
Για την παράσταση «Οιδίπους Τύραννος» του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Σοφίας Αντωνίου που παρουσιάζεται στον Χώρο ΦΙΑΤ.
Γράφει ο Νίκος Ξένιος
Η Σοφία Αντωνίου ανεβάζει τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή στις πρώην εγκαταστάσεις της ΦΙΑΤ, στο Κουκάκι. Μόνος του επί σκηνής, ο Χάρης Χαραλάμπους-Καζέπης απαγγέλλει ολόκληρη την τραγωδία, παράγοντας μια μοναδική εμπειρία: ο Οιδίποδάς του είναι οδοιπόρος σε μιαν υπαρξιακή αναζήτηση και η διαδρομή του γίνεται κυκλικά, σε συνεχή αιώρηση ανάμεσα στο κοινό. Γύρω στους εβδομήντα θεατές κάθονται αραιά, σε ομόκεντρους κύκλους, μετέχοντας στο πάθος του και ακολουθώντας τον μίτο του αρχαίου μύθου: ο υπέροχος πρωταγωνιστής, απόλυτα εκτεθειμένος στα βλέμματά μας, υποδύεται, πέρα από τον Οιδίποδα, τον Κρέοντα, τον Τειρεσία, την Ιοκάστη, τον Άγγελο, τον Βοσκό, τον Εξάγγελο και, κυρίως, υποδύεται με εκπληκτικό τρόπο τα λυρικά μέρη του δράματος (τη φωνή του Χορού).
Όταν ο Λάιος, βασιλιάς της Θήβας, παντρεύεται την Ιοκάστη, το μαντείο των Δελφών τού μηνύει πως, εάν η Ιοκάστη γεννήσει αγόρι, αυτό θα σκοτώσει τον πατέρα του. Γι' αυτό τον λόγο ο νήπιος Οιδίποδας εγκαταλείπεται στο βουνό Κιθαιρών, όπου τον βρίσκει ο βοσκός του βασιλιά Πόλυβου της Σικυώνας, που τον μεγαλώνει μαζί με τη Μερόπη σαν δικό του παιδί. O ενηλικιωμένος Οιδίποδας, πηγαίνοντας στους Δελφούς για να μάθει το όνομα του πραγματικού πατέρα του, μαθαίνει τον χρησμό ότι ήταν πεπρωμένο να σκοτώσει τον πατέρα του και θα ήταν καλύτερο να μην επιστρέψει στην πατρίδα του. Επιχειρώντας να αποφύγει το πεπρωμένο αυτό, ακολουθεί τον δρόμο προς την Βοιωτία και Φωκίδα, και στο σημείο όπου διασταυρώνονται οι δύο δρόμοι, συναντά τον πραγματικό του πατέρα Λάιο και μετά από φιλονικία, τον σκοτώνει.
Η Σοφία Αντωνίου κάνει μιαν εντελώς πρωτόγνωρη, για τα ελληνικά θεατρικά δεδομένα, μετεγγραφή της μετάφρασης του Κ.Χ.Μύρη (Κώστα Γεωργουσόπουλου) σε έναν μονόλογο άρτιο, περιεκτικό, που μεταφέρει επί σκηνής όλο το αρχετυπικό δράμα του Οιδίποδα και το μεταπλάθει σε υπαρξιακή περιπέτεια.
Η Σοφία Αντωνίου κάνει μιαν εντελώς πρωτόγνωρη, για τα ελληνικά θεατρικά δεδομένα, μετεγγραφή της μετάφρασης του Κ.Χ.Μύρη (Κώστα Γεωργουσόπουλου) σε μονόλογο: έναν μονόλογο άρτιο, περιεκτικό, που μεταφέρει επί σκηνής όλο το αρχετυπικό δράμα του Οιδίποδα και το μεταπλάθει σε υπαρξιακή περιπέτεια εξοικείωσης με τους πολίτες, σε αναζήτηση του ομφάλιου λώρου που τον συνδέει με τον καταγωγικό του τόπο, σε λυρική αναγνώριση της ανθρώπινης μοίρας.
Η τελετουργία μετάδοσης της «νόσου»
Η πόλη περιπίπτει σε (μετωνυμική) επιδημία στενοχώριας και ψυχικής οδύνης: καθώς ο Οιδίποδας βαδίζει χωλαίνοντας ανάμεσα στους πολίτες (εμείς είμαστε οι πολίτες) το σώμα του απηχεί τη νόσο, και η ψυχή του επίσης. Με την εξουσία συγκεντρωμένη στα χέρια του, ο Σοφοκλής παριστά (δια στόματος Οιδίποδος) την τοξικότατη πολιτική «νούσον» από την οποία πάσχει, κατ’ επέκτασιν, η Πόλις. Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα παρίσταται, στην αρτιότερη των τραγωδιών, ως δομικό στοιχείο της εν πόλει ζωής, ως θεμέλιος οργανωτικός λίθος του κράτους της Θήβας. Η κυριαρχία που προκύπτει από τη βία και την κατοχή: «δίνη δεινή τον πήρε και τον βύθισε». Ένας φόνος-λιθαράκι σε έναν διογκούμενο σωρό από ανόσιες πράξεις.
Στο παλιό μηχανουργείο της FIAT γινόμαστε αυτόπτες (και αυτήκοοι, παρά τα μικρά προβλήματα ηχοληψίας με το χειλόφωνο, που κάνει αντήχηση στον χώρο) ενός δόλιου θεϊκού σχεδιασμού της μοίρας μας. Βλέπουμε τον εξαιρετικό αυτόν ηθοποιό να περνά από ρόλο σε ρόλο με μιαν άνεση εκπληκτική, που προδίδει τη βαθύτατα μελετημένη δουλειά της φωνής του με τη σκηνοθέτιδα Σοφία Αντωνίου, αλλά και με την κονσόλα όπου παίζεται η μουσική σύνθεση τoυ Ecati1 : μοιάζει σαν κάθε φράση του κειμένου να είναι μουσικά ενορχηστρωμένη, ώστε ο ηθοποιός να γίνεται «ηχείο» της μουσικής, ώστε η μουσική να μην παραμένει στοιχείο υπογράμμισης ή «τοπίο», αλλά να συνιστά οργανικό μέρος των στάσιμων και (κυρίως, με χορογραφική προσέγγιση πολύ δυναμική) των χορικών.
Ο Χάρης Χαραλάμπους-Καζέπης μάς εισάγει στον εφιαλτικό κόσμο του Οιδίποδα και στον σφιχτοδεμένο ρυθμό της παράστασης.
Στην υποβλητικότητα της παράστασης συμβάλλει ιδιαίτερα ο ουδέτερος, άδειος, σκοτεινός χώρος της πρώην βιομηχανικής εγκατάστασης, με τα υπολείμματα της βιομηχανικής αρχαιολογίας να συνθέτουν τα σκηνικά. Με την πρωτοτυπία ενός πλέγματος από καλώδια να διατρέχει ως μίτος της Αριάδνης (ή, καλύτερα, ως ομφάλιος λώρος) διαγωνίως τη σκηνή/κοίλο, για να φωτιστεί με βαθύ κόκκινο χρώμα στην κορύφωση του έργου (Μαρκέλλα Μανωλιάδου). Με τα επιμέρους «διαμερίσματα» του χώρου αξιοποιημένα από τη σκηνογράφο Μαριλένα Καλαϊτζαντωνάκη, ώστε να αποδίδουν την αίσθηση του αέναου, του διαρκούς, του λαβυρινθώδους. Ώστε όλα, συντεθειμένα σε αρμονική συνύπαρξη, να αποτελούν εγκατάσταση (installation) στο σήμερα του πανάρχαιου μύθου που αποκωδικοποιεί το αίνιγμα της Σφίγγας με τον σωστό, υπαρξιακό κώδικα μιας μυστικιστικής εμπειρίας: με την ηχηρή επανάληψη αυτού του μηνύματος («Ποιο είναι το ον με τα τέσσερα, με τα δύο, με τα τρία πόδια που ψάχνει να βρει ποιος είναι») σαν μουρμουρητό και σαν αδιέξοδο, ο Χάρης Χαραλάμπους-Καζέπης μάς εισάγει στον εφιαλτικό κόσμο του Οιδίποδα και στον σφιχτοδεμένο ρυθμό της παράστασης.
Ο μονόλογος: απορρόφηση όλων των ρόλων
Απογυμνωμένος από κάθε σημείο στήριξης/κάλυψης, εκτεθειμένος και αυτομαστιγούμενος, ο χωλός Οιδίποδας της Αντωνίου διασχίζει τον λαβύρινθο της αφήγησης σαν να περιηγείται στη μνήμη του: αυτός, λοιπόν, αντιμέτωπος με την αλήθεια (την αναγνώρισιν) της παράβασης του ύψιστου πολιτισμικού taboo. Και μια συνεχής ανταλλαγή βλεμμάτων με τους θεατές, την ώρα που η αποκάλυψη πλησιάζει – όσο περισσότερο γνωρίζει κανείς το έργο τόσο περισσότερο αγωνιά. Η στάση αυτή είναι προεπιλεγμένη, ώστε να απορροφά την ατομική περίπτωση του ήρωα στο συλλογικό ασυνείδητο, ώστε το τραύμα το δικό του να γίνεται και δικό μας τραύμα και να επέρχεται, αναπόφευκτα, και η δική μας αναγνώριση προς την ιστορία των παθών του, αλλά και των παθών του λαού του, και των παθών της Ιοκάστης, και των παθών του Κρέοντα, και όλων των παθών που θεμελίωσαν την οικογενειακή του κατάρα.
Ο ρόλος καταρρέει και η αλήθεια αναδύεται, καθώς ο Χάρης Καζέπης, αυτός ο πολύ σημαντικός ηθοποιός, αίρει το βάρος ενός διαπολιτισμικά καθιερωμένου, οικουμενικού μύθου.
Ολομόναχος στον στίβο αυτού του σκληρού κόσμου, ο ηγέτης της Θήβας απεκδύεται των ρακών που φορά (ένας μανδύας/χιτώνας μιλιταριστικά επιχρωματισμένος από την κα Καλαϊτζαντωνάκη, και ως ιμάτιο ένας δεύτερος μανδύας, κοντύτερος, για να οδηγηθεί στη σάρκα ενός ελαφρού ματωμένου υφάσματος) και αναστενάζει στη σταδιακή εξοικείωσή του με τον πραγματικό του εαυτό. Ο ρόλος καταρρέει και η αλήθεια αναδύεται, καθώς ο Χάρης Καζέπης, αυτός ο πολύ σημαντικός ηθοποιός, αίρει το βάρος ενός διαπολιτισμικά καθιερωμένου, οικουμενικού μύθου. Και είναι πλάνης, όχι μόνο γιατί περιπλανιέται, σε μια διαρκή περιδίνηση της χωλότητάς του ανάμεσα στους θεατές, αλλά και γιατί «πλανάται» την οικτρή πλάνη της νομιμότητας, της υγείας, της φυσικής ροής των πραγμάτων – στην οποία προσφεύγει κάθε που ένα ψήγμα αλήθειας τού επιτρέπει να «πιαστεί» και να υπεκφύγει την απόλυτη, συντριπτική αλήθεια της ταυτότητας, της καταγωγής και του κρίματός του.
Μια παράσταση-σταθμός
Δεν είναι, όμως, μόνο το απολλώνιο μεγαλείο της Τίσεως, ή της συντριβής των ανθρωπίνων που εγκαθιστά αυτήν την παράσταση στη χορεία των καλύτερων μέχρι σήμερα παραστάσεων του σοφόκλειου Οιδίποδα. Είναι και η ειρωνεία του διονυσιασμού. Η προσέγγιση της κυρίας Αντωνίου αναδεικνύει (και πάλι με άξονα τον μουσικό καμβά και την κονσόλα) τη μυσταγωγία αλλά και την έκσταση. Ο ηθοποιός σπαράσσεται όταν υποδύεται τον Χορό, διαρρηγνύει το όριο της ακοής μας και ουρλιάζει, χτυπιέται κυριολεκτικά επικαλούμενος τη βακχική παρέμβαση. Με μια δραματική ένταση που παρόμοιά της σπάνια βλέπει κανείς στο ελληνικό θέατρο. Άχρονος και εκκρεμής, απορροφημένος από τη γη και υπεριπτάμενος ταυτόχρονα, αυτός ο ηθοποιός-πολυεργαλείο διασχίζει με τεράστια βήματα την αρένα της σκηνής, που ταυτόχρονα είναι και μια σειρά από εδώλια όπου καθόμαστε εμείς, ανίκανοι να παραμείνουμε αδρανείς και αμέτοχοι, προσβεβλημένοι και εμείς από τη «θεία νούσον». Η εμπειρία είναι συναρπαστική, η δε λιτότητα της σκηνικής απόδοσης ανεβάζει κι άλλο τους τόνους. Ο λόγος ηχεί στο κοίλον, και ας μην υπάρχει κοίλον: η παράσταση είναι κομμένη και ραμμένη για τον συγκεκριμένο χώρο.
Η εξόρυξη των οφθαλμών είναι ένα μακρινό θέαμα, που τεκταίνεται σε κάποια γωνία δυσδιάκριτη, απρόσβατη, ιερή: τα σπαράγματα αυτού του εργοστασιακού χώρου εύκολα προσλαμβάνουν τα χαρακτηριστικά εντοσθίων ενός τεράστιου, τερατώδους οργανισμού που απορροφά την ανθρώπινη ύπαρξη και την εμέσσει. Ώσπου, σαν σε παζολινική σύλληψη, ανοίγει η τεράστια ηλεκτρική γκαραζόπορτα και ο ήρωας/σαμάνας του αρχαιότερου ελληνικού μύθου (σε μια αποπροσανατολιστική μετατόπιση Χρόνου και Χώρου) αντικρίζει την Αθήνα του 2025, ως έξοδο προς την Κάθαρση.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός, συγγραφέας και κριτικός θεάτρου.
1ECATI είναι το ψευδώνυμο του συνθέτη/μουσικού παραγωγού Αντώνη Χατζηαντώνη. Αναπτύσσοντας μια ξεχωριστή περιπλοκότητα και βάθος στην παραγωγή του, ο Α. Χατζηαντώνης υπογράφει μια διασταύρωση μεταξύ ήχων της ανατολικής Μεσογείου, minimal electro beats, τεχνικών που θυμίζουν «musique concrète» και σύνθεσης ηχοτοπίων, επιστρατεύοντας αναλογικά συνθεσάιζερ, ηλεκτρικές κιθάρες και samplers. Οι στίχοι των τραγουδιών του είναι ένα ημερολόγιο με θέματα τον έρωτα και την επιθυμία. Από το 2020 ζει στην Αθήνα όπου ασχολείται, μεταξύ άλλων, με τον ηχητικό σχεδιασμό και τη μουσική επιμέλεια θεατρικών/χορευτικών παραστάσεων και ταινιών. Συνεργάστηκε στις παραστάσεις Του έρωτα και της ψυχής (2021) σε σκηνοθεσία Γιάννη Παναγόπουλου (Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός), Θάβοντας τον αδελφό μου στο πεζοδρόμιο (2022), Concord Floral (2022), Rat Park (2023) σε σκηνοθεσία Γιάννη Καραούλη (Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου), Lulu (Θέατρο Άνεσις 2022), Το χτύπημα των φτερών (Πειραματική σκηνή Εθνικού θεάτρου 2023) σε σκηνοθεσία Σοφίας Αντωνίου, JERKS (best Greek short award- Athens pff 2022), Σεισμός (Onassis Stegi 2023) σε σκηνοθεσία Βασίλη Βηλαρά. Έχει συνθέσει τη μουσική για την ταινία 17000’’ (πρόγραμμα Τερψιχόρη Υπ. Πολιτισμού Κύπρου/ADD festival 2022) καθώς και για τις παραστάσεις χορού 98 y.o. (2021) και The day after (2022) του χορογράφου Χάρη Κούσιου (Πλατφόρμα Χορογραφίας Κύπρου) , όπως και για το Rhythms and Blues χορογραφικό έργο της Μελίνας Σοφοκλέους (Biennale di Danza της Βενετίας 2021).
Συντελεστές
Σκηνοθεσία – Διασκευή: Σοφία Αντωνίου
Ερμηνεύει ο Χάρης Χαραλάμπους – Καζέπης
Μετάφραση: Κ.Χ. Μύρης
Σκηνικός χώρος – Κοστούμια: Μαριλένα Καλαϊτζαντωνάκη
Μουσική – Sound design: Ecati
Ηχητικός σχεδιασμός παράστασης – Μίξη: Φώτης Παπαθεοδώρου
Επιμέλεια φωτισμού: Μαρκέλλα Μανωλιάδη
Σύμβουλος Δραματουργίας: Ελένη Μολέσκη
Trailer – Φωτογραφίες: Ελισάβετ Κυνηγοπούλου, Στράτος Κουρλής
Υπεύθυνη επικοινωνίας: Ευαγγελία Σκρομπόλα
Παραγωγή: Masterskaya AMKE
Οργάνωση – Εκτέλεση παραγωγής: Μαριλένα Καλαϊτζαντωνάκη