
Λίγα λόγια για την Καναδή συγγραφέα Ρέιτσελ Κασκ και την πολυσυζητημένη τριλογία της. Το πρώτο βιβλίο της τριλογίας, με τίτλο «Περίγραμμα», θα κυκλοφορήσει στο προσεχές διάστημα, σε μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου, από τις εκδόσεις Gutenberg.
Του Διονύση Μαρίνου
Απαλλαγμένοι από την αναγκαιότητα της μυθοπλαστικής σχολαστικότητας και δίχως την «υποχρέωση» να διατηρήσουν ως το τέλος τη μαγευτική σύμβαση πως ό,τι διαβάζει είναι προϊόν επιμελημένης κατασκευής, άρα αναπτύσσεται σε έναν στεγασμένο χώρο όπου η πραγματική πραγματικότητα (προσώπων και καταστάσεων) δεν έχει θέση, οι συγγραφείς –συχνά– πετούν τον μανδύα και γράφουν για τους εαυτούς τους.
Η πρόθεση του συγγραφέα, εν προκειμένω, δεν είναι να μας βοηθήσει να δούμε από την κλειδαρότρυπα, αλλά να εισδύσουμε μαζί του σε ένα σκοτεινό «εγώ» που ζητάει καταυγασμό διά της γραφής.
Υλικό ατόφιο, αγώγιμο στα προσωπικά σημαίνοντα, όπου το διφορούμενο παύει να κανοναρχεί τη δράση, οι αυτοβιογραφούμενοι άλλο δεν κάνουν από το να επιτρέπουν να εισέλθουμε στα ενδότερα του βίου τους με τρόπο ευθύ και εν πολλοίς ανεπεξέργαστο. Δεν πρόκειται περί αφελούς τολμηρότητας, αλλά για πράξη ευθύνης. Όποιος εισέρχεται από την κύρια πόρτα του συγγραφέα οφείλει να γνωρίζει εξαρχής πως ό,τι διαβάσει θα είναι ένα καταστάλαγμα κι όχι η ζωή του ως έχει. Άλλωστε, και η πρόθεση του συγγραφέα, εν προκειμένω, δεν είναι να μας βοηθήσει να δούμε από την κλειδαρότρυπα, αλλά να εισδύσουμε μαζί του σε ένα σκοτεινό «εγώ» που ζητάει καταυγασμό διά της γραφής.
Η έννοια της autofiction, σε αντίθεση με την καθαρή αυτοβιογραφία, είναι ότι μπορείς να συναντήσεις το συγγραφικό εγώ να αναδεικνύει τα οικεία με την «μάσκα» του τρίτου προσώπου ή μ’ ένα παιγνιώδες πρώτο πρόσωπο που φέρει την ταυτότητα του γράφοντος, αλλά και όχι ακριβώς (βλ. την περίπτωση του Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας στον Χλωμό Βασιλιά, εκδ. Κέδρος).
Πάντως, αν μιλάμε για autofiction, μια ούτως ή άλλως επιδραστική πτυχή στη σύγχρονη λογοτεχνία, δεν γίνεται να μην αναφέρουμε την Μαργκερίτ Ντυράς, τον Πατρίκ Μοντιανό, τον δικό μας Βασίλη Αλεξάκη, τον Ρίτσαρντ Φορντ, τον Τρούμαν Καπότε και τα νέα «μέλη»: τον Καρλ Ούβε Κνάουσγκορντ και την Έλενα Φερράντε. Όλοι τους, κινούνται σ’ αυτό το μισόφωτο μεταξύ προσωπικής δραματοποίησης και μυθοπλαστικής επενέργειας.
Η τριλογία που έχει καταθέσει και η οποία ολοκληρώθηκε ευφήμως (σ.σ.: Outline, Transit, Kudos), έχει προκαλέσει κύμα θετικών κριτικών (έως και διθυραμβικών) από τα περισσότερα ξένα μέσα. Ούτε λίγο ούτε πολύ θεωρείται ένα νέο εκδοτικό γεγονός.
Κάνει κάτι διαφορετικό η Ρέιτσελ Κασκ που από το 2014 έως σήμερα έχει σηκώσει κάμποση σκόνη στο πέρασμά της από τα λογοτεχνικά σαλόνια; Και ναι και όχι. Άλλωστε, δεν ψάχνει κανείς νεωτερισμούς (να ‘ναι καλά ο μοντερνισμός που μας έφερε πολλούς από δαύτους έως σήμερα), αλλά διαφορετικές διευθετήσεις των ήδη υπαρχόντων. Η τριλογία που έχει καταθέσει και η οποία ολοκληρώθηκε ευφήμως (σ.σ.: Outline, Transit, Kudos), έχει προκαλέσει κύμα θετικών κριτικών (έως και διθυραμβικών) από τα περισσότερα ξένα μέσα. Ούτε λίγο ούτε πολύ θεωρείται ένα νέο εκδοτικό γεγονός.
Απαραίτητη υποσημείωση: στα μέρη μας το μοναδικό δικό της βιβλίο που έχει ως τώρα κυκλοφορήσει είναι το Άρλινγκτον Παρκ (εκδ. Τόπος) πριν από δώδεκα χρόνια. Έτερον ουδέν. Φυσικά, το συγκεκριμένο βιβλίο δεν ανήκει στην υπό διερεύνηση τριλογία, αλλά, ευτυχώς, πολύ σύντομα θα μας «επισκεφθεί» κι αυτή, καθώς οι εκδόσεις Gutenberg θα την εκδώσουν σε μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου.
Η Φέι, η αφηγήτρια και πρωταγωνίστρια της τριλογίας, φέρει πολλά όμοια στοιχεία με την Κασκ: είναι μια γυναίκα μέσης ηλικίας, συγγραφέας, πρόσφατα χωρισμένη και μητέρα δύο παιδιών (αγόρια σε αντίθεση με την Κασκ που έχει κορίτσια). Συνδιαλέγεται με ανθρώπους που κινούνται στον ίδιο χώρο και κάπως έτσι διευθετείται το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται. Ναι, μοιάζει με την Κασκ, αλλά δεν είναι ακριβώς αυτή.
Από την Αθήνα που μας μεταφέρει το Outline έως το Λονδίνο (στο Transit) κι από εκεί σε μια περιδιάβαση σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις (στο Kudos), η Φέι γίνεται ένας καλός αγωγός ιστοριών: δικών της, αλλά και ανθρώπων που συναντάει τυχαία στο δρόμο, σε λογοτεχνικά φεστιβάλ, σε απρόσμενες συναθροίσεις. Άλλοτε μεταφέρει τους διαλόγους ευθέως κι άλλοτε με πλάγιο τρόπο. Πολλές φορές αυτή η άμεση συνάφεια με την πραγματικότητα που την περιβάλλει –ιδιαιτέρως τη δική της– μοιάζει να είναι ο τέλειος σολιψισμός. Τωόντι, αλλά είναι ο βατήρας να μιλήσει για ακόμη πιο ουσιαστικά θέματα που ξεπερνούν το περίκλειστο «εγώ». Μπορεί οι περισσότερες ιστορίες να κινούνται γύρω από τις ίδιες θεματικές (χωρισμός, παιδιά, γάμος), εντούτοις είναι γραμμένες με συναίσθημα, χιούμορ, με μια δόση υπαρξιακής αγωνίας και όλα αυτά γραμμένα από τη φεμινιστική σκοπιά.
Η Φέι, σε κάθε ένα από τα βιβλία της τριλογίας, θέτει τον πυρήνα του προβλήματος. Στο Outline προσπαθεί να αυτοπροσδιοριστεί, στο Transit να αποδεχθεί τα παιχνίδια της μοίρας και στο Kudos να μιλήσει για την επιτυχία και το κόστος που πρέπει κανείς να υποστεί για να την αποκτήσει. Η αίσθηση που λαμβάνουμε από την Φέι είναι μιας γυναίκας δίχως περίγραμμα. Η θολότητά της, αποτέλεσμα των άλυτων θεμάτων της, ενδέχεται να περιέχει μια δόση ελευθερίας, αλλά και μια αντίστοιχη μορφή κατάρας: οι δύο όψεις του νομίσματος.
Με συχνές αναφορές σε αρχαίες θεότητες, η Φέι θέτει συνεχώς ερωτήματα, τα οποία, φευ, δεν είναι από εκείνα που ζητούν εύκολες απαντήσεις. Πώς οι γονείς διαμορφώνουν τα παιδιά τους; Πώς η λογοτεχνία διαμορφώνει την αλήθεια; Πώς ο άνθρωπος επιδρά στη φύση; Τι από όλα αυτά καταλήγει σε κέρδος και τι σε ζημία; Οι αναρωτήσεις της ανασύρονται, θαρρεί κανείς, από τις σημειώσεις ενός ψυχαναλυτή. Ακούγονται περιπτωσιολογικές, αλλά τελικά δεν είναι.
Παρά το γεγονός ότι κάθε βιβλίο της τριλογίας διατηρεί την αυτονομία του, υπάρχει ένα στοιχείο συνέχειας και ενότητας. Είναι η προοδευτική ανάδευση των μέχρι πρότινος ήρεμων υδάτων. Από τη γαλήνη της επιφάνειας, σταδιακά, η Φέι, άρα και οι αναγνώστες, γίνονται μάρτυρες αυτής της αναταραχής. Επιπλέον, υπάρχουν κάποια συνεκτικά μοτίβα που τα βρίσκουμε συχνά πυκνά: αδέλφια, φαγητά και σκυλιά έρχονται, φεύγουν και επιστρέφουν εκ νέου.
Για την Κασκ, η πληθώρα των ιστοριών που ξεδιπλώνει είναι μια δική της διερώτηση για τη φύση τους. Γιατί λέμε, άραγε, ιστορίες; Γιατί τις αποζητούμε; Πρόκειται για μηχανισμό αυτό-κάθαρσης; Για μετατόπιση της ενοχής; Πάνω από όλα είναι οργανικά μέρη του αγώνα να νοηματοδοτηθεί η ζωή ενός εκάστου. Ένα υπαρξιακό ταξίδι δίχως τέλος.
Ωστόσο, το αναπόδραστο πάντα θα στέκει στην άκρη της γωνίας και η Κασκ δείχνει να το γνωρίζει πολύ καλά. Κάθε ιστορία φέρει το στοιχείο της μερικότητας. Η ζωή, στην ολότητά της, δεν είναι αφηγήσιμη. Ως εκ τούτου, το πεδίο θα είναι μόνιμα ανοιχτό για νέες ιστορίες έτσι ώστε, με κάποιο τρόπο, να καλυφθούν κάποια κενά. Έως τη στιγμή που θα δημιουργούν άλλα καινούργια. Όπως λέει και η Φέι σε κάποιο σημείο: «Δεν μπορείς να πεις την ιστορία σου σε όλους. Ίσως μπορείς να την πεις μόνο σε έναν άνθρωπο». Όπως και να ‘χει, η στιγμή της αλήθειας –ομοίως και της αγάπης– διαρκεί ελάχιστα. Ακολουθεί το ψέμα; Ναι, αλλά το συγγραφικό παράδοξο είναι ότι μέσω του «ψέματος» ο δρόμος προς την αλήθεια είναι πιο σύντομος.
Με τρόπο αρκετά ευθύβολο, η Κασκ μιλάει για τη σύγχρονη ζωή δίχως περιστροφές: κάποιες φορές είναι σαν ένα ομηρικό ταξίδι με ούριους ανέμους κι άλλοτε σαν ένα δωμάτιο κοσμημένο από έπιπλα του ΙΚΕΑ, στο οποίο τα ζευγάρια μαλώνουν ακαταπαύστως (σ.σ.: ατάκα βγαλμένη από την κριτική της Πατρίτσια Λόκγουντ).
Έρχεται πάντα η στιγμή που ο γραφιάς θα σταθεί μπροστά στην απαρασάλευτη ματαιότητα του πράγματος. Δεν είναι τυχαίο ότι η Κασκ, στο κλείσιμο της τριλογίας
δεν αφήνει πολλά περιθώρια για αισιόδοξες σκέψεις.
Η επίμονη προσπάθεια της Κασκ να αναδιατάξει το εσωτερικό της τοπίο και να μιλήσει για την πλέον δική της «τοπογραφία», αυτή της γραφής, καταλήγει στο Kudos (το έσχατο βιβλίο της τριλογίας) σε μια δόξα που υποσκάπτεται. Κύδος, άλλωστε, στα αρχαία ελληνικά σημαίνει τιμή και δόξα. Μόνο που για τον συγγραφέα αυτού του είδους οι δοξολογίες διαρκούν λίγο και είναι εν πολλοίς ανώφελες. Έρχεται πάντα η στιγμή που ο γραφιάς θα σταθεί μπροστά στην απαρασάλευτη ματαιότητα του πράγματος. Δεν είναι τυχαίο ότι η Κασκ, στο κλείσιμο της τριλογίας δεν αφήνει πολλά περιθώρια για αισιόδοξες σκέψεις. Ένας αρνητισμός που έχει επισημανθεί από κάμποσες κριτικές που έχει λάβει ως τώρα.
Η ίδια, πάντως, στο μεταξύ γεύεται το νέκταρ της επιτυχίας. Άλλωστε, της έχει προσφερθεί αφειδώς και όχι άδικα.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η συλλογή διηγημάτων «Όπως και αν έρθει αυτό το βράδυ» (εκδ. Μελάνι).