Η Ζέλντα Σκοτ (Zelda Scott) μας συστήθηκε πρόσφατα με τη συλλογή διηγημάτων της «Η γυναίκα-αχλάδι, ο άντρας-βάτραχος και άλλες ιστορίες» (εκδ. Τόπος).
Επιμέλεια: Book Press
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για εσάς;
Το βιβλίο μου ονομάζεται Η γυναίκα-αχλάδι, ο άντρας-βάτραχος και άλλες ιστορίες. Συχνά με ρωτάνε αν η «γυναίκα-αχλάδι» του τίτλου (επίσης τίτλος του πρώτου διηγήματος) είναι συμβολισμός. (Περιέργως, δεν με ρωτάνε για τον άντρα-βάτραχο). Είναι κυριολεξία: πρόκειται για μια γυναίκα-αχλάδι, ένα φρούτο/άνθρωπο, ένα πλάσμα ανάμεσα στα είδη. Καθετί στον κόσμο του βιβλίου είναι κυριολεκτικό. Ωστόσο, ο αναγνώστης μπορεί να δει σύμβολα ή μεταφορές που παραπέμπουν εκεί έξω, στον πραγματικό κόσμο, ανεξαρτήτως της πρόθεσης του συγγραφέα. Ο συγγραφέας έχει τον έλεγχο μόνο του μυθοπλαστικού κόσμου τον οποίον έχει φτιάξει.
Πλάσματα ανάμεσα στα είδη υπάρχουν σε όλες σχεδόν τις ιστορίες του βιβλίου. Ειδολογικά, οι ιστορίες φέρουν κάτι το υβριδικό, παραδείγματος χάριν, η ιστορία του «Ποντικού» είναι ανάμεσα στο μυθοπλαστικό είδος τρόμου και στο μη-μυθοπλαστικό true crime. Αυτό το μοτίβο υπάρχει και σε πολλούς από τους τόπους των ιστοριών: εγκαταλελειμμένα βενζινάδικα, παλιά συνεργεία, φαγάδικα σε μετα-αποκαλυπτικό σκηνικό. Πρόκειται για τόπους που έχουν χάσει την προηγούμενη χρήση τους χωρίς να έχουν περάσει ολότελα σε μια άλλη. Είναι τόποι που βρίσκονται «στο κατώφλι».
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Κάποτε, κάποιος μου είχε πει: «Και στον δρόμο να βγεις και να ρωτήσεις έναν τυχαίο περαστικό, κάτι θα μάθεις». (Συμπληρώνοντας: «Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι πρέπει να κάτσεις να ρωτάς τον καθένα»). Κάθε βιβλίο είναι όπως ένας περαστικός στον δρόμο, έχει να σου πει μια ιστορία. Έτσι και το βιβλίο μου. Έχει ιστορίες να πει και, όπως όλοι οι συγγραφείς, το έγραψα πιστεύοντας ότι αξίζει να διαβαστεί. Ή μάλλον, για να ακριβολογώ, κανένα βιβλίο δεν αξίζει να διαβαστεί, ως η αξία του να ήταν αυθύπαρκτη και απτή ιδιότητα του βιβλίου, κάτι που μπορείς να μετρήσεις όπως οι σελίδες του ή το βάρος του. Το βιβλίο δεν έχει αξία από μόνο του, το βιβλίο αξίζει για κάποιον που το διάβασε και έκρινε ότι αξίζει. Δεν θεωρώ a priori ότι «αξίζει να διαβαστεί», αλλά το έγραψα θέλοντας ο άλλος να πει «άξιζε τελικά που το διάβασα».
Όλα τα πράγματα της φαντασίας υπάρχουν εκεί έξω: δεν μπορείς να πλάσεις κάτι που δεν υπάρχει, και ακόμη και αν μπορούσες, θα έπρεπε να το περιγράψεις με όρους του υπαρκτού.
Όσο για το τι καινούριο φέρνει, όπως λέει και ο Τζακ στο διήγημα «Cadillac και Δεινόσαυροι», δεν υπάρχει τίποτα καινούριο κάτω από τον ψηφιακό ήλιο. Καθετί που περιέχει ένα βιβλίο, γράφεται μέσα από την αντίληψη ανθρώπινων πλασμάτων (ακόμη και τα Α.Ι. βιβλία που θα γράφονται/ γράφονται ήδη, σε αυτή την αντίληψη βασίζονται). Υπάρχει ένα μεγάλο σύνολο που περιέχει όλα τα πράγματα που αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι, όλα τα πράγματα που γνωρίζουν, όλες τις εμπειρίες τους. Η ίδια η δομή του συνόλου αυτού εξαρτάται από τον τρόπο αντίληψης των ανθρώπων. Αν, ας πούμε, ήμασταν νοήμονες υπάρξεις από το υπερπέραν, θα περιγράφαμε τα πράγματα αλλιώς, αφού αλλιώς θα τα αντιλαμβανόμασταν. Όλα τα πράγματα της φαντασίας υπάρχουν εκεί έξω: δεν μπορείς να πλάσεις κάτι που δεν υπάρχει, και ακόμη και αν μπορούσες, θα έπρεπε να το περιγράψεις με όρους του υπαρκτού. Όλα τα πλάσματα του βιβλίου, αχλάδια, βάτραχοι, δεινόσαυροι, άνθρωποι, υβρίδια, υπάρχουν εκεί έξω. Τα πάντα έχουν ήδη ειπωθεί, αλλά οι ιστορίες που μπορείς να φτιάξεις είναι άπειρες. Υπό αυτή την έννοια, κάθε βιβλίο φέρνει κάτι καινούριο.
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Από τα μεγάφωνα ακούγεται το Clubbed to Death (το κομμάτι από το Matrix). Άνθρωποι με λευκές στολές, γάντια και χειρουργικές μάσκες εργάζονται πυρετωδώς μπροστά σε δοκιμαστικούς σωλήνες. Βρισκόμαστε σε ένα φουτουριστικό εργαστήριο, όπως αυτό στο βίντεο κλιπ του 50 Cent, όπου ο ράπερ κρέμεται ανάποδα από το ταβάνι. Και μέσα σε αυτό το κρυφό εργαστήριο κάπου, σε μια άγνωστη τοποθεσία, άνθρωποι κάνουν αναλύσεις και πειράματα επιχειρώντας να γράψουν ένα βιβλίο που θα είναι τόσο γαμάτο όσο το ίδιο το εργαστήριο και το κομμάτι που παίζει από τα μεγάφωνα. Τουλάχιστον, έτσι το φαντάζομαι το συγγραφικό μου εργαστήριο, όχι κανένα τριτοδεύτερο εργαστήριο με τα έπιπλα και τη γραφομηχανή του Τζεπέτο.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –κινηματογράφος, εικαστικά, κόμικς, μουσική κ.ά.– τη συγγραφική σας δουλειά; Αν ναι, με ποιους τρόπους;
Κάθε ιστορία που γράφεις, φέρει μέσα της προηγούμενες ιστορίες που είδες/άκουσες/διάβασες. Σίγουρα έχω δεχθεί μεγάλη επίδραση από τον κινηματογράφο. Λέγοντας «κινηματογράφο» αναφέρομαι γενικότερα στον τρόπο να λες ιστορίες με οπτικό/ηχητικό τρόπο. Στο διήγημα με τίτλο «Οι Τρίδυμοι» εμφανίζεται ένα σαρκοβόρο φυτό. Αυτό το φυτό το δανείστηκα από την ταινία «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι», διασκευή του ομώνυμου θεατρικού έργου του Τένεσι Ουίλιαμς. Στην ιστορία του έφηβου Ίθαν («Ο ποντικός») υπάρχουν στοιχεία από «βίντεο ανακρίσεων» που έβλεπα στο YouTube (πρόκειται για υποείδος των ντοκιμαντέρ True Crime).
Από την άλλη, το σαρκοβόρο φυτό στην ταινία «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» είναι μία οπτική μεταφορά (ο πρωταγωνιστής στην ταινία παγιδεύεται, όπως η μύγα μέσα στο φυτό) και τέτοιες μεταφορές συναντάμε συχνά στα βιβλία.
Μαθαίνεις επίσης να λες ιστορίες από τον τρόπο που τις λένε οι άλλοι. Στις ταινίες παραδείγματος χάριν, ένας γενικός κανόνας, όχι καθολικός αλλά σίγουρα πολύ διαδεδομένος, το «εναρκτήριο γεγονός», o «καταλύτης» που ξεκινάει την περιπέτεια του ήρωα, (μια γυναίκα προσλαμβάνει τον ντεντέκτιβ-πρωταγωνιστή της ιστορίας να παρακολουθήσει τον άνδρα της), συμβαίνει νωρίς στην ιστορία, συνήθως στο 10%-15% της συνολικής διάρκειας της ταινίας. Δεν μεταφέρω τον κανόνα αυτούσιο στις δικές μου ιστορίες, δεν λέω, πχ «Α, σελίδα 5, πρέπει κάτι να συμβεί», αλλά το γεγονός ότι ο Γούλφι στους «Τρίδυμους» αποφασίζει να περάσει το βράδυ του σε μια πόλη που του έχουν πει επ’ ουδενί να μην διανυκτερεύσει, στο τάδε σημείο της ιστορίας και όχι σε κάποιο άλλο, σχετίζεται με τον τρόπο που λένε ιστορίες οι ταινίες που έχω δει. Ή στη «Σπηλιά», μεταφερόμαστε μπρος/πίσω μεταξύ τόπων/χαρακτήρων, μεταξύ γεγονότων που συμβαίνουν παράλληλα ή ταυτόχρονα. Αυτή την τεχνική του intercutting τη συναντάμε συχνά σε ταινίες.
Από την άλλη, το σαρκοβόρο φυτό στην ταινία «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» είναι μία οπτική μεταφορά (ο πρωταγωνιστής στην ταινία παγιδεύεται, όπως η μύγα μέσα στο φυτό) και τέτοιες μεταφορές συναντάμε συχνά στα βιβλία. Το «εναρκτήριο γεγονός» προφανώς δεν είναι κινηματογραφική επινόηση και ενδεχομένως το πού συμβαίνει σε μια ιστορία να σχετίζεται γενικότερα με το πώς οι άνθρωποι τείνουν να αφηγούνται ιστορίες. Η τεχνική του intercutting είναι πολύ παλιά: Συναντάμε παρόμοια στην Ιλιάδα του Ομήρου. Υπάρχει μια διαρκής αλληλεπίδραση μεταξύ των αφηγηματικών μέσων, ένα διαρκές αλισβερίσι.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Όταν τελείωσα το βιβλίο (αν και το βιβλίο ποτέ δεν τελειώνει, απλώς υπάρχει ένα σημείο που αποφασίζεις ότι τελείωσε αυτό που ονομάζεται «αλγόριθμος βέλτιστης διακοπής»), αποφάσισα να το στείλω σε κάποιους εκδοτικούς. Στον Τόπο ειδικά το έστειλα γιατί μου αρέσει ο Burroughs, διάβαζα τα βιβλία του, και τα βιβλία του κυκλοφορούν στη σειρά Cult Stories. Έστειλα λοιπόν το βιβλίο στον εκδοτικό και πήρα θετική απάντηση σε σχετικά πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Και το βιβλίο εκδόθηκε και κυκλοφορεί από την σειρά Cult Stories…
Το πλέον αναπάντεχο στην «εκδοτική περιπέτεια του βιβλίου» ήταν η διάδραση με τους αναγνώστες
Στο μυαλό μου είχα μια εικόνα σχετικά με το τι σημαίνει «εκδίδω ένα βιβλίο». Λοιπόν, η έκδοση του βιβλίου ήρθε να απομυθοποιήσει την εικόνα που είχα στο μυαλό μου. Όχι ότι την έκανε λιγότερο συναρπαστική (το αντίθετο), απλώς κάτι που ήταν «μύθος» (κάτι που λέγεται) έγινε πραγματικό. Γενικότερα, αυτό που μου αρέσει όταν «μπαίνω σε μία περιπέτεια» είναι το γεγονός ότι θα συμβούν αναπάντεχα πράγματα. Το πλέον αναπάντεχο στην «εκδοτική περιπέτεια του βιβλίου» ήταν η διάδραση με τους αναγνώστες. Γιατί ενώ όλοι θα διαβάσουν την ίδια ιστορία, ο καθένας θα διαβάσει μια διαφορετική ιστορία, επειδή ο καθένας κουβαλάει τις δικές του εμπειρίες και ιστορίες. Οπότε ο καθένας θα πει και κάτι διαφορετικό, κάτι που του άρεσε, κάτι που πρόσεξε, κάποια λεπτομέρεια που μπορεί να μην είχα καν συνειδητοποιήσει.