kopitses250

Του Στρατή Χαβιαρά

Ρώτησα κάποτε τον Αμερικανό συγγραφέα Τζον Ίρβινγκ πώς παραχώνει προσωπικές εμπειρίες στα μυθιστορήματα του και απάντησε, «Προσωπικές εμπειρίες; Ποτέ». Αυτό με έκανε να βάλω τα γέλια γιατί, όπως και η ζωή του, τα βιβλία του έβριθαν από αγώνες ελληνορωμαϊκής πάλης και αρκούδες. Ακόμα και αν δεν αναγνωρίζουμε στο έργο συγκεκριμένες λεπτομέρειες απ’ τη ζωή του συγγραφέα, το έργο του πάντα βρίθει από προσωπικές επιθυμίες, φοβίες, προκαταλήψεις και εμμονές. 

Η Μάρτυ Λάμπρου δεν είναι εξαίρεση σ’ αυτό τον κανόνα. Είναι εξαίρεση στο να ξεπερνάει δύσκολες συνθήκες και εμπόδια. Τι σημαίνει γράψιμο; Σημαίνει το να κάνεις τα αδύνατα δυνατά. Tίποτα λιγότερο.
Είπε ένας άλλος συγγραφέας, ο Gore Vidal, «Αν γράψεις ένα καλό βιβλίο, πολλοί σε κοιτάζουν παράξενα, σαν να έκανες κάποια ζαβολιά με το να μη γράφεις μέτρια, όπως άλλοι». Οι Κόπιτσες τής Μάρτυς Λάμπρου δεν αποτελούν άσκηση λογοτεχνικής δημοκρατικότητας. Aποτελούν μια ξεχωριστή συλλογή διηγημάτων.
Ένας μικρόκοσμος γεμάτος συναντήσεις και αναχωρήσεις, εντάσεις και συγκρούσεις, απροσδόκητους διαλόγους στο δρόμο ή στο λεωφορείο, εσωτερικοί μονόλογοι και φυσιογνωμίες, στις Κόπιτσες λειτουργούν σαν αρχέτυπα ενός κόσμου που δεν έχει χρόνο για χάσιμο γιατί ο χρόνος έχει πάει κατά διαβόλου. Στο ζυγό με τις εμμονές της Λάμπρου, βαραίνει περισσότερο η έννοια της για αφηγηματική ευελιξία και τόνο, επιδιώκοντας τη δικαίωση του λόγου από την τέχνη.
Πριν από μερικά χρόνια, η Μάρτυ δούλεψε μαζί μου και πιο πρόσφατα με τον Ανδρέα Μήτσου στα Εργαστήρια Τέχνης του Λόγου του ΕΚΕΒΙ. Εκεί, η ανάδειξη του θέματος μιας αφηγηματικής ενότητας συζητιέται διεξοδικά μέσα απ’ το πρίσμα της δομής, των χαρακτήρων, της πλοκής, της αφηγηματικής φωνής, της κατάλληλης χρήσης γλώσσας και ύφους.
Βέβαια θα ήταν λάθος να παίρνουμε την οποιαδήποτε πραγματική ιστορία τοις μετρητοίς. Ο συγγραφέας γράφει επί πιστώσει και η ουσία μιας ιστορίας δεν είναι μόνο στο πώς τη βίωσε ο ίδιος ή κάποιος άλλος, όσο στο πώς την ξαναζεί γράφοντας. Έτσι ακριβώς ξαναζεί τις ιστορίες της η Λάμπρου: με μνήμη και φαντασία, με ειλικρίνεια και φροντίδα στη λεπτομέρεια, με οικονομία στα λόγια και στο συναίσθημα, με θυσίες.
Να προσθέσω ότι η οικονομία στη γραφή της Λάμπρου συμβαδίζει ομαλά με τον θεματικό πλούτο της συλλογής, όπου θίγονται κοινωνικά, ερωτικά, υπαρξιακά και άλλα θέματα, ενώ ταυτόχρονα, κι αυτό είναι το πιο σημαντικό, κανένα διήγημα της δεν είναι μονοδιάστατο.
Αυτές τις μέρες, όπως οι επίσης Εκεβίτες, Χρήστος Ναούμ στο μυθιστόρημα του Γιαρντίμ απ’ τις Εκδόσεις Καστανιώτη, Βασίλης Κουνέλης στο μυθιστόρημα του Νοματαίος από την Ωκεανίδα, και Κωνσταντίνος Μπούρας στη συλλογή ποιημάτων του, Ελευθερίας ανατολή απ’ το Μεταίχμιο, η Μάρτυ Λάμπρου, στις Κόπιτσες της (απ’ τον Οσελότο), χειρίζεται τόσο τις θεματικές προτιμήσεις της όσο και τα αφηγηματικά εργαλεία της, σωστά. Άρα έχουμε λόγο να πιστεύουμε πώς «η δικαίωση του λόγου από την τέχνη» βρίσκεται σε καλά χέρια.
Ο Vidal δεν ανέφερε όμως ότι το να αξιωθεί κανείς ένα καλό βιβλίο, μοιάζει απαραίτητο να θυσιάσει στους θεούς μια αντίστοιχη αξία ζωής: της δικιάς του ή άλλου.
Στην περίπτωση της Λάμπρου, ο καπνός της θυσίας ανεβαίνει κατευθείαν στον Δία. Κι αυτό, μαζί με τη χρονοβόρο άσκηση τού γράφε-ξήλωνε, εξηγεί γιατί μεσολάβησαν αρκετά χρόνια από την έκδοση του πρώτου της βιβλίου, Το κόκκινο κουτί, μέχρι τις Κόπιτσες.
Το κόκκινο κουτί, από τις «Εκδόσεις» Χάος και Κουλτούρα του μακαρίτη, Εξαρχειώτη γάτου, Λεωνίδα Χρηστάκη.

lamprou_marty

Μερικές από τις ιστορίες στις Κόπιτσες όπως η «Έρκυνα», «Κύριος», «Πηγαίνοντας», «Πόνος» και «Θήβα-Βάγια-Αλίαρτος», μυρίζουν ιδιαίτερη πατρίδα και διαπραγματεύονται απλούς ανθρώπους, την καθημερινή ζωή, τα ήθη με την τοπική λαλιά, τη δουλειά και τα όνειρα, τον έρωτα, τις κακίες, τα γερατειά, τον θάνατο. Όμως εδώ, όπως καλά γνωρίζουν όσοι διαβάζουν, οι φυσιογνωμίες, τα περιστατικά και οι όποιες λεπτομέρειες που μας εντυπώνονται απ’ τη λεγόμενη «πραγματικότητα», δεν είναι καθόλου έτοιμες ιστορίες. Αν είναι πέτρες, χρειάζονται κονίαμα. Αν ξύλο, ψαρόκολλα και καρφιά. Αν μάρμαρο, σφυρί και καλέμι. Κι αν είναι ιστορίες, χρειάζονται φωνή και άρθρωση. Αυτά και πολλά άλλα, τα έχει ή τα επινοεί ο συγγραφέας, φυσώντας μέσα τους πνοή και δημιουργική φαντασία.
Οι τυφλοί μυρίζουν το γαρίφαλο με τα’ ακροδάχτυλα πριν το φέρουν στη μύτη.
Στο διήγημα «Ξαφνικό κύμα», η νέα, μεταμοντέρνα business woman, αποκαλύπτει την ταπεινή καταγωγή τής νεόπλουτης μητέρας της και ταπεινώνεται μαζί της πριν οι δυο τους τα βρουν σε μια νέα ισορροπία.
Η φωτιά ταπεινώνει το στραβόξυλο. Το νερό τη φωτιά.
Σε δυο διηγήματα, το θέμα είναι χωρισμός και διαζύγιο. Στο «Επί Κολωνώ», μια συγγραφέας με τον ανήλικο γιο της περιμένουν τον πρώην σύζυγο, να τους δώσει λεφτά. Το ότι εντελώς τυχαία βρίσκονται στο απέναντι πεζοδρόμιο από ένα κακόφημο σπίτι με τους πελάτες να παρελαύνουν ο ένας ύστερα απ’ τον άλλο, το προσέχει πρώτα το παιδί, το οποίο κάνει και τον σχετικό παραλληλισμό. Ειρωνεία, ναι, αλλά και συμπόνια και το φως της ελπίδας που δεν παύει να καίει για μια καλύτερη ζωή, διαπερνούν τις σελίδες του διηγήματος.
Οι Κόπιτσες, από θέατρο σκιών σ’ ένα θέατρο ζωντανό και μάλιστα με εξίσου ζωντανό περιβάλλον ή αύρα: με θέα, ήχο, μυρωδιά, γεύση και υφή στην αφή – ένας καθρέφτης όχι κολακευτικός αλλά που στήνεται απέναντι από τη ζωή όπως την ξέρουμε, πρόθυμος να τη γλυκάνει υποσχόμενος, όχι υλικά, αισθητικά ωφέλει.
Γιατί, αν οι μέλισσες παίρνανε είδηση ποιοι τρώνε το μέλι τους, θα γινόντουσαν όλες κηφήνες.
Στο «Άσχημα», ύστερα από μια επικίνδυνη και οδυνηρή αυτο-επέμβαση, ή ηρωίδα θα εντοπίσει το στίγμα της στη ζωή και θα το διεκδικήσει πάλι.
Στο «Πηγαίνοντας», διάσπαρτο με διαλόγους τοπικού ιδιώματος, περιγράφεται ένα τσιμπούσι πέρα από κάθε όριο και μέτρο. Είναι η ιστορία του Θανάση που σου ανοίγει την όρεξη, η οποία φυσικά έρχεται τρώγοντας, οδηγώντας στο αλάνθαστο τέλος.
Το διήγημα «Αδιέξοδο» είναι οι Άθλιοι της Μάρτυς Λάμπρου. Μια συγγραφέας είναι το αόρατο θύμα κλοπής τσάντας. Αλλά το πιο πολύτιμο αντικείμενο που βρίσκει ο αρπάχτρας στην τσάντα της –και βλαστημάει την γκαντεμιά του γι’ αυτό– είναι τα χειρόγραφα των διηγημάτων Κόπιτσες. Θεία δίκη. Η συγγραφέας είχε φροντίσει να φυλάξει αντίγραφα.
Στο «Νιος», έχουμε δυο αδέλφια, μια παρέα, έναν ξένο και το αισθησιακό καλοκαίρι στο νησί. Νέοι άνθρωποι, νέα ήθη. Και στο βάθος η μπουγάδα και οι πατάτες γιαχνί της μαμάς, ο παλιός κόσμος που παραμονεύει.
Στο ομότιτλο με το βιβλίο διήγημα, «Κόπιτσες», το οποίο διακρίθηκε από το λογοτεχνικό περιοδικό Πλανόδιον και δημοσιεύθηκα στα Δέκατα, μια κούκλα, ένα παιδί-κούκλα εξιστορεί τα παιδικά της τραύματα, τις ουλές. Θα πεις, ποιο παιδί επέζησε χωρίς σημάδια στην ψυχή ή στα γόνατα. Όμως εδώ η γραφή κάνει ένα άλμα μπροστά, σε μια μορφή ακόμα πιο οικονομική, πιο άμεση, μορφή που μοιάζει περισσότερο με παραβολή παρά διήγημα.
Το πώς λες μια ιστορία ανθρώπινου προβληματισμού γραπτώς, είναι τουλάχιστον όσο σημαντικό και το τι σόι ιστορία έχεις να πεις. Κι εδώ αναφερόμαστε στη μαστοριά του συγγραφέα: το λεξιλόγιο, τη σύνταξη και την ακρίβεια των λέξεων.
Είπε ο Μαρκ Τουέιν: «Η σωστή λέξη από τη σχεδόν σωστή, έχει τόση διαφορά στην αφήγηση, όση και η αστραπή από την πυγολαμπίδα».
Μετά ξανάρχεται η οικονομία (τα πολλά λόγια, φτώχεια), και η οικονομία στο συναίσθημα (αλλιώς η φτώχεια οδηγεί στη φτήνεια). Αποφασιστικό ρόλο στο διήγημα παίζει και η δομή και οι αναλογίες που επιλέγει ο συγγραφέας. Μαγειρική, και η αφήγηση της Μάρτυς Λάμπρου δε σ’ αφήνει με τίποτα να φας αλλού. Χάρη στην παρατηρητικότητα και την προσοχή της στη λεπτομέρεια, ακόμα και η πιο διακριτική νύξη στις Κόπιτσες, αφήνει το σημάδι της, κι αυτό δεν το ξεχνά ο αναγνώστης.
Εκτός από το «Νιος», υπάρχουν άλλα δυο ερωτικά: Το «Έρκυνα», όπου η μνήμη της φυλής και η ανάγκη για το άλλο σμίγουν χαρμόσυνα. Η πανάρχαια νύμφη των τοπικών νερών αναδύεται στον καιρό μας, συμφιλιωμένη με το χάλι μας χάρη σ’ έναν νεαρό μπάτσο, πέρα από στερεότυπα. Και στο διήγημα «Κύριος», μια στερνή ερωτική εμπειρία του κυρίου Κίμωνα, χάρη στο πέρασμα από τη ζωή του, έστω και αργά, της ωραίας Ράνιας.
Η πρόκληση του να γράψει κανείς μια ερωτική περίπτυξη χωρίς να ξεπέσει στο πορνό, είναι γνωστή στους συγγραφείς, γι’ αυτό και στα εργαστήρια μου όλοι οι μαθητευόμενοι μάγοι ολοκληρώνουν τη σχετική άσκηση, επιδιώκοντας αισθητική ή αισθησιακή απήχηση, αποφεύγοντας σαρκικές λεπτομέρειες. Στην «Έρκυνα», η Μάρτυ πήγε χιλιάδες χρόνια πριν, για να δώσει στον κόσμο της ηρωίδας της μια θέση στο εδώ και στο σήμερα.
Ένα απ’ τα μεγαλύτερα διηγήματα του βιβλίου είναι η «Μαυροπλαγιά» και μας έρχεται απ’ το περιβάλλον του νέου μυθιστορήματος που ολοκληρώνει τώρα η συγγραφέας. Τίτλος, Με λυμένο χειρόφρενο. Εδώ, ένα 8χρονο κοριτσάκι ταξιδεύει με τον νταλικέρη πατέρα της, νύχτα, σε ορεινές, ακριτικές διαδρομές, καλυμμένες με πάγο. Αν όλο το μυθιστόρημα είναι τόσο πρωτότυπο και δυνατό όσο η «Μαυροπλαγιά», όλες οι πλαγιές και τα πλάγια της συγγραφέως θα βγουν ασπροπρόσωπα.
Τέλος, στο «Λεό», που είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Λεωνίδα Χρηστάκη, ο ομώνυμος γάτος, ξαπλωμένος στα χειρόγραφα μιας γηραιάς συγγραφέως, χασμουριέται και καλλωπίζεται, αδιαφορώντας παντελώς για την ανθρώπινη ματαιότητα .
Στις ιαματικές πηγές του γέλιου νίψον ανομήματα και κατήφιες.
Αλήθεια, πώς γελάει κανείς με τη νοηματική; Ας γελάσουμε κι εμείς με χειρονομίες, όπως είπε ο δάσκαλος. Και είπε, Ε, εσύ στο τελευταίο θρανίο: Πώς σε φωνάζουν αυτοί που δεν έχουν φωνή ή είναι αναλφάβητοι; Ποια είσαι, πως σε λένε, πουθ’ έρχεσαι, που πας; Μπορείς με μια σου λέξη ν’ απαντήσεις; 
kopitses_exof
Κόπιτσες.
Καρφίτσες, παραμάνες, σούστες και κόπιτσες: συνδετήρες και αποσυνδετήρες ρουχισμού, σάρκας, ψυχής. Σαν αντικείμενο και σαν μεταφορά, τόσο χρήσιμη επινόηση οι κόπιτσες. Συνδετήρες εδώ και μεταξύ συνειρμών, μεταξύ προφορικού και γραπτού, γυναίκας και άνδρα, ονείρου και πραγματικότητας, ιερού και ανίερου, παραδείγματος προς μίμηση ή αποφυγή. Συνδετήρες που συναρπάζουν, συναρτώντας ακόμα και τα πιο ασυνάρτητα. Αλλά για να βγει η αλήθεια, πρέπει πρώτα να αποκατασταθεί η μνήμη του τι μεσολαβεί μεταξύ ιδέας και έργου. Γιατί πάνω σ’ αυτά φαίνεται να βασίζεται η ομαλή λειτουργία των πάντων – με τον ήλιο, το φεγγάρι και τα άστρα, μάρτυρες.
Κι’ ας έχω λάβει στίγματα από εκρήξεις μεγατόνων στον ήλιο. Κι ας έχω δει τα άστρα να τρεμοσβήνουν την αυγή σαν να θέλουν να πουν, μη χάφτεις ότι λένε για πάρτη μας.
Αυτά που είχα να πω, τα είπαν κι άλλοι: στις Κόπιτσες, οι πιο σημαντικές ανατροπές είναι αυταπόδεικτες.
Η πρώτη παράγραφος μιας ιστορίας καλό είναι να θίξει ή να χαϊδέψει κάποια ευαίσθητη χορδή στον αναγνώστη για να περάσει ο αναγνώστης απ’ την πόρτα και να μπει μέσα. Η τελευταία παράγραφος να κλειδώνει την πόρτα, αφού έχει ολοκληρωθεί η ιστορία και τα πιο καυτά ερωτήματα έχουν απαντηθεί, και πάνω απ’ τις ιδέες και τα πράγματα αιωρείται ένα δέος. Δεν έχει κανείς παρά να διαβάσει τη δισέλιδη συνέντευξη της Μικέλας Χαρτουλάρη με τη Μάρτυ Λάμπρου στα ΝΕΑ, για να διαπιστώσει την υποδειγματική συνέπεια μεταξύ συγγραφέως και έργου.
Βάζοντας τα σανδάλια, ανακαλύπτει κανείς τα πόδια του. Ανοίγοντας τις Κόπιτσες, εντοπίζει τα μάτια του – και τα γυαλιά του.
Tamam!

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Το τυφλό γουρούνι στη δεύτερη οδό» της Σώτης Τριανταφύλλου (κριτική) – Έλληνες στου Μέμφις τα στενά

«Το τυφλό γουρούνι στη δεύτερη οδό» της Σώτης Τριανταφύλλου (κριτική) – Έλληνες στου Μέμφις τα στενά

Για το μυθιστόρημα της Σώτης Τριανταφύλλου «Το τυφλό γουρούνι στη δεύτερη οδό - Χρονικό σε πόλεις με ποτάμι» (εκδ. Πατάκη). Η κεντρική φωτογραφία, που κοσμεί το εξώφυλλο, είναι του Στάνλεϊ Κιούμπρικ.

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

...
«Σφερδούκλια στο κεφάλι» του Βρασίδα Καραλή & «Σταυρός στο ακροθαλάσσι» του Θωμά Κοροβίνη (κριτική) – Γιαγιά, η πιο βαθιά πατρίδα

«Σφερδούκλια στο κεφάλι» του Βρασίδα Καραλή & «Σταυρός στο ακροθαλάσσι» του Θωμά Κοροβίνη (κριτική) – Γιαγιά, η πιο βαθιά πατρίδα

Για τα αφηγήματα «Σφερδούκλια στο κεφάλι» (εκδ. Δώμα) του Βρασίδα Καραλή και «Σταυρός στο ακροθαλάσσι» (εκδ. Άγρα) του Θωμά Κοροβίνη. 

Γράφει ο Γιώργος Ν. Περαντωνάκης

Δύο συγγραφείς-αφηγητές μιλάνε με τη γιαγιά τους. ...

«Αμαλία, μία πόρνη στα αζήτητα» του Βασίλη Τζανακάρη (κριτική) – Τόσα δίνω, πόσα θες;

«Αμαλία, μία πόρνη στα αζήτητα» του Βασίλη Τζανακάρη (κριτική) – Τόσα δίνω, πόσα θες;

Για το μυθιστόρημα του Βασίλη Τζανακάρη «Αμαλία, μια πόρνη στα αζήτητα» (Ελληνοεκδοτική). Κεντρική εικόνα: Η συνοικία «Μπάρα» στη Θεσσαλονίκη την περίοδο 1916-1918. 

Γράφει η Φανή Κεχαγιά

...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

«Δεν έχω ανάσα» του Λουίζ Σβαρτς (κριτική) – Αντιμέτωπος με το θεριό της κατάθλιψης

«Δεν έχω ανάσα» του Λουίζ Σβαρτς (κριτική) – Αντιμέτωπος με το θεριό της κατάθλιψης

Για το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Λουίζ Σβαρτς (Luiz Schwarcz) «Δεν έχω ανάσα» (μτφρ. Μαρία Παπαδήμα, εκδ. Ίκαρος).

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

Ο Λουίζ Σβαρτζ είναι ένας από τους σημαντικότερους εκδότες της Βρ...

Παρουσίαση του μυθιστορήματος «Όνομα πατρός: Δούναβης» του Κώστα Ακρίβου

Παρουσίαση του μυθιστορήματος «Όνομα πατρός: Δούναβης» του Κώστα Ακρίβου

Παρουσίαση του μυθιστορήματος του Κώστα Ακρίβου «Όνομα πατρός: Δούναβης» την Τρίτη 20 Μαΐου, στις 19:30, στον ΙΑΝΟ της Αθήνας.

Επιμέλεια: Book Press

Την Τρίτη 20 Μαΐου, στις 19:30, η Αλυσίδα Πολιτισμού IANOS και ο...

Φώτης Τερζάκης: «Ως συμπεριληπτικό όνομα, η

Φώτης Τερζάκης: «Ως συμπεριληπτικό όνομα, η "Ανατολή" είναι ήδη μια ρατσιστική και αποικιοκρατική κατηγορία, ένας τόπος της φαντασίας μας»

Μιλήσαμε με τον Φώτη Τερζάκη με αφορμή την πρόσφατη επανακυκλοφορία της μετάφρασής του της περίφημης μελέτης του Έντουαρντ Σαΐντ (Edward Said) «Οριενταλισμός», από τις εκδόσεις Σάλτο.

Στον Κ.Β. Κατσουλάρη 

Λίγα εί...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Η σιωπή του κελιού» του Μεχμέτ Ατές (προδημοσίευση)

«Η σιωπή του κελιού» του Μεχμέτ Ατές (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Μεχμέτ Ατές «Η σιωπή του κελιού», το οποίο θα κυκλοφορήσει το επόμενο διάστημα από τις εκδόσεις Επίμετρο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Πάντα έλεγαν: «Συνήθως έρχονται γύρω στις έξι, έξι κα...

«Ο σπορέας» του Ζαν Νταρό (προδημοσίευση)

«Ο σπορέας» του Ζαν Νταρό (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο του Ζαν Νταρό [Jean Darot] «Ο σπορέας» (μτφρ. Ελένη Γ. Γύζη), το οποίο θα κυκλοφορήσει το επόμενο διάστημα από τις εκδόσεις Στίξις.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Δεν γνωρίζαμε τίποτα. Δεν γνωρίζαμε αν οι εξόριστοι...

«Μια τρίχα που γίνεται άλογο» της Λίλας Κονομάρα (προδημοσίευση)

«Μια τρίχα που γίνεται άλογο» της Λίλας Κονομάρα (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από τη νουβέλα της Λίλας Κονομάρα «Μια τρίχα που γίνεται άλογο», η οποία κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Κι όμως κάποτε ήμασταν εμείς, ψιθυρίζει κι αμέσως σκέψεις κα...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Μικρός οδηγός στο ελληνικό διήγημα 1974-2024: 50 αντιπροσωπευτικά διηγήματα όλων των κατηγοριών

Μικρός οδηγός στο ελληνικό διήγημα 1974-2024: 50 αντιπροσωπευτικά διηγήματα όλων των κατηγοριών

Μια ανασκόπηση της ελληνικής διηγηματογραφίας των τελευταίων πενήντα ετών σε 50 αντιπροσωπευτικά κείμενα. Σε πόσες κατηγορίες μπορούν να ταξινομηθούν τα διηγήματα (της μνήμης, πολιτικά, ερωτικά, αστυνομικά κ.ά.) και ποιοι οι σημαντικοί εκπρόσωποι της κάθε μιας; Στην κεντρική εικόνα, ο Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος (1...

Τι διαβάζουμε τώρα; Δέκα πρόσφατα βιβλία γόνιμου στοχασμού

Τι διαβάζουμε τώρα; Δέκα πρόσφατα βιβλία γόνιμου στοχασμού

Η εξέλιξη της τεχνολογίας, η δίκη του Γαλιλαίου, η αποδοχή του θανάτου, αλλά και οι προκαταλήψεις μας για τους τσιγγάνους. Δέκα βιβλία που θα μας γεννήσουν πολλά ερωτήματα και θα μας δώσουν απαντήσεις.

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

...
Τι διαβάζουμε τώρα; 10 φεμινιστικά βιβλία ξένης πεζογραφίας

Τι διαβάζουμε τώρα; 10 φεμινιστικά βιβλία ξένης πεζογραφίας

Δέκα πρόσφατα βιβλία πεζογραφίας από όλον τον κόσμο, γραμμένα από γυναίκες, με πρωταγωνίστριες θηλυκότητες, που απευθύνονται σε όλους. Ιστορίες για τις ηχηρές ή σιωπηρές επαναστάσεις των γυναικών εντός και εκτός των έμφυλων ρόλων τους, τις εκφάνσεις της αυτενέργειας και χειραφέτησής τους. Μυθιστορήματα και διηγήματα...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

12 Δεκεμβρίου 2024 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2024

Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα: Εκατό καλά λογοτεχνικά βιβλία που κυκλοφόρησαν το 2024 από τα πολλά περισσότερα που έπεσαν στα χέρια μας, με τη μεταφρασμένη πεζογρα

ΦΑΚΕΛΟΙ