
Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο του Ηρακλή Λ. Λογοθέτη «Κλασσικά αποσιωπημένα», το οποίο θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Ὁ 18ος αἰώνας ἀπέρχεται μαζὶ μὲ τὰ ἐλευθεριάζοντα ἤθη τῆς φθίνουσας ἀριστοκρατίας, τὸν ψίθυρο τῶν πειρακτικῶν πνευμάτων καὶ τὴ διαδήλωση τῆς σεξουαλικῆς ἀνεξιθρησκείας. Μὲ τὴν ἔξωση τῶν ἐμπύρετων σωμάτων ἀπὸ τὸ πανθεϊστικό τους βάθρο, ἡ ἔνσαρκη ἐπιθυμία ἐκπίπτει ἀπὸ τὴν ἕδρασή της στὴ φυσιολογία καὶ μεταβάλλεται σὲ αντικείμενο τῆς κλινικῆς παθολογίας. Τὰ χρόνια πάθη καταχωρίζονται ὡς βίτσια, οἱ ἐνστικτώδεις ροπὲς περιγράφονται ὡς ζωώδεις καὶ οἱ ασύνετες παρορμήσεις ἀντιμετωπίζονται μὲ τὴν αὐστηρότητα ποὺ ἀναλογεῖ σὲ σοβαρὰ λογιστικὰ λάθη. Οἱ αἰφνίδιοι πόθοι ἀντιμετωπίζονται ὡς φυσικὲς καταστροφές, πλημμύρες ἢ κατολισθήσεις — καὶ συνεπῶς τὰ σήματα τῆς ἐνδοτικότητας στὸ κάλεσμα τῆς ἀπόλαυσης καταγγέλλονται ὡς ὀλισθήματα στὸ βοῦρκο. Παράλληλα μὲ τὴ γωνία θεάσεως ἀλλάζει καὶ ἡ θωριὰ τῶν φύλων καὶ μάλιστα κατ’ ἀντίστροφη φορά: οἱ ἄνδρες ἀποκαλύπτονται ἀπ’ τὸ λαιμὸ καὶ πάνω παραιτούμενοι ἀπὸ τὶς πομάδες καὶ τὶς περοῦκες ἐνῶ οἱ γυναῖκες καλύπτονται ἐπιμελῶς ἀπ’ τὸ λαιμὸ καὶ κάτω. Τὰ χαίνοντα ντεκολτὲ κλείνουν ἀσφυκτικά, τὰ στήθη καθίστανται ἀνεκπόρθητα πίσω ἀπὸ τὴ δέσμη ἀνορθωτικῶν ἐπιθεμάτων, τὰ πλέγματα τῶν κωδωνόσχημων φορεμάτων ἐνισχύονται ἀποφασιστικά, δίκην ὀχυρωματικῶν ἀναχωμάτων ἔναντι τῆς ἐφόδου ἀπρεπῶν χειρονομιῶν. Τὰ ἐγκώμια τοῦ κάλλους, περιορισμένα στὸν κορσὲ τῶν κοσμικῶν φιλοφρονήσεων, εἶναι διακριτικὰ κουμπωμένα καὶ ψευδευλαβῶς ἀλληγορικά. Ἀπευθύνονται στὰ μάτια ἀποζητώντας τὰ χείλη, ἐπαινοῦν τὸ περίγραμμα γιὰ νὰ ψαύσουν τὸ σῶμα καὶ ἀποτιμούν τὴν εὐλυγισία τῶν μελῶν του ἀπὸ τὶς πτυχώσεις τοῦ ἐνδύματος. Ἡ σύμφωνη μὲ τὴν ἐτικέτα θέση τῶν προσκεκλημένων στὸ τραπέζι προδιαγράφει καὶ τὰ ἀνελαστικὰ κοινωνικὰ ὅρια ἐντὸς τῶν ὁποίων ἐπιτρέπονται οἱ λεκτικὲς προσεγγίσεις, τὰ παίγνια τῆς ἐκλεπτυσμένης συναναστροφὴς καὶ οἱ ἀποστειρωμένες φιλοφρονήσεις. Τὸ ὕφος τῶν δημοσίων προσαγορεύσεων ἐπιβάλλει τὸ πνεῦμα του καὶ στὸ κλίμα τῆς ἰδιωτικῆς συνομιλίας, ὁρίζει τὴν ἐμβέλεια τῶν ἐρωτικῶν ὑπονοούμενων καὶ ὑπαγορεύει τὸ ἐπίπεδο ἀνοχῆς ἀπέναντι σὲ ἔστω καὶ μετωνυμικὲς ἀναφορές (συνήθως φρουτόσχημες ἢ παραπειστικὰ ἀνθοφιλικές) ἰδιαίτερων μορφολογικῶν γνωρισμάτων καὶ εὔθικτων σωματικῶν περιοχῶν.
Τὸ πάντοτε κινδυνῶδες παιχνίδι τῶν ὑποψήφιων ἐραστῶν περιχαρακώνεται ἐφεξῆς στὴν ἐνδιάμεση ζώνη μεταξὺ εὐσχήμως προβαλλόμενων ἀπαιτήσεων καὶ ἐπιφυλακτικῆς ἀποτροπῆς θερμῶν ἐπεισοδίων. Οἱ ἐρωτοτροπίες, ἀκόμα καὶ στὰ ἐπιστολικά τους προγεφυρώματα, μετέρχονται διπλωματικὸ λεξιλόγιο καὶ προσεκτικὰ διατυπωμένες ἀμφισημίες ὥστε, ἀνάλογα μὲ τὸ σῆμα τῆς ἄλλης πλευρᾶς, νὰ παραμένει ἀνοιχτὸ τὸ ἐνδεχόμενο περαιτέρω ἀνιχνευτικῆς προελάσεως ἀλλὰ καὶ ἡ δυνατότητα ἀβλαβοῦς ὑποχωρήσεως. Τὸ ἀπροϋπόθετο φλέρτ, ἂν καὶ οὐδέποτε ἀνέφελο, σκιάζεται τώρα ἀπὸ τὴ βάναυση ἐπιδίωξη τῆς θέσμικῆς του συνέχειας καὶ τὰ ἐμπλεκόμενα μέρη παίρνουν τὴ στάση μονομαχίας — μὲ ἄσφαιρα πυρὰ ἀφοῦ ἡ σεξουαλικὴ γόμωση κατακρατεῖται γιὰ τὴν προσδοκώμενη γαμήλια νύχτα, ἡ ὁποία θὰ προκύψει μόνο ὡς ἀποτέλεσμα τῆς προγενέστερης συγκατακλίσεως λογιστικοῦ ἐλέγχοῦ καὶ συναλλακτικῆς πίστεως τῶν ἐνδιαφερομένων μερῶν. Οἱ χοροὶ δεσπόζονται πλέον ἀπὸ κανονισμοὺς ἀσφαλείας καὶ τὰ βήματα τῶν χορευτῶν ποδηγετοῦνται κατὰ τρόπο ποὺ νὰ ἀποκλείει ὁποιαδήποτε αὐτοσχεδιαστικὴ παρόρμηση θὰ ἐνίσχυε τὴν ἐκδήλωση ἀσελγῶν διάθέσεων. Παλαιότερα δὲν ἦταν ἀσύνηθες ὁ καβαλιέρος, παρασύροντας τὴν ντάμα του σὲ κάποια ἀπόμερη γωνιὰ τοῦ κήπου, νὰ περνᾶ ἀπὸ τὴ ρητορικὴ διακοίνωση τῶν αἰσθημάτων του στὶς πλέον εὔγλωττες χειροπρακτικές τους ἐκδηλώσεις — τῆς ἐξετάσεως σφαιρικῶν θελγήτρων καὶ θερμῶν κοιλοτήτων μὴ ἐξαιρουμένων, ἐὰν τὸ ἔδαφος ἦταν πρόσφορο. Τώρα ἡ συναίνεση σὲ παρόμοιες προκεχωρημένες ἁβρότητες θεωρεῖται ἐπιεικῶς ἀπερίσκεπτη καί, ἂν λείπουν οἱ ἀπαραίτητες οἰκονομικὲς προϋποθέσεις, κατάφωρα ἀνεπίτρεπτη.
Γιὰ τὸν ἀνυπόγραφο κώδικα τιμῆς τῶν ἀρρένων ἀπεναντίας οἱ ἐξωσυζυγικὲς σχέσεις εἶναι ὑποθεσμικὰ ἀποδεκτὲς καὶ ἐνάρετος εἶναι ὅποιος ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ συντηρεῖ πάραλλήλως ἐπίσημη σύζυγο καὶ ἡμιεπίσημη ἐρωμένη — ὅπως ἔκαναν ἄλλωστε τηρώντας ἐλάχιστα προσχήματα, μεταξὺ ἄλλων συγγραφέων τῆς ἐποχῆς, ὁ Κόλλινς καὶ ὁ Ντίκενς. Ἡ σύζυγος περιέφερε τὴ δυσφορία της στοὺς ἀναλογοῦντες μὲ τὴ θέση της κοινωνικοὺς κύκλους, ἐνῶ ὁ σύζυγος μποροῦσε νὰ διαλέγει ἀνεμπόδιστα τὴν εὐκαιριακή του λεία ἀπὸ τὴν πρώτη σειρὰ κάποιου μπαλέτου ἢ ἀπὸ τοὺς δεύτερους ρόλους ἑνὸς περιοδεύοντος θιάσου ποικιλιῶν.
Τὸ πρωτόκολλο τοῦ παλαιοῦ καθεστῶτος εἶχε ὡς κεντρικὴ μέριμνα τὴν ἐραλδικὴ τάξη καὶ ἡ προστασία θυρεῶν καὶ οἰκοσήμων ἄφηνε ἔξω ἀπὸ τὴ ζώνη ἀσφαλείας τὴν διάχυτη σεξουαλικότητα καὶ τῶν δύο φύλων, ἐφόσον τὰ γεννήματά της δὲν ἀπαιτοῦσαν περιουσιακὰ δικαιῶματα καὶ κληρονομικοὺς τίτλους. Ἡ ἀναζωογονημένη προτεσταντικὴ ἠθικὴ τοῦ 19ου αἰώνα, ἀντιθέτως, ἀφορᾶ κυρίως τὶς ἔγγαμες κυρίες τῶν μεσαίων καὶ ἀνώτερων τάξεων καί, ἀντανακλώντας τὴν πεποίθηση πὼς ἡ κατασιώπηση τῆς ἔκνομης σεξουαλικότητας τὴν καθιστᾶ ἀνενεργό, ἀπεχθάνεται κάθε ἀναφορὰ στὴ γυναικεία μοιχεία. Τὸ θέμα αὐτό, λέει ἡ κυρία Σέπτιμου Σμόλ, μία ἡρωίδα του Γκάλσγουορθυ στὸν Θρῦλο τῶν Φόρσαϊτ, «περιστρέφεται γύρω ἀπὸ μία ὑποχθόνια (!) κατάσταση καὶ δὲν τὸ συζητοῦμε ποτέ». Γιὰ τὸν ἀνυπόγραφο κώδικα τιμῆς τῶν ἀρρένων ἀπεναντίας οἱ ἐξωσυζυγικὲς σχέσεις εἶναι ὑποθεσμικὰ ἀποδεκτὲς καὶ ἐνάρετος εἶναι ὅποιος ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ συντηρεῖ πάραλλήλως ἐπίσημη σύζυγο καὶ ἡμιεπίσημη ἐρωμένη — ὅπως ἔκαναν ἄλλωστε τηρώντας ἐλάχιστα προσχήματα, μεταξὺ ἄλλων συγγραφέων τῆς ἐποχῆς, ὁ Κόλλινς καὶ ὁ Ντίκενς. Ἡ σύζυγος περιέφερε τὴ δυσφορία της στοὺς ἀναλογοῦντες μὲ τὴ θέση της κοινωνικοὺς κύκλους, ἐνῶ ὁ σύζυγος μποροῦσε νὰ διαλέγει ἀνεμπόδιστα τὴν εὐκαιριακή του λεία ἀπὸ τὴν πρώτη σειρὰ κάποιου μπαλέτου ἢ ἀπὸ τοὺς δεύτερους ρόλους ἑνὸς περιοδεύοντος θιάσου ποικιλιῶν. Οἱ πόρνες τοῦ Λονδίνου, διάβαθμισμένες κατ’ ἀναλογίαν τῆς ταξικῆς προέλευσης τῶν πελατῶν, ἐξακολουθοῦσαν νὰ αὐξάνονται καὶ συναγωνίζονταν πλέον σὲ ἀριθμὸ τοὺς ἀχθοφόρους. Οἱ γόνοι τῶν καλῶν οἰκογενειῶν ἐξασφάλιζαν τὴν ἐρωτική τους προπαίδεια μαθητεύοντας τακτικὰ σὲ ξεσκολισμένες κυρίες τοῦ ἡμικόσμου καὶ σεβάσμιοι ὑπάλληλοι τραπεζικῶν ἱδρυμάτων ὑπέβαλλαν τὸν προσωπικό τους λογαριασμὸ σὲ διπλὴ ἀφαίμαξη καθὼς ἐνέδιδαν ἀκόρεστοι στὶς ψαύσεις ἀφροδισιολόγου καὶ τροτέζας ἐναλλάξ. Φτωχοκόριτσα ἀπὸ τὴν ἐπαρχία ἔμπαιναν σὲ δοκιμαστήρια πολυτελῶν ἐσωρούχων κι ἔβγαιναν μεταμφιεσμένα σὲ ἠθοποιοὺς ἐλαφρῶν θιάσων, ἐργάτριες κλωστοϋφαντουργίας πιάνονταν στὸν ἀργαλειὸ τῆς σεξουαλικῆς ὑπερωρίας καὶ νεαρὲς ὑπηρέτριες σερβίρονταν στὸ πιάτο τῶν πάντα ὀρεξάτων ἀφεντικῶν.

Λίγα λόγια για το βιβλίο:
Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη του 19ου αιώνα: το φάντασμα της σεξουαλικότητας. Στην εκκλησία το ξορκίζουν με τις φοβέρες της κατήχησης, στο σαλόνι το κουκουλώνουν με το σάβανο του ρομαντισμού, απ' την κρεβατοκάμαρα το διώχνουν με το σκουπόξυλο του πουριτανισμού. Το μυθιστόρημα της εποχής γίνεται καθρέφτης αυτής της καταδίωξης και σκηνικό της επικηρυγμένης επιθυμίας. Φασκιώνει τους ήρωες και τις ηρωίδες του ως το λαιμό, απωθεί τις περιπτύξεις τους στο βάθος του πίνακα και εξορίζει από τη δράση του κάθε ερωτική επαφή. Η αποσιώπηση της σεξουαλικότητας όμως δεν καταφέρνει παρά να επαναφέρει στο προσκήνιο όλα τα εξόριστα πάθη — και το παρόν λογοτεχνικό δοκίμιο ανοίγει την αυλαία της θριαμβευτικής τους επανεμφάνισης. Εκθέτει βήμα προς βήμα την σκηνοθεσία των σεμνοπρεπών αποκρύψεων, επιστρέφει στις ενεδρεύουσες σκιές τη σάρκα τους και ξεκλειδώνει το στόμα τους μπροστά στον βωμό μίας πανάρχαιας αλήθειας: Ο διώκτης της σεξουαλικής επιθυμίας τρέχει με την ανάσα της στο σβέρκο του.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:
Ο Ηρακλής Λογοθέτης γεννήθηκε το 1952 στη Λευκάδα. Σπούδασε Οικονομία, αλλά προσανατολίστηκε στη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία, το θέατρο και τον κινηματογράφο. Αυτοτελώς δημοσιευμένα λογοτεχνικά και δοκιμιακά έργα του είναι τα εξής: Παραληρηματική ελεγεία για το κόκκινο και το μαύρο (1984), Η γυναίκα της Πράγας (1987), Το αρχιπέλαγος της γραφής (1990), Το πουλί της καταιγίδας (1998), Εισαγωγή, επιμέλεια και συμμετοχή στον συλλογικό τόμο Στα ίχνη του αρχαίου δράματος (Δίγλωσση, ελληνική και αγγλική, έκδοση της Γενικής Γραμματείας Λαϊκής Επιμόρφωσης του Υπουργείου Παιδείας υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1998), Κρουόμενες (1999), Ιχνηλασίες (2001) Ελαίας Εγκώμιο, στο λεύκωμα του Θανάση Ρεντζή Ελαίας Εικάσματα, Διάττων-Καστανιώτης, (2001), Έτος-Άγος ή πως εορτάζεται παρ' Έλλησιν ο Ανδρέας Εμπειρίκος (2002), Η δωρεά και το πλήγμα (2004), Το αρχιπέλαγος της Γραφής (έκδοση ριζικά αναθεωρημένη 2006), Σημειώσεις από τη ρουλέτα (2014), Δάνειον έθνος (2020), Τα κανάλια της Κίρκης – Μιά ανάγνωση του δεκάτου πέμπτου κεφαλαίου από τον Οδυσσέα του Τζέημς Τζόυς (2022), Η αισθητική ανθρωπολογία στον κινηματογράφο του Θανάση Ρεντζή (2024).






















