
Της Αρχοντούλας Διαβάτη
Παίζαμε σπιτάκια με την Πασχαλιά.Τσικλιντάν, έτσι άρχιζε το παιχνίδι. Επίσκεψη η μια στο νοερό σπίτι της άλλης. Πλύσιμο, μαγείρεμα, παιδιά, ένας άντρας απών αλλά υπονοούμενος.
«Εγώ θα έχω μαγειρέψει γιουβαρλάκια», λέγαμε κάποτε ως υπότιτλο στις άυλες δραστηριότητές μας, καθώς χτυπούσαμε νοερά αυγολέμονα σε ανύπαρκτα πιάτα. Τα πραγματικά μας σπίτια χαμηλά με αυλή κοιτάζονταν όλη μέρα το ένα απέναντι στο άλλο. Μετά δόθηκαν αντιπαροχή κι ύστερα πάλι μετά από γάμους κι αληθινά παιδιά ήρθαμε ξανά σε αντικριστά διαμερίσματα οι παλιές φιλενάδες. Φύγαμε πάλι μετά σε μεγαλύτερο σπίτι και τώρα με την κρίση μας δέχτηκε το παλιό φιλόξενο κέλυφος –τα παιδιά φευγάτα σαν τα πουλιά– και πίσω δυο σύζυγοι συνταξιούχοι, απογυμνωμένοι από προσχήματα και προορισμό, να προσπαθούν να απολαύσουν στο ρελαντί τα πράγματα που χαίρονταν στο φτερό χρόνια τώρα στα ένδοξά τους νιάτα.
Γράφω, διαβάζω πηγαίνω βόλτες και τηλεφωνώ-ελεύθερο ωράριο, τα παιδιά μου αλωνίζουν ελεύθερα ακόμα –κι η Πασχαλιά γιαγιά πλήρους απασχόλησης για τα εγγόνια της δύσκολα βρίσκει καιρό να βγει– ούτε και για καφέ.
Η ζωή είναι σαν το ποδήλατο. Για να ισορροπήσεις πρέπει να κινείσαι συνέχεια. Σε μας αναφερόταν ο Αϊνστάιν: μισόν αιώνα άνθρωποι βγήκαμε στη σύνταξη από τη δουλειά, τη μητρότητα και τη θηλυκότητα ακόμα –αν έχει κάποια αξία αυτή– καθώς συμπίπτουν χρονικά με τη φυγή των παιδιών ένα σωρό ανατροπές και αλλαγές, σωματοποιημένες διαψεύσεις, ματαιώσεις και φόβοι.
Όταν αξιωθείς το νέο ρόλο της γιαγιάς κάνεις τρελό πεντάλ, ορθοπεταλιές, ισορροπείς τέλεια. Αλλιώς, ο τρόμος του κενού, μέχρι την επανένταξη πάλι στη ζωή και στην ιστορία. Ο χρόνος –διαβάζω στο βιβλίο του Valentino Bompiani «Τα αόρατα γηρατειά»– χάνει το αντίβαρο, το στήριγμα, τον αντίπαλο και το όριο. Κι όμως, η ελευθερία του χρόνου θα πρέπει να επιζητείται. Απαιτούνται δελεάσματα, αβεβαιότητες για να κάνουμε να σιωπήσει η άλλη βεβαιότητα που ορθώνεται μπρος στα μάτια μας. Ο χρόνος να γίνει πάλι ευκαιριακός, τυχαίος, απρόβλεπτος και προσωπικός, όπως εκείνος των νέων, κι ας χρειάζεται ένα χαλινάρι στην αταξία του χρόνου που τρέχει. Σιγά σιγά θα ξαναβρείς την παιδική σου ηλικία ,όπως συμβαίνει στα γηρατειά αλλά πρέπει να διδαχτείς ξανά τη σπατάλη του χρόνου, που κάνει πλούσιους τους νέους. Η θεμελιώδης αρχή κάθε μόρφωσης ή αναμόρφωσης έλεγε ο Ρουσσό δεν είναι να κερδίζουμε χρόνο, αλλά να τον σπαταλάμε.