Δεκάξι ιστορίες στη σύγχρονη Αθήνα δένονται με ισχυρά υλικά, στην πρώτη συλλογή διηγημάτων της Ελένης Καραμαγκιώλη με τίτλο «Μονωτική ταινία», που κυκλοφορεί εδώ και λίγο καιρό από τις εκδόσεις Ιωλκός.
Επιμέλεια: Λεωνίδας Καλούσης
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Η Μονωτική Ταινία ενώνει και δένει μεταξύ τους, σαν συγκολλητικό υλικό, τους ήρωες δεκαέξι ιστοριών στην σημερινή Αθήνα. Οι ήρωες αυτοί επινοούν μια κατασκευή για να ξεφύγουν από την πραγματικότητα. Κι ενώ αυτή η κατασκευή, διαφορετική για τον καθένα, τους μονώνει, τους κάνει να φαίνονται αεροστεγείς και προφυλαγμένοι, τους αφήνει, τελικά, απροστάτευτους τη στιγμή που πρέπει να αντιμετωπίσουν τον εαυτό τους. Θα έλεγα ότι πρόκειται για διηγήματα που αναδεικνύουν το αλλόκοτο της καθημερινότητας και επιβεβαιώνουν ότι αυτό που έχουμε συνηθίσει είναι πιο απειλητικό από αυτό που δε γνωρίζουμε ή περιμένουμε να συμβεί.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Όλοι βλέπουμε παρόμοιες εικόνες καθημερινά, βιώνουμε παραπλήσιες καταστάσεις, όμως όταν έρθει η ώρα να περιγράψει οποιοσδήποτε πώς ήταν η μέρα του, σίγουρα θα σταθεί σε ένα περιστατικό, σε μια παρατήρηση που θα διαφοροποιεί μία κατά τα άλλα προβλέψιμη για πολλούς ημέρα στη δουλειά ή στον δρόμο. Όπως μπορεί μια παρέα ένα βράδυ να έχει πάει στο ίδιο πάρτι, όταν την επομένη θα μιλήσουν για το πώς πέρασαν σε αυτό, άλλος θα πει για το φαγητό, άλλος για το ποτό ή τη μουσική κι άλλος για τις γυναίκες ή τους άντρες. Νομίζω πως είναι απροσμέτρητες οι δυνατές εκδοχές με τις οποίες μπορεί να συλλάβει κάποιος το ίδιο συμβάν ή μια κοινή εμπειρία, οπότε πάντα θα υπάρχει χώρος για μια ακόμη ματιά, για μια νέα οπτική.
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Θα συνόψιζα ως ένα από τα κύρια -και πολλά- ζητούμενά μου στη γραφή, την αμφισημία. Ενώ με ενδιαφέρει ο ρεαλισμός, δεν με αφορά καθόλου η πιστή, ακριβής απεικόνιση της πραγματικότητας. Αντιθέτως, με εκφράζει αυτό που αναφέρει ο Κούντερα στις «Προδομένες Διαθήκες», πως «κανένα γεγονός, έτσι όπως το φανταζόμαστε, δεν έχει και μεγάλη σχέση με το ίδιο το γεγονός έτσι όπως είναι όταν συμβαίνει». Επίσης, ένα άλλο στοιχείο που θεωρώ σημαντικό για έναν συγγραφέα, κι είναι πρόκληση και στοίχημα για μένα, είναι η τόλμη, το θάρρος το συγγραφικό, να γράφω χωρίς να προσπαθώ να κρυφτώ από μένα και από τους άλλους. Σε αυτό το κομμάτι ζηλεύω τη μαεστρία, τον αυτοσαρκασμό του Ροθ, το σπαρακτικό που βγάζει μέσα από το κυνικό και το σεξουαλικό. Όσο διαβάζω, όλο και νέα «εργαλεία» θα γεμίζουν τον πάγκο του «εργαστηρίου» και θα κάνουν πιο ενδιαφέρουσα τη διαδικασία «παραγωγής» και έκθεσης.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –κινηματογράφος, εικαστικά, κόμικς, μουσική κ.ά.– τη συγγραφική σας δουλειά; Αν ναι, με ποιους τρόπους;
Όλα είναι μια ιστορία. Υπάρχουν ιστορίες που γράφονται με νότες, άλλες που ζωγραφίζονται και σκιτσάρονται κι ιστορίες που χωρίζονται σε σκηνές και μοντάρονται. Πολλά από τα κείμενά μου έχουν ξεκινήσει από έναν στίχο, όχι κατ’ ανάγκη από αυτό που λέει ο στίχος, αλλά από αυτό που προκαλεί, από το συναίσθημα που αφήνει το ίδιο το μουσικό κομμάτι. Επίσης, με ενδιαφέρει ο κινηματογραφικός ρυθμός, η αλληλουχία εικόνων σε μια ταινία, συχνά θέλω να γράφω σαν να βλέπω τους ήρωες μέσα από μια κάμερα, που κινείται συνέχεια και τους ακολουθεί. Μου αρέσει που μεσολαβεί ένας φακός ανάμεσα σε μένα και σε εκείνους, ενώ είμαι κοντά τους, έχω και μια απόσταση από αυτούς.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Σίγουρα οι συνθήκες είναι αντίξοες, εχθρικές θα έλεγα για έναν νέο συγγραφέα. Είναι σαν να έχει στηθεί ένας μηχανισμός για να σε αποτρέψει με κάθε τρόπο από την έκδοση. Δεν φτάνει που πρέπει να πιστέψεις ότι αξίζει αυτό που έγραψες, πρέπει να οπλιστείς με δύναμη και να κάνεις τους άλλους να πιστέψουν σε σένα. Ακόμη κι αν, όμως, καταφέρεις να βρεις το κουράγιο να απευθυνθείς σε εκδοτικούς οίκους, συχνά θα αναγκαστείς να υπομείνεις την αδιαφορία -να μη λαμβάνεις καμία απάντηση για αυτό που έστειλες- ή, το χειρότερο, να καταλαβαίνεις ότι δεν σου δόθηκε καμία ευκαιρία, δεν διαβάστηκε καν το κείμενό σου. Για ένα διάστημα δεν είχα καμία αντίδραση γι' αυτό που είχα στείλει, κι αυτό ήταν ένα πολύ άχαρο διάστημα. Εάν κάτι βοήθησε ήταν πως ήξερα ότι υπήρχε αλήθεια στις ιστορίες μου, κι η αλήθεια, κάπως, κάποτε, αναγνωρίζεται.