Για το μυθιστόρημα του Τομάς Σνεγκαρόφ [Thomas Snégaroff] «Πούτζι» (μτφρ. Κατερίνα Γούλα, εκδ. Gutenberg).
Γράφει η Διώνη Δημητριάδου
O Thomas Snégaroff, ιστορικός και δημοσιογράφος, επιχειρεί στο πρώτο του μυθιστόρημα να παρουσιάσει μια εν πολλοίς αινιγματική προσωπικότητα, τον Ερνστ Χανφστένγκλ (1887-1975) ή αλλιώς γνωστό με το παρατσούκλι «Πούτζι» (ανθρωπάκος). Ο Χανφστένγκλ ήταν έμπορος έργων τέχνης στη Νέα Υόρκη κατά τη δεκαετία του 1910, όμως έγινε γνωστός, δέκα χρόνια μετά, με την ιδιότητα του προσωπικού πιανίστα, και στενού φίλου του Χίτλερ. Ο Χίτλερ έβρισκε σ’ αυτόν όχι μόνο την απόλαυση της μουσικής αλλά ακόμη περισσότερο τη θαλπωρή μιας «οικογένειας». Ο Χανφστένγκλ, Γερνανοαμερικανός στην καταγωγή, ονειρευόταν μια συμμαχία ανάμεσα στις δύο πατρίδες του, και αυτός ήταν ο ένας λόγος που τον οδήγησε κοντά στον Χίτλερ. Ο άλλος, φυσικά, ήταν η αναμφισβήτητη σαγήνη που του προξενούσε η παρουσία του. Τοποθετήθηκε υπεύθυνος ξένου τύπου το 1933, με την ευθύνη να δίνει την καλή εικόνα του Χίτλερ σε όλο τον κόσμο, παρά τις ισχυρές αντιπάθειες που είχε από τα στελέχη του ναζιστικού καθεστώτος, καθώς απολάμβανε ακόμα την εύνοια του Χίτλερ. Εύνοια η οποία κατόπιν χάθηκε, και ο Χανφενστένγκλ βρέθηκε εξόριστος στις Η.Π.Α. Εκεί ήρθε σε επαφή με τον Ρούσβελτ και, σε μια απρόσμενη ιδεολογική του στροφή, του χρησίμευσε κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ως πληροφοριοδότης, καθώς ήταν άριστος γνώστης του ναζιστικού περιβάλλοντος και της ψυχολογίας του ίδιου του Χίτλερ.
Ο Snégaroff χρησιμοποίησε για το βιβλίο του τα φυλασσόμενα στην Κρατική Βιβλιοθήκη του Μονάχου αρχεία του Χανφστένγκλ, σαράντα οκτώ κουτιά με φωτογραφίες, άρθρα σε εφημερίδες και χειρόγραφα, όπως επίσης και αρχεία από την Προεδρική Βιβλιοθήκη Φραγκλίνου Ρούσβελτ, τις συζητήσεις που είχε ο ιστορικός Τζον Τόλαντ με τον «Πούτζι». Παράλληλα μελέτησε απομνημονεύματα των προσώπων της εποχής που υπήρξαν μάρτυρες της στενής σχέσης του «Πούτζι» με τον Χίτλερ. Σημαντική απέβη και η μαρτυρία του πανεπιστημιακού Ντέιβιντ Μάργουελ, ο οποίος είχε συναντήσει τον «Πούτζι», προκειμένου να εκπονήσει τη δική του ερευνητική εργασία, στηριγμένη και σε προσωπικά ημερολόγια. Το αποτέλεσμα αυτής της επίπονης εργασίας είναι ένα βιβλίο εξαιρετικής γραφής, που διατηρώντας, λόγω σοβαρής και εμπεριστατωμένης τεκμηρίωσης, τα χαρακτηριστικά μιας ιστορικής «μελέτης», ή έστω ενός ιστορικού χρονικού, χωρίς αμφιβολία συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πιο ενδιαφέροντα και συναρπαστικά, μυθιστορήματα.
Η δράση του «Πούτζι», περισσότερο στο παρασκήνιο παρά στο προσκήνιο των εξελίξεων, δεν παύει (και σωστά) να ενδιαφέρει την ιστορική έρευνα, καθώς συχνά οι πιο σκοτεινές σκηνές, οι πιο αθέατες, είναι που φωτίζουν καλύτερα όσα διαδραματίζονται στο φως, προσφέροντας τις λεπτομέρειες εκείνες που καθαρίζουν το τοπίο, δείχνοντας ψυχολογικές αντιδράσεις, συναισθηματικές μεταπτώσεις...
Η δράση του «Πούτζι», περισσότερο στο παρασκήνιο παρά στο προσκήνιο των εξελίξεων, δεν παύει (και σωστά) να ενδιαφέρει την ιστορική έρευνα, καθώς συχνά οι πιο σκοτεινές σκηνές, οι πιο αθέατες, είναι που φωτίζουν καλύτερα όσα διαδραματίζονται στο φως, προσφέροντας τις λεπτομέρειες εκείνες που καθαρίζουν το τοπίο, δείχνοντας ψυχολογικές αντιδράσεις, συναισθηματικές μεταπτώσεις, συζητήσεις καθημερινές αλλά καθοριστικές για την πορεία των γεγονότων. Ζώντας ο «Πούτζι» δίπλα στον Χίτλερ, έχει να πει πολλά και ενδιαφέροντα που η επίσημη ιστορία αδυνατεί να δει, για τον Χίτλερ και το ναζιστικό του περιβάλλον αλλά και για άλλα πρόσωπα της εποχής, όπως τον Καρλ Γιουνγκ και τον Τόμαν Μαν.
Εκτός αυτού όμως, ο ίδιος ο «Πούτζι» συνιστά μια προσωπικότητα αμφιλεγόμενη, άρα ξεχωριστής σημασίας για την ιστορική έρευνα, όπως επίσης πρόσωπο/λογοτεχνική περσόνα με ενδιαφέροντα στοιχεία για να αποτελέσει τον «ήρωα» ενός βιβλίου. Πόσο, για παράδειγμα, ήταν ιδεολογικά ταυτισμένος με τη ναζιστική θεωρία ή μήπως ήταν μόνο η λατρεία στο πρόσωπο του Φίρερ που καθόριζε τη στάση του; Αλλά και η στροφή του στο πλευρό του Ρούσβελτ ήταν αυθεντικήή απηχούσε την ανάγκη του να επιβιώσει, βρίσκοντας στην ουσία άσυλο στις Η.Π.Α. και αποκηρύσσοντας έμπρακτα το φιλοναζιστικό του παρελθόν; Ο «Πούτζι» μαγεύει και χαλαρώνει τον Χίτλερ με τη μουσική του Βάγκνερ αλλά και με τη σειρά του μαγεύεται, σαγηνεύεται από αυτόν, έτοιμος να του προσφέρει κάθε δυνατή συμπαράσταση, οικονομική και συναισθηματική.
Η μελέτη της προσωπικότητάς του «Πούτζι» παρέχει στοιχεία για την επίδραση που ασκούσε ο Φίρερ στο στενό του περιβάλλον, δημιουργώντας γύρω του ένα κύκλο ανθρώπων που όχι απλώς τον θαύμαζαν αλλά έδεναν τη ζωή τους μαζί του, την αφιέρωναν κυριολεκτικά σ’ αυτόν. Σε μια επέκταση αυτού του φαινομένου κατανοούμε το πώς ένας ολόκληρος λαός παρασύρθηκε ακολουθώντας τον παραλογισμό των καταστροφικών του ιδεολογημάτων και σχεδίων. Η γνώση των «μικρών» γεγονότων αποκαλύπτει το πλαίσιο που κινείται η ιστορία των μεγάλων γεγονότων.
Ένα από τα πιο σημαντικά, κατά τη γνώμη μου, βιβλία που μας προσφέρει η εξαιρετική σειρά Aldinaτων εκδόσεων Gutenberg, με όποια ανάγνωση επιλέξει κανείς, είτε ως ιστορικό χρονικό είτε ως ένα από τα πιο ενδιαφέροντα μυθιστορήματα της σύγχρονης παραγωγής. Στο εξώφυλλο (πάντα προσεγμένο) έργο του Ευθύμη Μαλαφούρη (Κρυφάκουσμα, 2015). Η πολύ καλή μετάφραση από την Κατερίνα Γούλα.
* Η ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ είναι συγγραφέας. Το νέο της βιβλίο, η μελέτη «Ο ποιητὴς διάγει εσώκλειστος – Οι “τόποι” στην ποίηση του Κώστα Θ. Ριζάκη» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις του Φοίνικα.
Αποσπάσματα από το βιβλίο
«Μας ανήκει, επαναλάμβανε στον εαυτό του, μας, μας,μας. Είχε γίνει ο ίδιος τα ουρλιαχτά του πλήθους που συνόδευαν τον νέο καγκελάριο του ξενοδοχείου Kaiserhof·είχε γίνει οι σημαίες που ανέμιζαν οι οπαδοί μέσα στην παγερή νύχτα του χειμώνα. Η ιστορία είναι γεμάτη από μέρες που οι σύγχρονοί τους δεν μπόρεσαν ν’ αντιληφθούν αμέσως την καθοριστική τους σημασία. Από τις 30 Ιανουαρίου ο Πούτζι ανέλαβε καθήκοντα υπεύθυνου του τμήματος Ξένου Τύπου. Δεν ήταν βέβαια υπουργική θέση, αλλά ήταν στρατηγική. Στον Πούτζι έπεφτε η ευθύνη να δίνει καλή εικόνα του Φίρερ στον κόσμο. Όλοι οι ξένοι δημοσιογράφοι έπρεπε τώρα να περούν επίσημα από αυτόν προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση στον Χίτλερ. Κρατούσε τα κλειδιά του παραδείσου. Είχε κερδίσει μια θέση στο διαβολικό μηχανισμό. Τη δική του θέση. Ποτέ μακριά από την καρδιά, ποτέ μακριά από τον Φίρερ.» (σσ. 174-175).
«Ο Πούτζι ξαναβρήκε την άνεση του σπιτιού του. Το πιάνο τον περίμενε, όπως ο σκύλος τον αφέντη του. Όλα αυτά τα χρόνια είχαν διαβεί σαν αστραπή. Σκεφτόταν όλους εκείνους τους άνδρες κι εκείνες τις γυναίκες που μέσα σ’ αυτούς τους τοίχους είχαν συζητήσει, γελάσει, χορέψει και τραγουδήσει, και οι οποίοι ήταν πια νεκροί. Ξανάβλεπε την οικογένεια Γκέμπελς στην παραλία του Χαϊλίνγκενταμ· τον Γκέρινγκ να του εμπιστεύεται τα μυστικά της αποστολής του στη Ισπανία· ή ακόμα τον Ρόζενμπεργκ, να μηχανορραφεί για να κερδίσει την προτίμηση του Χίτλερ…» (σ. 403).