
Για τη θεατρική παράσταση «True West» του Σαμ Σέπαρντ, σε σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη, η οποία παρουσιάζεται στο θέατρο «Χώρα». Στην κεντρική εικόνα, ο Νίκος Ψαρράς και ο Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης.
Γράφει ο Νίκος Ξένιος
Το Αμερικανικό Όνειρο, αποσαθρωμένο και διηθημένο μέσα απο την ποιητική φαντασία, είναι το κεντρικό θέμα του «True West» του Σαμ Σέπαρντ, που μεταφράζει αριστουργηματικά, προσαρμόζει δραματουργικά και σκηνοθετεί η Έλενα Καρακούλη στο θέατρο «Χώρα». Ο Όστιν, ένας ανερχόμενος συγγραφέας (σχολαστικός, πνευματώδης, νευρωτικός και αποκατεστημένος, με οικογένεια και αυτοκίνητο) αναλαμβάνει να φροντίζει το σπίτι και να περιποιείται τα φυτά της μητέρας του σ’ ένα ζεστό προάστειο του Λος Άντζελες όπου ηχούν οι γρύλοι έξω απ’το παράθυρο, ενόσω εκείνη απουσιάζει σε ταξίδι στην Αλάσκα, πασχίζοντας, παράλληλα, να ολοκληρώσει ένα σενάριο που θα του ανοίξει επαγγελματικές διόδους. Τότε δέχεται την αιφνίδια επίσκεψη του μεγαλύτερου αδερφού του Λι, που είναι, εκ πρώτης όψεως, διαμετρικά αντίθετος χαρακτήρας (τυχοδιώκτης, περιθωριακός, πότης, μικροδιαρρήκτης που κλέβει τηλεοράσεις από σπίτια, ζει στην έρημο και είναι γοητευτικός και ενδιαφέρων). Η σύγκρουση που θα προκύψει θα φέρει στην επιφάνεια όλο το ψυχαναλυτικό υπόβαθρο της οικογένειας και θα αναδείξει το παράδοξο της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Οι δυο τρέχουσες εκδοχές της επιτυχίας και η ζοφερή πραγματικότητα
Ο Όστιν βλέπει πως η ηρεμία του διαταράσσεται από τη συνύπαρξή του με τον Λι: η ευταξία της καριέρας του και το εκκρεμές συμβόλαιο για το σενάριο που γράφει απειλούνται. Αρχικά κυριαρχεί η απέχθειά του για τη ζωή στην ύπαιθρο και το παραδοσιακό αμερικανικό West, από την άλλη όμως είναι έντονη η γειτνίαση με τα τοπία και τις καταστάσεις που περιγράφει ο αδελφός του κι έτσι μέσα του αναπτύσσεται ένα είδος θαυμασμού προς αυτόν. Ο Λι νιώθει μεν περιφρόνηση για τις μικροαστικές επιλογές του μικρού του αδερφού ανάμεικτη με στοργή, ταυτόχρονα όμως φθονεί την επιτυχία και διεκδικεί μια θέση στη ζωή των «καθώς πρέπει» Αμερικανών. Κι ενώ το σενάριο του Όστιν συνιστά μια σίγουρη συνταγή, περιλαμβάνοντας καλά δομημένη πλοκή και την απαραίτητη ερωτική ιστορία, το αφήγημα που αντιπροτείνει ο Λι είναι ασυνάρτητο, ονειρικό, αθεράπευτα ρομαντικό και άγριο, περιλαμβάνει δε την αγάπη ενός καουμπόη για το άλογό του. Προς μεγάλη απογοήτευση του Όστιν, η προσωπική γοητεία και πειθώ του Λι θα μεταπείσει τον ατζέντη Σαούλ Κίμερ, που (με γνώμονα όχι τη φερεγγυότητα, αλλά την εμπορική διαίσθηση) θα σπάσει το προσυμφωνημένο συμβόλαιο, προκρίνοντας το δεύτερο, ασυνάρτητο σενάριο περί Άγριας Δύσης του Λι.
Και σ’ αυτό το σημείο έρχονται ορμητικά στην επιφάνεια οι προσωπικοί δαίμονες των δύο αδερφών: ο έντονος ανταγωνισμός οδηγεί τον Λι στο να υποσκελίσει τον αδερφό του, ο οποίος θα εκμανεί και θα αντιδράσει βίαια, μετατρέποντας τον εαυτό του σε μιαν άλλη εκδοχή του Λι: θα αρχίσει να πίνει, να διαλύει τα πάντα γύρω του, να κλέβει φρυγανιέρες από σπίτια, να επιθυμεί τη ζωή στην έρημο της Καλιφόρνια. Κατά τη φιλοτέχνηση του χαρακτήρα του Λι (που τον ερμηνεύει συγκλονιστικά ο Νίκος Ψαρράς) ο Σαμ Σέπαρντ κάνει την υπέρβαση να μιλήσει για την προσωπικότητα του πατέρα του και για τα τραυματικά παιδικά του χρόνια – γι’αυτό βάζει στο κείμενό του να πλανάται η μορφή ενός πατέρα άφραγκου, άστεγου, αλκοολικού, μονίμως περιπλανώμενου, που χάνει σταδιακά τα δόντια του και δεν έχει λεφτά για τον οδοντίατρο. Αυτή η αφήγηση φαίνεται να αναδύεται διαλεκτικά από τα δύο αντιδιαμετρικά αντίθετα σενάρια, ως η μοναδική ρεαλιστική και αληθινή εκδοχή του True West. Στη σκηνοθεσία της Έλενας Καρακούλη η φωτεινή επιγραφή σταδιακά χάνει τα δύο τελευταία της γράμματα, που καταρρέουν αφήνοντας τη φράση «True We»: να ποιοι είμαστε εμείς στην πραγματικότητα!
Κάιν και Άβελ (aka: o καθένας από εμάς)
Στην κινηματογραφική ταινία «Τρεις Πινακίδες Έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι» του Μάρτιν Μακ Ντόνα εκτυλίσσεται αυθεντικά όλη η νοσηρή ατμόσφαιρα των οικογενειών των Μεσοδυτικών Πολιτειών των Η.Π.Α. Αντίστοιχα ποιητικά, σουρεαλιστικά στοιχεία, στοιχεία μαύρης κωμωδίας και ανερμάτιστοι χαρακτήρες του μέσου Αμερικανού γεννιούνται από τη διαυγή, ωμή πέννα του πιο ταλαντούχου σεναριογράφου της Αμερικής: ένα «παράσιτο» σαν τον ατζέντη του έργου (που τον ερμηνεύει πολύ επιτυχημένα ο Νέστορας Κοψιδάς) μυρίζεται την επιτυχία σ’ ένα σενάριο ουέστερν με γαρνιτούρα την αγάπη για ένα άλογο. Όμως, η απουσία αυθεντικότητας αποκαθίσταται με την ανάκληση της μνήμης: τώρα επανέρχονται στο συνειδητό οι ανοιχτοί χώροι, ο καθαρός αέρας, η περιπλάνηση του road movie, ο ήχος των κογιότ της ερήμου, η διακύβευση των βεβαιοτήτων, το παιδικό παιχνίδι που είναι επικίνδυνο και θανατηφόρο.
Τα δύο αδέρφια συγκρούονται ανοιχτά, μεθούν, βρίζουν, φτύνουν, πέφτουν και παλεύουν στο πάτωμα, διαπραγματεύονται εκ νέου τον ανδρισμό τους. Η αντιπαλότητά τους είναι βιβλικών διαστάσεων, υποκρύπτει τον αγώνα για επικράτηση αλλά και τη διεκδίκηση του αγγίγματος και της τρυφερότητας, την κατάρριψη των ψευδαισθήσεων αλλά και τη νοσταλγία της αθωότητας. Τα φυτά της μαμάς σκεπάζονται και αφήνονται να ξεραθούν, το νοικοκυριό της γίνεται ρημαδιό, το έδαφος της έμπνευσης γίνεται αρένα μονομαχίας. Τη συγκλονιστική ερμηνεία του Νίκου Ψαρρά έρχεται να συμπληρώσει, σε απόλυτη ισοτιμία και αγαστή συνύπαρξη, η συγκλονιστική ερμηνεία του Μάρκου Παπαδοκωνσταντάκη: οι δυο τους θαρρείς και είναι φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον, καθώς βαθμηδόν εξομοιώνονται, ως απόλυτοι αντιήρωες και ως αρχετυπικοί Κάιν και Άβελ.
Το σκηνικό και η χιουμοριστική σκηνοθεσία
Σκοτεινό ψυχικό τοπίο είναι το σημείο απ’ όπου εκκινεί και η άψογη σκηνογραφία του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη: εσωτερικό κουζίνας σπιτιού και ένα patio με αναρριχητικά φυτά, τραπέζι με γραφομηχανή και καρέκλες από τη μια, ο χώρος της πλοκής. Πιάνο, πίστα, μια ηλεκτρική κιθάρα και ένας κιθαρίστας/αλληγορία του Πατέρα από την άλλη, με τον Μίκη Παντελού να ερμηνεύει το canciòn mixteca του Ry Cooder μαζί με τους δύο πρωταγωνιστές – ο χώρος της ποιητικής φαντασίας. Εξαιρετική σύλληψη της σκηνοθέτιδος για την απόδοση ενός μικροσύμπαντος έμπνευσης και άγριου ασυνειδήτου. Εξερεύνηση των αντιφατικών οικογενειακών σχέσεων, με την αιφνιδιαστική εμφάνιση μιας μητέρας που ζει στον κόσμο της (την ερμηνεύει η Αλεξάνδρα Παντελάκη), κυριολεκτικά χάνει τον εαυτό της στην Αλάσκα και επιστρέφει τώρα εσπευσμένα για να συναντήσει τον Πικάσο – ενώ ο Πικάσο είναι ήδη νεκρός: αυτή η μάνα είναι η ενσάρκωση της ψευδαίσθησης, της παντελούς έλλειψης επαφής με την πραγματικότητα, το σουρρεαλιστικό στοιχείο της σύνθεσης.
Η Έλενα Καρακούλη ψηλαφεί τολμηρά τις μυστηριώδεις πτυχές της αντιφατικής ανθρώπινης συνύπαρξης και των ρευστών οικογενειακών δεσμών, μετατρέποντας το άλογο στοιχείο που τις διέπει σε χιουμοριστικό σχόλιο πάνω στα ανθρώπινα. Δίνει στον Νίκο Ψαρρά τη δυνατότητα να περάσει ελεύθερα στη σφαίρα μιας ελευθεριάζουσας ερμηνείας και στον Μάρκο Παπαδοκωνσταντάκη τη δυνατότητα να εκδιπλώσει όλη την ερμηνευτική γκάμα της μεταμόρφωσής του επί σκηνής. Το δύσκολο σ’ αυτήν τη σκηνοθεσία είναι να συνδεθούν τα απομεινάρια του παρελθόντος με την εκκόλαψη της άγριας σύγκρουσης, να συμβιβαστεί σκηνικά η ζωντανή μουσική με τη ρεαλιστική απόδοση των καταστάσεων, να κομισθεί στην Ελλάδα η ατμόσφαιρα του West με όλες τις απομυθοποιήσεις της, να φανεί πως οι ήρωες αναμετρώνται με την πραγματική τους φύση.
Η Έλενα Καρακούλη ψηλαφεί τολμηρά τις μυστηριώδεις πτυχές της αντιφατικής ανθρώπινης συνύπαρξης και των ρευστών οικογενειακών δεσμών, μετατρέποντας το άλογο στοιχείο που τις διέπει σε χιουμοριστικό σχόλιο πάνω στα ανθρώπινα.
Έτσι δικαιολογείται και η τελεσίδικη έκβαση του έργου: κατ’ ουσίαν όλοι ξέρουμε ότι η σύγκρουση των δύο αδερφών προεκτείνεται στο διηνεκές, ότι η κατάρρευση του αμερικανικού home sweet home είναι οριστική και πως η μοναδική σεναριακή απόδοση της πραγματικότητας περιλαμβάνει έναν γέρο άνθρωπο που μεθά και περπατά μόνος κι έρημος στις αχανείς λεωφόρους της Δύσης χάνοντας σταδιακά τα δόντια του.
*Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Το νέο του μυθιστόρημα «Αλλοτεκοίτη – Εκεί που χάθηκε η βλάστηση» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κριτική.
Συντελεστές
Μετάφραση, δρ. επεξεργασία και σκηνοθεσία Έλενα Καρακούλη
Σκηνογράφος Κωνσταντίνος Σκουρλέτης
Ενδυματολόγος Εβελίνα Δαρζέντα
Μουσική Θοδωρής Οικονόμου
Κίνηση Φαίδρα Σούτου
Σχεδιασμός φωτισμών Νίκος Βλασόπουλος
Φωτογραφίες Πάτροκλος Σκαφίδας
Βοηθός σκηνοθέτη Ανθή Φουντά
Βοηθός σκηνογράφου Δήμητρα Σαρρή
Παίζουν: Νίκος Ψαρράς, Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης, Νέστορας Κοψιδάς, Αλεξάνδρα Παντελάκη
Μουσικός επί σκηνής Μίκης Παντελούς