Για το μυθιστόρημα του Juan Gabriel Vásquez «Οι πληροφοριοδότες» (μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδ. Ίκαρος).
Του Νίκου Ξένιου
Στο πρώτο του βιβλίο, τους Πληροφοριοδότες, ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες ανασκάπτει τα υπόγεια ρεύματα παρελθοντικών γεγονότων που σταλάζουν στη συνείδηση των ηρώων και καθορίζουν τις συμπεριφορές τους. Το σκληρό πολιτικό σκηνικό της πρόσφατης ιστορίας της δικής του Κολομβίας ανασυντίθεται στο αφηγηματικό παρόν μέσα από τους διαλόγους, την έρευνα ενός ενδοδιηγητικού αφηγητή, τον αντίλογο και την ενοχή, τις σχέσεις αίματος και τη ροή του χρόνου στην ιδιωτική του εκδοχή, ούτως ώστε το δημόσιο να γίνεται άμεσα ιδιωτικό: έτσι απογειώνεται ένα κείμενο που, στην έξοχη μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη, ανασυνθέτει το παρόν μέσα από τις ψηφίδες του παρελθόντος. Το βιβλίο έχει στοιχεία αστυνομικής πλοκής, ουσιαστικά όμως είναι μια ηθικά ευαίσθητη διερεύνηση των κακώς κειμένων του πολέμου και της τρέχουσας έννοιας της δικαιοσύνης.
Η αφήγηση των άλλων: ένας βασανιστικός γρίφος
Το σκληρό πολιτικό σκηνικό της πρόσφατης ιστορίας της Κολομβίας ανασυντίθεται στο αφηγηματικό παρόν μέσα από τους διαλόγους, την έρευνα ενός ενδοδιηγητικού αφηγητή, τον αντίλογο και την ενοχή.
Στα τέλη της δεκαετίας του ενενήντα μια γερμανοεβραία που ζει στην Κολομβία εξομολογείται στον Βάσκες την ιστορία με τις «μαύρες λίστες» των φιλοναζιστών εκείνης της εποχής για λογαριασμό της κολομβιανής κυβέρνησης. Ο διακεκριμένος κολομβιανός συγγραφέας βάζει τον αφηγητή του να γράφει για τους Γερμανούς που είχαν συλληφθεί ως συμπαθούντες του ναζισμού, καθ' υπόδειξιν του State Department στη δεκαετία 1940, όταν η Κολομβία είχε κόψει τις διπλωματικές της σχέσεις με τον Άξονα. Η δυσχερής θέση του γερμανικής καταγωγής μετανάστη τον καθιστούσε ευάλωτο σε κάθε κακόβουλο συκοφάντη: σ’ ένα τέτοιο σώμα «πληροφοριοδοτών» ανήκει ο πατέρας του αφηγητή. Η μυθοπλασία είναι δομημένη γύρω από τέσσερεις ημερομηνίες: το 1988 ο Γκάμπριελ Σαντόρο, δημοσιογράφος της Μπογκοτά, γράφει ένα βιβλίο: η μαρτυρία της εβραϊκής καταγωγής Σάρα Γκούτερμαν δίνει αφόρμηση στη δημιουργία αυτού του, τρόπον τινά, στρατευμένου βιβλίου (novela comprometida) που προκαλεί, σαν αλυσιδωτή αντίδραση, νέες μαρτυρίες για το κλίμα προδοσίας που πρυτάνευε στη χώρα. Ο πατέρας του Γκάμπριελ, καθηγητής ρητορικής κι εχθρός του δημοσιογραφικού λόγου, εναντιώνεται στο βιβλίο του γιου του και το διασύρει δημοσίως. Ο γιος ρωτά για να μάθει τα κίνητρά του και παίρνει τη χαρακτηριστική απάντηση πως «η μνήμη δεν είναι δημόσια». Πατέρας και γιος απομακρύνονται μέχρι την εποχή όπου μια εγχείριση ανοικτής καρδιάς κάνει τον πατέρα να σπάσει τον πάγο: ευκαιρία για μια δεύτερη ζωή -και μιαν δεύτερη χρονική στιγμή αφήγησης- δίνεται στον καθηγητή Σαντόρο μετά την εγχείριση, που τοποθετείται στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Όμως πεθαίνει σε τροχαίο και έτσι ο υιός Γκάμπριελ περνά στο στάδιο της έρευνας. Επιχειρεί λοιπόν να άρει το στερεότυπο περί μη δημοσιοποίησης της μνήμης, γράφοντας τους Πληροφοριοδότες. Αυτός είναι ο τρίτος χρόνος της αφήγησης.
Ο Juan Gabriel Vásquez
|
Τα ιστορικά δεδομένα μιλούν για την εκδίκηση, το μίσος και τη βία που είχαν εμφυτευθεί στο πολιτικοκοινωνικό σκηνικό της Κολομβίας κατά τη δεκαετία του σαράντα. Ο περιορισμός των γερμανών μεταναστών σε ξενοδοχεία ανάμεσα στο 1941 και το 1945 ήταν ο κολομβιανός απόηχος του πολέμου, αποτέλεσμα της παρέμβασης του Ρούσβελτ στην πολιτική των λατινοαμερικανικών κρατών, γεγονός που ταίριαζε στη δημοκρατική αντίδραση προς τη γερμανική επέκταση, όχι όμως και στην ανθρώπινη κατάσταση. Ο Βάσκες υπερβαίνει τα εξιδανικευμένα στερεότυπα που αφορούν τη λογοτεχνία της Λατινικής Αμερικής και υπηρετεί έναν ιδιότυπο ρεαλισμό: στο πρώτο μέρος παραθέτει το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του Σαντόρο για την Σάρα Γκούντερμαν. Τα υπόλοιπα μέρη είναι σχεδόν αυτούσιες συνεντεύξεις κι ένα άλλο μέρος είναι η μαγνητοφώνηση μιας συνομιλίας του με τη Σάρα όταν ήταν νεώτερος: αυτό είναι το τέταρτο χρονικό σημείο αφήγησης. Κάθε ξεχωριστή πληροφορία καταγράφεται από τον δέκτη του συγγραφέα ως μια ξεχωριστή ζωή, όπως υποδηλώνουν και οι τίτλοι των κεφαλαίων: ζωή καταγεγραμμένη, άρα αυτούσια. Και ένα φροϋδικής υφής κατηγορώ που υψώνεται από ένα γιο προς τον πατέρα του.
Αναδίφηση στα αρχεία του νου
Οι Πληροφοριοδότες είναι ένα μυθιστόρημα «γραμμένο για την ατομική συνείδηση, για το πώς αυτή διαμορφώνεται από τα μεγάλα ιστορικά κινήματα και για τους τρόπους με τους οποίους η γραπτή και προφορική γλώσσα εισβάλλει στην πραγματικότητα και την αναδιαμορφώνει».
Η καταγραφή της ατομικής και της συλλογικής μνήμης διαμορφώνει καλειδοσκοπικά την πραγματικότητα του βιβλίου του Βάσκες. Σχετικά με τους παραλληλισμούς που επιχειρούνται προς το ιστορικό παρόν ο Βάσκες, σε συνεντεύξεις του, υποστηρίζει την άποψη ότι οι Πληροφοριοδότες είναι ένα μυθιστόρημα «γραμμένο για την ατομική συνείδηση, για το πώς αυτή διαμορφώνεται από τα μεγάλα ιστορικά κινήματα και για τους τρόπους με τους οποίους η γραπτή και προφορική γλώσσα εισβάλλει στην πραγματικότητα και την αναδιαμορφώνει». Αυτό μπορεί να αναγνωσθεί ως ηθικός κώδικας ερμηνείας των ανθρώπινων αντιδράσεων ή, απλούστερα, ως σύστημα ηθικών αξιολογήσεων του συγγραφέα. Στο υστερόγραφο του βιβλίου η αυτοαναφορικότητα και η απεύθυνση/αποστροφή προς τον αναγνώστη αφενός σηματοδοτούν το τέλος της αφήγησης κι αφετέρου συνιστούν αφετηρία εκ νέου εκτίμησης του κεντρικού ηθικού διλήμματος που το βιβλίο θέτει: «Θέλουν, όντως, οι άνθρωποι να μάθουν κάτι ή μπορεί και να θέλουν να μην το μάθουν;» Είναι η εξομολόγηση μια νηφάλια, αθώα ενέργεια ή είναι μια ανθρώπινη πράξη με δυναμική ανυπολόγιστη επί των άλλων; Τέλος, η εικόνα της Κολομβίας που αποδομεί κι ανασυνθέτει ο συγγραφέας είναι μια εικόνα κατανοητή; Ή μήπως το βίωμα είναι πάντα ισχυρότερο της συγγραφής και η άφιξη ενός βιβλίου είναι πάντα τόσο καθυστερημένη χρονικά ώστε δεν μπορεί να αλλάξει τα κακώς κείμενα της πραγματικότητας που ήδη έχει συντελεσθεί;
Ο Βάσκες γεννήθηκε στη Μπογκοτά το 1973, είναι ενεργός δημοσιογράφος και λογοτέχνης και στη λογοτεχνία του ασχολείται με τους προσωπικούς και κοινωνικούς εφιάλτες που στοιχειώνουν τον άνθρωπο, με την προδοσία της φιλίας, με την προδοσία του γιου προς τον πατέρα, με την εκποίηση των ιδεωδών εν γένει. Τα βιβλία του: "Los amantes de todos los santos" (2001) "Los informantes" και "Historia secreta de Costaguana", μεταφράστηκαν σε δεκατέσσερεις γλώσσες και του χάρισαν πολλές διακρίσεις, ανάμεσα στις οποίες το βραβείο Simón Bolívar. Αντλεί την έμπνευσή του από τον Τζόις, τον Κόνραντ, τον Φλομπέρ, τον Ντοστογιέφσκι, τον Τρούμαν Καπότε, τον Ντε Λίλο, τον Φίλιπ Ροθ και τον Μπόρχες. Είναι μεταφραστής στα ισπανικά των Φόρστερ, Τζον Ντος Πάσος και Βίκτορ Ουγκό. Το 1996 εγκατέλειψε προσωρινά την Κολομβία για να ζήσει για κάποια χρόνια στη Βαρκελώνη. Η επιστροφή του στην Μπογκοτά του έδωσε αφορμή να διερευνήσει τον βαθμό της πολιτικής διαφθοράς που εξακολουθεί να κατατρύχει τους συμπατριώτες του. Σε δημόσιες ομιλίες του ο συγγραφέας ανατρέχει στον Δον Κιχώτη, για ν’ αναζητήσει τις ρίζες της αυταπάτης που καθορίζει την ανθρώπινη τραγικότητα στη λογοτεχνία όλων των επιγόνων: του Τολστόι, του Φλωμπέρ και όλων των υπολοίπων. Η δική του εκδοχή πολιτικού ρεαλισμού εστιάζει στη σχέση των ηρώων του με τα μυστικά και τις αόρατες, δυσδιάκριτες σκιές που εμφωλεύουν στο παρελθόν.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
Οι πληροφοριοδότες
Juan Gabriel Vásquez
Μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης
Ίκαρος 2015
Σελ. 400, τιμή εκδότη €15,50