Ο Γιώργος Σερβετάς στο πρώτο του μυθιστόρημα «Η γυναίκα με το όπλο» (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου) έχει χρησιμοποιήσει δύο μότο στην έναρξη του βιβλίου. Έναν στίχο της M.I.A. και μια φράση του Sergio Leone. Οι εξωλογοτεχνικές αναφορές και η ανασχόλησή του με τον κινηματογράφο και τη φωτογραφία αποτελούν ένα σύνολο επιρροών οι οποίες προσδίδουν στο βιβλίο ξεχωριστή εικονοπλαστική δύναμη. Διάλογοι με ρυθμό και εναλλαγές στο τοπίο καθιστούν το βιβλίο ένα εντυπωσιακό νουάρ ντεμπούτο.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Ένα μικρό μυθιστόρημα με κόκκινο και μαύρο εξώφυλλο που μπορεί να διαβαστεί σε ένα τρένο Αθήνα-Θεσσαλονίκη ή σε ένα ΚΤΕΛ Αθήνα-Πάτρα με επιστροφή.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Μα ένα βιβλίο ή μια ταινία την κάνει κανείς επειδή την χρειάζεται ο ίδιος, στην περίπτωσή μου επειδή εγώ ήθελα να υπάρξει αυτή η ιστορία. Δεν μου το ζήτησε κανείς. Δεν ξέρω πόσο καινούρια είναι τα πράγματα γύρω μας τις τελευταίες δεκαετίες. Φαντάζομαι ότι ο καθένας κάνει τα βιβλία που θα ήθελε να διαβάσει. Γενικά, ένα βιβλίο κάνει αυτό που κάνει κάθε έργο. Φωτίζει, δίνει ένα αναλυτικό εργαλείο για μια πτυχή του κόσμου μας, φωτογραφίζει μια εποχή, έναν τόπο και κάποιους χαρακτήρες. Ελπίζω ότι ο τόπος, η εποχή και οι άνθρωποι του βιβλίου έχουν να πουν κάτι που αφορά όχι μόνο στενά τους ίδιους αλλά ότι με κάποιον τρόπο λένε κάτι για εμάς, την εποχή μας και έναν ανθρωπότυπο που βρίσκω επίκαιρο και προσαρμοσμένο σε μια νεοφιλελεύθερη πραγματικότητα. Δεν θα με ενδιέφερε κάτι λιγότερο ούτε θα φιλοδοξούσα τώρα κάτι περισσότερο
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Το βιβλίο αυτό γεννήθηκε κάπως ανορθόδοξα, πρώτα ως σενάριο. Αν και ο αφηγηματικός πυρήνας είναι ο ίδιος, αν και έχω την φιλοδοξία ένα σενάριό μου να διαβάζεται εύκολα και ευχάριστα όπως ένα βιβλίο, η απόσταση που χωρίζει τους δύο τρόπους γραφής δεν είναι ακριβώς μικρή. Δεν συμβουλεύτηκα κάποιον με την στενή έννοια, έπαιρνα όμως τη γνώμη ανθρώπων που εμπιστεύομαι ως αναγνώστες. Δεν ξέρω τελικά αν υπάρχει κόσμος των λέξεων. Οι λέξεις είναι από την πολύ μικρή ηλικία, ή έστω από την εποχή που θυμόμαστε τους εαυτούς μας ο προσφορότερος τρόπος προσέγγισης του κόσμου γύρω μας. Δεν έχω ιδέα πώς προκύπτει και αν υπάρχει κάτι που λέγεται λογοτεχνικότητα. Εμπιστεύομαι τις λέξεις και την ακρίβειά τους, εμπιστεύομαι επίσης κάποια κοινότητα στο ψυχικό υπόβαθρο των ανθρώπων που τους επιτρέπει διαβάζοντας το ίδιο έργο να βλέπουν το ίδιο πράγμα. Πέρα από τη σημειολογία ενός κειμένου υπάρχει και η σημειολογία της πραγματικότητας που στο βαθμό που κάνω κινηματογράφο δεν μπορώ να την αγνοήσω. Θα ήμουν χαρούμενος αν το βιβλίο μου επιτύχει κάτι τέτοιο: να αναπλάθει με τρόπο αναγνώσιμο κάποια πραγματικότητα.
Όταν το έγραφα είχα στο μυαλό μου ότι θα το εκδώσω μόνος μου. Έβρισκα αρκετά απελευθερωτικό ότι δεν θα περάσει όλη την διαδικασία των υποβολών, τροποποιήσεων και εγκρίσεων που απαιτεί ένα σενάριο. Δεν υπήρχε ο κίνδυνος της ματαίωσης που υπάρχει πάντα όταν σχεδιάζει κανείς μια ταινία. Όταν πια το είχα έτοιμο, μου φάνηκε ότι αυτή δεν θα ήταν μια καλή μοίρα.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –κινηματογράφος, εικαστικά, κόμικς, μουσική κ.ά.– τη συγγραφική σας δουλειά; Αν ναι, με ποιους τρόπους;
Κανένα έργο δεν είναι απαλλαγμένο επό επιρροές, συγγένειες ή αδυναμίες. Υπάρχει προφανώς η επιρροή του κινηματογράφου, άλλωστε το κείμενο υπήρξε ως σενάριο πριν γίνει βιβλίο. Το βασικό σε ένα σενάριο είναι ότι η δράση εκτυλίσσεται σε πραγματικό χρόνο, μια σκηνή δεν έχει πυκνώσεις χρόνου με τον τρόπο που σε ένα λογοτεχνικό κείμενο μια παράγραφος μπορεί να περιγράψει μερικές μέρες. Επίσης, ένα σενάριο περιορίζεται σε ό,τι μπορεί να οπτικοποιηθεί, δεν υπάρχει χώρος και τρόπος για να παρεισφρήσουν οι λέξεις «ήξερε ήδη», ο αόριστος χρόνος.
Μια αναφορά που σταθερά με συνοδεύει εδώ και χρόνια είναι «Η κόκκινη έρημος» του Αντονιόνι. Νομίζω ότι δεν έχω δει πιο οργανική απεικόνιση της επίδρασης του τοπίου, του περιβάλλοντος στον άνθρωπο. Κατά κάποιον τρόπο, Η γυναίκα με το όπλο γεννήθηκε από το τοπίο. Ή, εν πάσει περιπτώσει από τη δική μου πρόσληψη του τοπίου.
Μια άλλη συγγένεια που βρίσκω να με συνοδεύει σε αυτό το κείμενο αλλά και από πιο παλιά, από τα πρώτα μικρού μήκους που έκανα ήταν με τον Andrea Pazienza. Μου αρεσε ο, σε μικρή κλίμακα, κοινωνικός ρεαλισμός της αφήγησής του. Μπορεί να μην είναι τυχαίο ότι οι ιστορίες του ακολούθησαν την καταστολή και την διάψευση των «μολυβένιων χρόνων» στην Ιταλία. Με κάποιον τρόπο, χαρτογραφούσαν τη μη λογική βία που ακολούθησε την καταστολή και διάψευση της καλά ορισμένης, λογικής, πολιτικής βίας
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Όταν το έγραφα είχα στο μυαλό μου ότι θα το εκδώσω μόνος μου. Έβρισκα αρκετά απελευθερωτικό ότι δεν θα περάσει όλη την διαδικασία των υποβολών, τροποποιήσεων και εγκρίσεων που απαιτεί ένα σενάριο. Δεν υπήρχε ο κίνδυνος της ματαίωσης που υπάρχει πάντα όταν σχεδιάζει κανείς μια ταινία. Όταν πια το είχα έτοιμο, μου φάνηκε ότι αυτή δεν θα ήταν μια καλή μοίρα. Στις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου με πήγε το Για τα πληγωμένα μας αδέρφια του Ζοζέφ Αντράς. Μου άρεσε ακόμα να το δω να συγκατοικεί με τα βιβλία του Ραφαηλίδη και αν θέλω να είμαι ειλικρινής με τιμά ιδιαιτέρως η εμπιστοσύνη του Γιάννη Νικολόπουλου, ενός ανθρώπου του οποίου εκτιμώ τη ματιά και τη γνώση.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.
Η γυναίκα με το όπλο
Γιώργος Σερβετάς
Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου 2018
Σελ. 152, τιμή εκδότη €13,80