Εκτός «αγέλης» θα βρεθεί ο ήρωας του μυθιστορήματος του Τζάστιν Τόρρες «Εμείς τα θηρία» (μτφρ. Θωμάς Σκάσσης, εκδ. Πατάκη).
Της Έλενας Μαρούτσου
Ο Τζάστιν Τόρρες, συγγραφέας του σύντομου αλλά πυκνού μυθιστορήματος Εμείς τα θηρία, ξέρει καλά για τι πράγμα μιλάει. Γεννημένος ο ίδιος από πατέρα Πορτορικανό και μητέρα Ιταλικής και Ιρλανδικής καταγωγής, καταπιάνεται να αφηγηθεί την ιστορία τριών αδελφών που μεγαλώνουν στο Μπρούκλυν, με γονείς παρόμοιας καταγωγής με τους δικούς του.
Με την ύλη της μνήμης
Όμως δεν είναι μόνο η ομοιότητα ανάμεσα σε αυτοβιογραφικά και μυθοπλαστικά στοιχεία που μ’ έκαναν να σκεφτώ πως ο Τόρρες «ξέρει πολύ καλά για τι πράγμα μιλάει». Το σύμπαν που χτίζει –ένα σπιτικό στο Μπρούκλυν όπου ο Πορτορικανός πατέρας δουλεύει περιστασιακά ως νυχτερινός φύλακας κι η λευκή μητέρα κάνει εναλλάξ πρωινές και βραδινές βάρδιες σε κάποιο εργοστάσιο καθώς και τα τρία αγόρια που μεγαλώνουν με υποτυπώδη επίβλεψη και εκπαίδευση– είναι φτιαγμένο με την ίδια την ύλη της μνήμης: τις αισθήσεις.
Oι λέξεις πηγάζουν απευθείας από το δέρμα, τα ρουθούνια, τη γλώσσα, τους μύες, τη ραχοκοκαλιά του αγοριού αυτού
Διαβάζοντας τις αναμνήσεις του αφηγητή από την παιδική μέχρι την όψιμη εφηβική ηλικία είχα την αίσθηση πως οι λέξεις πηγάζουν απευθείας από το δέρμα, τα ρουθούνια, τη γλώσσα, τους μύες, τη ραχοκοκαλιά του αγοριού αυτού που δύσκολα στην αρχή τον ξεχωρίζεις από τα αδέλφια του, μια που το δέρμα, η γλώσσα, τα ρουθούνια, οι μύες κι η ραχοκοκαλιά τους μοιάζουν να ανήκουν σε ένα μόνο πρόσωπο, ένα ζώο αστείο και επικίνδυνο, ένα ζώο που αναπνέει την αγάπη και τον φόβο που επικρατεί στο σπιτικό, ένα ζώο με έξι χέρια κι έξι πόδια, με τόσο συντονισμένη ανάσα και κίνηση όπως μόνο τα αδέλφια σε μια τέτοια οικογένεια μπορούν να βιώσουν.
Χωρίς σχόλια
Το μυθιστόρημα αυτό δεν είναι όμως μια ακόμα νοσταλγική ανασύσταση της παιδικής ηλικίας. Παρότι η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Τόρρες είναι αρκετά πλούσια σε σχήματα λόγου, με αποτέλεσμα να αποκτά συχνά μια υφή ποιητικότητας, με αυτήν ακριβώς τη γλώσσα περιγράφει μια πραγματικότητα διόλου ποιητική. Ούτε όμως και ζοφερή. Θα έλεγα πως μέσα από τα μάτια του μικρού πρωταγωνιστή, του μάλλον πιο ευαίσθητου κι εκλεπτυσμένου απ’ τα τρία «αγρίμια», κατορθώνουμε να νιώσουμε κι εμείς στο πετσί μας το μείγμα αυτό από χάδια, ξυλοδαρμούς, δάκρυα, αγκαλιάσματα κι αποχωρισμούς που συνθέτουν την καθημερινότητα αυτής της οικογένειας. Τίποτα δεν αναλύεται, δεν εξηγείται, δεν σχολιάζεται. Όλα μεταφέρονται με αυτή την ξεχωριστή γλώσσα κατευθείαν στο πετσί του αναγνώστη. Άλλωστε, με αυτή την συνειδητή εκ μέρους του συγγραφέα έλλειψη σχολιασμού, αιτιολόγησης ή οποιασδήποτε άλλης διαμεσολάβησης του λογικού, συνάδει τόσο ο τίτλος του βιβλίου, όσο και το απόσπασμα από τους Νόμους του Πλάτωνα που έχει επιλέξει ο Τόρρες ως μότο στην έναρξη της αφήγησης.
«Υβριστότατον θηρίων»
Λέει λοιπόν ο Πλάτωνας (μτφ. Κουχτσόγλου): «Μα απ’ όλα τα ζώα το παιδί είναι το πιο δυσκολομεταχείριστο. Κι όσο είναι αδιαπαιδαγώγητη ακόμα η πηγή του λογικού, γίνεται πονηρό, ατίθασο, γεμάτο αυθάδεια, πιο πολύ απ’ όλα τα ζώα. Γι αυτό πρέπει να το δένουν με πολλά, ας πούμε, χαλινάρια». Στο αρχαίο, μάλιστα κείμενο, διακρίνουμε την φράση «υβριστότατον θηρίων», εξού υποθέτω και ο τίτλος, Εμείς τα θηρία, μια που αναφέρεται στα παιδιά. Συγκεκριμένα, δε, τα παιδιά αυτής της οικογένειας, όχι μόνο έχουν αδιαπαιδαγώγητη ακόμα, όπως λέει ο αρχαίος φιλόσοφος, την πηγή του λογικού, εξαιτίας της ηλικίας τους, αλλά και λόγω της οικονομικής, κοινωνικής και μορφωτικής κατάστασης των γονιών τους, δεν πρόκειται η πηγή της λογικής να διαπαιδαγωγηθεί ποτέ. Τα θηρία, λοιπόν, θα παραμείνουν θηρία.
Ο μόνος που θα απομακρυνθεί από το κοπάδι των θηρίων, λόγω της ευφυΐας, της γλωσσικής του υπεροχής και της σεξουαλικής του ιδιαιτερότητας, αυτός και θα υποστεί της συνέπειες εκ μέρους των υπόλοιπων θηρίων
Ο μόνος που θα απομακρυνθεί από το κοπάδι των θηρίων, λόγω της ευφυΐας, της γλωσσικής του υπεροχής και της σεξουαλικής του ιδιαιτερότητας, αυτός και θα υποστεί της συνέπειες εκ μέρους των υπόλοιπων θηρίων. Και δεν μιλάω εδώ μόνο για τα παιδιά, μια που ο συγγραφέας, ενώ στην αρχή περιέβαλε την σχεδόν ζωώδη σωματική εγγύτητα των μελών της οικογένειας με μια εμφανή τρυφερότητα, προς το τέλος μας δείχνει και τα δόντια αυτής της αγέλης. Δεν θα σας αποκαλύψω την τελική θηριωδία. Σας διαβεβαιώ όμως πως, ενώ η αφήγηση ξεκίνησε βρέχοντας ανέμελα τα πόδια της στα νερά των αισθήσεων, θα βουτηχτεί μέχρι το λαιμό στα μαύρα νερά τους, χωρίς το σωσίβιο της λογικής.
*Η ΕΛΕΝΑ ΜΑΡΟΥΤΣΟΥ είναι συγγραφέας.
Εμείς τα θηρία
Justin Torres
Μτφρ. Θωμάς Σκάσσης
Εκδ. Πατάκη 2014
Σελ. 176, τιμή € 11,90