
Τέσσερις παραστάσεις χορού του Φεστιβάλ Αθηνών με θέμα το Αλλότριο.
Του Νίκου Ξένιου
O Μπρούνο Μπελτράο και η ομάδα Grupode Rua, η Ηρώ Αποστολέλλη και η ομάδα Carnation, η Μαρλένε Φρέιτας και ο Γιάννης Μανταφούνης παρουσίασαν στο Φεστιβάλ Αθηνών τέσσερεις διαφορετικές προσεγγίσεις της αποξένωσης της ανθρώπινης μονάδας μέσα στον ποταμό συγκρούσεων που παράγει η προσπάθεια ένταξής της στο σκηνικό γεγονός. Από τις απλές έθνικ καταβολές του βραζιλιάνικου χορού έως την ήδη γνώριμη κωδικοποίηση της πορτογαλίδας Φρέιτας, από την εξατομίκευση όπου στοχεύει η Ηρώ Αποστολέλλη έως το δίπολο αυτοσαρκασμός/αποθέωση του Εγώ που εισηγήθηκε ο Μανταφούνης, ήταν ενδιαφέρον να διαπιστώσει κανείς πόσο αυτή η συγκρουσιακή κατάσταση απασχολεί τους δημιουργούς της κίνησης.
Βραζιλιάνικο breakdance που μεταμορφώνεται
Η παράσταση είχε, επίσης, έντονα αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα και εντυπωσίασε με τη σφοδρότητα του κάθε σολίστα ξεχωριστά και των ντουέτων, αλλά και με την ενότητα που διαπνέει την ομάδα τριών ή περισσοτέρων χορευτών.
O βραζιλιάνος Μπρούνο Μπελτράο («Grupo de Rua: GRN», που χρονολογείται από το 1996) ήρθε για πρώτη φορά στην Ελλάδα με την παράσταση «Inoah» που είχε ως θέμα την πολιτική κατάσταση στη χώρα του. Η παράσταση είχε, επίσης, έντονα αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα και εντυπωσίασε με τη σφοδρότητα του κάθε σολίστα ξεχωριστά και των ντουέτων, αλλά και με την ενότητα που διαπνέει την ομάδα τριών ή περισσοτέρων χορευτών. Εκεί όπου η συνάντηση του υποκειμένου με τους άλλους ανθρώπους αντιμετωπίζεται χορογραφικά ως σύνολο κινήσεων καλά αρμοσμένων, η ανταπόκριση του δέκτη/συνανθρώπου ποικίλλει: από εχθρότητα έως συγκατάβαση, διανύει όλη τη γκάμα των στάσεων και αντιμετωπίσεων. Την απόκρουση, την αναδίπλωση, τη θεληματική παραίτηση, αλλά και την αποδοχή, την ενσωμάτωση, τη συλλογικότητα, την εθελούσια προσφορά. Τα διάφορα κοινωνικά φαινόμενα (π.χ. η μετανάστευση και ο παράγωγος ρατσισμός), οι πολιτικές καταστάσεις (π.χ. η αναξιοκρατία και τα σκάνδαλα) που εμμέσως σχολιάζει (ή, τουλάχιστον, προτίθεται να σχολιάσει) η παράσταση του Μπελτράο αφορούν κι εμάς στη Μεσόγειο, καθώς υπάρχει μια περίεργη αναλογία ανάμεσα στη χώρα μας και στις χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Ο χορός χιπ-χοπ με τις κυκλικές κινήσεις τύπου «στρουμφ», όπως τον ξέρουμε στην εκδοχή του «έξω στον δρόμο», δανείζει στη χορογραφία του Μπελτράο μια συγκεκριμένη αίσθηση. Μέρος της αίσθησης αυτής είναι και η ιδιότυπη αντίληψη περί ανδρισμού που συχνά υπονομεύεται από τον χορογράφο. Η διεργασία δημιουργικής ενσωμάτωσης κάποιων χορογραφικών κωδίκων γνωστών από το street dance και το στυλ «carioca» δεν είναι εύκολη υπόθεση, ιδίως εάν αυτοί οι κώδικες διακρίνονται από επιθετικότητα, βιαιότητα ή εκρηκτικές μεταπτώσεις, εμπνευσμένες από τους rollerscaters, τους ποδοσφαιριστές, τους περιστρεφόμενους δερβίσηδες και τις πολεμικές τέχνες που αλληλοπεριχωρούνται με τον χορό (π.χ. καποέιρα): όλη αυτή η ιεράρχηση κωδίκων και κινήσεων εντάσσεται σε ένα σκοτεινό σκηνικό, απροσδιόριστο και μαύρο, που εντείνει την αίσθηση της αποκοπής από την πραγματικότητα.
![]() |
Marlene Monteiro Freitas |
Η ιδέα της αποξένωσης ως οργανωμένος Μύθος
Ο αισθησιασμός και η παρεφθαρμένη του εκδοχή, ο έρωτας και η εκπεσούσα του μορφή, η ανθρώπινη επαφή και η σπαραγμένη της παραλλαγή, όλα συνθέτουν το Αλλότριον με έναν ιδιότυπο, άψογα οργανωμένο σε κινησιολογικές προτάσεις, ενδυματολογικά και σκηνικά ολοκληρωμένο και, κυρίως, πολύ προσωπικό τρόπο.
Η Μαρλένε Μοντέιρο Φρέιτας (καταγωγής από το Capo Verde) υπήρξε συνιδρύτρια και μέλος της χορευτικής ομάδας Compass. Σπούδασε στο P.A.R.T.S. των Βρυξελών με την Teresa De Keersmaeker, καθώς και στο E.S.D. και στο Ίδρυμα Calouste Gulbenkian της Λισαβόνας. Στις «Βάκχες» της, πέρυσι, είχαμε θαυμάσει την ελευθερία του ύφους και την υπερρεαλιστική σύνθεση διαφορετικών θεματικών, ενοποιημένων σε μια πολύ προσωπική αισθητική. Ο χρόνος, ο τόπος και οι έμμεσες αναφορές είναι σήμα κατατεθέν και στην παράσταση «Οf ivory and flesh – Statues also suffer» που είδαμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών. Επανέρχονται προβληματισμοί όπως η παραίσθηση, η σκηνική και η πραγματική ψευδαίσθηση, η ανθρώπινη ροπή προς το κακό και το έγκλημα, το ντελίριο και η τρέλα, η αφύπνιση του υποκειμένου, η ανάγκη καθορισμού των ορίων ανάμεσα στο ατομικό και το συλλογικό. Και πάλι, η ομάδα κινήσεων που επιστρατεύεται από τον κάθε περφόρμερ ανήκει σε ένα οργανικό σύνολο καλά μελετημένο, που συνιστά και προτείνει ένα συγκεκριμένο ιδίωμα χορού: κύρια γνωρίσματά του είναι η τερατώδης παρουσίαση του ανθρώπινου σώματος και των στάσεών του, του ανθρώπινου στόματος, αλλά και η σκηνική παραφθορά ενός casino, ένα στοιχείο carnavalesque και, κυρίως, ένα εξελισσόμενο μοτίβο μεταμόρφωσης και αλλαγής ταυτότητας του υποκειμένου, όπου κάποιες «μαρμαρωμένες φιγούρες» ξεφεύγουν από την πετρώδη τους, στατική υπόσταση: οι αναλύσεις που διαβάζουμε μιλούν για τις «Μεταμορφώσεις» του Οβίδιου, για το φιλμ των Αλαίν Ρεναί/Κρις Μαρκέρ και Γκισλέν Κλοκέ «Statues Also Die» και για αναφορές στην αποικιοκρατία. Προσωπικά θα μιλούσα για επιρροές από τον Μπέκετ.
Ανεξαρτήτως θεματικής, η Φρέιτας προτείνει μια βαθύτερη προσέγγιση του ίδιου ζητήματος: ο αισθησιασμός και η παρεφθαρμένη του εκδοχή, ο έρωτας και η εκπεσούσα του μορφή, η ανθρώπινη επαφή και η σπαραγμένη της παραλλαγή, όλα συνθέτουν το Αλλότριον με έναν ιδιότυπο, άψογα οργανωμένο σε κινησιολογικές προτάσεις, ενδυματολογικά και σκηνικά ολοκληρωμένο και, κυρίως, πολύ προσωπικό τρόπο: θεσπίζοντας εξαρχής ένα νέο, σύγχρονο Μύθο.
![]() |
Ηρώ Αποστολέλλη – Αγνή Παπαδέλη-Ρωσσέτου |
Σώματα-μετρονόμοι που αναζητούν την ταυτότητά τους
Ο φυσικός χώρος (το δωμάτιο) υποβάλλει στον θεατή το «εντός δωματίου» δρώμενο και σταδιακά αλλάζει, μετατρέπεται σε κάτι άλλο. Το πιάνο λειτουργεί άλλοτε εμφαντικά και άλλοτε αντιστικτικά προς τις κινήσεις.
Είχαμε δει στην Αθήνα την Ηρώ Αποστολέλλη, μαζί με την Κατερίνα Λιόντου, την Αγνή Παπαδέλη-Ρωσσέτου και τη Δανάη Παπαζιάν, να αξιοποιούν τη μουσική υπόκρουση του Τζων Άνταμς και να κοινοποιούν επί σκηνής μια «κιναισθητική» εμπειρία. Ως πρωτότυπες δημιουργοί, η Ηρώ Αποστολέλλη και η Αγνή Παπαδέλη-Ρωσσέτου παρουσίασαν την παράσταση «Δωμάτια», στην Πειραιώς 260, με πέντε χορεύτριες επί συνόλω (Ηρώ Αποστολέλλη, Κατερίνα Λιόντου, Αγνή Παπαδέλη-Ρωσσέτου, Στέλλα Τριπολιτάκη, Μαρία Φουντούλη) και μια πιανίστα (Σοφία Καμαγιάννη), που επιστρατεύουν καθεμία το δικό της ιδιόλεκτο. Ο φυσικός χώρος (το δωμάτιο) υποβάλλει στον θεατή το «εντός δωματίου» δρώμενο και σταδιακά αλλάζει, μετατρέπεται σε κάτι άλλο. Το πιάνο λειτουργεί άλλοτε εμφαντικά και άλλοτε αντιστικτικά προς τις κινήσεις.
Η Ηρώ Αποστολέλλη, απόφοιτος της σχολής μπαλέτου της Κάτιας Κυριακού και της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης, σπούδασε αυτοσχεδιασμό, σύγχρονο χορό και χορογραφία και σήμερα ασχολείται με τον χορό και με την εναλλακτική ιατρική. Ξεκίνησε μπαλέτο στην σχολή χορού της Κάτιας Κυριακού, το 2000 μπήκε στην Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης απ’ όπου αποφοίτησε το 2003. Η συνεργάτις της Αγνή Παπαδέλη-Ρωσσέτου έκανε σπουδές χορού στη Σχολή της Πολυξένης Ματέυ και στην Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης, καθώς και θεατρικές σπουδές. Συνεργάστηκε με τον Δημήτρη Παπαιωάννου, τον Γιάννη Σκουρλέτη, τον Γιάννη Μπουγιούκα, τη Νικαίτη Κοντούρη και την αρχιτέκτονα Ηρώ Βαγιώτη. Σήμερα ασχολείται και με τη γιόγκα, ενώ είναι μέλος της ομάδας κουκλοθεάτρου Bufos της Αννέτας Στεφανοπούλου. Οι δύο δημιουργοί έζησαν στις Βρυξέλλες για ένα διάστημα, ενώ το πρώτο από τα τρία project που πραγματοποίησαν μετά από την επιστροφή τους στην Ελλάδα είχε τίτλο «Was it me?» και ήδη έθετε το ζήτημα της «αλλοτριότητας» του σώματος του ερμηνευτή επί σκηνής.
![]() |
Γιάννης Μανταφούνης – Manon Parent |
Είμαι δικός σας: καταστρέψτε με!
Με φοβερή αίσθηση του χιούμορ ο Γιάννης Μανταφούνης και η παρτενέρ του Μανόν Παράν ανακαλύπτουν νέα εκφραστικά εργαλεία: τη μουσική, την κονσόλα του ήχου, τα πνευστά φυσαρμόνικα και φλάουτο, το «στήσιμο» της πραγματικότητας εν τη γενέσει της.
Ο πολυτάλαντος και εμπνευσμένος Γιάννης Μανταφούνης είναι συνιδρυτής των ομάδων Lemurius, P.A.D. και Cie Projet 11 (Cie Ioannis Mandafounis) και έχει συνεργαστεί με το Μπαλέτο της Όπερας του Γκέτεμποργκ, το Nederlands Dans Theater II. Πέρυσι στο «ΜayaBuff. Eνα ντελίριο του Μαγιακόφσκι» είχαμε δει τον μύθο να «στήνεται» επί σκηνής, ποιητικώ τω τρόπω. Αντίστοιχα, το εφετινό ντουέτο του με την Manon Parent είχε τον τίτλο «Sing the Positions» και πραγματευόταν μια παραλλαγή το πόσο κοντά στην πραγματικότητα της σκηνής βρίσκεται ο περφόρμερ. Με φοβερή αίσθηση του χιούμορ ο Γιάννης Μανταφούνης και η παρτενέρ του Μανόν Παράν ανακαλύπτουν νέα εκφραστικά εργαλεία: τη μουσική, την κονσόλα του ήχου, τα πνευστά φυσαρμόνικα και φλάουτο, το «στήσιμο» της πραγματικότητας εν τη γενέσει της. Αυτοακυρούμενος και αυτοαποθεωνόμενος, σαρκάζει τη σύναψη και την αποδιάρθρωση της σχέσης με τη χορεύτρια που έχει στο πλευρό του.
Η χορογραφική και κινησιολογική έρευνα που οδήγησε στη συγκεκριμένη περφόρμανς έγινε με πάθος και με μιαν «επιμελημένα ατημέλητη» ματιά στα πράγματα. Η έντονη διάδραση με το κοινό διεύρυνε τον προβληματισμό για το Αλλότριο και για την εξατομίκευση της καλλιτεχνικής δημιουργίας και κορύφωσε το ενδιαφέρον του κοινού. Προσωπικά διέγνωσα την αποδόμηση μιας –κατά βάσιν ερωτικής– σχέσης ενός άνδρα και μιας γυναίκας, όπου εγειρόταν ένα πολυδιάστατο ζήτημα: έχει ο χορευτής/περφόρμερ συνείδηση της παρουσίας και της διάδρασης του συγχορευτή του ή στέκεται εμπόδιο αυτοπροβαλλόμενος; Πόσο ερωτική είναι αυτή η διεργασία; Ο αυτοσχεδιασμός λειτουργεί σε αυτό το πλαίσιο; Και πώς; Όποιος όμως και αν ήταν ο πυρήνας γύρω από τον οποίον εξαρχής αναπτύχθηκε αυτή η «εργαστηριακή» παράσταση, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί την τόλμη μιας περφόρμανς όπου ενοποιείται ο σκηνικός χώρος με την πλατεία και όπου ο καλλιτέχνης εκτίθεται σε ύψιστο βαθμό.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.