Σε συνέντευξή του στο Bookseller, ο Νορβηγός συγγραφέας Karl Ove Knausgård μίλησε για τη γνωστή σειρά μυθιστορημάτων του με τίτλο «Ο αγώνας μου». Τα βιβλία κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη, σε μετάφραση Σωτήρη Σουλιώτη.
Επιμέλεια: Book Press
Τα έξι ογκώδη, αυτοβιογραφικά μυθιστορήματα του Κνάουσγκορντ μιλούν αναλυτικά και απροκάλυπτα για τη ζωή των μελών της οικογένειάς του. Μετά από την κυκλοφορία των βιβλίων, οι συγγενείς του συγγραφέα, καθώς και η δεύτερη σύζυγός του εξέφρασαν τις διαφωνίες τους με τον τρόπο που απεικονίζονται στην ιστορία του. Ο Κνάουσγκορντ σχολίασε:
«Εντέλει, κανείς δεν με μήνυσε και κανείς δεν αυτοκτόνησε, κάποιοι άνθρωποι πληγώθηκαν, όμως θεωρώ πως θα το ξεπεράσουν. Δεν ήταν κάτι τόσο κακό. Εντάξει, ήταν. Τα βιβλία τούς σόκαραν επειδή δεν είχε συμβεί κάτι αντίστοιχο ποτέ ξανά στη Νορβηγία.
»Αρχικά, ήθελα να γράψω μόνο ένα βιβλίο, ένα βιβλίο για τον πατέρα μου και για τον θάνατό του - αποφάσισα να γράψω για αυτό σχεδόν από τη στιγμή που το βίωσα, αλλά δεν μπορούσα να βρω τον κατάλληλο τρόπο για να ξεκινήσω, δεν μπορούσα να εκφραστώ σωστά. Το μυθιστόρημα που έγραφα δεν ήταν καλό. Προσπαθούσα για πολλά χρόνια αλλά έμοιαζε εντελώς ψεύτικο. Ώσπου, σε μια στιγμή απελπισίας, είπα: ‘’Γάμησέ το, θα περιγράψω τα γεγονότα ακριβώς όπως συνέβησαν’’. Αυτή η απόφαση με απελευθέρωσε».
Ο τίτλος της σειράς του Κνάουσγκορντ παραπέμπει στο βιβλίο Ο αγών μου, την αυτοβιογραφία του Αδόλφου Χίτλερ. Ο Κνάουσγκορντ μίλησε για αυτή την ιδιαίτερη επιλογή του:
«Είναι καλό που υπάρχει αυτή η σύνδεση, η πρόθεσή μου ήταν καθαρά ειρωνική. Στο ένα βιβλίο παρουσιάζονται οι μικροί αγώνες της καθημερινής μας ζωής, που έχουν να κάνουν με τα ελαττώματα μας, με τις παρεξηγήσεις, με το να είσαι ντροπαλός, με το να μην μπορείς να μιλήσεις, να κοκκινίζεις, με όλα αυτά• τίποτα από αυτά δεν υπάρχει στο βιβλίο του Χίτλερ. Γράφει, υποτίθεται, για τον τέλειο άνθρωπο».
Στη συνέντευξη, ο Κνάουσγκορντ δήλωσε πως δεν θεωρεί πως γράφει «υψηλή λογοτεχνία»:
«Δεν πιστεύω πως γράφω υψηλή λογοτεχνία. Μεγάλωσα σε ένα λογοτεχνικό περιβάλλον και ύστερα σπούδασα λογοτεχνία, οπότε ξέρω πως η καλή λογοτεχνία έχει μια συγκεκριμένη μορφή, και δεν είναι αυτό που κάνω εγώ, εγώ κάνω κάτι άλλο. Δεν είμαι ηλίθιος, ξέρω πως εφόσον ο κόσμος διαβάζει τα βιβλία μου, σίγουρα έχουν μια λογοτεχνική ποιότητα, η οποία μάλλον δεν έχει να κάνει με τις προτάσεις που γράφω, αλλά με το ότι οι αναγνώστες αισθάνονται την παρουσία ενός άλλου ανθρώπου δίπλα τους καθώς τα διαβάζουν. Τα βιβλία μου έχουν να κάνουν με την αποδοχή του εαυτού σου. Αλλά δεν πιστεύω πως γράφω σπουδαία λογοτεχνία, όχι, όχι, όχι».