Συνομιλία με τον Ίαν ΜακΓιούαν: Περί «κατσαρίδων» της πολιτικής, σάτιρας και άλλων δαιμονίων, όπως το Brexit.
Της Ελένης Κορόβηλα
Αυτή την εβδομάδα βρέθηκε στην Ελλάδα ο Βρετανός συγγραφέας Ίαν ΜακΓιούαν. Την Τρίτη, 1η Οκτωβρίου έδωσε διάλεξη με τίτλο «Ο εαυτός στη λογοτεχνία» στο Αμερικανικό Κολλέγιο Αθηνών στο πλαίσιο του κύκλου διαλέξεων Kimon Friar.
Είχα την ευκαιρία να μιλήσω μαζί του για μια τηλεοπτική συνέντευξη για λογαριασμό του διεθνούς ενημερωτικού δικτύου Euronews. Δεν μιλήσαμε για το τελευταίο του μυθιστόρημα Μηχανές σαν κι εμένα (μτφρ. Κατερίνα Σχοινά, εκδ. Πατάκη), ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε πριν από έξι μήνες, στα μέσα Απριλίου, στη Βρετανία και ήδη βρίσκεται στις προθήκες των βιβλιοπωλείων στη χώρα μας. Σταθήκαμε κυρίως στην καφκικής εμπνεύσεως, ακυκλοφόρητη στα ελληνικά (βγήκε από το τυπογραφείο μόλις στις 26 Σεπτεμβρίου) «Κατσαρίδα» του, μια πολιτική σάτιρα του Brexit «που ουδεμία σχέση έχει με αληθινά πρόσωπα ή καταστάσεις» όπως ξεκαθαρίζεται στον αναγνώστη από την πρώτη σελίδα.
Από το μυθιστόρημα «Μηχανές σαν κι εμένα» στην πολιτική σατιρική νουβέλα «Κατσαρίδα»
Πιστεύω ότι διαπράττουμε τεράστιο λάθος φεύγοντας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το μυθιστόρημα με ήρωα το ανδροειδές ρομπότ Άνταμ είναι χρονικά τοποθετημένο στη δεκαετία του '80 κι ακολουθεί μια εναλλακτική χρονογραμμή στην οποία ο πόλεμος των Φώκλαντ, ο Άλαν Τούρινγκ αλλά και η εξάπλωση του διαδικτύου και η ανάπτυξη των κοινωνικών δικτύων συνυπάρχουν. Η αλληλεπίδραση του ανδροειδούς με την οικογένεια των ιδιοκτητών του και το ερωτικό τρίγωνο που δημιουργείται προδιαθέτει για ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον λογοτεχνικό εγχείρημα και μάλιστα σε μια στιγμή που το ζήτημα της Τεχνητής Νοημοσύνης και των ορίων, των χρήσεων και των δυνατοτήτων που δίνει απασχολεί πολλαπλά, καθώς τίθενται ηθικά διλήμματα.
Κι ενώ λοιπόν ο ΜακΓιούαν είχε ξεκινήσει περιοδείες για την προώθηση του μυθιστορήματός του, συνειδητοποίησε ότι αυτό που τον «τρώει» όλο και περισσότερο είναι η ορατή έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το Brexit. Μέσα σε λιγότερο από δυο μήνες έγραψε και εξέδωσε το πιο πρόσφατο βιβλίο του: την σατιρική αλληγορική και εξόχως πολιτική νουβέλα αντεστραμμένης πραγματικότητας «Η κατσαρίδα» (The Cockroach).
Το βιβλίο είναι ένας φόρος τιμής στη «Μεταμόρφωση» του Κάφκα και ένα όχημα για τον ΜακΓιούαν για να καυτηριάσει την παράνοια που, όπως λέει, έχει επικρατήσει στη χώρα του οδηγώντας άπαντες, λίγο πολύ, στην τρέλα.
Επίκαιρος, σε εγρήγορση, ανήσυχος και ιδιαίτερα πνευματώδης ασχολείται αδιάκοπα με τις καταιγιστικές πολιτικές εξελίξεις. Του ζήτησα να μου περιγράψει γιατί κατέφυγε στη συγγραφή αυτής της νουβέλας: «Είμαι παθιασμένος Remainer. Δεν παριστάνω ότι έχω ισορροπημένη άποψη. Πιστεύω ότι διαπράττουμε τεράστιο λάθος φεύγοντας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είμαι απολύτως εθισμένος με το θέμα. Όσο κι αν το μισώ, δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Έχω διαβάσει χιλιάδες λέξεις, ό,τι έχει γραφτεί, άλλωστε πολλοί φίλοι μου έχουν γράψει για το Brexit. Ένιωσα μεγάλη απόγνωση. Και πιστεύω ότι όταν κανείς αισθάνεται απόγνωση, ειδικά στην πολιτική, κάτι έρχεται από την αντίθετη κατεύθυνση και αυτό είναι το γέλιο. Και όταν το γέλιο συναντά την απόγνωση, εκεί βρίσκεται η λογοτεχνία. Η αφετηρία μου ήταν η «Μεταμόρφωση» του Κάφκα. Ένα πρωί ο Γκρέγκορ Σάμσα ξυπνά, έπειτα από μια νύχτα με ταραγμένα όνειρα, για να ανακαλύψει ότι έχει μεταμορφωθεί σε ένα γιγαντιαίο σκαθάρι. Στην «Κατσαρίδα», μια μέρα μια κατσαρίδα ξυπνά για να ανακαλύψει ότι είναι ένα γιγάντιο πλάσμα. Και το πλάσμα αυτό είναι ο πρωθυπουργός. Στη συνέχεια συνειδητοποιεί ότι υπάρχουν άλλες εικοσιπέντε κατσαρίδες που όλες τους ζουν στο Γουέστμινστερ, στη Βουλή των Κοινοτήτων. Έχουν διεισδύσει και αναλάβει τις θέσεις μελών της κυβέρνησης. Οι κατσαρίδες έχουν έρθει για να «τελειώσουν τη δουλειά». Ο πρωθυπουργός ονομάζεται Τζιμ Σαμς, από τον Γκρέγκορ Σάμσα, και έχει στη διάθεση του δυο εβδομάδες για να ολοκληρώσει τη διαδικασία. Η κατσαρίδα καταλαμβάνει το σώμα του αδύναμου πρωθυπουργού για «να του βάλει φωτιά» ώστε να ολοκληρώσει ένα καταστροφικό σχέδιο. Δεν είναι το Brexit. Ονομάζεται Reversalism. Τα χρήματα θα κινούνται αντίστροφα. Οι εργαζόμενοι θα πληρώνουν για να εργάζονται αντί να πληρώνονται. Όλη η ροή της οικονομίας αντιστρέφεται προκειμένου να γίνει κάθαρση και να επέλθει κοινωνική δικαιοσύνη. Ένα σχέδιο απελπισίας, ένα παράλογο σχέδιο, ίσως όσο παράλογο είναι και το Brexit. Είναι μια πολιτική σάτιρα. Δεν είναι ένα roman à clef. Δεν αναγνωρίζεται κανένα πρόσωπο. Είναι μια πολιτική σάτιρα που αντανακλά τον παραλογισμό. Ας σταματήσω εδώ όμως. Καλύτερα να μιλήσουν άλλοι για τη δική μου πεζογραφία».
Brexit, ένα θέμα τιμής
Ο Ίαν ΜακΓιούαν παρακολουθεί ειδήσεις κι αναρωτιέται πώς γίνεται και η χώρα του ετοιμάζεται «κάνει κάτι εντελώς παρανοϊκό επειδή κάποιοι ψήφισαν υπέρ του;» Στο επιχείρημα ότι έτσι λειτουργεί η Δημοκρατία κάνει ένα ενδιαφέρον σχόλιο. Απαντά ότι πράγματι στη Βρετανία υπάρχει πολύ μεγάλη δημοκρατική παράδοση και στο πλαίσιο αυτής διοργανώθηκε το δημοψήφισμα και όπως φάνηκε ο κόσμος ήθελε να φύγει η χώρα από την ΕΕ, αν και όχι με μεγάλη διαφορά. Τώρα, λοιπόν, υπάρχουν πάρα πολλοί βουλευτές στο Κοινοβούλιο που, ενώ είχαν ταχθεί υπέρ της παραμονής θέλουν να υλοποιήσουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Είναι για αυτούς θέμα τιμής».
Μεταξύ αστείου και σοβαρού, υποστηρίζει ότι η ψήφος δεν θα έπρεπε να έχει την ίδια βαρύτητα σε όλες τις ηλικίες και λέει ότι, για παράδειγμα, «θα έπρεπε να λαμβάνεται 100% υπόψη όταν ο άνθρωπος βρίσκεται στην κορύφωση της παραγωγικότητάς του, ας πούμε στα 45 χρόνια, ενώ στα άκρα του ηλικιακού φάσματος, κοντά στα 20 και κοντά στα 80 θα έπρεπε να μετρά μόνο 10%».
Γιατί σάτιρα;
Εξηγώντας γιατί αποφάσισε να γράψει σάτιρα και γιατί πιστεύει ότι είναι ένα επιδραστικό είδος λογοτεχνικής γραφής αναφέρεται στη μεγάλη βρετανική λογοτεχνική παράδοση: «Έχουμε τη σπουδαία σάτιρα των αρχών του 18ου αιώνα του Τζόναθαν Σουίφτ A modest proposal (1729) [στα ελληνικά κυκλοφορεί ως Σεμνή πρόταση ώστε να παύσουν τα τέκνα των φτωχών ν' αποτελούν βάρος για τους γονείς τους και τον τόπο και να καταστούν ωφέλιμα στην κοινωνία σε μετάφραση Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκη από τις εκδόσεις Άγρα (2017)] που ήταν μια απάντηση στην αγγλική, τη βρετανική καταπίεση στην Ιρλανδία και λέει ότι αφού έχουμε λιμό, τι να κάνουμε, ας φάμε τα παιδιά. Έτσι είναι η σάτιρα, δεν αποσκοπεί στο να προσφέρει μια ισορροπημένη άποψη».
Και συνεχίζει: «Η άλλη σπουδαία πολιτική σάτιρα της λογοτεχνικής μας παράδοσής μας είναι Η Φάρμα των ζώων (1945) του Τζόρτζ Όργουελ. Αρχικά, πολλοί εκδότες στη Βρετανία αρνούνταν να το εκδώσουν, ενώ τώρα διδάσκεται στα σχολεία. Κατάφερε να αποδομήσει τον σταλινισμό και το καθεστώς στη Σοβιετική Ένωση; Όχι. Τι κατάφερε; Πιστεύω ότι έδωσε προοπτική». Ο Ίαν ΜακΓιούαν είναι πεισμένος ότι στη Βρετανία τα τρία τελευταία χρόνια με όλη τη διαδικασία του Brexit «έχουμε χάσει την προοπτική μας και όλοι, λίγο πολύ, έχουμε τρελαθεί».
* Η ΕΛΕΝΗ ΚΟΡΟΒΗΛΑ είναι δημοσιογράφος.