Για το μυθιστόρημα της Eva Garcia Saenz de Urturi «Ελεονώρα της Ακουιτανίας» (μτφρ. Αγγελική Βασιλάκου, εκδ. Ψυχογιός), που έχει βραβευτεί με το Βραβείο Planeta 2000.
Της Χριστίνας Μουκούλη
Η Ελεονώρα της Ακουιτανίας (1122-1204) υπήρξε μια από τις πιο πλούσιες και πιο ισχυρές γυναίκες στη Δυτική Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα. Εκτός από Δούκισσα της Ακουιτανίας, διετέλεσε βασίλισσα της Γαλλίας (1137-1152), ως σύζυγος του Λουδοβίκου Ζ΄ και βασίλισσα της Αγγλίας (1154-1189), ως σύζυγος του Ερρίκου Β΄. Επίσης, ήταν μητέρα δύο βασιλέων της Αγγλίας, του Ριχάρδου Α΄ του Λεοντόκαρδου και του Ιωάννη του Ακτήμονα. Ήταν μια γυναίκα που επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τον πολιτισμό και τη νομοθεσία κατά τον 12ο αιώνα, και η ζωή της υπήρξε ιδιαίτερα έντονη από την παιδική της ηλικία έως τα βαθιά της γεράματα. Στο ανά χείρας μυθιστόρημα η Ουρτούρι επιλέγει να αναφερθεί στη χρονική περίοδο που μεσολαβεί από τη δολοφονία του πατέρα της Ελεονώρας, μέχρι την επιστροφή της από το προσκύνημα στους Αγίους Τόπους.
Οξύτητα πνεύματος και απαράμιλλος δυναμισμός
Τον μακρινό δωδέκατο αιώνα λοιπόν, η εικόνα της Ευρώπης ήταν τελείως διαφορετική από αυτήν που ξέρουμε σήμερα. Η περιοχή ήταν χωρισμένη σε βασίλεια και δουκάτα, και οι μάχες μεταξύ τους ήταν πολύ συνηθισμένες, άλλοτε για τη διατήρηση των εδαφών τους κι άλλοτε για την κατάκτηση νέων. Βρισκόμαστε στην Ακουιτανία, μια περιοχή στη νότια Γαλλία, μια πλούσια και περιζήτητη περιοχή που οφείλει την ευημερία της στην εύφορη γη της και στα ποτάμια που την διασχίζουν, αλλά και στη σωστή διαχείριση των πόρων της από τους εκάστοτε άρχοντές της. Η Ελεονώρα είναι η δεκατριάχρονη κόρη του δούκα της Ακουιτανίας, Γουλιέλμου Ι΄. Διαθέτει ξεχωριστή ευφυΐα και, παρά το νεαρό της ηλικίας της, έχει ήδη μελετήσει λατινικά, μουσική, λογοτεχνία, έχει εξασκηθεί στο κυνήγι και στην ιππασία και έχει αφομοιώσει κάθε είδους γνώση που της κληροδότησαν οι πρόγονοί της.
Η Ελεονώρα είναι η δεκατριάχρονη κόρη του δούκα της Ακουιτανίας, Γουλιέλμου Ι΄. Διαθέτει ξεχωριστή ευφυΐα και, παρά το νεαρό της ηλικίας της, έχει ήδη μελετήσει λατινικά, μουσική, λογοτεχνία, έχει εξασκηθεί στο κυνήγι και στην ιππασία και έχει αφομοιώσει κάθε είδους γνώση που της κληροδότησαν οι πρόγονοί της.
Ξαφνικά κι αναπάντεχα ο πατέρας της δολοφονείται κι εκείνη αποφασίζει να πάρει εκδίκηση για τον θάνατό του. Πιστεύει ότι πίσω από τη δολοφονία του πατέρα της βρίσκεται ο βασιλιάς της Γαλλίας Λουδοβίκος ΣΤ΄ Παχύς, ο οποίος πάντα ήθελε να κάνει την Ακουιτανία υποτελή του, και στον οποίο καταλογίζει μια τραυματική εμπειρία που έζησε εκείνη στα οκτώ της χρόνια. Σχεδιάζει, λοιπόν, να παντρευτεί τον γιο του, Λουδοβίκο Ζ΄ για να της είναι πιο εύκολο να πάρει την εκδίκησή της εκ των έσω. Κατά τη διάρκεια της γαμήλιας τελετής όμως, δολοφονείται και ο βασιλιάς, και μάλιστα με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο δολοφονήθηκε ο πατέρας της. Έτσι, τη μέρα του γάμου της, γίνεται και βασίλισσα, αφού ο Λουδοβίκος Ζ΄ στέφεται εσπευσμένα βασιλιάς της Γαλλίας.
Ήξερε μόνο να ανεβαίνει
Η Ελεονώρα ξεκινάει τη νέα της ζωή, μπαίνοντας σε έναν κόσμο όπου η κάθε της κίνηση καταγράφεται και σχολιάζεται, τις περισσότερες φορές αρνητικά. Είναι μόνη, μακριά από το σπίτι της και τους δικούς της ανθρώπους. Κάποια ισχυρά πρόσωπα του παλατιού, εμμέσως πλην σαφώς, δείχνουν τις αρνητικές τους διαθέσεις απέναντί της. Ξέρει ότι κινδυνεύει, αλλά ξέρει επίσης, ότι «αυτός που επιτίθεται πρώτος βάζει και τους κανόνες του παιχνιδιού». Και θέλει να είναι εκείνη που θα βάζει τους κανόνες. Δεν ξεχνά τις φράσεις του παππού της: «Πάλεψε σαν λιοντάρι, όρμα σαν αετός, τσίμπα σαν σκορπιός». Διαθέτει σοφία και στρατηγική σκέψη, σωματική και πνευματική δύναμη, τεχνογνωσία, επιμονή και ευελιξία. Έχει στο πλευρό της μόνο τις γάτες της Ακουιτανίας, άτομα ειδικά εκπαιδευμένα να εισχωρούν παντού, να συλλέγουν πληροφορίες και να τις παρέχουν στην Ελεονώρα, η οποία προσπαθεί να βρει απάντηση για το ποιος ευνοήθηκε από τον θάνατο του βασιλιά-πεθερού της και από τη διακυβέρνηση της Γαλλίας από δυο νεαρά και άπειρα άτομα, όπως είναι εκείνη και ο Λουδοβίκος Ζ΄.
Εκείνη εκτιμά την ευαισθησία και την ακεραιότητά του κι εκείνος θαυμάζει την ομορφιά, τον δυναμισμό και το ιδιαίτερο ταμπεραμέντο της, την ικανότητά της να βρίσκει λύσεις σε δύσκολες καταστάσεις.
Καθώς περνά ο καιρός και αρχίζει να γνωρίζει ο ένας τον άλλον, ένας απρόσμενος έρωτας γεννιέται ανάμεσα στο βασιλικό ζευγάρι. Εκείνη εκτιμά την ευαισθησία και την ακεραιότητά του κι εκείνος θαυμάζει την ομορφιά, τον δυναμισμό και το ιδιαίτερο ταμπεραμέντο της, την ικανότητά της να βρίσκει λύσεις σε δύσκολες καταστάσεις. Συνεργάζονται και στηρίζουν ο ένας τον άλλον. Όμως, κάποιες αποφάσεις τους έχουν ολέθρια αποτελέσματα για τους υποτελείς τους. Σε μια τέτοια περίπτωση, χάνονται εξαιτίας τους τετρακόσιες αθώες ψυχές και αυτό θα βαραίνει για χρόνια τη συνείδησή τους και θα κλονίσει τη σχέση τους.
Η Εύα Γκαρθία Σάενθ ντε Ουρτούρι γεννήθηκε το 1972 στη Βιτόρια της Ισπανίας. Σπούδασε οπτική και οπτομετρία και εργάστηκε για μερικά χρόνια σε αυτό τον κλάδο. Πρόσφατα έγινε καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Αλικάντε. Το 2012 εξέδωσε το πρώτο της μυθιστόρημα “La saga de los longevos: La vieja familia”. Από τότε έχει εκδώσει επτά μυθιστορήματα, κάποια από τα οποία έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο. Το 2020 τιμήθηκε με τον βραβείο Planet για την Ελεονώρα της Ακουιτανίας. Θεωρείται η πιο επιτυχημένη μυθιστοριογράφος στην Ισπανία. |
Παρόλα αυτά, η νεαρή βασίλισσα έχει την ικανότητα να αφήνει πίσω της τα περασμένα. Μαθαίνει από τα λάθη της, ξέρει να επιβάλλεται, ξέρει να διοικεί, διατηρώντας παράλληλα τη γυναικεία ευαισθησία της σε συνδυασμό με την ανεξάντλητη εσωτερική της δύναμη, την οξυδέρκεια και τη διορατικότητά της. Σε όλη τη διάρκεια του έγγαμου βίου της με τον Λουδοβίκο, η Ελεονώρα δεν παραιτείται από την προσπάθεια να βρει τον δολοφόνο του πατέρα της. Αυτός είναι και ο λόγος που ακολουθεί τον βασιλιά στο προσκύνημά του στους Αγίους Τόπους, και αφήνει πίσω της την κόρη που απέκτησε μετά από προσπάθειες χρόνων, και η οποία ακόμα βρίσκεται σε βρεφική ηλικία. Στο ταξίδι αυτό θα ζήσει απώλειες που θα την πονέσουν πολύ, θα μάθει αλήθειες που θα τη σοκάρουν, θα αντιμετωπίσει εγκλεισμό και ταλαιπωρίες. Εκείνη όμως ξέρει μόνο να συνεχίζει. Γιατί όπως λέει: «Η ζωή δεν πρόκειται να γίνει ευκολότερη, μπορούμε απλώς να επιλέξουμε να είμαστε δυνατότεροι».
Η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο. Η ίδια η Ελεονώρα μας αφηγείται την ιστορία της και αναλύει τις σκέψεις και τη στρατηγική της. Παρεμβάλλονται πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις του θείου της Ραϊμόνδου του Πουατιέ, με τον οποίο εκείνη διατηρούσε παλιότερα μια ερωτική σχέση, και του Λουδοβίκου. Η αμεσότητα της αφήγησης σε πρώτο πρόσωπο, η ύπαρξη πολλών μικρών κεφαλαίων που δεν κουράζουν τον αναγνώστη παρά τον μεγάλο όγκο του βιβλίου, η απουσία βαρετών περιγραφών, η κλιμακωτή αύξηση της αγωνίας και η δεξιοτεχνία στην πλοκή και την εξέλιξη της ιστορίας, όλα αυτά εισάγουν τον αναγνώστη σε έναν κόσμο ιδιαίτερο, βυθίζοντάς τον στην απολαυστική ανάγνωση ενός βιβλίου που συνδυάζει ένταση και μυστήριο, παγανιστικές τελετές, πόλεμο και έρωτα, αιμομιξίες και ένοχα μυστικά, συνομωσίες και βεντέτες, αίμα και θάνατο.
Η συγγραφέας περιγράφει πολύ γλαφυρά το κλίμα της εποχής, το πώς κάθε οικογένεια έκρυβε τα ένοχα μυστικά της, τις ίντριγκες που αναπτύσσονταν μεταξύ των εχόντων την εξουσία, την εμπλοκή του κλήρου στα πολιτικά ζητήματα, τα ιδιαίτερα πρωτόκολλα που ίσχυαν, τους κώδικες τιμής που κάποιοι υπηρετούσαν κι άλλοι καταπατούσαν, τη δύναμη του χρήματος, που μπορούσε να εξαγοράσει μια ζωή, μια βούληση, ένα μέλλον, ακόμα και να χαρίσει άφεση αμαρτιών. Και, κυρίως, σκιαγραφεί περίφημα την εικόνα της Ελεονώρας, της μοναδικής γυναίκας που βρέθηκε διαδοχικά στο τιμόνι δύο βασιλείων, και κατάφερε να αποδείξει τις ικανότητες και την αξία της, να γίνει αποδεκτή και να θέσει τους δικούς της κανόνες. Αναμφίβολα, υπήρχε πλούσιο υλικό, στο οποίο μπορούσε να βασιστεί η συγγραφέας. Κι εκείνη, μελέτησε το υλικό αυτό εις βάθος και το αξιοποίησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Γνωρίζοντας καλά πώς να αφηγηθεί την ιστορία, δίνει τις πληροφορίες σε μικρές δόσεις, για να εξάπτει τη φαντασία και να κρατάει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Κι αν το θέμα του βιβλίου είναι από μόνο του, έτσι κι αλλιώς, πολύ ενδιαφέρον, η αφηγηματική δεξιοτεχνία της Ουρτούρι το απογειώνει. Η μετάφραση της Αγγελικής Βασιλάκου αποδίδει επιτυχώς τη συναρπαστική αφήγηση της ιστορίας της γυναίκας εκείνης που έβαλε τη σφραγίδα της και έθεσε τις βάσεις για την Ευρώπη του σήμερα.
* Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΟΥΚΟΥΛΗ είναι εκπαιδευτικός.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Δεν πρέπει να σε θεωρούν αδύναμη, δεν πρόκειται να σου χαριστούν. Η δύναμή σου δεν χρειάζεται να είναι πραγματική, το να κάνεις τους άλλους να σε βλέπουν ισχυρή είναι αρκετό για αρχή, θα σου χαρίσει το πλεονέκτημα της πρωτοβουλίας. Να κινείσαι πάντα επιθετικά, μόνον έτσι θα προχωρήσεις. Αν παίξεις άμυνα, περιορίζεσαι στο να μην χάσεις δυνάμεις ή εδάφη. Αν επιτεθείς, κερδίζεις έδαφος, όταν όμως αμύνεσαι, οπισθοχωρείς. […] Σε κάθε πόλεμο, ουσιαστικά, είμαστε πάντα μόνοι. Κι αυτό είναι καλό για όποιον έχει το σθένος να αντέξει αυτή την αλήθεια. Είναι μεγάλο πλεονέκτημα, γιατί είναι ο μόνος τρόπος για ν’ αντέξεις. Μερικές φορές στον πόλεμο το θέμα δεν είναι να κερδίσεις, αλλά ν’ αντέξεις».