Ο Σολ Μπέλοου (Saul Bellow) ήταν Καναδο-Αμερικανός συγγραφέας, ο οποίος τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1976. Πολλά από τα μυθιστορήματά του έχουν αυτοβιογραφικό χαρακτήρα. Οι πρωταγωνιστές των βιβλίων του είναι συχνά διανοούμενοι εβραϊκής καταγωγής και έρχονται αντιμέτωποι με την παράνοια του σημερινού κόσμου, τις συνέπειες του καταναλωτισμού και την αποξένωση των μεγάλων αστικών κέντρων.
Επιμέλεια: Book Press
Ακολουθούν δεκατέσσερις συμβουλές του Σολ Μπέλοου προς εκκολαπτόμενους συγγραφείς, αποσπάσματα από επιστολές και ομιλίες του.
Να καταγράφετε τις «αληθινές εντυπώσεις» σας.
Η ουσία του συναισθηματικού μας κόσμου, η πολυπλοκότητα, η σύγχυση, ο πόνος, μας φανερώνονται όταν έχουμε αναλαμπές, όταν αποκρυπτογραφούμε αυτό που ο Προυστ και ο Τολστόι ονόμαζαν «αληθινές εντυπώσεις»… Η αξία της λογοτεχνίας κρύβεται σε αυτές τις «αληθινές εντυπώσεις», που έρχονται και φεύγουν... Όσοι έχουν αφιερώσει χρόνια ολόκληρα στη συγγραφή μυθιστορημάτων το γνωρίζουν καλά αυτό. Το μυθιστόρημα δεν μπορεί να συγκριθεί με τα έπη ή με τη δραματική ποίηση. Είναι όμως ό,τι καλύτερο μπορούμε να γράψουμε πλέον. Είναι μια παρηγοριά της εποχής μας, ένα χαμόσπιτο όπου η ψυχή μας βρίσκει καταφύγιο. Ένα μυθιστόρημα ισορροπεί ανάμεσα στις λιγοστές «αληθινές εντυπώσεις» και στις ατελείωτες ψευδείς εντυπώσεις, που άλλωστε αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας.
– από τη διάλεξή του όταν παρέλαβε το βραβείο Νόμπελ, το 1976
Μην αναζητείτε εμπειρίες απλώς και μόνο για να γίνετε καλύτεροι συγγραφείς.
Αν εσείς, ο συγγραφέας, αγαπάτε τις σκληρές δουλειές ή τις περιπλανήσεις χωρίς προορισμό, τότε κάντε αυτό που έκανε κι ο Γουόλτ Γουίτμαν, βγείτε στους δρόμους, περιπλανηθείτε στο Μπρόντγουεϊ ή ξεκινήστε να σκάβετε για αχιβάδες. Όμως, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να τα κάνετε όλα αυτά εσκεμμένα, προκειμένου να αποκτήσετε εμπειρίες για τη συγγραφική σας καριέρα. Τι σπουδαία ιδέα! Πρέπει να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Δεν υπάρχει κάποια συνταγή της επιτυχίας.
– στο «The University as Villain», 1956
Ένας συγγραφέας πρέπει να μπορεί να εκφράζεται εύκολα, με φυσικότητα, επαρκώς, να απελευθερώνει το μυαλό του, τις ενέργειές του. Δεν υπάρχει λόγος να ασχολείται με τυπικότητες. Ούτε να δανείζεται από άλλους. Ούτε να επιθυμεί να γράφει «σωστά». Γιατί να αναγκαστώ να γράψω σαν Άγγλος ή σαν συνεργάτης του The New Yorker; Το ότι γράφω με τον τρόπο που γράφω δεν είναι στο χέρι μου.
- από συνέντευξή του, το 1966, στο The Paris Review
Η απόρριψη μπορεί να είναι χρήσιμη.
Ανακάλυψα πως οι απορρίψεις δεν είναι αναγκαστικά κάτι κακό. Μαθαίνουν σε έναν συγγραφέα να στηρίζεται στην κρίση του και να λέει με πραγματική ειλικρίνεια: «Δεν πάει στα κομμάτια!»
– όπως αναφέρεται στο «Feeling Rejected? Join Updike, Mailer, Oates…», των Barbara Bauer και Robert F. Moss στους New York Times, το 1985
Στρωθείτε στη δουλειά, γράψτε!
Όταν ήταν νέος, ο Ρίλκε ταξίδεψε σαν προσκυνητής ως την Ρωσία για να δει τον Τολστόι. Σύμφωνα με την ιστορία, ο Ρίλκε άρχισε να ακολουθεί τον ευέξαπτο γέρο Τολστόι, μιλώντας του συνεχώς για τα προβλήματά του σχετικά με τη γραφή. Ο Τολστόι δεν άντεξε. Είχε σταματήσει να ασχολείται με την τέχνη για να αφοσιωθεί στη θρησκεία, οπότε η συζήτηση του φάνηκε ανούσια. «Θέλετε να γίνετε συγγραφέας;», ρώτησε τον Ρίλκε. «Τέλεια, στρωθείτε στη δουλειά, γράψτε!» Δεν υπάρχει κάτι άλλο να πούμε. Να το κάνετε αν θέλετε, αλλά μην παραπονιέστε.
- στο «Distractions of a Fiction Writer»
Μην περιορίζεστε από τις απόψεις των κριτικών.
Μπορούμε να υιοθετήσουμε ένα διαφορετικό ύφος γραφής, εφόσον το συγκεκριμένο ύφος εξυπηρετεί την ιστορία. Αλλά είναι μεγάλη ανοησία να αλλάζουμε το ύφος μας μόνο και μόνο επειδή φοβόμαστε πως η περίοδος της δόξας μας έχει παρέλθει. Οι θεωρητικοί της λογοτεχνίας δεν είναι τα αφεντικά μας. Και δεν πρέπει να τους αφήνουμε να κάνουν κουμάντο στον χώρο των τεχνών. Πολλές φορές οι κριτικοί, όταν διαβάζουν μυθιστορήματα, ψάχνουν να βρουν μόνο όσα θα επικυρώσουν τις απόψεις τους. Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να παίξουμε το παιχνίδι τους.
– από τη διάλεξή του όταν παρέλαβε το βραβείο Νόμπελ, το 1976
Μην παίρνετε τον εαυτό σας πολύ στα σοβαρά.
Μερικοί συγγραφείς παίρνουν τον εαυτό τους πολύ στα σοβαρά. Αποδέχονται τις αντιλήψεις του «καλλιεργημένου κοινού». Πιστεύουν πως είναι Καλλιτέχνες, με κάπα κεφαλαίο.
- από συνέντευξή του, το 1966, στο The Paris Review
Και μην παίρνετε πολύ στα σοβαρά ούτε τους επικριτές σας.
Θα ήθελα να σας δώσω μια συμβουλή, ώστε να αποφύγετε ένα λάθος που κάνω συνεχώς εγώ, το λάθος να παίρνω πολύ στα σοβαρά την κριτική μιας συγκεκριμένης ιστορίας μου. Μία μόνο ιστορία, ή ένα μόνο βιβλίο, δεν μας κάνει συγγραφείς, ούτε μας στερεί το αξίωμα.
- από επιστολή του, το 1944, προς τον David Bazelon
Η τέχνη έχει να κάνει με την ηρεμία.
Αναρωτιέμαι αν θα υπάρξει ποτέ αρκετή ηρεμία στον σημερινό κόσμο, αρκετή ηρεμία που θα επιτρέψει στο σύγχρονο Γουόρντσγουορθ να σκεφτεί το οτιδήποτε. Νιώθω πως η τέχνη έχει να κάνει με την κατάκτηση μιας σταθερότητας μέσα στο χάος. Μια σταθερότητα που χαρακτηρίζει τόσο τη διαδικασία της προσευχής, όσο και το μάτι του κυκλώνα. Νομίζω πως η τέχνη έχει να κάνει με τη διατήρηση της προσοχής μας, ενώ όλα τριγύρω μας προσπαθούν να μας την αποσπάσουν.
- από συνέντευξή του, το 1966, στο The Paris Review
Εμπιστεύσου το ένστικτό σου.
Δεν θα χρειαστεί ποτέ να αλλάξετε όσα γράψατε μέσα στη νύχτα, έχοντας σηκωθεί από το κρεβάτι σας.
– όπως αναφέρεται στο The #1 Bestseller των New York Times (1992) του John Bear
Οι χαρακτήρες σας πρέπει να θυμίζουν πραγματικούς ανθρώπους.
Οι χαρακτήρες, όπως είπε κάποτε και η Ελίζαμπεθ Μπάουεν, δεν δημιουργούνται από τους συγγραφείς. Προϋπάρχουν και πρέπει να βρεθούν. Αν δεν τους βρούμε, αν δεν τους εκπροσωπήσουμε, το λάθος είναι δικό μας. Πρέπει να ομολογήσουμε, ωστόσο, πως η εύρεση τους δεν είναι εύκολη. Είναι πια πολύ δύσκολο να προσδιορίσουμε την ανθρώπινη φύση.
– από τη διάλεξή του όταν παρέλαβε το βραβείο Νόμπελ, το 1976
Μην προσπαθείτε να «καπελώσετε» τις ιστορίες σας.
Οι μυθιστοριογράφοι σφάλουν όταν βασίζουν τη δημιουργία της ιστορίας τους σε μια συγκεκριμένη ερμηνεία – θέλοντας, τρόπον τινά, να έχουν «τον τελευταίο λόγο». Είναι προτιμότερο ο μυθιστοριογράφος να εμπιστεύεται την δική του αντίληψη για τη ζωή. Είναι μια πιο ταπεινή στόχευση. Πιθανότερο να προκύψει έτσι κάποια αλήθεια.
- από συνέντευξή του, το 1966, στο The Paris Review
Μην βασιστείτε σε κλισέ και σε αρχέτυπα, χαράξτε τη δική σας πορεία.
Οι έτοιμες συνταγές δεν ωφελούν κανέναν. Κανείς δεν μπορεί να πει στους συγγραφείς τι να κάνουν. Η φαντασία τους πρέπει να βρει τον δρόμο της. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε για τους συγγραφείς είναι να τους ευχηθούμε να βγουν από τον περιφερειακό δρόμο. Εμείς, εμείς οι συγγραφείς, συχνά δεν εκπροσωπούμε επαρκώς την ανθρωπότητα. Τι σκέφτονται οι Αμερικανοί για τον εαυτό τους, τι λένε γι’ αυτούς οι ψυχολόγοι, οι κοινωνιολόγοι, οι ιστορικοί, οι δημοσιογράφοι, οι συγγραφείς; Συχνά απεικονίζουμε τους ανθρώπους στο συμβατικό φως της ημέρας, με τρόπους που όλοι μας γνωρίζουμε καλά. Αυτές οι συμβατικές εικόνες, που φαίνονται στο συμβατικό φως, που είναι τόσο βαρετές για τον Ρομπ-Γκριγιέ και για εμένα, προέρχονται από τη σύγχρονη κοσμοθεωρία: βάζουμε στα βιβλία μας τον καταναλωτή, τον δημόσιο υπάλληλο, τον ποδοσφαιρόφιλο, τον εραστή, τον τηλεθεατή. Και στο συμβατικό φως, η ζωή τους είναι ένα είδος θανάτου. Όμως, υπάρχει και μια διαφορετική αντίληψη για τη ζωή, που πηγάζει από την επίμονη συναίσθηση αυτού που πραγματικά είμαστε, η οποία διαψεύδει όσα φαίνονται στο συμβατικό φως. Στον αντίποδα, υπάρχει η ψεύτικη ζωή που μας επιβάλλουν, που είναι μια μορφή θανάτου. Γιατί είναι ψεύτικη, και το γνωρίζουμε, και η κρυφή και ασυνάρτητη εναντίωση μας σ’ αυτή δεν πρέπει ποτέ να σταματήσει, γιατί η εναντίωση προκύπτει από την επίμονη συναίσθηση που προανέφερα. Ίσως η ανθρωπότητα να μην μπορεί να αντέξει πολλή από την πραγματικότητα, ούτε όμως και την υπερβολική μη πραγματικότητα, την υπερβολική κατάχρηση της αλήθειας.
– από τη διάλεξή του όταν παρέλαβε το βραβείο Νόμπελ, το 1976
Και τότε γράψε όσο καλύτερο μπορείς.
Υπάρχει μονάχα ένας τρόπος για να νικήσεις τον εχθρό, και αυτός είναι να γράψεις όσο καλύτερα μπορείς. Το καλύτερο επιχείρημα για να τους πείσεις είναι ένα αναμφισβήτητα καλό βιβλίο. Κι αν αυτό δεν τους πείσει, και ίσως να μην τους πείσει γιατί η άρνησή τους είναι συχνά πολύ ισχυρή, τουλάχιστον θα έχεις εργαστεί σκληρά και θα αγγίξεις τις λιγότερο αυταρχικές και δογματικές ψυχές, που δεν έχουν ακούσει ακόμα για τη θλιβερή απαξίωση της μυθοπλασίας.
– από επιστολή του προς τον Granville Hicks, το 1956
Βρείτε τα βιβλία του συγγραφέα εδώ.