Συνέντευξη της Νουάλα Έλγουντ περιδιαβαίνοντας την έκθεση φωτογραφίας του Γιάννη Μπεχράκη στη 16η ΔΕΒΘ, με αφορμή το καινούργιο της βιβλίο «Η μέρα του ατυχήματος» (μτφρ. Βεατρίκη Κάντζολα Σαμπατάκου, εκδ. Bell).
Του Θοδωρή Τσαπακίδη
Τα κόκαλα της αδερφής μου (μτφρ. Βεατρίκη Κάντζολα Σαμπατάκου, εκδ. Bell), το πρώτο βιβλίο της Νουάλα Έλγουντ αφηγείται την ιστορία μιας αγγλίδας πολεμικής ανταποκρίτριας, που μεταβαίνει στη γενέτηρά της, όταν πεθαίνει η μητέρα της. Σκέφτηκα πως θα ήταν ενδιαφέρον να το συζητήσουμε βλέποντας στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, την έκθεση 47 φωτογραφιών του Γιάννη Μπεχράκη, του Έλληνα πολεμικού ανταποκριτή που έφυγε πρόσφατα πρόωρα από τη ζωή.
[Η Έλγουντ διαβάζει το επεξηγηματικό κείμενο κάτω από τον τίτλο της έκθεσης.]
«Για να μην μπορεί να πει κανείς “Δεν γνώριζα”». Είναι σαν τα έργα του Γκόγια, εικόνες από την κόλαση του πολέμου. Ο Γκόγια προηγείται της φωτογραφίας. Σχεδιάζει τα έργα του και από κάτω γράφει “No se puede mirar”, “Esto es peor” κ.α. Με διάφορους τρόπους δηλώνει: «Ήμουν εκεί», «Το είδα», «Συνέβη πραγματικά», εκφράζοντας την αγωνία πως αν δεν το καταγράψει θα είναι σαν να μην έχει συμβεί ποτέ. Ο Γκόγια, πριν από την εποχή των πολεμικών ανταποκρίσεων, αντιλαμβάνεται τη σημασία της μαρτυρίας. Και συνειδητοποιεί τη δύναμη της εικόνας. Η εικόνα είναι αυτή που «αποδεικνύει» πως αυτές οι θηριωδίες συνέβησαν πραγματικά. Και είναι πραγματικά θυμωμένος με αυτό που συνέβη. Επαναλαμβάνει ξανά και ξανά πως οι φρικαλεότητες αυτές συνέβησαν. Και είναι σαν να λέει «Δεν πρέπει να κλείσουμε τα μάτια μπροστά στη φρίκη».
Goya: Ένα από τα ογδόντα δύο χαρακτικά της σειράς «Οι συμφορές του πολέμου» (1810-1815) |
Ο Μπεχράκης, όπως και ο Γκόγια, λέει το ίδιο, και μας κάνει να νιώθουμε άβολα. Πριν από λίγες μέρες είχε στην Tate μια αναδρομική έκθεση του Ντον ΜακΚάλιν (Don Mc Cullin – Βρετανός πολεμικός ανταποκριτής). Εργαζόταν στη Sunday Times. Κι αυτός με τις φωτογραφίες του από τη Βηρυτό, τη Βόρεια Ιρλανδία –εικόνες εμβληματικές– ήθελε να δείξει τι πραγματικά συμβαίνει, να μην εφησυχαζόμαστε. Όταν ο Άντριου Νιλ (Adrew Neil) ανέλαβε τη Sunday Times τον απέλυσε γιατί όπως είπε «ο κόσμος δεν θέλει να βλέπει τέτοιες εικόνες όταν τρώει τα κορν φλέικς του».
Don Mc Cullin: Γυναίκα από την Τουρκία μαθαίνει για τον θάνατο του άντρα της, Κύπρος, 1964 |
Συμβαίνει ακριβώς αυτό που λέει ο Μπεχράκης. Οι φωτογραφίες αυτές μας βγάζουν από την παθητικότητα. Ταράζουν τα νερά, μας κάνουν να νιώθουμε άβολα και βλέπουμε πράγματα που μας είναι κρυμμένα. Είναι πραγματικά ζωτικής σημασίας.
[Προχωράμε. Η Έλγουντ σταματάει μπροστά σε μια φωτογραφία από το Κόσοβο.]
Πρώτα ήταν η Βοσνία, μετά, το '99, το Κόσοβο. Πιστεύω ότι όλοι έχουμε έναν πόλεμο, ο οποίος μας «σημαδεύει» καθώς μεγαλώνουμε. Για τον πατέρα μου ήταν το Βιετνάμ, για τον παππού μου, που ήταν Ιρλανδός, η εξέγερση του 1916 (Easter Rising), και έπειτα ο εμφύλιος. Για μένα ήταν το Κόσοβο. Πριν απ' αυτό η ιδέα που είχα εγώ στην Αγγλία για τον πόλεμο ήταν ο Πρώτος και ο Δεύτερος Παγκόσμιος, πράγματα που συνέβησαν πριν από πολύ καιρό, και που παρόμοιά τους νόμιζα δεν πρόκειται να ξανασυμβούν. Και ξαφνικά έβλεπα στις ειδήσεις απλό κόσμο, έφηβους σαν και εμένα, να προσπαθούν να ξεφύγουν. Με είχε συγκλονίσει ο «δρόμος των ελεύθερων σκοπευτών» (Snipper Alley) στο Σεράγεβο. Φαντάσου τη φρίκη...
Γιάννης Μπεχράκης: Κόσοβο, 1999 |
Nα βάζεις το παιδί σου πάνω σ' αυτή την καρότσα, για να γλιτώσει από τον εφιάλτη. Αυτή η φρίκη απεικονίζεται εδώ. Το τοπίο στοιχειώνεται από τη φρίκη.
Για τον γιο μου, που είναι δώδεκα ετών, πόλεμος είναι η Συρία, και αυτά που συνέβησαν στο Χαλέπι. Και όταν έγραφα στο βιβλίο μου Τα κόκαλα της αδερφής μου τη σκηνή όπου η ηρωίδα βλέπει αυτό το παιδάκι στη Συρία, που θέλει να πάρει τη μπάλα του πριν κρυφτεί μέσα στο σπίτι, «έβλεπα» μέσα από τα μάτια του γιου μου. Και σκεφτόμουν: Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά;. Και δεν ήξερα πώς να απαντήσω σ' αυτή την ερώτηση.
Είναι πολύ ενδιαφέρον που βλέπω αυτή τη φωτογραφία. Γιατί τότε, ξαφνικά ο πόλεμος έγινε πραγματικός για μένα.
Ο Μπεχράκης εστιάζει στις καταστάσεις όπως η Μαρί Κόλβιν (Marie Colvin), η οποία αποτέλεσε έμπνευση για το βιβλίο μου. Η Κόλβιν ήταν δημοσιογράφος που σκοτώθηκε στη Χομς το 2012. Οι φωτογραφίες του Μπεχράκη εστιάζουν στους απλούς ανθρώπους, τους καθημερινούς. Στη ζωή των καθημερινών, απλών ανθρώπων και στο πώς η ζωή τους έρχεται τα πάνω κάτω, διαλύεται από τους στρατιώτες, από τον πόλεμο. Ο πόλεμος σε βάζει σε καταστάσεις που ποτέ δεν είχες φανταστεί ότι μπορεί να βρεθείς, ότι μπορεί να βρεθεί το παιδί σου. Nα βάζεις το παιδί σου πάνω σ' αυτή την καρότσα, για να γλιτώσει από τον εφιάλτη. Αυτή η φρίκη απεικονίζεται εδώ. Το τοπίο στοιχειώνεται από τη φρίκη.
Λένε πως ο δημοσιογράφος και ο φωτορεπόρτερ πρέπει να παραμένουν ουδέτεροι, αλλά δεν νομίζω ότι αυτό ισχύει σε πολλές περιπτώσεις.
[Συμφωνώ, της μιλάω για τους ενσωματωμένους δημοσιογράφους, στον πόλεμο στο Ιράκ (Embedded Journalism).]
Γι' αυτό πρέπει κανείς να βλέπει και να διαβάζει τις ειδήσεις με άλλο μάτι. Πρέπει να το έχει αυτό κατά νου. Να θέτεις ερωτήματα στον εαυτό σου: «Ποιος το λέει αυτό;» «Τι θέλει να πει;» Ο πόλεμος στο Ιράκ ήταν κατά κάποιον τρόπο η αρχή αυτού που λέμε «Ριάλιτι σόου».
[Κοιτάζουμε μια φωτογραφία που δείχνει μια λέμβο παραφορτωμένη με πρόσφυγες και από πάνω τους ένας κατακόκκινος ήλιος. Της λέω ότι αυτή η εικόνα είναι όμορφη και με κάνει να νιώθω άσχημα. Μπαίνω στη θέση του φωτογράφου...]
Γιάννης Μπεχράκης |
Αυτό σκεφτόμουν για τον Κέβιν Κάρτερ (Kevin Carter). Η ιστορία του με είχε στοιχειώσει. Ο Κάρτερ συνάντησε ένα κοριτσάκι στο χωριό Αγιόντ, στο Νότιο Σουδάν, εξαντλημένο από την πείνα λίγο πριν φτάσει στον σταθμό τροφοδοσίας του Ο.Η.Ε. Ακολουθώντας τις γενικές οδηγίες της μη επαφής με τα θύματα ο Κάρτερ φωτογράφισε το μικρό κορίτσι, ενώ λίγα μέτρα πίσω του ένα όρνεο περίμενε τον θάνατο του μικρού κοριτσιού – ο Κάρτερ αυτοκτόνησε έναν χρόνο αργότερα. Την ιστορία του την πρωτάκουσα όταν ήμουν έφηβη. Με συγκλόνιζε το γεγονός ότι δεν είχε επέμβει. Λένε πως δεν μπορείς, δεν πρέπει να επέμβεις... Η φωτογραφία πουλήθηκε, έγινε διάσημη παγκοσμίως και αυτό δεν μπόρεσε να το αντέξει.
Kevin Carter, Νότιο Σουδάν, 1993 |
Οι φωτογραφίες που απεικονίζουν παρόμοια φρίκη αλλάζουν –ελπίζω να αλλάζουν– τον τρόπο που ο κόσμος βλέπει τα πράγματα. Σκέφτεσαι: «Κι αν σταμάταγε (και βοηθούσε το κοριτσάκι) αντί να τραβήξει αυτή τη φωτογραφία; Τι είναι πιο ισχυρό, η ανθρωπιά, ο επαγγελματισμός, το ηθικό ζήτημα;» Τέτοιες φωτογραφίες μάς κάνουν να σκεφτούμε.
[Κοιτάζουμε τη φωτογραφία του Μπεχράκη όπου ένας Σύριος πρόσφυγας, ένας πατέρας - σούπερ ήρωας, όπως είχε πει ο ίδιος ο φωτογράφος, κρατά στην αγκαλιά και φιλά την κορούλα του, καθώς διασχίζει τη γέφυρα της Ειδομένης. Σεπτέμβριος του 2015. Βρέχει και φορά μόνο μια πλαστική σακούλα σκουπιδιών για να προστατευτεί. Δεν έχει πράγματα, έχει μόνο το παιδί του αγκαλιά και προχωρά.]
Θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε, κάθε ένας από εμάς. Όταν βλέπεις αυτή τη φωτογραφία μπαίνεις στη θέση αυτού του πατέρα. Θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε με το παιδί του.
Γιάννης Μπεχράκης: Σύριος πρόσφυγας στη γέφυρα της Ειδομένης |
[Κοιτάζουμε μια άλλη φωτογραφία που δείχνει παιδιά να παίζουν ανάμεσα σε ερείπια.]
Ήθελα οι άνθρωποι για τους οποίους μιλούσα στο βιβλίο να είχαν μια κανονική ζωή, τα παιδιά να πήγαιναν στο σχολείο, να έπαιζαν ποδόσφαιρο. Το Χαλέπι ήταν πριν από μερικά χρόνια μια ζωντανή πόλη. Και ξαφνικά έγινε αυτό. Τι είναι χειρότερο από το να πρέπει να βάλεις το μωρό σου, το παιδί σου, σε μια ανοιχτή καρότσα ή σε μια βάρκα, και να κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να πεθάνει; Αλλά τι να κάνεις; Να μείνεις να αντιμετωπίσεις τις βόμβες; Τους βομβαρδισμούς;
Αυτές είναι ερωτήσεις, όπως λέει ο Μπεχράκης, που όλοι πρέπει να θέσουμε στον εαυτό μας. Κι ας μας κάνουν να νιώθουμε άβολα. Και θα πρέπει να δούμε τα πράγματα σε μεγαλύτερο βάθος, τι είναι αυτό που προκαλεί αυτή την κατάσταση; Τι βρίσκεται από πίσω; Όλοι συμπάσχουμε με τον ανθρώπινο πόνο, την ανθρώπινη δυστυχία. Αλλά δεν φτάνει, πρέπει να θέτουμε ερωτήματα: «Πώς συνέβη αυτό; Ποιος το προκάλεσε; Ποιος ευθύνεται;» Να δούμε τα ψιλά γράμματα, τις λεπτομέρειες, τον ρόλο των Η.Π.Α. στη Μέση Ανατολή...
Στα βιβλία μου, δεν δίνω απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα. Εστιάζω στους ανθρώπους, στις ιστορίες τους και στα ανθρώπινα πάθη. Τις πολιτικές μου απόψεις τις αφήνω στην άκρη.
[Με ρωτάει αν η Μακεδονία είναι κοντά στη Θεσσαλονίκη, γιατί το αεροδρόμιο (της Θεσσαλονίκης) στο οποίο προσγειώθηκε ονομάζεται έτσι. Κοιτάζουμε μερικές ακόμα φωτογραφίες.]
Ο Μπεχράκης εστιάζει κατευθείαν στην ανθρώπινη πλευρά. Πλησιάζει τόσο πολύ το θέμα του, που σου δημιουργεί την εντύπωση ότι είσαι εκεί. Ορισμένοι φωτογράφοι δημιουργούν μια απόσταση, ο Μπεχράκης όχι. Είναι δίπλα ακριβώς σ' αυτό που συμβαίνει. Οι φωτογραφίες του σε κάνουν να σταθείς, να σταματήσεις αυτό που κάνεις και να σκεφτείς. Ακριβώς επειδή σε κάνει να νιώσεις ότι αυτό που βλέπεις θα μπορούσε να συμβεί και σε σένα. Ξεγυμνώνει το συμβάν, σε κάνει να δεις τον άνθρωπο, το πρόσωπό του.
[Καθόμαστε. Νωρίτερα στην παρουσίαση για το καινούργιο της βιβλίο, είπε πως γράφει σε μια απόπειρα να καταλάβει τα πράγματα που τη δυσκολεύουν.]
Σήμερα είμαστε φοβισμένοι με πολλούς τρόπους. Σήμερα δεν θέλουμε να κάνουμε φασαρία, να ταράξουμε τα νερά. Στον πολιτισμό, στη μουσική, στη λογοτεχνία, δεν εμφανίζονται πρόσωπα, φωνές που να θέλουν να φέρουν τα πάνω κάτω. Αυτό είναι νομίζω που λείπει σήμερα.
Για μένα το βιβλίο Τα κόκαλα της αδερφής μου ήταν μια προσπάθεια να μιλήσω για τη διαταραχή μετατραυματικού στρες γιατί στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε πολλά πράγματα γι' αυτή. Πιθανώς οι φωνές που ακούει η ηρωίδα, τα οράματα που έχει, οι παραισθήσεις, όλα αυτά για τα οποία δεν θέλει να μιλάει και τα κρατάει για τον εαυτό της να είναι συμπτώματα αυτής της κατάστασης. Σκέφτομαι τους χειρότερους εφιάλτες μου, τους μεγαλύτερους φόβους μου, και διαπιστώνω ότι όταν φοβάμαι, όταν νιώθω τρόμο, σ' αυτές τις καταστάσεις το μυαλό, η σκέψη μου, κατά κάποιο τρόπο, αποπροσανατολίζεται. Το ίδιο συμβαίνει και όταν μπαίνουμε στο μυαλό κάποιου άλλου. Είναι μια ιδιαίτερα αποπροσανατολιστική εμπειρία. Γιατί βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια του. Δεν είναι οι δικές μας αντιλήψεις, δεν είναι τα δικά μας συναισθήματα, δεν είναι το δικό μας παρελθόν. Νομίζω ότι αυτός είναι ένας διαφορετικός τρόπος να κοιτάζουμε τον κόσμο, μέσα από τα μάτια των άλλων. Έτσι μαθαίνουμε βλέποντας κάποιον να τα βλέπουμε όλα, το παρελθόν του, τη μόρφωσή του, τα βιώματά του, τα τραύματά του. Και όλοι είμαστε τόσο διαφορετικοί.
Υπάρχει συχνά μεγάλη αλαζονεία στους τρόπους των Άγγλων. Όμως, υπάρχει ένα παγκόσμιο φαινόμενο, η περιστολή της ελευθερίας του λόγου. Αυτό με απασχολεί πραγματικά, με απασχολεί και για τον γιο μου. Αυτό που είχαμε στο παρελθόν στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν το προσόν να αμφισβητούμε, αυτό κάνανε τα μουσικά συγκροτήματα, αυτό κάνανε οι μεγάλοι συγγραφείς: δεν δέχονταν το «αυτονόητο». Εξεγείρονταν απέναντί του, έθεταν ερωτήματα. Σήμερα είμαστε φοβισμένοι με πολλούς τρόπους. Σήμερα δεν θέλουμε να κάνουμε φασαρία, να ταράξουμε τα νερά. Στον πολιτισμό, στη μουσική, στη λογοτεχνία, δεν εμφανίζονται πρόσωπα, φωνές που να θέλουν να φέρουν τα πάνω κάτω. Αυτό είναι νομίζω που λείπει σήμερα. Τέτοιοι άνθρωποι χρειάζονται, άνθρωποι που θα ταράξουν τα νερά, που θα αμφισβητήσουν, θα θέσουν ερωτήματα. Στον γιο μου, που είναι δώδεκα χρονών, λέω: «Ό,τι κι αν λένε, εσύ θα πρέπει να σχηματίζεις τη δική σου άποψη, να μην καταπίνεις αμάσητα αυτά που σου σερβίρουν». Αυτό λείπει στην Αγγλία και αυτό λείπει παγκοσμίως. Θα ήθελα πάρα πολύ να εμφανιστεί ένα καινούργιο ρεύμα στη μουσική, κάτι ζωντανό, πώς ήταν η ποπ ή η τζαζ, σήμερα δεν υπάρχει κάποια αντικουλτούρα.Ο κόσμος όλο και περισσότερο χάνεται μέσα στο κινητό του, κλείνεται στον εαυτό του. Θέλει με αυτόν τον τρόπο να απομονωθεί, να σηκώσει ένα τείχος απέναντι στον κόσμο και τη φρίκη του. Αλλά όταν σηκώνουμε τείχη, εμείς είμαστε οι χαμένοι.
Πολύς κόσμος νιώθει ότι η φωνή του δεν έχει αξία, ότι θα τον σιγήσουν, θα τον αγνοήσουν, ότι δεν έχει κανένα αντίκτυπο. Ενώ όλοι θέλουμε το αντίθετο, να ακούγεται η φωνή μας, αυτά που κάνουμε να έχουν αντίκτυπο, να αλλάζουν τον κόσμο.
Η ηρωίδα του πρώτου μου βιβλίου είναι πολεμική ανταποκρίτρια πάνω από δεκαπέντε χρόνια και έχει ένα παρελθόν οικογενειακής βίας. Αυτή όρθωσε το ανάστημά της απέναντι στον πατέρα της, αυτή πήγε στη Συρία... αλλά αισθάνεται πλέον πως ό,τι και να κάνει είναι μάταιο και κλείνεται στον εαυτό της. Αισθάνεται πως ό,τι έκανε της γύρισε μπούμεραγκ ή δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Αυτή που ήταν τόσο θαρραλέα τώρα θέλει να κρυφτεί... και τελικά η αδερφή της, που δεν έφυγε, που δεν πολέμησε, θα τη σώσει. Με ενδιαφέρουν πολύ αυτές οι μικρές πράξεις ηρωισμού της καθημερινής ζωής... Η παραίτηση της ηρωίδας είναι συχνό φαινόμενο. Πολύς κόσμος νιώθει ότι η φωνή του δεν έχει αξία, ότι θα τον σιγήσουν, θα τον αγνοήσουν, ότι δεν έχει κανένα αντίκτυπο. Ενώ όλοι θέλουμε το αντίθετο, να ακούγεται η φωνή μας, αυτά που κάνουμε να έχουν αντίκτυπο, να αλλάζουν τον κόσμο.
[Της λέω πως, ενώ υπήρξε τραγουδίστρια και τραγουδοποιός πριν ασχοληθεί με το γράψιμο, στο βιβλίο της δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου μουσική.]
Υπάρχει το «Hey Jude». Όταν γράφω, ο ρυθμός των λέξεων είναι για μένα το αντίστοιχο της μουσικής. Αυτό έχει να κάνει με τις καταβολές μου ως ερμηνεύτρια... σε μία από τις πρώτες εκδοχές του βιβλίου είχα βάλει το «Wichita Lineman» του Glen Campbell που μιλάει για τη μοναξιά, να ακούγεται, ενώ η ηρωίδα σκεφτόταν τη ζωή της. Αυτό το τραγούδι είναι σαν έργο του Hopper μεταγραμμένο σε μουσική... ίσως στα επόμενα βιβλία μου να υπάρχει περισσότερη μουσική, σίγουρα θα έχει πολλή, αν Τα κόκκαλα της αδερφής μου γίνουν ταινία.
[Της ζητάω να τη βγάλω μια φωτογραφία.]
Τι σημαίνει Νουάλα;
Είναι Ιρλανδικά. Σημαίνει «όμορφοι ώμοι».
Ευχαριστώ πολύ.
* Ο ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΣΑΠΑΚΙΔΗΣ είναι συγγραφέας.
Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Ο ελέφαντας του Hotel Phidias» (εκδ. Πικραμένος).