάνει και μ’ αυτό.
Από την άλλη στις μέρες μας, τουλάχιστον σε λογοτεχνικό επίπεδο, βλέπουμε νέες γυναικείς φωνές που αρθρώνουν τον δικό τους λόγο.
Είναι καταπληκτικό αυτό που συμβαίνει. Για αιώνες είχαμε στο μυαλό μας μια αρσενική φωνή. Σαν να ήταν η φωνή του θεού! Προσωπικά γράφω από πολύ μικρή. Την πρώτη γραφή του μυθιστορήματος Οι κράχτες την έγραψα όταν ήμουν 19. Πιστεύω βαθια στην επαναστατική εμφάνιση νέων γυναικείων φωνών. Είναι κάτι πολύ σημαντικό αυτό που συμβαίνει. Εχω μαθήτριες που είναι 20 ή 30 και λατρεύω να διαβάζω αυτά που γράφουν. Έχουν εμπειρίες που κάποιες μοιάζουν με τις δικές μου και άλλες που είναι εντελώς διαφορετικές, λογικό καθώς ο κόσμος αλλάζει.
Είμαι ευγνώμων όταν ο κόσμος έχει διαβάσει τα βιβλία μου και τα έχει χαρεί. Αυτό είναι το πιο σημαντικό και όχι τα βραβεία.
Έχουν γραφτεί πολλές επαινετικές κριτικές για τα βιβλία σου, κι έχεις κερδίσει και κάμποσα βραβεία. Σου λένε κάτι αυτά;
Είμαι ευγνώμων όταν ο κόσμος έχει διαβάσει τα βιβλία μου και τα έχει χαρεί. Αυτό είναι το πιο σημαντικό και όχι τα βραβεία. Όταν βγήκε το πρώτο μου βιβλίο, δεν ήταν τα βραβεία που πήρε που μου έδωσαν επιβράβευση, αλλά τα νεαρά κορίτσια από την Αμερική, από τη Γαλλία ή την Πορτογαλία που μου έστελναν γράμματα και μου έλεγαν τις δικές τους εμπειρίες και πόσο τις επηρέασε το βιβλίο μου. Στο τελευταίο μου βιβλίο που είναι μια συλλογή διηγημάτων, υπήρξε ένα κορίτσι 17 ετών που μου είπε ότι πήγαινε οδικώς σε μια κατασκήνωση με τη μητέρα της. Όταν σταμάτησαν σε ένα βιβλιοπωλείο πήρε το βιβλίο μου και το διάβασε όλο μέσα στο αυτοκίνητο. Στη συνέχεια έφτιαξε μια μικρή ταινία, την οποία και μου έστειλε. Τρελάθηκα πραγματικά! Αυτό είναι η τέχνη: να μπορείς νας εμπνεύσεις άλλους ανθρώπους. Τα βραβεία και η αναγνώριση είναι ωραία πράγματα, αλλά όπως είπε και η Έμμα Γκόλντμαν «Tα βραβεία είναι οι κονκάρδες των μετριοτήτων». Κάθε φορά που παίρνω ένα βραβείο, το σκέφτομαι, και λέω μέσα μου: «Πρέπει να τα έκανα θάλασσα».
Αυτή είναι η εικόνα της επιτυχίας που έχεις στο μυαλό σου; Η σύνδεση συγγραφέα και αναγνώστη;
Ναι, η σύνδεση. Το ότι το βιβλίο μου βγήκε στην Ελλάδα συνιστά τον κολοφώνα της συγγραφικής καριέρας μου. Εγραψα την πρώτη γραφή εδώ πιο κάτω και τώρα βγήκε σε βιβλίο. Είναι σαν να κλείνει ένας κύκλος τώρα. Αυτή είναι μια μένα μια μεγάλη επιτυχία που με συνδέει με την ελληνική κοινωνία με την οποία ζω. Ολα τα άλλα δεν με νοιάζουν. Προφανώς και κάθε άνθρωπος χρειάζεται κι άλλα πράγματα για να ζήσει, αλλά, όχι, δεν με νοιάζει. Όχι πάντα, τουλάχιστον (γελάει).
Έρχεται και η στιγμή που πρέπει να πληρώσεις τους λογαριασμούς.
Ναι, τους λογαριασμούς (γελάει). Σωστά, να πληρώσεις τους λογαριασμούς. Ωστόσο, η επιτυχία έχει να κάνει με το πόσο επικοινωνείς με τους ανθρώπους, να νοιάζεσαι γι’ αυτούς και να έχεις ελευθερία. Πολλοί πιστεύουν πως η ελευθερία ταυτίζεται με το να έχεις χρήματα, αλλά ισχύει το αντίθετο. Ελευθερία σημαίνει να σκοτώσεις τον αστυνόμο που κουβαλάς στο κεφάλι σου.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.