
Πολυγραφότατος μυθιστοριογράφος, ποιητής, μεταφραστής, ακαδημαϊκός και εντομολόγος: ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ είναι ευρέως γνωστός για το κλασσικό μυθιστόρημά του Λολίτα, το οποίο περιγράφει την ερωτική εμμονή ενός μεσήλικα καθηγητή με μια ανήλικη κοπέλα. Ο Ναμπόκοφ ήταν διαβόητος για το σύνθετο, μαξιμαλιστικό του ύφος και συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ου αιώνα.
Επιμέλεια: Book Press
Ακολουθούν οι δέκα συγγραφικοί κανόνες του Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ, αποσπάσματα από συνεντεύξεις και ακαδημαϊκές διαλέξεις που έδωσε.
Μελετήστε άλλους καλλιτέχνες…
Ένας δημιουργικός συγγραφέας πρέπει να μελετήσει προσεκτικά τα έργα των αντιπάλων του, συμπεριλαμβανομένου του Παντοδύναμου. Πρέπει να διαθέτει την εγγενή ικανότητα να ανασυνθέτει και να αναδημιουργεί τον κόσμο. Για να γίνει αυτό επαρκώς, χωρίς επαναλήψεις, ο καλλιτέχνης θα πρέπει να γνωρίζει καλά τον κόσμο που αναδημιουργεί. Η φαντασία χωρίς γνώση οδηγεί μονάχα στην πρωτόγονη τέχνη, σε παιδικά ορνιθοσκαλίσματα, στις ταμπέλες που υπάρχουν στις αγορές. Η τέχνη δεν είναι ποτέ απλή.
– από συνέντευξή του, στον Alvin Toffler, που δημοσιεύτηκε στο Playboy, το 1964
…αλλά μην τους αντιγράφετε.
Οι δευτεροκλασάτοι συγγραφείς ενδεχομένως να φαίνονται ικανοί, επειδή μιμούνται άλλους συγγραφείς του παρελθόντος και του παρόντος. Όμως η πραγματική καλλιτεχνική πρωτοτυπία αντιγράφει μόνο τον εαυτό της.
– από συνέντευξη του Ναμπόκοφ στον Hebert Gold, που δημοσιεύτηκε στο Paris Review, το 1967
Δημιουργείστε ιστορίες από τον κόσμο γύρω σας.
Η τέχνη της γραφής είναι μια πολύ μάταιη υπόθεση, αν δεν κατέχεις την τέχνη του να βλέπεις τον κόσμο γύρω σου ως μια πηγή για τη γέννηση ιστοριών. Το υλικό αυτού του κόσμου είναι μεν αρκετά πραγματικό (όσον πραγματική είναι και η πραγματικότητα), αλλά δεν δίνει, από μόνο του, μια ολοκληρωμένη ιστορία: είναι ένα χάος, και σε αυτό το χάος ο συγγραφέας λέει «πήγαινε!», κι έτσι το χάος τρεμοπαίζει, αποκτά μορφή.
– από διάλεξή του με τίτλο «Καλοί αναγνώστες και καλοί συγγραφείς», το 1948
Αποδεχτείτε πως είστε απατεώνες.
Η λογοτεχνία είναι μια εφεύρεση. Η μυθοπλασία είναι μια εφεύρεση. Το να αποκαλείς μια ιστορία «αληθινή», είναι προσβολή τόσο για την τέχνη όσο και για την αλήθεια. Κάθε μεγάλος συγγραφέας είναι και μεγάλος απατεώνας, όπως άλλωστε είναι και η ίδια η Φύση. Η Φύση εξαπατά. Από την απλή εξαπάτηση της αναπαραγωγής μέχρι την απίστευτα εκλεπτυσμένη ψευδαίσθηση που δημιουργούν τα χρώματα που έχουν οι πεταλούδες και τα πουλιά, στη Φύση υπάρχει ένα θαυμάσιο σύστημα από ξόρκια και τεχνάσματα. Ο συγγραφέας μυθοπλασίας ακολουθεί απλώς το παράδειγμα της Φύσης.
–από τη διάλεξή του, με τίτλο «Καλοί αναγνώστες και καλοί συγγραφείς», το 1948
Όλα έχουν να κάνουν με την αρχική σπίθα που γεννά την ιστορία.
Η δύναμη και η πρωτοτυπία που υπάρχουν στη σπίθα που γεννά την έμπνευση είναι ευθέως ανάλογη με την αξία του βιβλίου που γράφει ο συγγραφέας. Στη χαμηλότερη βαθμίδα της κλίμακας, ένας μέτριος συγγραφέας βιώνει μια πολύ ήπια συγκίνηση καθώς παρατηρεί, ας πούμε, την εσωτερική σύνδεση μεταξύ της καπνοδόχου ενός εργοστασίου, του καχεκτικού θάμνου πασχαλιάς στην αυλή του και ενός παιδιού με χλωμό πρόσωπο· όμως ο συνδυασμός αυτός είναι τόσο απλός, το σύμβολο είναι τόσο προφανές, η σύνδεση μεταξύ των εικόνων τόσο πολυφορεμένη από τα πόδια των λογοτεχνικών ταξιδιωτών που βρίσκονται στα κάρα των τυποποιημένων ιδεών, και ο κόσμος που δημιουργείται θυμίζει τόσο έντονα τον πεζό μας κόσμο, που το έργο και η μυθοπλασία του θα είναι αναγκαστικά μέτριας αξίας. Από την άλλη, δεν εννοώ ότι η σπίθα των σπουδαίων ιστοριών είναι κάτι που είδε ή άκουσε ή μύρισε ή γεύτηκε ή ακούμπησε κάποιος σε ένα χίπικο, άσκοπο ταξίδι με προορισμό την τέχνη-για-την-τέχνη.
Παρόλο που το να αναπτύξει κανείς την ικανότητα να σχηματίζει ξαφνικά αρμονικά μοτίβα από πολύ διαφορετικά νοήματα δεν είναι κάτι το περιφρονητέο, και παρόλο που, όπως στην περίπτωση του Μαρσέλ Προυστ, η ουσία ενός μυθιστορήματος μπορεί να πηγάζει από πραγματικές αισθήσεις όπως το λιώσιμο ενός μπισκότου στη γλώσσα ή την τραχύτητα ενός πεζοδρομίου κάτω από τα πόδια, θα ήταν αφελές να συμπεράνουμε ότι η δημιουργία όλων των μυθιστορημάτων πρέπει να βασίζεται σε ένα είδος εξιδανικευμένης φυσικής εμπειρίας. Η αρχική σπίθα συχνά φανερώνει από μόνη της τις πτυχές της ιστορίας, καθώς και την ιδιοσυγκρασία και το ταλέντο του δημιουργού· μπορεί να είναι το αποτέλεσμα της συσσώρευσης πολλών, υποσυνείδητων ηλεκτρικών σοκ ή μπορεί να είναι ένας εμπνευσμένος συνδυασμός πολλών αφηρημένων ιδεών χωρίς συγκεκριμένο φυσικό υπόβαθρο. Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, η διαδικασία μπορεί να συνοψιστεί στην πιο φυσική μορφή δημιουργικής συγκίνησης – μια ξαφνική, έντονη εικόνα που δημιουργείται σε μια λάμψη από ανόμοιες μονάδες, που γεννιούνται όλες ταυτόχρονα από μια αστρική έκρηξη μέσα στο κεφάλι σου.
– από διάλεξη του Ναμπόκοφ με τίτλο «Η τέχνη της λογοτεχνίας και η κοινή λογική»
Γίνε αφηγητής, δάσκαλος και (πάνω από όλα) μάγος.
Υπάρχουν τρεις απόψεις για την ιδιότητα που μπορεί να έχει ένας συγγραφέας: μπορεί να θεωρηθεί αφηγητής, δάσκαλος ή μάγος. Ένας μεγάλος συγγραφέας συνδυάζει αυτά τα τρία -αφηγητής, δάσκαλος και μάγος- αλλά είναι ο μάγος μέσα του που κυριαρχεί και τον κάνει σημαντικό συγγραφέα.
Στον αφηγητή απευθυνόμαστε για ψυχαγωγία, για την πιο απλή νοητική διέγερση, για να συγκινηθούμε, για να περάσουμε καλά ταξιδεύοντας σε κάποια απομακρυσμένη περιοχή στον χώρο ή στον χρόνο. Ένα ελαφρώς διαφορετικό, αν και όχι απαραίτητα ανώτερο, μυαλό προτιμά τον συγγραφέα-δάσκαλο. Προπαγανδιστής, ηθικολόγος, προφήτης – με αυτή τη σειρά. Απευθυνόμαστε στον δάσκαλο όχι μόνο για την ηθική αγωγή αλλά και για την άμεση γνώση, για να μάθουμε πληροφορίες... Τέλος, και πάνω απ' όλα, ένας μεγάλος συγγραφέας είναι κυρίως σπουδαίος γητευτής, και εδώ φτάνουμε στο πραγματικά συναρπαστικό μέρος, όταν προσπαθούμε να συλλάβουμε την προσωπική μαγεία της ιδιοφυΐας του και να μελετήσουμε το ύφος, την εικόνα, το μοτίβο των μυθιστορημάτων ή των ποιημάτων του.
–από διάλεξη του Ναμπόκοφ με τίτλο «Καλοί αναγνώστες και καλοί συγγραφείς», το 1948
Πρέπει να έχετε κάποιο ταλέντο για να ξεκινήσετε - και μετά πρέπει να αναπτύξετε το στυλ σας.
Το στυλ δεν είναι εργαλείο, δεν είναι μέθοδος, δεν είναι μόνο η επιλογή των λέξεων. Είναι κάτι πολύ περισσότερο απ’ όλα αυτά, το στυλ αποτελεί εγγενές συστατικό ή χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του συγγραφέα. Επομένως, όταν μιλάμε για στυλ, εννοούμε την ιδιόμορφη φύση ενός καλλιτέχνη και τον τρόπο που εκφράζεται καθώς δημιουργεί την τέχνη του… Ο συγγραφέας μπορεί να τελειοποιήσει τον τρόπο έκφρασής του. Δεν είναι σπάνιο το ότι, κατά τη διάρκεια της λογοτεχνικής του σταδιοδρομίας, το ύφος ενός συγγραφέα γίνεται όλο και πιο λεπτομερές και εντυπωσιακό, όπως πράγματι συνέβη με την Τζέιν Όστεν. Όμως ένας συγγραφέας χωρίς ταλέντο δεν μπορεί να αναπτύξει κάποιο αξιόλογο λογοτεχνικό ύφος. Στην καλύτερη περίπτωση, θα είναι ένας τεχνητός μηχανισμός που θα έχει δημιουργηθεί εσκεμμένα και θα στερείται της θεϊκής σπίθας.
Αυτός είναι κι ο λόγος που πιστεύω ότι κάποιος δεν μπορεί να διδαχθεί να γράφει μυθιστορήματα, εκτός κι αν έχει ήδη λογοτεχνικό ταλέντο. Μόνο εάν ένας νέος συγγραφέας έχει ταλέντο μπορεί να βοηθηθεί ώστε να βρει τον εαυτό του, να απελευθερώσει τη γλώσσα του από τα κλισέ, να εξαλείψει την αδεξιότητα, να αναπτύξει τη συνήθεια να αναζητά τη σωστή λέξη με αστείρευτη υπομονή, τη μόνη σωστή λέξη που θα αποδώσει με ακρίβεια την απόχρωση της έντασης της σκέψης του.
– από διάλεξη του Ναμπόκοφ για την Τζέιν Όστεν
Άλλωστε…
Το στυλ και η δομή είναι η πραγματική ουσία ενός βιβλίου· η επιλογή κάποιου μεγάλου θέματος είναι μια ανοησία.
– Ο Nabokov στους μαθητές του, όπως αναφέρει ο Τζον Άπνταϊκ
Δεν χρειάζεται να γράφετε γραμμικά την ιστορία σας.
Το μόνο που ξέρω είναι ότι στα πολύ πρώιμα στάδια της γραφής του μυθιστορήματος έχω την επιθυμία να μαζέψω κομμάτια από άχυρο και χνούδι και να φάω βότσαλα. Κανείς δεν θα ανακαλύψει ποτέ πόσο καθαρά οραματίζεται ένα πουλί, ή αν οραματίζεται καθόλου, τη μελλοντική φωλιά του και τα αυγά του μέσα σε αυτήν. Όταν στη συνέχεια θυμάμαι τη δύναμη που με έκανε να σημειώσω τα σωστά ονόματα των πραγμάτων, ή τις διαστάσεις και τις αποχρώσεις των πραγμάτων, ακόμη και πριν χρειαστώ πραγματικά τις πληροφορίες, τείνω να υποθέτω ότι αυτό που ονομάζω, λόγω ανάγκης ενός καλύτερου όρου, έμπνευση, ήταν ήδη ενεργοποιημένο, μου έδειχνε βουβά κάτι ή κάτι άλλο, ώστε να συγκεντρώσω τα γνωστά υλικά για μια άγνωστη δομή. Μετά από το πρώτο σοκ της αναγνώρισης -μια ξαφνική αίσθηση που λέει: «αυτό θα γράψω»- το μυθιστόρημα αρχίζει να γεννιέται από μόνο του· η διαδικασία συνεχίζεται αποκλειστικά στο μυαλό, όχι στα χαρτιά· και για να έχω επίγνωση του σταδίου στο οποίο έχω φτάσει ανά πάσα στιγμή, δεν χρειάζεται να έχω επίγνωση κάθε φράσης. Νιώθω ένα είδος ήπιας εξέλιξης, ένα ξετύλιγμα μέσα μου, και ξέρω ότι οι λεπτομέρειες είναι ήδη εκεί, ότι στην πραγματικότητα θα τις έβλεπα καθαρά αν κοίταζα πιο προσεκτικά, αν σταματούσα το μηχάνημα και άνοιγα το εσωτερικό του· αλλά προτιμώ να περιμένω έως ότου αυτό που καταχρηστικά ονομάζεται έμπνευση έχει ολοκληρώσει την εργασία του. Έρχεται μια στιγμή που πληροφορούμαι από μέσα ότι η όλη δομή έχει τελειώσει. Το μόνο που έχω να κάνω είναι να την αποτυπώσω με μολύβι ή στυλό. Δεδομένου ότι ολόκληρη αυτή η δομή, αμυδρά φωτισμένη στο μυαλό μου, μπορεί να συγκριθεί με έναν πίνακα ζωγραφικής, και επειδή δεν χρειάζεται να εργαστώ σταδιακά, από αριστερά προς τα δεξιά, για τη σωστή αποτύπωσή του, κατευθύνω τον φακό μου σε οποιοδήποτε μέρος ή σωματίδιο της εικόνας όταν την αποτυπώνω γραπτώς. Δεν ξεκινάω το μυθιστόρημά μου από την αρχή, δεν γράφω το τρίτο κεφάλαιο πριν από το τέταρτο, δεν πηγαίνω με ευσυνειδησία από τη μια σελίδα στην άλλη με διαδοχική σειρά. Όχι, ξεχωρίζω λίγο εδώ και λίγο εκεί, μέχρι να γεμίσω όλα τα κενά στο χαρτί. Αυτός είναι ο λόγος που μου αρέσει να γράφω τις ιστορίες και τα μυθιστορήματά μου σε αυτοκόλλητα για σημειώσεις, τα οποία αριθμώ αργότερα, όταν έχει ολοκληρωθεί η συνολική διαδικασία. Κάθε αυτοκόλλητο ξαναγράφεται πολλές φορές. Περίπου τρία αυτοκόλλητα δομούν μια δακτυλογραφημένη σελίδα, και όταν τελικά αισθάνομαι πως η σύλληψη της εικόνας έχει αντιγραφεί από εμένα όσο πιο πιστά γίνεται -πάντα μένουν μερικά κενά, δυστυχώς- τότε υπαγορεύω το μυθιστόρημά μου στη γυναίκα μου, που το δακτυλογραφεί εις τριπλούν.
– από συνέντευξή του στον Alvin Toffler, που δημοσιεύτηκε στο Playboy, το 1964
Εντέλει, τα μικρά πράγματα είναι αυτά που έχουν σημασία.
Χαϊδέψτε τις λεπτομέρειες, τις θεϊκές λεπτομέρειες!
– Ο Ναμπόκοφ στους μαθητές του, όπως αναφέρει ο Τζον Άπνταϊκ
Βρείτε τα τα βιβλία του συγγραφέα εδώ.