Συνέντευξη με τον Γιώργο Γιαννακόπουλο με αφορμή το βιβλίο του «Τεχνητή νοημοσύνη: Μια διακριτική απομυθοποίηση» (εκδ. ΡΟΠΗ).
Του Κ.Β. Κατσουλάρη
Ο Γιώργος Γιαννακόπουλος είναι διδάκτορας τεχνητής νοημοσύνης (ΤΝ) με περισσότερα από 15 χρόνια σχετικής ενασχόλησης. Με το βιβλίο του έρχεται να βάλει μια τάξη στη σκέψη μας γύρω από αυτήν την κορυφαία εκδήλωση της ανθρώπινης επινοητικότητας, βάζοντας με προσοχή τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα, τη φαντασία και τις κάθε λογής φοβίες που προβάλλονται στο μέλλον.
Με το βιβλίο σας φαίνεται να θέλετε να καταλαγιάσετε τις ανησυχίες εμάς των αμαθών για την Τ.Ν. λέγοντας, με μια κουβέντα, ότι ο άνθρωπος έχει πλήρως τον έλεγχο αυτών των μηχανών. Υπάρχει όμως ένα ζήτημα «κακής χρήσης» της Τ.Ν., π.χ. από εταιρείες ή κράτη. Γιατί πολλοί αυτό ακριβώς φοβούνται.
Πριν ξεκινήσουμε, να αποσαφηνίσω ότι δεν ζητώ να καταλαγιάσω κανέναν. Αντιθέτως, όπως διαφαίνεται από άκρη ως άκρη στο βιβλίο, ζητώ να ενεργοποιήσω, αλλά με γλυκύτητα. Ζητώ να επιτρέψω μια εγρήγορση χωρίς την τύφλωση του πανικού και της παράκρουσης: μια ουσιαστική δηλαδή εγρήγορση, με δυνατότητα δημιουργική και διαμορφωτική του αύριο που επιζητούμε. Κατά δεύτερον, επ’ ουδενί δεν αντιλαμβάνομαι τον αναγνώστη ως αμαθή. Οπότε ξεκαθαρίζω ότι δεν φέρομαι και δεν επιδιώκω να είμαι αυθεντία κάποιου είδους.
Τώρα που βάλαμε αυτό στην άκρη, ας εστιάσουμε στο ερώτημα. Η γνώση και η εμπειρία που μοιράζομαι στο βιβλίο είναι ότι ο άνθρωπος έχει μια σχέση πιο βαθιά με τις ευφυείς μηχανές. Στην τεχνητή νοημοσύνη ο άνθρωπος αντανακλάται με ιδιαίτερη καθαρότητα, αλλά και συχνά με σοβαρές παραμορφώσεις, πάνω στο δημιούργημά του. Και αυτό γιατί αξιολογούμε το δημιούργημα με μέτρο τον δημιουργό, αλλά οι «ευφυείς μηχανές» έχουν και ως πηγή γνώσης και παραδείγματος τον άνθρωπο. Η δήλωση αυτή δεν είναι μια φιλοσοφική θεώρηση: είναι μια τεχνική πραγματικότητα που εξηγείται με επάρκεια στο βιβλίο, όπου εξηγούνται απλά οι τρόποι εκπαίδευσης μιας μηχανής και αναδεικνύονται τα όρια αυτών των τρόπων. Σε όλους αυτούς τους τρόπους αποκαλύπτεται χωρίς δυσκολία πώς ο άνθρωπος είναι καθοριστικός.
Στο υπο-ερώτημά σας για την κακή χρήση των μηχανών «από εταιρείες και κράτη»: ρωτάμε ουσιαστικά αν οι άνθρωποι που εργάζονται στις εταιρείες, αν οι άνθρωποι που εργάζονται και δρουν στα κράτη είναι αδύνατον να αξιοποιήσουν λάθος το εργαλείο της τεχνητής νοημοσύνης.
Αν έχουμε κάνει κακή χρήση με επιτεύγματα όπως τα φάρμακα, την τηλεόραση, το διαδίκτυο, την πυρίτιδα, δεν βλέπω γιατί να μη γίνουν λάθη και με την τεχνητή νοημοσύνη. Όμως είμαστε παρόντες και πριν και κατά και μετά το λάθος. Μπορούμε να αναθεωρήσουμε, να αναλογιστούμε, να διορθώσουμε, να εξελίξουμε, να βελτιώσουμε. Η ανθρώπινη κοινωνία έχει αντιστάσεις, αντιδράσεις.
Πριν από αυτήν την ερώτηση, φαίνεται να έρχεται μια άλλη. Τι θεωρούμε σωστή χρήση και τι όχι; Σε ένα τέτοιο ερώτημα χρειάζεται στοχασμό για να απαντήσεις. Χρειάζεται γνώση και εμπειρία του αντικειμένου, ιδανικά. Είμαστε έτοιμοι να απαντήσουμε σε αυτό; Μόνο μερικώς. Οπότε απαιτείται αυτός ο στοχασμός, αυτή η συζήτηση για να μπορούμε να αποκτήσουμε κριτήριο για αυτήν την ερώτηση. Όχι ένα κριτήριο στατικό, δυτικότροπου ηθικισμού, αλλά ένα κριτήριο δυναμικής αξιολόγησης κάθε ευκαιρίας που θα παρουσιάζεται στο μέλλον.
Μπορούμε, ακόμη και με το παραπάνω κριτήριο, να διασφαλίσουμε ότι δεν θα υπάρξει καμία κακή χρήση της τεχνητής νοημοσύνης; Μπορώ να σας απαντήσω με βεβαιότητα, όχι. Αν έχουμε κάνει κακή χρήση με επιτεύγματα όπως τα φάρμακα, την τηλεόραση, το διαδίκτυο, την πυρίτιδα, δεν βλέπω γιατί να μη γίνουν λάθη και με την τεχνητή νοημοσύνη. Όμως είμαστε παρόντες και πριν και κατά και μετά το λάθος. Μπορούμε να αναθεωρήσουμε, να αναλογιστούμε, να διορθώσουμε, να εξελίξουμε, να βελτιώσουμε. Η ανθρώπινη κοινωνία έχει αντιστάσεις, αντιδράσεις. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, μπορούμε να συμμετέχουμε ενεργά στη διαμόρφωση της τεχνητής νοημοσύνης που θέλουμε. Στο σήμερα λοιπόν καλούμαστε να ορίσουμε από κοινού πώς και οι εταιρείες και τα κράτη, αλλά και εμείς οι ίδιοι θα φτιάξουμε και θα αξιοποιήσουμε την τεχνητή νοημοσύνη που θέλουμε με τον τρόπο που αξίζει για την ανθρωπότητα.
Στην ταινία του Κιούμπρικ «S.O.S, Πεντάγωνο καλεί Μόσχα» βλέπουμε να έρχεται η ολική καταστροφή γιατί έχει αφεθεί στις μηχανές ένα περιθώριο πρωτοβουλίας σε περίπτωση κρίσης. Πρόκειται βέβαια για κωμωδία, αλλά πόσο πιθανό είναι σήμερα ένα τέτοιο σενάριο (όχι απαραίτητα με τα πυρηνικά, αλλά με τη γενίκευση της χρήσης της Τ.Ν., π.χ. στην αεροπλοΐα ή αλλού);
Θα δείτε πόσο συχνά η τέχνη έρχεται να γεννήσει ή τροφοδοτήσει ιδέες, φόβους, όνειρα, αλλά και να μας προετοιμάσει το έδαφος για τη δράση. Κατ’ αρχάς, κατανοείτε ότι η ταινία αυτή –και μια πληθώρα άλλων έργων– επί της ουσίας είναι ο στοχασμός της ανθρωπότητας. Μας υποδεικνύει τι δε θέλουμε να γίνει. Βάζει άλλον έναν σπόρο σκέψης στο χωράφι μας. Οπότε ο καλλιτέχνης, ο δημιουργός, μειώνει την πιθανότητα δυστοπικών σεναρίων μόνο και μόνο με το έργο του.
Είναι όμως, ρωτάτε, κάτι τέτοιο πιθανό σήμερα; Υπάρχουν σοβαρά θέματα, αν το προβάλουμε στον χώρο της τεχνητής νοημοσύνης. Κατ’ αρχάς, είναι απίστευτα ανόητο να βάλει κάποιος σε κρίσιμες υποδομές την τεχνητή νοημοσύνη ως συντονιστή, χωρίς την παρουσία ανθρώπου και αυτό το γνωρίζουν και οι πολιτικές και οι στρατιωτικές ηγεσίες. Όχι επειδή η μηχανή θα κάνει ό,τι θέλει (δεν έχει αυτή τη δυνατότητα και παραπέμπω τους δύσπιστους εκ νέου στο βιβλίο), αλλά επειδή δεν υπάρχει επαρκής διασφάλιση ποιότητας στα εν λόγω εργαλεία, ώστε να ορίζεται με σαφήνεια η πιθανότητα λάθους. Είναι σαν να βάλεις σε ένα διαστημόπλοιο εκατομμύρια ανθρώπους για ένα ταξίδι, χωρίς να μπορείς να υπολογίσεις το ρίσκο ενός λάθους.
Βλέπετε ότι δεν είναι το πιο σημαντικό σημείο στον κύκλο ζωής ενός συστήματος τεχνητής νοημοσύνης μόνο ο σχεδιασμός του. Έχουμε πραγματικά πολλά σημεία ελέγχου, στα οποία μπορούμε να επιλέξουμε απλά να καταλήξει στα σκουπίδια, γιατί το σύστημα και η λειτουργία του δεν καλύπτουν τα ηθικά ή και κοινωνικοπολιτικά μας (μη τεχνικά) κριτήρια.
Επίσης, τα ηθικά και πολιτικά ζητήματα που εγείρονται στη λήψη απόφασης με αντίκτυπο μεγάλης κλίμακας από μια μηχανή είναι πολύ σημαντικά. Τέτοια θέματα και η δυσκολία αντιμετώπισής τους μειώνουν δραματικά την πιθανότητα εγκατάστασης ενός τέτοιου συστήματος, ακόμη και αν το φτιάχναμε επαρκώς καλό και αξιόπιστο. Βλέπετε ότι δεν είναι το πιο σημαντικό σημείο στον κύκλο ζωής ενός συστήματος τεχνητής νοημοσύνης μόνο ο σχεδιασμός του. Έχουμε πραγματικά πολλά σημεία ελέγχου, στα οποία μπορούμε να επιλέξουμε απλά να καταλήξει στα σκουπίδια, γιατί το σύστημα και η λειτουργία του δεν καλύπτουν τα ηθικά ή και κοινωνικοπολιτικά μας (μη τεχνικά) κριτήρια.
Για όλα τα παραπάνω, θεωρώ ότι ένα τέτοιο σενάριο είναι ιδιαίτερα απίθανο.
Όλη μέρα ερχόμαστε σε επαφή με την Τ.Ν. μέσα από τα διάφορα robots που «συνομιλούν» μαζί μας ή που μας «ελέγχουν». Ένας κωμικός αστειεύτηκε λέγοντας ότι όλη μέρα είμαστε υποχρεωμένοι «να λέμε σε ένα robot ότι δεν είμαστε robots». Δεν έχετε αισθανθεί ποτέ παγιδευμένος μέσα σε ένα σύστημα «έτοιμων» αποκρίσεων όταν προσπαθείτε να κάνετε κάτι στο διαδίκτυο, με μια τράπεζα, με μια τηλεφωνική εταιρεία;
Φαίνεται ότι δύο ενδιαφέροντα θέματα ανακύπτουν από την έξυπνη ερώτησή σας, παρουσία αλλά και απουσία ρομπότ. Πώς μπορούμε να εμφανίσουμε νέες αποκρίσεις που να έχουν νόημα και να μας αντιπροσωπεύουν; Επίσης, πρέπει να ανεχθούμε την αντικατάσταση του ανθρώπου-προσώπου (με όλον τον πλούτο της λέξης πρόσωπο) σε σημαντικές διαδικασίες, σε σημαντικές συναντήσεις με τον άλλον;
Νομίζω ότι δεν οφείλουμε στο όνομα καμίας «προόδου» να παραδοθούμε –ως καταναλωτές, ως χρήστες, ως πολίτες– άνευ όρων στις επιλογές που «μας δίνονται» ερήμην μας. Πρέπει να αντιτασσόμαστε σε μηχανισμούς που επιτρέπουν σε δομές εξουσίας (όπως είναι και οι εταιρικοί μηχανισμοί στους οποίους αναφερθήκατε) να κρυφτούν πίσω από την απουσία προσώπου. Την ίδια πολεμική ή αναθεώρηση αξίζουν και οι μηχανισμοί αλληλεπίδρασης (όπως συγκεκριμένα κοινωνικά δίκτυα), που συντηρούν εξουσίες. Ιδιαίτερα στο Διαδίκτυο, θα δείτε ότι είναι αυτή η αποπροσωποποίηση που μας καθιστά εκτεθειμένους σε απάνθρωπες πλευρές μας: εκείνες που αγνοούν ότι απέναντί μας έχουμε άλλους ανθρώπους, άλλα πρόσωπα, με αισθήματα και μοναδικά χαρακτηριστικά, άξια σεβασμού και αγάπης.
Συνεπώς, κάθε φορά που νιώθω παγιδευμένος, ελέγχω πρώτα αν την παγίδα την έβαλα μόνος μου. Στη συνέχεια, πολεμώ να βγω από την παγίδα μέσα από την πράξη μου, σε κοινωνία με τους άλλους.
Πριν κλείσω αυτή την απάντηση, θα ήθελα να δώσω μια ακόμη διάσταση στον εγκλωβισμό που αναφέρατε και που δημιουργείται από την ίδια την αποπροσωποποίηση του συνομιλητή. Είναι ίδιον μόνο των συστημάτων; Ή είναι τάση της εποχής; Πώς σας φαίνεται ο κόσμος της διαφήμισης και του καταναλωτισμού, που παρέχουν χιλιάδες επιλογές, καμία από τις οποίες δεν είναι επαρκής για να φέρει χαρά και πληρότητα; Τις ίδιες «έτοιμες» αποκρίσεις δεν εκφέρουμε κι εμείς ως άνθρωποι σε θέματα που πολώνουν, όπως τα εμβόλια ή το μνημόνιο από το πρόσφατο παρελθόν; Άρα, η ίδια ερώτηση μπορεί –και αξίζει– να μας πάει σε μια σημαντικά πιο μακροσκοπική και ωφέλιμη αναθεώρηση.
Λέτε: «Είναι πιο εύκολο να πούμε ότι μια δουλειά ευνοεί τη χρήση μηχανής, παρά ότι μια μηχανή μαθαίνει μια δουλειά». Μια πολύ διαδεδομένη εικασία θέλει τις μηχανές να έχουν (ή να αποκτούν σύντομα) την ικανότητα να μαθαίνουν και να εξελίσσονται, και στη συνέχεια να αυτονομούνται. Διάσημα βιβλία ή δημοφιλείς ταινίες επιστημονικής φαντασίας βασίζονται σε τέτοιες υποθέσεις. Αν κατάλαβα καλά, η θέση σας είναι ότι κάτι τέτοιο δεν υπάρχει στον ορίζοντα, ίσως κι ότι είναι πρακτικά αδύνατον;
Αν η επίκληση στο χώρο της φαντασίας και της εικασίας δεν μας χτύπησε ήδη τον κώδωνα του κινδύνου, θα το κάνω εγώ, ευχαρίστως. Η τρέχουσα επιστήμη δεν μπορεί να απαντήσει, για λόγους μεθοδολογικούς, σε εικασίες για το αν κάτι θα είναι πρακτικά αδύνατον στην αιωνιότητα. Επί της ουσίας, λοιπόν, στη συνέχεια ό,τι πω θα είναι και πάλι η προσωπική μου γνώμη, όσο εμπεριστατωμένη και αν είναι. Με άλλα λόγια θα περιοριστώ στο ό,τι γνωρίζω από την πορεία μου στο χώρο της τεχνητής νοημοσύνης, με την ίδια λογική που κάποιος βοτανολόγος θα μπορεί να εκφράσει γνώμη για το αν είναι «πρακτικά αδύνατον» να εμφανιστεί ένα φυτό που να καταβροχθίσει τον πλανήτη με μια χαψιά...
Αυτή τη στιγμή δεν έχουμε καμία μέθοδο που να δίνει κάποια υπόσχεση (ή υπόνοια υπόσχεσης) ότι στο μέλλον θα δώσουμε στις μηχανές την ικανότητα να μαθαίνουν μόνες τους ή να αυτο-εξελίσσονται όπως το καταλαβαίνουμε. Μέσα στο βιβλίο, αλλά και σε πληθώρα ομιλιών, καλούμαι κάθε φορά να υποδείξω το τι μπορούμε να κάνουμε, με ρεαλισμό και σαφήνεια, σκιαγραφώντας και το τι δεν μπορούμε να κάνουμε. Το ίδιο νιώθω ότι χρειάζεται να γίνει και εδώ.
Η αντίληψη που έχουμε για τη μάθηση και την αυτο-εξέλιξη στον άνθρωπο υπονοεί μια πληθώρα άλλων, αυτονόητων για εμάς, ιδιοτήτων. Η αντίληψη εαυτού, το εγγενές κίνητρο για ανακάλυψη, η δυναμική της ύπαρξης και της επιλογής, οι προτιμήσεις, οι εμπειρίες με τον καθοριστικό τους ρόλο στη διαμόρφωση του είναι μας, οι σχέσεις που μας συνδιαμορφώνουν σε κάθε έκφανσή τους, εν τέλει η ίδια η ζωή δεν υπάρχουν στις μηχανές.
Η αντίληψη που έχουμε για τη μάθηση και την αυτο-εξέλιξη στον άνθρωπο υπονοεί μια πληθώρα άλλων, αυτονόητων για εμάς, ιδιοτήτων. Η αντίληψη εαυτού, το εγγενές κίνητρο για ανακάλυψη, η δυναμική της ύπαρξης και της επιλογής, οι προτιμήσεις, οι εμπειρίες με τον καθοριστικό τους ρόλο στη διαμόρφωση του είναι μας, οι σχέσεις που μας συνδιαμορφώνουν σε κάθε έκφανσή τους, εν τέλει η ίδια η ζωή δεν υπάρχουν στις μηχανές. Η προσπάθεια που κάνουμε τα περίπου 50 χρόνια ύπαρξης του κλάδου της τεχνητής νοημοσύνης έχει αποτελέσματα πολύ σημαντικά ως προς τη θεωρία, πολύ χρήσιμα πρακτικά, αλλά εντυπωσιακά φτωχά σε σχέση με τον πλούτο της ανθρώπινης δυναμικής και της ελεύθερης ύπαρξής μας.
Όλα τα άλλα είναι μάλλον επιστημονική αλαζονεία, φιλόδοξη ονειροπόληση, εμπορική διαφήμιση ή απλά φτηνή συζήτηση χωρίς ουσία, όπου δεν αναζητείται η αλήθεια, αλλά ένας ανταγωνισμός γνώμης σε υποθετικά σενάρια. Συχνά αυτό είναι ευχάριστο, αλλά για αρκετούς από εμάς που δουλεύουμε στην τεχνητή νοημοσύνη φαίνεται απλά ένας θλιβερός αντιπερισπασμός από αυτά που όντως πρέπει να κάνουμε στο σήμερα: να ορίσουμε τι θέλουμε και τι δε θέλουμε να κάνει η τεχνητή νοημοσύνη που τώρα σχεδιάζεται, τώρα αναπτύσσεται, τώρα εγκαθίσταται, τώρα αξιολογείται.
Ένας ακόμη φόβος που συνδέεται με τις μηχανές Τ.Ν. είναι ότι σταδιακά θα μας πάρουν τις δουλειές, με αποτέλεσμα η ανεργία να αυξηθεί κατακόρυφα. Πόσο βάσιμος είναι;
Ο φόβος αυτός είναι ακραίος, αλλά αναδεικνύει έναν χρήσιμο προβληματισμό. Σίγουρα αλλάζει ήδη ο τρόπος της εργασίας μας σε διάφορα επαγγέλματα. Ας αναρωτηθούμε όμως τα ακόλουθα. Φοβηθήκαμε την πρώτη φορά που αξιοποιήσαμε μηχανή αναζήτησης; Την πρώτη φορά που καταθέσαμε δήλωση στην εφορία μέσω Διαδικτύου; Όταν κλείσαμε εισιτήριο για διακοπές online; Την πρώτη φορά που κατεβάσαμε βιβλίο από το Διαδίκτυο; Όλα αυτά τα συστήματα (που δεν είχαν απαραίτητα τεχνητή νοημοσύνη) επηρέασαν δραματικά την επαγγελματική ζωή πολλών ανθρώπων. Όταν εμφανίστηκε το e-mail, κλάψαμε για τους ανθρώπους που δουλεύουν στα ταχυδρομεία, ή δακρύσαμε για τα δισκάδικα όταν εμφανίστηκαν τα mp3; Τελικά τα εν λόγω επαγγέλματα άλλαξαν ανεπιστρεπτί, πολλά αναπροσαρμόστηκαν, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους. Πολλοί αξιοποίησαν νέες ευκαιρίες εντός ή εκτός του επαγγέλματος. Έγινε αυτό για όλους; Πιστεύω πως όχι. Στο χώρο αυτό της ανεργίας που ανακύπτει από μια –κοινωνική περισσότερο παρά τεχνολογική– αλλαγή, μπαίνει ο ρόλος της υπόλοιπης κοινωνίας, αλλά και του ίδιου του εργαζόμενου.
Όπως και στο παρελθόν, νέες τεχνολογίες δημιουργούν ανάγκη για πληθώρα νέων επαγγελμάτων, αλλά σίγουρα επηρεάζουν τις προϋπάρχουσες δουλειές με αλλαγές. Ως κοινωνία καλούμαστε να υποστηρίξουμε ή να απορρίψουμε πιθανές αλλαγές με την πράξη μας (ως σχεδιαστές συστημάτων, ως αγοραστές και εν γένει ως πολίτες). Επίσης, καλούμαστε να υποστηρίξουμε ανθρώπους που μπορεί να κληθούν να αλλάξουν επάγγελμα με την ευαισθησία που πάντα θα έπρεπε να δείχνουμε σε τέτοιες περιπτώσεις. Δεν αλλάζει κάτι εκεί η τεχνητή νοημοσύνη: οι άνθρωποι θα αλλάξουν ό,τι αλλάξει.
Πριν κλείσω την απάντηση, να σημειώσουμε ότι φόβοι σχετική με την απώλεια δουλειάς υπήρχαν από την εμφάνιση των πρώτων μηχανών. Αντίστοιχοι φόβοι εμφανίζονται σε κάθε καινοτομία, από την ελάχιστη γνώση που έχω για την ιστορία. Θα επαναλάβω ότι ο φόβος είναι άλλος ένας χρήσιμος σύμβουλος, όσο δε γίνεται το κέντρο αναφοράς μιας αναζήτησης. Όπως θα δείτε μέσα από τις ερωτήσεις σας –που εμφανώς αντικατοπτρίζουν συνήθεις ερωτήσεις– αλλά και πληθώρα δημοσιευμάτων που μας κατακλύζουν, εδώ χρειαζόμαστε βελτίωση.
Μια γενικότερη ερώτηση: όσο η επιστήμη προχωρά, αντίστοιχα φαίνεται να αυξάνεται και η καχυποψία απέναντι στα επιτεύγματά της. Τα εμβόλια είναι ίσως ένα καλό παράδειγμα, τόσο στην εποχή της πανδημίας αλλά και πριν από αυτήν. Ποια πιστεύετε ότι θα πρέπει να είναι η απάντηση της επιστημονικής κοινότητας απέναντι στη γενικευμένη καχυποψία ή παράνοια, που συχνά εκφράζεται με απίστευτες θεωρίες συνωμοσίας και διασπορά ψευδών ειδήσεων; Πώς θα έπρεπε π.χ. να αντιμετωπίζεται από την επιστημονική κοινότητα κάποιος που, ενώ είναι γιατρός, αρνείται να εμβολιαστεί;
Θεωρώ ότι πληρώνουμε μια μακρά πορεία κατά την οποία η επιστήμη θεοποιήθηκε, ενώ αφαιρέθηκε ο ορθολογισμός στην αντιμετώπισή της από τον πολίτη. Η επιστήμη πάντα ήταν και πάντα θα είναι πορεία ανακάλυψης της πραγματικότητας και όχι μια πλήρης, στιγμιαία κατάκτηση της αλήθειας. Κάθε βήμα της επιστήμης μάς μειώνει κατά τι και την αβεβαιότητα απέναντι στα φυσικά γεγονότα. Αλλά ποτέ δεν μπορεί να μας κάνει 100% σίγουρους. Ο επιστήμονας οφείλει να το γνωρίζει αυτό και να το ζει.
Όσο λοιπόν αφήσαμε το μύθο της αλάθητης επιστήμης να πλανάται, γιατί μας βόλευε για λόγους αυταρέσκειας ή επανάπαυσης, βάλαμε τις βάσεις για μια βίαιη αποκαθήλωσή της. Και αυτό συμβαίνει μέρα με τη μέρα σήμερα. Ο φοβισμένος άνθρωπος ζητά βεβαιότητες. Θεωρεί ότι η επιστήμη δίνει αποκλειστικά και μόνο βεβαιότητες. Δεν συγχωρεί τις αναθεωρήσεις, που στην πραγματικότητα είναι η βάση της εξέλιξης της επιστήμης.
Η σημερινή επιστήμη δίνει την καλύτερη εκτίμηση της αλήθειας που μπορούμε να έχουμε με τα σημερινά μέσα, για πληθώρα ερωτήσεων. Και δεν σταματά να βελτιώνει αυτήν την εκτίμηση. Μας ορίζει ένα χώρο που μπορούμε να επαληθεύσουμε ισχυρισμούς, ποσοτικοποιώντας και την πιθανότητα για λάθος που είναι εγγενής σε κάθε εκτίμηση.
Η σημερινή επιστήμη δίνει την καλύτερη εκτίμηση της αλήθειας που μπορούμε να έχουμε με τα σημερινά μέσα, για πληθώρα ερωτήσεων. Και δεν σταματά να βελτιώνει αυτήν την εκτίμηση. Μας ορίζει ένα χώρο που μπορούμε να επαληθεύσουμε ισχυρισμούς, ποσοτικοποιώντας και την πιθανότητα για λάθος που είναι εγγενής σε κάθε εκτίμηση.
Αν λοιπόν πάψουμε να ισχυριζόμαστε ότι η επιστήμη είναι αλάθητη, ο λαϊκισμός και ο τυχοδιωκτισμός γύρω από θέματα επιστήμης θα βρίσκουν πιο δύσκολα βάση για επίθεση στην επιστήμη. Να ένα ενδιαφέρον βήμα, συνεπώς: να επικοινωνήσουμε την επιστήμη αφτιασίδωτη και ειλικρινή. Και να μάθουμε τον κόσμο να υποστηρίζει την πορεία της αληθινής αυτής επιστήμης, κατανοώντας ότι θα γίνουν λάθη, τα οποία όμως είναι πολύ λιγότερα από οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση διαθέτουμε π.χ. για τα θέματα υγείας. Και άρα αξίζει περίτρανα τον κόπο.
Κλείνοντας, θα πω ότι δεν είναι θέμα καταδίκης ενός ατόμου –γιατρού ή πολίτη– το πώς θα βελτιωθούμε. Φαίνεται ότι οι κρίσεις που βιώνουμε είναι οντολογικές: καταλήγουμε να είμαστε μια κοινωνία κατηγόρων, χτισμένη εξ’ ολοκλήρου στο αφήγημα του δικαιωματισμού, του ότι όλα είναι θέμα προσωπικού δικαιώματος ή γνώμης, ανεξάρτητα από τους άλλους. Θεωρώ πως είναι ιδιαίτερα σημαντική στιγμή να κινηθούμε προς μια κοινωνία αγάπης, ουσιαστικής αγάπης, που θα κλείνει τις αστοχίες και τις πληγές των ανθρώπων μέσα από κατανόηση και κοινή σκληρή δουλειά για βελτίωση. Αλλιώς οδηγούμαστε στην πόλωση και τη διαίρεση σε κάθε περίσταση, σε κάθε κρίση, όπως πριν, όπως σήμερα, όπως με βεβαιότητα και αύριο.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ Β. ΚΑΤΣΟΥΛΑΡΗΣ είναι συγγραφέας.