
Για το βιβλίο του Νταβίντε Κόπο (Davide Coppo) «Η λάθος πλευρά» (μτφρ. Μαρία Οικονομίδου, εκδ. Διόπτρα), μια ιστορία για το πώς ένας νεαρός Ιταλός με «ευαισθησίες» καταλήγει να γίνει φασίστας.
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Η Χάνα Άρεντ μάς το έχει εξηγήσει λεπτομερώς: η κοινοτοπία του κακού συνίσταται στην έλλειψη κάποιας ιδιαιτερότητας. Δεν φέρει κάτι ξεχωριστό η κακότητα, δεν λειτουργεί έξω από τα ανθρώπινα, δεν γεννιέται στον ψυχισμό ατόμων που έχουν κάποιο εκ γενετής στίγμα. Υπό συνθήκες, ο καθένας μπορεί να ενδυθεί το κακό, να του προσδώσει ιδεοψυχαναγκαστική υπόσταση και, τελικά, να το κουβαλήσει εντός του ως κυρίαρχο ένδυμα της ζωής του.
Από την άλλη, μπορεί ένας 15χρονος που ακόμη δεν έχει προλάβει να κατανοήσει τη θέση του στην κοινωνία και να διακρίνει τις ποιοτικές διαφοροποιήσεις του πολιτικού φάσματος, να γίνει φασίστας; Το ερώτημα που θέτει ο Νταβίντε Κόπο στο μυθιστόρημά του πυρώνει τις σκέψεις όλων μας, βλέποντας πως ένα μέρος της ευρωπαϊκής νεολαίας στρέφεται ομοθύμως προς τα πολιτικά άκρα: πώς γίνεται κανείς φασίστας; Σίγουρα δεν γεννιέται τέτοιος, αλλά διάφορες συνθήκες (οικογενειακές και κοινωνικές) είναι σε θέση να τον ωθήσουν να πέσει με ενθουσιασμό στην αγκαλιά της φαιάς ιδεολογίας του φασισμού.
Ένας κοινός Έτορε
Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο νεαρός Έτορε, είναι μια τέτοια περίπτωση που, ναι, μπορεί να μας θυμίσει τους Έλληνες συνομηλίκους του που την περίοδο της κρίσης έστρεψαν το ενδιαφέρον τους προς την τότε αναδυόμενη Χρυσή Αυγή και την ακολούθησαν ασμένως, δίχως να καταλαβαίνουν πως έτσι διολίσθαιναν σε ένα επικίνδυνο τέλμα.
Μπορούμε να φανταστούμε τον Έτορε ως έναν τυπικό έφηβο των αρχών της πρώτης δεκαετίας του 2000. Φλέγεται από την ανάγκη να τοποθετήσει τον εαυτό του σε ένα κοινωνικό πλαίσιο, να μάθει, να ρουφήξει εμπειρίες και να ξεφύγει από την κανονιστική καθημερινότητα της οικογένειάς του που δεν μπορεί να τον καταλάβει. Η κοινοτοπία της ζωής του τον οδηγεί σε μια αναζήτηση δίχως κέντρο βάρους. Ο αποπροσανατολισμός δεν θα αργήσει να έρθει.
Η αίσθηση του ανήκειν
Την πτώση του δεν μπορεί να σταματήσει ούτε ο αποστασιοποιημένος πατέρας του ούτε η επιθετική ρητορεία της μητέρας του. Τουναντίον, οι αμφίθυμες αντιδράσεις των γονιών του θα τον σπρώξουν ακόμη πιο έντονα προς τη μεριά της ριζοσπαστικοποίησης. Αυτό που αποζητάει ο Έτορε, όπως και κάθε έφηβος, είναι η αίσθηση του ανήκειν, η ανάγκη να αποκτήσει υπόσταση και αποδοχή.
Διαβάζει μανιωδώς βιβλία ιστορίας για την εποχή του Μουσολίνι και τον αγώνα του IRA και των Παλαιστινίων. Θέλει, κάπως έτσι, να εκλογικεύσει μέσα του τη στράτευσή του σε έναν σκοπό που για την πλειοψηφία της κοινωνίας είναι παράνομος και εξοβελιστέος.
Δειλά δειλά εντάσσεται στην Ομοσπονδία. Μια φασιστική γκρούπα, η οποία αίφνης γίνεται η νέα του οικογένεια. Τα μέλη της θα λειτουργήσουν ως καθρέφτης πάνω στον οποίο βλέπει το είδωλό του να σχηματοποιείται. Μπορεί να μην είναι έτοιμος να προβεί σε πράξεις βίας, αλλά βουτάει στη γνώση για να καλύψει το έδαφος. Διαβάζει μανιωδώς βιβλία ιστορίας για την εποχή του Μουσολίνι και τον αγώνα του IRA και των Παλαιστινίων. Θέλει, κάπως έτσι, να εκλογικεύσει μέσα του τη στράτευσή του σε έναν σκοπό που για την πλειοψηφία της κοινωνίας είναι παράνομος και εξοβελιστέος.
Υπό συνθήκες, πάλι, θα μπορούσε ο έρωτας να είναι το κατάλληλο αντίβαρο στην καθοδική πορεία του. Η γνωριμία του με την Ολίμπια, ένα κορίτσι που δροσίζει το εφηβικό καλοκαίρι του και θερμαίνει τον λογισμό του τις χειμωνιάτικες νύχτες, αποβαίνει καθοριστική κάποια στιγμή, αλλά όχι μέχρι τέλους. Όταν θα υπάρξει η σύγκρουση μεταξύ τους, αυτή δεν θα είναι για τους συνήθεις λόγους ασυμφωνίας χαρακτήρων ή για κάποιο παράλληλο ειδύλλιο που σπάει τον μεταξύ τους δεσμό, αλλά για καθαρά ιδεολογικούς λόγους. Η Ολίμπια έρχεται από μια αριστερή οικογένεια και με παππού που πολέμησε τον φασισμό. Στο δίλημμα «ή εγώ ή αυτοί», ο Έτορε απαντάει διά των πράξεών του.
Το πεδίο των πράξεων
Σταδιακά αφήνει τη θεωρητική του «κατασκευή» και αποφασίζει να περάσει στο πεδίο των πράξεων. Εκεί που η άλογη βία ντύνεται με ένα ιδεολόγημα και μετατρέπει τον «επαναστάτη» σε άφρονα εγκληματία. Εν πολλοίς, το μοτίβο είναι συνηθισμένο. Οι περισσότεροι έφηβοι τάσσονται με την πλευρά του Δαβίδ που παλεύει με τους Γολιάθ της κοινωνίας των μεγάλων.
Στα μάτια του Έτορε οι αδύναμοι είναι οι ηττημένοι και στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτοί που ηττήθηκαν ήταν οι φασίστες και οι ναζί. Άρα, μέσω ενός στρεβλού συλλογισμού, θεωρεί πως πράττει το σωστό και το δίκαιο να είναι με το μέρος του.
Ο Έτορε βουτάει στο αχανές πεδίο του Διαδικτύου για να βρει συμπαραστάτες που, πλέον, δεν βρίσκει ούτε στην Ομοσπονδία, η οποία ναι μεν είναι φασιστική, αλλά προσπαθεί να αποκρούσει την σύμπλευσή της με ναζιστικά στοιχεία που επιδιώκουν τη σύγκρουση με τους αριστερούς και τη χρήση βίας. Στα μάτια του Έτορε οι αδύναμοι είναι οι ηττημένοι και στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτοί που ηττήθηκαν ήταν οι φασίστες και οι ναζί. Άρα, μέσω ενός στρεβλού συλλογισμού, θεωρεί πως πράττει το σωστό και το δίκαιο να είναι με το μέρος του.
Ταξίδι στο σκοτάδι
Ολόκληρο το ταξίδι προς το σκοτάδι του Έτορε διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια των χρόνων του στο λύκειο στο Μιλάνο, μεταξύ 2001 και 2005. Αυτά ήταν τα χρόνια των συγκρούσεων στη Γένοβα για την G8, με νέους, ηλικιωμένους, γυναίκες και ανυπεράσπιστα παιδιά να ξυλοκοπούνται από την αστυνομία και τα μπλοκ των ακροδεξιών.
Προφανώς και ο Έτορε πληρώνει τα δικά του λάθη, όμως είναι μόνο δικά του; Τι ρόλο παίζει η απαθής κοινωνία που αφήνει τα νέα παιδιά έρμαια στα χέρια επιτήδειων ιδεολόγων;
Τα χτυπήματα με γκλομπ έδιωξαν μια ολόκληρη γενιά από την πολιτική μαχητικότητα, αλλά ο Έτορε δεν το πρόσεξε. Όσοι υπέστησαν αστυνομική βία ήταν τα «κομμουνιστικά τσιμπούρια» που μάθαινε να μισεί. Αυτό το μίσος είναι που θα οπλίσει το χέρι του και θα καταφέρει το πλήγμα σε έναν αριστερό συμμαθητή του.
Αντιμέτωπος με ένα ακόμη σταυροδρόμι, ο Έτορε, αυτή τη φορά, επιλέγει να μην βρίσκεται πλέον «στη λάθος πλευρά». Ποια είναι, όμως, αυτή η λάθος πλευρά και ποια η σωστή; Η πορεία του Έτορε είναι δίχως φρένα, όπως ταιριάζει σε έναν έφηβο, με αποτέλεσμα, η σύγκρουση με τη σκληρή πραγματικότητα να είναι ομοίως σφοδρή. Προφανώς και ο Έτορε πληρώνει τα δικά του λάθη, όμως είναι μόνο δικά του; Τι ρόλο παίζει η απαθής κοινωνία που αφήνει τα νέα παιδιά έρμαια στα χέρια επιτήδειων ιδεολόγων; Τι ρόλο παίζει η οικογένεια που βλέπει ότι οι κανόνες δεν φτάνουν για να αναχαιτίσουν την ορμή των βλαστών της;
Εσωτερική σύγκρουση
Ο Κόππο επιλέγει την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, αφήνοντας τον Έτορε να μας πει δίχως μεσολάβηση την ιστορία του και μέσω αυτής να δούμε την εσωτερική του σύγκρουση και τις αμφιβολίες που ρηγματώνουν την υπό εκκόλαψη προσωπικότητά του.
Αν εξαιρέσει κανείς κάποια (μικρά) κλισέ ή συναισθηματικά ρηχές εικόνες, εν συνόλω ο Ιταλός συγγραφέας καταφέρνει να πλάσει το προφίλ ενός οποιουδήποτε Έτορε τον καιρών μας. Ένα τυπικό παιδί που θα μπορούσε να ζει στην Ιταλία, τη Γαλλία ή την Ελλάδα, που φλέγεται από ερωτήματα και την ανάγκη να αποκτήσει συνοδοιπόρους ζωής και που όταν τους βρει, δύσκολα θα σκεφτεί αν είναι οι κατάλληλοι κι αν κινδυνεύει στην ουσία από αυτούς. Αρκετά καλή η μετάφραση της Μαρίας Οικονομίδου για ένα μυθιστόρημα αρκετών εντάσεων (κυρίως εσωτερικών).
Ο Νταβίντε Κόπο γεννήθηκε στο Μιλάνο το 1986. Από το 2011 εργάζεται, καλύπτοντας διάφορους ρόλους, στη σύνταξη του περιοδικού Rivista Studio.
Αρθρογραφεί για πολλές έντυπες και ηλεκτρονικές εκδόσεις. Το 2019 συμμετείχε με ένα δοκίμιο στο The Game Unplugged (εκδόσεις Einaudi). Το βιβλίο του Η λάθος πλευρά είναι υποψήφιο για το Premio Fiesole Narrativa Under 40.