Υπάρχει πραγματικός έρωτας ή είναι μια φενάκη; Μπορούν οι εξωγενείς παράγοντες, ειδικά όταν είναι οριακοί, να επηρεάσουν μια σχέση; Με αφορμή το βιβλίο της Αντιγόνης Ζόγκα «Παλμίτα» (εκδ. Ψυχογιός) συζητούμε με τη συγγραφέα για τον Έρωτα–Φοίνικα που αναγεννάται από τις στάχτες του.
Συνέντευξη στον Διονύση Μαρίνο
Εκ της τέφρας του. Πώς αλλιώς; Ο έρωτας, ως ένα από τα πιο φλεγερά συναισθήματα που διαθέτει η ανθρώπινη ψυχική γκάμα (αν υποθέσουμε πως στην αντίπερα όχθη βρίκεται το μίσος) είναι «καταδικασμένος» να ζει, να πεθαίνει και να ανασταίνεται ως άλλος Φοίνικας από τις στάχτες του.
Το βιβλίο της Αντιγόνης Ζόγκα Παλμίτα (εκδ. Ψυχογιός) διερευνά το «φαινόμενο» μέσα από τις δύο εξόχως ερωτικές ιστορίες που μπορεί να απέχουν χρονικά και γεωγραφικά, εντούτοις, μέσα στην αυτονομία τους, αποδεικνύουν πως στα ζητήματα καρδιάς υπάρχει κάτι κοινό που δένει (και σπάνια λύνει) τους ανθρώπους.
Παλμίτα σημαίνει η καρδιά του φοίνικα. Να υποθέσουμε ότι λειτουργεί και ως ενοποιητικό σύμβολο των δύο ιστοριών, ότι από τις στάχτες έρχεται η αναγέννηση;
Προτού βαπτιστεί Παλμίτα, το βιβλίο αυτό είχε τον δωρικό τίτλο Φοίνιξ, αλλά μου είπαν ότι θύμιζε Χάρι Πότερ ή χούντα, οπότε χρειάστηκε να βρω ένα όνομα πιο απροσδόκητο. Είμαι οπτικός τύπος, αγαπώ τα σύμβολα, και ταυτόχρονα έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία στο δέντρο του φοίνικα: το Μπουένος Άιρες προσφέρει στους κατοίκους του μεγάλα πάρκα με πανύψηλες ουασινγκτόνιες, ενώ τώρα που ζω στο Παλαιό Φάληρο, απολαμβάνω τους δικούς μας φοίνικες όταν κάνω τις βόλτες μου στην παραλία. Είναι ένα αξιοθαύμαστο δέντρο, με βιβλικές αναφορές, που συμβολίζει τη ζωή, τη σωτηρία και το θρίαμβο, που μπορεί να ζήσει ακόμη και διακόσια χρόνια, αν δεν μπει μέσα του το κόκκινο σαράκι και του ροκανίσει την καρδιά, την παλμίτα του δηλαδή. Ακριβώς όμως όπως οι ήρωες των ιστοριών είναι αληθινοί και ταυτόχρονα φανταστικοί – τους έχει πλάσει η φαντασία μας, ζυμώνοντας χαρακτήρες που συναντούμε στην πραγματική ζωή – έτσι ήθελα και ο τίτλος να έχει μία αληθινή και μία φανταστική υπόσταση. Και σκέφτηκα, τι πιο ταιριαστό από το μυθολογικό πουλί, που αναγεννάται από τις στάχτες του;
Αν και φαινομενικά οι δύο ιστορίες του βιβλίου είναι αυτόνομες, στην ουσία πραγματεύονται το ίδιο θέμα. Καθώς τις γράφατε είχατε την αίσθηση ότι συνομιλούν -έστω και υπόγεια- μεταξύ τους;
Ναι, φυσικά! Άλλωστε η σύγχρονη ιστορία δεν θα υπήρχε, αν δεν είχε προηγηθεί η παλαιότερη. Παρ’ όλο που τις έγραψα ξεχωριστά, δηλαδή πρώτα ολοκλήρωσα την ιστορία του Μπουένος Άιρες και μετά καταπιάστηκα με την ιστορία στην Αθήνα, αφού τις έβαλα σε σειρά, παρατήρησα με έκπληξη ότι ακολουθούσαν μια πανομοιότυπη δομή: συναρπαστική και παθιασμένη γνωριμία, μεταμόρφωση των ερωτευμένων ηρωίδων, μετάλλαξη των ηρώων, εκφυλισμός της σχέσης, διαρραγή, καταστροφή, αναγέννηση. Ακόμη και οι κορυφώσεις και οι καταπτώσεις συνέπιπταν, γεγονός που πιστεύω ότι αναδεικνύει την επαναληπτικότητα και το μοτίβο των συμπεριφορών που χαρακτηρίζουν τις σχέσεις – εθισμούς.
Οι άντρες μπορεί να δείχνουν συχνά αδιαφορία ως προς τα συναισθήματα των συντρόφων τους, όμως ο τρόπος που αντιδρούν όταν εκείνες τους αντιμετωπίζουν ή τους απορρίπτουν, φανερώνει ότι τις έχουν μεγαλύτερη ανάγκη απ’ όσο θα ήθελαν να πιστεύουν.
Οι άντρες των δύο ιστοριών εμφανίζονται αδιάφοροι, ενίοτε βίαιοι, την ίδια στιγμή που οι γυναίκες τους αντέχουν, υπομένουν ή καρτερούν κάτι καλύτερο. Φοβηθήκατε μήπως αναγνωστεί αυτό το δίπολο ως μια στερεοτυπική εικόνα για τις σχέσεις;
Ξέρετε, όταν έγραφα τις ιστορίες, δεν είχα αυτούς τους χαρακτηρισμούς στο μυαλό μου: δεν περιέγραφα τύπους, περιέγραφα προσωπικότητες, χαρακτήρες. Υπάρχει πράγματι βία στις ιστορίες, αλλά όχι μόνο από τους άντρες, και, όπως ξέρουμε άλλωστε, η βία δεν είναι μόνο σωματική. Επίσης, έχω την εντύπωση ότι οι άντρες μπορεί να δείχνουν συχνά αδιαφορία ως προς τα συναισθήματα των συντρόφων τους, όμως ο τρόπος που αντιδρούν όταν εκείνες τους αντιμετωπίζουν ή τους απορρίπτουν, φανερώνει ότι τις έχουν μεγαλύτερη ανάγκη απ’ όσο θα ήθελαν να πιστεύουν. Οι δε γυναίκες αναγκάζονται να υπομένουν, γιατί είναι εξαρτημένες και βρίσκονται εγκλωβισμένες σε σχήματα που προϋπήρχαν – αν δηλαδή υπήρχε τρόπος διαφυγής από τη σχέση, ίσως να το είχαν ήδη κάνει. Το όποιο στερεότυπο ίσως δημιουργείται από τις οικονομικο-κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν στον κόσμο μας: οι άντρες μέχρι πρόσφατα είχαν μεγαλύτερη ελευθερία και εξουσία να ορίζουν τη ζωή τους, απ’ όση επιτρεπόταν στις γυναίκες.
Οι ερωτικές σκηνές συχνά είναι ταμπού στην ελληνική πεζογραφία. Εσείς τις αντιμετωπίζετε πολύ πιο άνετα. Ήταν απελευθερωτικό για εσάς;
Είναι πολύ ενδιαφέρον το σχόλιό σας, δεν το είχα παρατηρήσει ποτέ στα βιβλία που έχω διαβάσει. Θεωρώ ότι ο έρωτας είναι από τις πιο φυσικές και αυθόρμητες πράξεις στη ζωή, ο έρωτας μάς δημιουργεί. Αν δεν υπήρχε, δεν θα γεννιόμασταν ποτέ, γι’ αυτό και δεν καταλαβαίνω γιατί να αντιμετωπίζεται ως ταμπού. Αλίμονό μας αν μπαίναμε στη διαδικασία να αυτολογοκρινόμαστε, περιγράφοντας μια ερωτική σκηνή μεταξύ δύο ερωτευμένων συναινούντων ενηλίκων – τότε για ποιο πράγμα θα μπορούσαμε να γράψουμε και να μιλήσουμε ελεύθερα;
Η Αντιγόνη Ζόγκα γεννήθηκε στην Αργεντινή, μεγάλωσε στην Ελλάδα, έζησε στην Ιταλία και την Ισπανία. Έχει εργαστεί σε φεστιβάλ, καλλιτεχνικές παραγωγές (σε θέατρο και κινηματογράφο) και πολιτιστικά προγράμματα, και έχει συνεργαστεί με περιοδικά και εφημερίδες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έχει σπουδάσει Θεατρολογία, Κινηματογράφο και Πολιτιστική Διαχείριση. Εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο, το μυθιστόρημα Ελένα Μοράδο / El enamorado, στα είκοσι πέντε της. Η συλλογή διηγημάτων Κιντσούγκι κυκλοφόρησε το 2019. Έχει συμμετάσχει στο συλλογικό βιβλίο για παιδιά Οι Καλύτερες Ιστορίες με Σκύλους και Γάτες, ενώ έχει ασχοληθεί και με τη συγγραφή σεναρίων. Το σενάριό της Έσσεται Ήμαρ κέρδισε το Βραβείο Οδυσσέας και συμμετείχε στο Script Station της Μπερλινάλε, ενώ το σενάριο μικρού μήκους Φθινοπωρινά Χριστούγεννα συμμετείχε στο φεστιβάλ Κλερμόν-Φεράν. |
Τελικά, ζούμε για έναν έρωτα, διά του έρωτα ή για την επικείμενη απώλειά του;
Ζούμε για εμάς. Ο έρωτας, το αντικείμενο, και η απώλειά του είναι κομμάτι της μαθησιακής μας διαδρομής. Το συναίσθημα και οι σκέψεις που επακολουθούν είναι τα εργαλεία που εκπαιδεύουν την ψυχή. Αν δεν βιώναμε τη διαδικασία, δεν θα γνωρίζαμε τη ζωή στην ολότητά της.
Νομίζω πως ο αληθινός χαρακτήρας ξεπροβάλλει τη στιγμή της κρίσης, όταν πρέπει να επιλέξει τον δρόμο που θα ακολουθήσει, και να πράξει ανάλογα.
Στη μια ιστορία έχουμε το επικείμενο πραξικόπημα στην Αργεντινή και στην άλλη την έκρηξη της πανδημίας. Οι εξωτερικές συνθήκες μπορούν να δράσουν καταλυτικά στη σχέση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους;
Φυσικά, δεν επέλεξα τις ιστορικές στιγμές τυχαία. Νομίζω πως ο αληθινός χαρακτήρας ξεπροβάλλει τη στιγμή της κρίσης, όταν πρέπει να επιλέξει τον δρόμο που θα ακολουθήσει, και να πράξει ανάλογα. Όπως μπορεί η δύσκολη συγκυρία να διαλύσει ή να ατσαλώσει έναν άνθρωπο, έτσι μπορεί να τσιμεντώσει μια σχέση ή να αποκαλύψει αγεφύρωτες διαφορές. Από την προσωπική μου εμπειρία, έχω διαπιστώσει ότι πολλές γυναίκες αποφασίζουν επιτέλους να βγουν από μία προβληματική σχέση όταν χάνουν τους γονείς τους, και ειδικά τον πατέρα. Είναι σαν να ενηλικιώνονται ξαφνικά και να αναλαμβάνουν την ευθύνη της ύπαρξής τους.
Υφίσταται παντοτινός έρωτας ή είναι απλώς μια κατασκευή του μυαλού μας, κάτι σαν φενάκη; Τι απαντούν σ’ αυτό οι ήρωές σας;
Ναι, βέβαια και μπορεί να υφίσταται για πάντα… στο μυαλό μας! Ειδικά αν υπήρξε μια σχέση πολυτάραχη, υψηλών δονήσεων και έντονων συγκινήσεων, και δεν έχουμε κλείσει ακόμη συναισθηματικούς λογαριασμούς. Όπως λέει και η μία Παλμίτα, «Η σφοδρότητα μπορεί να μην κάνει τους δεσμούς βιώσιμους, τους κάνει όμως ακλόνητους». Και ακριβώς όπως οι ήρωες των βιβλίων, οι ίδιοι οι άνθρωποι, όπως ο φοίνικας, έτσι και ο έρωτας είναι ταυτόχρονα αληθινός και φανταστικός, και ζει μέσα μας όσο εμείς τον τρέφουμε με το ψυχικό μας απόθεμα.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.