Η Δήμητρα Λουκά με την πρώτη της συλλογή διηγημάτων Κόμπο τον κόμπο (εκδ. Κίχλη) μας εισάγει σ' έναν πεζογραφικό κόσμο με υλικά από το παρελθόν (τοπική διάλεκτο, προφορικότητα, ήρωες από φτωχά και μεσαία κοινωνικά και οικονομικά στρώματα, ανδροκρατία, συντηρητικό αξιακό σύστημα, καταπίεση των γυναικών, μικρές προσωπικές επαναστάσεις), τα οποία φέρει στο παρόν ως εργαλεία (και όχι με ηθογραφική χρήση και μόνο) που χρησιμοποιεί στην αφήγηση των ιστοριών της, προς ανάδειξη αυτών. Μεγάλο το ρίσκο που παίρνει, εξαιτίας του οριακού κορεσμού πολλών από τα στοιχεία που χρησιμοποιεί, αλλά τελικά φαίνεται ότι το κερδίζει, μιας και οι ιστορίες της έχουν βάθος και η γραφή της λόγο ύπαρξης.
Επιμέλεια: Κωστας Αγοραστός
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Στη συλλογή διηγημάτων μου Κόμπο τον κόμπο όλες σχεδόν οι ιστορίες έχουν τη μορφή της εξομολόγησης γεγονότων που έχουν συμβεί στο παρελθόν και σημάδεψαν ανεξίτηλα τον αφηγητή ή την αφηγήτρια. Έχουν ως αφετηρία ατομικά και συλλογικά βιώματα της ιδιαίτερης πατρίδας μου και οι περισσότερες διαδραματίζονται σε μια χρονική περίοδο που εκτείνεται από τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα μέχρι τα μετεμφυλιακά χρόνια. Ό,τι συνέχει τα διηγήματα αυτά, όπως υπαινίσσεται και ο τίτλος της συλλογής, είναι η προφορικότητα ενός λόγου που αρθρώνεται λέξη τη λέξη, κόμπο τον κόμπο, όπως συμβαίνει και με τη δημιουργία ενός παραδοσιακού υφαντού. Γυναίκες που βίωσαν την ανδρική καταπίεση, ηρωίδες περήφανες που αντιστάθηκαν στις επιταγές της αρχαϊκής κοινωνίας ή την ένδεια του τόπου τους, ήρωες έρμαια της Ιστορίας, οικογενειακά μυστικά, αφηγήσεις που συγκεράζουν το φανταστικό με το ρεαλιστικό συνιστούν κάποιους από τους βασικούς θεματικούς άξονες αυτών των ιστοριών.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Είναι ένα εύλογο ερώτημα. Τι το καινούργιο θα μπορούσε να φέρει ένας συγγραφέας όταν έχει προηγηθεί ο Όμηρος, ο Σαίξπηρ, ο Θερβάντες, ο Γκαίτε; Την ετερότητά του, θα απαντούσα. Τα δικά του προσφιλή υλικά, τα ερωτήματα, τα κενά, τις εκκρεμότητές του. Αν καταφέρει να κάνει τον αναγνώστη να ταυτιστεί έστω και λίγο με όλα αυτά, τότε κάτι έχει πετύχει. Αλλά, για να το πει αυτό κανείς με σιγουριά, θα πρέπει να σταθεί εκ του μακρόθεν και να παρατηρήσει την πορεία του έργου του σε βάθος χρόνου. Ως πρωτοεμφανιζόμενη λοιπόν δεν μπορώ να δώσω συγκεκριμένη απάντηση σε αυτό το ερώτημα.
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Κάποια από τα διηγήματα γράφτηκαν στο πλαίσιο της επικοινωνίας μέσα σε ένα εργαστήρι δημιουργικής γραφής. Όλα όμως είναι αποτέλεσμα συστηματικής δουλειάς. Μπαίνω στο δικό μου εργαστήρι συγκεκριμένες ώρες της ημέρας, είτε έχω είτε δεν έχω έμπνευση. Μπορεί να κοιτάζω για ώρες τη λευκή οθόνη του υπολογιστή, αλλά αυτό με βοηθά να μπαίνω σε ένα πρόγραμμα. Σημαντική βοήθεια μου προσφέρει και η δημιουργική ανάγνωση, μαθαίνω από τους άλλους συγγραφείς. Σημειώνω στα βιβλία τους όσα μου κάνουν εντύπωση, μια πρωτότυπη μεταφορά, μια ατμοσφαιρική περιγραφή, τη φωνολογική αποτύπωση ενός ήχου. Στον κόσμο των λέξεων είναι δύσκολο να χαθώ, γιατί η γραφή μου είναι τόσο λιτή, που μάλλον χρειάζεται να επιδίδομαι τακτικά στο κυνήγι τους.
Στις ταινίες του Haneke λατρεύω τα χαμηλότονα σενάρια και τη μαεστρία με την οποία κατασκευάζει την υπόγεια ένταση που θα οδηγήσει στο τέλος στη δραματική κορύφωση. Πιστεύω ότι αυτή η τεχνική μπορεί να διδάξει πολλά σε έναν διηγηματογράφο.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –κινηματογράφος, εικαστικά, κόμικς, μουσική, κ.ά.– τη συγγραφική σας δουλειά; Αν ναι, με ποιους τρόπους;
Οι εικαστικές τέχνες διεισδύουν στη λογοτεχνική γραφή με έναν υφέρποντα τρόπο. Ο συγγραφέας αιχμαλωτίζει ασυνείδητα τη μέθοδο, τις εικόνες, τα συναισθήματα που απορρέουν όχι μόνον από συγγενικές με εκείνον καλλιτεχνικές ιδιοσυγκρασίες, αλλά από οποιοδήποτε έργο τέχνης με το οποίο έρχεται σε επαφή. Δεν έχω μονομανία με ένα είδος τέχνης, αλλά υπάρχει σίγουρα ένας ομοιογενής κόσμος προτιμήσεων. Ενδεικτικά μπορώ να αναφέρω δύο καλλιτέχνες που συνέβαλαν με τον τρόπο τους στην ανασυγκρότηση του δικού μου συγγραφικού σύμπαντος. Είναι η φωτογράφος Dorothea Lange και ο σκηνοθέτης Michael Haneke. Η Lange καταγράφει με έναν μοναδικό τρόπο την απόγνωση αλλά και την υπερηφάνεια των εξαθλιωμένων αγροτών της Αμερικής στα μέσα της δεκαετίας του 1930 με τη χρήση μιας σιωπηρής εικαστικής γλώσσας. Τα πορτρέτα της είναι λακωνικά, δεν φωνασκούν την ανθρώπινη δυστυχία, αλλά την υποβάλλουν. Αυτός υπήρξε και ο δικός μου στόχος ή μάλλον η έγνοια μου: να σταθώ απέναντι από τους ήρωές μου και να φωτογραφίσω τα πρόσωπά τους με μια ματιά ευαίσθητη αλλά και διακριτική. Στις ταινίες του Haneke λατρεύω τα χαμηλότονα σενάρια και τη μαεστρία με την οποία κατασκευάζει την υπόγεια ένταση που θα οδηγήσει στο τέλος στη δραματική κορύφωση. Πιστεύω ότι αυτή η τεχνική μπορεί να διδάξει πολλά σε έναν διηγηματογράφο.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Η επικοινωνία με το κοινό δεν είναι ποτέ εύκολη. Εγώ ήμουνα τυχερή γιατί βρήκα από την πρώτη στιγμή έναν άνθρωπο που με πίστεψε. Έστειλα το κείμενό μου στη Γιώτα Κριτσέλη, γιατί έτρεφα πάντοτε θαυμασμό και εκτίμηση για την Κίχλη, και εκείνη μου απάντησε μέσα σε λίγες μέρες. Αισθάνομαι ευτυχής που δεν με θεώρησε «μια ακόμη συγγραφέα»!
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.
Κόμπο τον κόμπο
Δήμητρα Λουκά
Κίχλη 2019
Σελ. 120, τιμή εκδότη €11,00