Της Βίκυς Βασιλάτου
Σε ηλικία 13 ετών, η Yôko Ogawa διάβασε Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ και ανακάλυψε ότι οι απλές, καθημερινές λέξεις κρύβουν μια απίστευτη δύναμη μέσα τους. Στην ίδια ηλικία, ανακάλυψα τη δύναμη που κρύβουν οι μαθηματικοί τύποι.
Λέξεις από τη μία, αριθμοί από την άλλη και το σύνολο αυτών Ο αγαπημένος μαθηματικός τύπος του καθηγητή.
Προτού όμως καταπιαστώ με τον «καθηγητή» της, θεωρώ πως της οφείλω μια -έστω και μικρή- περιήγηση στον κόσμο της, που κι αν δεν με έχει παγιδέψει στις μαεστρικές σελίδες του Παράμεσου (εκδ. Άγρα, 2000) ή του Ξενοδοχείου Ίρις (εκδ. Άγρα, 2004), με τη σεξουαλικότητα, τον θάνατο, το ιερό, το μυστήριο, τον υπαρξισμό να συμψηφίζονται για να δώσουν ένα ολοκληρωμένο συγγραφικό αποτέλεσμα…
Η Yôko Ogawa γράφει πάντα σε πρώτο πρόσωπο, ενώ η αφήγηση γίνεται μέσω μιας γυναικείας φωνής. Αυτό όμως που σε ξενίζει όταν την πρωτοδιαβάζεις είναι ο πάντα αποστασιοποιημένος λόγος της, με τις ηρωίδες της να αυτοπαρατηρούνται χωρίς όμως να δίνουν εξηγήσεις για την τάδε ή τη δείνα συμπεριφορά τους. Μοιάζει σαν να αντιμετωπίζουν ψυχρά τον ίδιο τους τον εαυτό, χωρίς δεύτερες και τρίτες σκέψεις, ξυπνώντας σου μια περίεργη αίσθηση καθώς είσαι εντός και εκτός των σκέψεων της ηρωίδας και ίσως της αφηγήτριας. Διαπίστωσα επίσης ότι της Ogawa της αρέσουν πολύ οι κλειστοί έως και κλειστοφοβικοί χώροι με χροιά παλαιότητας χωρίς αυτό να σημαίνει νοσηρότητας (παλιό εργαστήρι, ορφανοτροφείο, ξενοδοχείο κτλ). Κλειστοί και σιωπηλοί χώροι μεταξύ φωτός και σκότους, που σαν ασπίδα σε προφυλάσσουν από τον έξω κόσμο. Ταυτόχρονα, ένιωσα ότι γοητεύεται από ό, τι έχει να κάνει με την ταξινόμηση και την ανάλυση, οι οποίες έρχονται σε σύγκρουση με την καθημερινότητα, όπου όλα σκορπίζουν, μπερδεύονται, απλώνονται όπως τα μαλλιά της ηρωίδας του Ξενοδοχείου Ίρις. Η τάξη που εντοπίζεται τόσο στις πλοκές όσο και στην πένα της μοιάζει να βοηθά στη μάχη ενάντια στο αμείλικτο χάος, στην αμείλικτη λήθη.
Καθένα από τα στοιχεία που προανέφερα είναι κι από ένα λιθαράκι που χτίζει το άρτιο λογοτεχνικό οικοδόμημά της. Από το πρώτο της κιόλας μυθιστόρημα, η Ogawa άρχισε να κερδίζει κοινό και κριτικούς, αποσπώντας το ένα βραβείο μετά το άλλο, ενώ Ο αγαπημένος μαθηματικός τύπος, πέρα από το Γιομιούρι (το πρώτο μεγάλο βραβείο των Βιβλιοπωλών), βραβεύτηκε και από την Εταιρεία Μαθηματικών. Και όχι άδικα αφού είναι ένα πόνημα που κινείται με εντυπωσιακή ισορροπία μεταξύ μυθοπλασίας και μαθηματικών. Ενώ επικρατεί μία νηνεμία, μία γαλήνη όμοια με αυτή στο γραφείο του καθηγητή:
«…εκεί μέσα επικρατούσε ένα είδος γαλήνης που δεν είχα ποτέ μέχρι τώρα γνωρίσει. Δεν ήταν απλώς η απουσία του οποιουδήποτε ήχου· η σιωπή που γέμιζε την καρδιά του καθηγητή όταν περιπλανιόταν στο δάσος των αριθμών ήταν μια σιωπή που είχε δημιουργήσει πολλές στρώσεις και που δεν την παραβίαζαν τα μαλλιά στο πάτωμα ή η μούχλα. Μια σιωπή διαυγής σαν λίμνη κρυμμένη στο βάθος του δάσους». (σελ. 28-29)
Μια ηχηρή σιωπή λοιπόν. Ένα κείμενο που κυλά ανεμπόδιστα. Μια ηρεμία που συναντά κανείς σε όλα τα γραπτά της, τα οποία σε ταξιδεύουν, με συνοδοιπόρο μια γυναίκα, σε μονοπάτια στο μεταίχμιο μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας. Και όταν λέω γυναίκα σαφώς και δεν αναφέρομαι μόνο στην συγγραφέα, αλλά και στις ηρωίδες της. Σπάνια συνάντησα άνδρες στα μυθιστορήματα ή διηγήματά της, κι αν το έκανα τους ένιωσα να αιωρούνται καθηλωτικά απόμακροι.
Στην περίπτωση βέβαια του καθηγητή, ανατρέπεται το λογοτεχνικό της σύνηθες. Εδώ έχει δοθεί ο συμπρωταγωνιστικός ρόλος σε έναν εξηντάχρονο πανεπιστημιακό καθηγητή μαθηματικών, τον οποίο τον γνώρισα σελίδα τη σελίδα μέρα τη μέρα μέσα από τα μάτια της οικονόμου του, μέσα από τις άλλοτε πλάγιες κι άλλοτε ευθείς ματιές του γιου της. Έμαθα ότι ύστερα από ένα ατύχημα η «νέα» του μνήμη διαρκεί μονάχα 80 λεπτά, ότι για να μην ξεχνάει πράγματα έχει κολλημένα πάνω στο πολυκαιρισμένο κοστούμι του μυριάδες χαρτάκια, ότι επαναλαμβάνει τις ίδιες και τις ίδιες ερωτήσεις, ότι έχει μεγάλη αδυναμία στο μπέιζμπολ. Το σημαντικότερο όμως όλων είναι ότι έγινα αυτόπτης μάρτυρας της γέννησης μιας πολύ τρυφερής φιλίας. Μιας φιλίας που αναπτέρωσε το ηθικό του, γλύκανε τη μοναξιά του, ξύπνησε πατρικά αισθήματα για τον γιο της ηρωίδας. Μιας φιλίας με δεσμά το ίδιο ισχυρά όσο εκείνα που συναντάμε στην αρμονία και τη μαγεία των καθαρών αριθμών.
Πέρα όμως από την ανθρώπινη οπτική, η σχέση μεταξύ της οικονόμου και του καθηγητή συμβολίζει ένα από τα βασικά μοτίβα της Ogawa, την αέναη μάχη μεταξύ λογικής και χάους. Και πέρα από τον συμβολισμό, οι αριθμητικές-μαθηματικές ερωτήσεις που θέτει ή λύσεις που δίνει ο καθηγητής μετατρέπονται σε έναυσμα για μια ενδιαφέρουσα μαθηματική προσέγγιση που επεκτείνεται σε ό,τι μας περιβάλλει. Εν ολίγοις, τα μαθηματικά αποκτούν κύριο ρόλο στη μυθιστορηματική σκηνή, ομορφαίνουν το κείμενο και μας δίνουν την ευκαιρία να τα γνωρίσουμε με έναν άλλο, ιδιότυπο κι απολαυστικό τρόπο.
«Μόλις τελειώσω ένα βιβλίο, δεν υπάρχει τίποτα μα τίποτα άλλο πια να πω», δηλώνει η Yôko Ogawa. Ενώ εγώ μόλις διαβάσω ένα βιβλίο της, έχω πολλά μα πολλά ακόμα να πω…
Yôko Ogawa
Μετάφραση: Παναγιώτης Ευαγγελίδης
Εκδόσεις Άγρα 2010
Σελ. 304
Τιμή: 18,68€