Ο Πολ Όστερ (Paul Auster) μίλησε στο Hazlitt για το σύνθετο μυθιστόρημά του με τίτλο «4 3 2 1». Το βιβλίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, σε μετάφραση Μαρίας Ξυλούρη.
Επιμέλεια: Book Press
Πρωταγωνιστής του φιλόδοξου μυθιστορήματος του Πολ Όστερ είναι ο Άρτσιμπαλντ Φέργκιουσον, ή για την ακρίβεια, οι τέσσερις διαφορετικές εκδοχές του. Το βιβλίο 4 3 2 1 διηγείται τέσσερις διαφορετικές εκδοχές της ζωής του Φέργκιουσον, οι οποίες έχουν ως κοινή αφετηρία την ημέρα της γέννησής του. Κάθε πρωταγωνιστής διανύει μια διαφορετική πορεία και μέσα από αυτά τα διαφορετικά βιώματα, το μυθιστόρημα παρουσιάζει επίσης την ιστορία της Αμερικής του 20ου αιώνα.
«Ο βασικός λόγος που αποφάσισα να γράψω το μυθιστόρημα έχει να κάνει με την αιώνια γοητεία του ερωτήματος «τι θα γινόταν αν;» Διασκέδαζα αφάνταστα καθώς αναλογιζόμουν τι θα μπορούσε να ‘χει συμβεί ή να μην έχει συμβεί. Υπάρχει όμως και ένας δεύτερος λόγος, πιο προσωπικός, που σχετίζεται με κάτι που μου συνέβη, για το οποίο έχω ήδη γράψει: όταν ήμουν δεκατεσσάρων ετών, ένα αγόρι που στεκόταν ακριβώς δίπλα μου χτυπήθηκε από κεραυνό και σκοτώθηκε. Αυτό με στοιχειώνει σε όλη μου τη ζωή. Και σίγουρα έχει καθορίσει τον χαρακτήρα μου. Αυτή η εμπειρία επηρέασε και το βιβλίο μου, δίχως να το γνωρίζω εξ αρχής. Πολλά συμβαίνουν στο υποσυνείδητό μας. Γράφοντας, αποκτάς μια ξεχωριστή διαύγεια. Όλα ξεκινούν από μια θολή εικόνα και έπειτα το βιβλίο αρχίζει να αποκτά μορφή.»
Στη συνέντευξη, ο Πολ Όστερ μίλησε για τη συγγραφική ρουτίνα που ακολούθησε καθώς έγραφε το μυθιστόρημα:
«Ας πούμε ότι το βιβλίο είναι η εκπλήρωση της ευχής ενός συγγραφέα που ήθελε ανέκαθεν να γράψει την ίδια ιστορία με διαφορετικούς τρόπους. Συνήθως λέμε τα πράγματα με έναν τρόπο, ακόμα κι όταν τα επινοούμε. Το βιβλίο μου είναι σε μεγάλο βαθμό προϊόν αυτοσχεδιασμού. Απλώς σκαρφιζόμουν την ιστορία καθώς έγραφα, αισθανόμουν ότι απλώς έβρισκα το υλικό μου να αιωρείται πάνω από τη σελίδα μου. Επινοούσα διάφορα πράγματα, αλλά όταν τα έγραφα δεν εξελίσσονταν όπως τα ήθελα. Οι χαρακτήρες κι οι ιστορίες μου όλο και αυξάνονταν, και το βιβλίο γινόταν όλο και πλουσιότερο καθώς προχωρούσα».
Ένας από τους Φέργκιουσον του βιβλίου γίνεται μυθιστοριογράφος και έρχεται αντιμέτωπος με ορισμένες σφοδρές κριτικές. Μιλώντας για τις αρνητικές κριτικές που δέχεται συχνά ο ίδιος, ο Πολ Όστερ σχολίασε:
«Διαβάζω ελάχιστες κριτικές. Κάποιες είναι εγκωμιαστικές, κάποιες προσπαθούν να καταποντίσουν τα βιβλία μου. Μου συμβαίνει συχνά αυτό. Δεν εισπράττω κάποιο μετριοπαθές συναίσθημα: είναι είτε αγάπη είτε μίσος. Αλλά τι μπορώ να κάνω; Είμαι ένας εύκολος στόχος, απ’ ότι φαίνεται. Οι άνθρωποι πυροβολούν στοχεύοντάς με. Το βρίσκω ηλίθιο, άδικο - δεν διαβάζουν το έργο μου, αλλά έχουν άποψη γι' αυτό. Κάποιοι από αυτούς είναι κάπως πιο ανοιχτόμυαλοι: βλέπουν τι γράφω και ανταποκρίνονται σε αυτό. Υπάρχουν, όμως, ορισμένοι κριτικοί που μιλούν για το τι θα έπρεπε να είναι το κάθε βιβλίο, παρά για το τι είναι. Είναι σαν να έλεγε κάποιος: «Λοιπόν, ο Οδυσσέας είναι πολύ βαρετό βιβλίο. Γιατί ο Λέοπολντ
Μπλουμ δεν σχεδιάζει καλύτερα μια ληστεία τράπεζας; Αυτό θα ήταν πολύ πιο συναρπαστικό».