
Για το μυθιστόρημα του Hans Fallada «Και τώρα, ανθρωπάκο;» (μτφρ. Ιωάννα Αβραμίδου, εκδ. Gutenberg)
Του Μιχάλη Μακρόπουλου
Το ζεύγος Πίνεμπεργκ –η Έμα, το «Μανάρι», κι ο Γιοχάνες, ο «Μικρός» της– έχουν μετακομίσει πλέον από τη μικρή πόλη –το Ντούχεροβ, όπου ο Γιοχάνες έχασε τη δουλειά του στο Κατάστημα Κλάινχολτς, που εμπορεύεται δημητριακά, ζωοτροφές και λιπάσματα– και ξανά μετακομίσει από τη βερολινέζικη κατοικία της φράου Πίνεμπεργκ, της μητέρας του Γιοχάνες, μιας γυναίκας ανήθικης και παραδόπιστης, που συζεί με τον εραστή της, τον Γιάχμαν, και τα βράδια «ψυχαγωγεί» συντροφιές στο σπίτι της· και τώρα κατοικούν σε μια τρύπα πάνω από έναν κινηματογράφο, όπου περιμένουν να γεννήσει η Έμα το πρώτο τους παιδί. Χάρη στον αντιφατικό μα όχι κι άπονο Γιάχμαν, ο Γιοχάνες, ένας «κανονικός άνθρωπος, κανονικά ήσυχος, κανονικά φοβητσιάρης», έχει βρει ξανά δουλειά, στο τμήμα ανδρικού ρουχισμού του Πολυκαταστήματος Μάντελ, και η έγκυος Έμα, λογαριάζοντας πως θα έχουν μισθό 200 μάρκα το μήνα, συντάσσει έναν ΤΑΚΤΙΚΟ ΜΗΝΙΑΙΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ, υπολογίζοντας στα 62 μάρκα τις δαπάνες για τρόφιμα (βούτυρο και μαργαρίνη, αβγά, κρέας, αλλαντικά και τυροκομικά, κ.λπ.), και στα 134 μάρκα τα διάφορα έξοδα (ασφάλειες και φόροι, εισφορά στην Εργ. Πρόνοια, ενοίκιο, θέρμανση, κ.λπ.) –υπόλοιπο, 4 μάρκα–, και τον υπογράφουν και οι δύο.
Αυτό το στρίμωγμα, και η προσπάθεια να βγει ο μήνας, μήπως είναι πράγματα γνώριμα σε κάποιους από εμάς;
Τούτη δω η λογοτεχνία, του Χανς Φάλαντα, είναι λογοτεχνία κοινών μικρών ανθρώπων και τετριμμένων συμφορών. Πρώτα βάζουν στη δουλειά νόρμα, κι ο Γιοχάνες παλεύει να την πιάσει, και τέλος τον απολύουν – και το αντρόγυνο βρίσκεται να μένει ενδεές σε μια παράγκα έξω από την πόλη, αυτός ήδη στον δεύτερο χρόνο ανεργίας, εκείνη οικονομώντας κάποια χρήματα με ραψίματα και καρικώματα, και με τον Μπόμπιρα να έχει γεννηθεί, μοναδικό φως στη μουντή ζωή του Γιοχάνες.
Στο μυθιστόρημα του Φάλαντα, όλοι μιλάνε για λεφτά, όλοι κυνηγούν τα λεφτά – είτε γιατί τα στερούνται, είτε γιατί δεν τα χορταίνουν.
Μα πίσω από το μικροαστικό δράμα των Πίνεμπεργκ, και υπαίτιά του, αναδεύεται και κοχλάζει μια κοινωνία δέσμια της ύλης (και ναζιστική οσονούπω). Στο μυθιστόρημα του Φάλαντα, όλοι μιλάνε για λεφτά, όλοι κυνηγούν τα λεφτά – είτε γιατί τα στερούνται, είτε γιατί δεν τα χορταίνουν. Όλα είναι ύλη – μια ύλη ακαταπράυντη: από τη φιλοχρηματία της φράου Πίνεμπεργκ και των εργοδοτών του Γιοχάνες, ως τα χτυπήματα κάτω από τη μέση και τις σπιουνιές που καταφέρνει ο ένας υπάλληλος στον άλλον, στην αμείλικτη προσπάθειά τους να πιάσουν τη νόρμα, κι ως τα γυμνά σώματα των χορευτριών, όταν ο χουβαρντάς Γιάχμαν παίρνει το ζεύγος Πίνεμπεργκ σε μια νυχτερινή περιοδεία από το ένα βερολινέζικο κέντρο στο άλλο. Ακόμα κι ο μοναδικός συνάδερφος του Γιοχάνες που τον βοηθά, ο Χάιλμπουτ, βρίσκει στο γυμνισμό διέξοδο από τον καθωσπρεπισμό των γύρω του· «επαναστατεί», μα δεν ξεφεύγει από την παντοδυναμία της ύλης.
Ούτε καν η ταινία που παρακολουθούν ένα βράδυ οι Πίνεμπεργκ στον κινηματογράφο κάτω από το σπίτι τους δεν προσφέρει την παραμικρή φυγή ή παραμυθία· απεναντίας, αδυσώπητα αποτυπωμένη στο σελιλόιντ είναι η ζωή τους, που σ’ όλο το βιβλίο η νατουραλιστική ματιά του Χανς Φάλαντα την περιγράφει με πνιγερή διεξοδικότητα, αλλά όχι χωρίς τρυφερότητα και συμπόνια.
Το Και τώρα, ανθρωπάκο; (Kleiner Mann, was nun?, 1932), μεταφρασμένο από την Ιωάννα Αβραμίδου με γλυκύτητα και ζεστασιά που μας βοηθούν να νιώσουμε αυτούς τους μικρούς ανθρώπους και να συγκινηθούμε με τις καθημερινές τους αγωνίες, είναι το τρίτο μυθιστόρημα του Φάλαντα. Είχε μεμιάς τεράστια επιτυχία με το που κυκλοφόρησε, μεταφράστηκε στα αγγλικά κι επιλέχθηκε από το Book-of-the-Month Club στις Ηνωμένες Πολιτείες, και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο, πρώτα στη Γερμανία, το 1933, και κατόπιν με επιτυχία στο Χόλιγουντ, με τίτλο Little Man, What Now?, το 1934. Ο Τόμας Μαν το χαρακτήρισε «οδυνηρά πιστό στη ζωή» κι ο Γκράχαμ Γκρην το εγκωμίασε για τους «εξαίρετους» χαρακτήρες του.
* Η κεντρική φωτογραφία είναι από την μεταφορά του μυθιστορήματος στον κινηματογράφο από τον Frank Borzage (1934).
* Ο ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής.
Τελευταίο του βιβλίο, η νουβέλα «Μαύρο νερό» (εκδ. Κίχλη).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Μόλις πριν λίγο βγήκε από του Λέμαν, προσωπάρχη των Καταστημάτων Μάντελ, ζήτησε μια θέση εκεί και την πήρε, μια επαγγελματική συναλλαγή πολύ απλή. Αλλά κάπου μέσα του ο Πίνεμπεργκ νιώθει ότι εξαιτίας αυτής της συναλλαγής, και παρόλο που βρίσκεται πάλι από την πλευρά εκείνων που βγάζουν τα προς το ζην, νιώθει πιο κοντά σ’ αυτούς που δεν κερδίζουν τίποτε παρά σ’ αυτούς που κερδίζουν πολλά. Είναι ένας απ’ αυτούς, μπορεί από τη μια μέρα στην άλλη να βρεθεί κι αυτός εδώ να περιμένει, δε μπορεί να κάνει τίποτε γι’ αυτό, τίποτε δεν τον προστατεύει. Αλληλεγγύη των υπαλλήλων, έκκληση στον γερμανικό λαό, η εθνική κοινότητα, υπάρχει μόνο μια κοινότητα, η μικροβιακή κοινότητα, δεν πα να ψοφήσεις, τι σημασία έχει, υπάρχουν εκατομμύρια σαν εσένα».