Για το μυθιστόρημα του Michel Tournier «Μετέωροι» (μτφρ. Λίζυ Τσιριμώκου, εκδ. Στερέωμα). Κεντρική εικόνα: Οι δύο πρωταγωνιστές της ταινίας του Πατρίς Σερό «Ο αδελφός του» (2003).
Του Διονύση Μαρίνου
Οι Διόσκουροι, Κάστωρ και Πολυδεύκης, της Αρχαιότητας. Η Βιόλα και ο Σεμπάστιαν στη Δωδέκατη Νύχτα του Σαίξπηρ. Ο Σαμ και ο Έρικ στον Βασιλιά των Μυγών (μτφρ. Ρένα Χατχούτ, εκδ. Καστανιώτη / μτφρ. Έφη Τσιρώνη, εκδ. Διόπτρα) του Γουίλιαμ Γκόλντινγκ. Ο Χοσέ Αρκάδιο Σεγούντο και ο Αουρέλιο Σεγούντο στα Εκατό χρόνια μοναξιά (μτφρ. Μαρία Παλαιολόγου, εκδ. Ψυχογιός) του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές. Μα, και στη δική μας σύγχρονη λογοτεχνία: Οι δίδυμοι του Γιώργου Ξενάριου και οι Ψεύτικοι δίδυμοι του Χρήστου Αγγελάκου.
Το ζήτημα της διδυμίας στη λογοτεχνία
Μια πρόχειρη σταχυολόγηση είναι ικανή να δείξει πως το ζήτημα της διδυμίας δεν είναι ξένο στους μύθους και τη μυθοπλασία. Η διπλοτυπία, η αναδίπλωση, η γενετική ομοιομορφία, η ύπαρξη δύο καλουπιών σε μια εκδοχή, όπως και αν ορίσουμε τους δίδυμους, είναι μια κατάσταση που έχει απασχολήσει αρκετά τη λογοτεχνία.
Ίσως διότι δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με ένα υπαρξιακό παράδοξο, να υπάρχουν σε τούτο τον κόσμο δύο άνθρωποι που ο ένας να είναι σωσίας του άλλου, αλλά και διότι αυτή η ομοιότητα γεννάει μια συνθήκη που όλοι εμείς οι υπόλοιποι, ξέχωροι και ξεχωριστοί, προσπαθούμε να την κατανοήσουμε και να την εκλογικεύσουμε. Σε αντίθεση με τους δίδυμους που την κουβαλούν ως δεύτερο δέρμα και τη διαχειρίζονται με τον δικό τους, ολότελα ξεχωριστό τρόπο.
Ο Ζαν εξαφανίζεται, μεταβαίνει από πόλη σε πόλη κι από χώρα σε χώρα. Ξοπίσω του ο Πωλ αναζητεί το άλλο του μισό, αναζητεί τα χνάρια του, θέλει να πατήσει εκεί που περπάτησε ο αδελφός του για να ενωθεί ξανά μαζί του.
Μήπως αυτό δεν πράττουν και οι δίδυμοι στο μυθιστόρημα του Μισέλ Τουρνιέ Μετέωροι (μτφρ. Λίζυ Τσιριμώκου, εκδ. Στερέωμα); Από μικροί, ο Ζαν και ο Πωλ, άλλο δεν κάνουν από το να σκαρώνουν φάρσες ακόμη και στους γονείς τους, σε σημείο ο πατέρας τους να μην μπορεί να τους ξεχωρίσει. Αλλάζουν ρόλους, ο ένας παίρνει τη θέση του άλλου, στο τέλος δηλώνονται από όλους με μια αξεχώριστη ταυτότητα (Ζαν-Πωλ). Επιπλέον, αναπτύσσουν μια δική τους κρυφή γλώσσα, γεμάτη συνθηματικά και κωδικούς. Την ονομάζουν «ανεμική» και είναι προφανές πως πρόκειται για μια κρυπτοφασία, ολότελα ακατανόητη για τους άλλους.
Όσο, όμως, κι αν φαίνονται αξεδιάλυτοι, φαίνεται πως μεταξύ τους από πολύ νωρίς δημιουργείται ένα σχίσμα, ένα filioque στην προσωπική τους θρησκεία. Ενώ ο Πωλ είναι ο ακραιφνής της διδυμίας, αυτός που επιθυμεί σφόδρα να διατηρήσει την ένωση της μήτρας στη ζωή, ο Ζαν δείχνει να αισθάνεται αιχμάλωτος της ομοιότητας και εμφανίζει φυγόκεντρες τάσεις. Η πυροδότηση της οριστικής απάρνησής του μπρος στο άφευκτο της ομοιότητας, θα δοθεί με την εμφάνιση μιας γυναίκας, της Σοφί, την οποία ο Ζαν θέλει να παντρευτεί. Και μπορεί ο Πωλ, με την αντίσταση που προβάλει, να καταφέρνει να χαλάσει τον γάμο, εντούτοις η επανένωση δεν επέρχεται. Ο Ζαν εξαφανίζεται, μεταβαίνει από πόλη σε πόλη κι από χώρα σε χώρα. Ξοπίσω του ο Πωλ αναζητεί το άλλο του μισό, αναζητεί τα χνάρια του, θέλει να πατήσει εκεί που περπάτησε ο αδελφός του για να ενωθεί ξανά μαζί του.
Από την Βρετάνη που είναι ο τόπος καταγωγής τους, ο Ζαν –και αναπόδραστα ο Πωλ– θα μεταβούν στη Βενετία, την Τυνησία, την Ισλανδία, τον Καναδά με τελικό σταθμό το διαιρεμένο Βερολίνο. Πρόκειται για ταξίδι μύησης προς την κατανόηση του διπόλου ταυτότητα/ετερότητα, βιωμένο ξεχωριστά από τον καθένα. Ο Ζαν αναζητεί, ο Πωλ αφουγκράζεται αυτή την αναζήτηση και διά αυτής φτάνει στη δική του προσωπική Ιθάκη που μπορεί να τον οδηγεί σε μια κατάσταση αναγέννησης, αλλά όχι και ολότητας, καθώς με μιαν ιδιαίτερη τελετουργία θα χάσει το άλλο του –σωματικό– μισό.
Ο Ζαν αναζητεί, ο Πωλ αφουγκράζεται αυτή την αναζήτηση και διά αυτής φτάνει στη δική του προσωπική Ιθάκη που μπορεί να τον οδηγεί σε μια κατάσταση αναγέννησης, αλλά όχι και ολότητας...
Πέραν της εσωτερικής και της χωρικής μετατόπισης, υπάρχει και μια διάσταση χρονική-μετεωρολογική μεταξύ των δύο αδελφών. Ο Πωλ είναι ένας σταθερός πόλος, προσομοιάζει με τις εποχές και τις παλίρροιες που έρχονται με μιαν κανονικότητα. Σε αντίθεση με τον Ζαν που ρέει και εκτινάσσεται με την απρόβλεπτη εμφάνιση μια βροχής, μιας καταιγίδας ή μιας γενικότερης μετεωρολογικής αστάθειας.
Είναι, όμως, μόνο αυτό το μυθιστόρημα του Τουρνιέ; Μάλλον όχι. Η έννοια της διδυμίας δεν περιορίζεται στο δίπολο του Ζαν και του Πωλ (ιδιαιτέρως του Πωλ, καθώς οι δικές του σκέψεις εμφανίζονται περισσότερο στο μυθιστόρημα), αλλά αναπτύσσεται με διαφορετικό τρόπο και από μια παράλληλη ιστορία, αυτή του εκκεντρικού θείου των διδύμων, του Αλεξάντερ. Μα, ούτε καν κι αυτή από μόνη της φτάνει για να ορίσει το σύνολο της προβληματικής που διέπει τούτο το μυθιστόρημα.
O Μισέλ Τουρνιέ γεννήθηκε το 1924 στο Παρίσι και σπούδασε φιλοσοφία στη Σορβόννη και στο Πανεπιστήμιο του Τίμπιγκεν της Γερμανίας. Μετά την αποτυχία του στις εξετάσεις για να γίνει καθηγητής, εργάστηκε στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, ενώ παράλληλα συνεργάστηκε με τις εκδόσεις Plon ως αναγνώστης δοκιμίων και μεταφραστής. Το 1967 δημοσίευσε το “Vendredi ou Les limbes du Pacifique” (Παρασκευάς ή Στις μονές του Ειρηνικού), μια ελεύθερη διασκευή της ιστορίας του Ροβινσώνα Κρούσου. Το μυθιστόρημα αυτό, το οποίο τιμήθηκε με το Μεγάλο βραβείο μυθιστορήματος από τη Γαλλική Ακαδημία, τον κατέταξε αμέσως στους μεγάλους συγγραφείς της γενιάς του. Εκτός από μυθιστορήματα, έγραψε επίσης διηγήματα, λογοτεχνικά και ποιητικά δοκίμια και αυτοβιογραφικά κείμενα. Το έργο του Μισέλ Τουρνιέ διαπνέεται από τη σαγήνη που του ασκούν οι μύθοι, ενώ φέρει το αποτύπωμα των πολλών ταξιδιών του. Διετέλεσε μέλος της Ακαδημίας Goncourt από το 1972 έως το 2009. Πέθανε στις 18 Ιανουαρίου 2016 στο πρεσβυτέριο του Σουαζέλ, όπου ζούσε για πενήντα περίπου χρόνια. |
Ο Τουρνιέ, μέσω πολλών παρέμβλητων ιστοριών που τριγυρνούν την κεντρική, διαθλά την εμπειρία των διδύμων στις ζωές των άλλων, των παράταιρων, εκείνων που δεν έχουν βιώσει την τέλεια αμοιβαιότητα ή το πλεόνασμα που προσφέρει η δίδυμη σχέση. Οι γονείς τους είναι οι πρώτοι φορείς της ετεροφυλικής κοινότητας, οι γύρω τους το ίδιο. Τα άλλα τους αδέλφια που δεν είναι δίδυμα, όπως και όλα τα αντίστοιχα παιδιά, είναι οιονεί δολοφόνοι, κάτι σαν Κάιν που σκότωσαν μέσα στη μήτρα το δίδυμο εγώ τους. Σε αντίθεση με τους Ζαν-Πωλ που διατράνωσαν και γιόρτασαν τη συζυγία τους και δεν διανοήθηκαν να προβούν σε κάποια αδελφοκτονία.
Το μυθιστόρημα εν συνόλω λειτουργεί ως ένα συμβολικό πικαρέσκ. Τα πάντα αναζητούν το έτερο εγώ. Το άλλο μισό που θα εκπληρώσει τη συζυγία.
Ο μόνος που στέκει ως γέφυρα ανάμεσα στους δύο κόσμους (από την εδώ πλευρά οι Ζαν-Πωλ κι από την άλλη οι παράταιροι), είναι ο έκλυτος Αλεξάντερ, του οποίου η ομοφυλοφιλία τον μετατρέπει αυτομάτως σε αποσυνάγωγο, σε ένα μισό που αναζητεί την πλέρια ένωση με τυχαίους εραστές. Για τον Αλεξάντερ, που αναγκάζεται να αναλάβει την επιχείρηση του μεγάλου αδελφού του όταν εκείνος πεθαίνει, και να γίνει ο δανδής των χωματερών (διευθύνει ένα μεγάλο δίκτυο απορρόφησης και καταστροφής σκουπιδιών), η ένωση των δύο ανδρικών σωμάτων τίποτα άλλο δεν είναι παρά η αναζήτηση ενός πλήρους σχήματος, μιας διδυμικής ένωσης. Μέσα στην ετερόφυλη έρημο, ο Αλεξάντερ είναι ο φορέας μιας καθαρότητας που θα την πληρώσει ακριβά, καθώς θα σφαγιαστεί άγρια σε κάποιο από τα κακόφημα μέρη που σύχναζε στην Καζαμπλάνκα προς άγραν πρόσκαιρου εραστή.
Το μυθιστόρημα εν συνόλω λειτουργεί ως ένα συμβολικό πικαρέσκ. Τα πάντα αναζητούν το έτερο εγώ. Το άλλο μισό που θα εκπληρώσει τη συζυγία. Άνθρωποι, τόποι, ζώα: τα πάντα βρίσκονται σε φάση αναζήτησης της διττότητάς τους σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από μοναχικά πρόσωπα. Το γεγονός ότι ο Τουρνιέ συστρέφει γύρω από το κεντρικό θέμα, την οικογένεια Συρέν με προεξάρχοντες τους δίδυμους, μια πλειάδα προσώπων, υπο-πλοκών, ιστορικών αναφορών και φιλοσοφικών εκτινάξεων, μετατρέπει το μυθιστόρημα σε ένα καλειδοσκόπιο.
Στο βάθος του ορίζοντα βλέπουμε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο να ξεδιπλώνεται, στη συνέχεια τον Ψυχρό Πόλεμο και φτάνουμε έως το διχασμό της Ευρώπης με το Τείχος του Βερολίνου. Η μεγάλη ιστορία διαπερνάει τους Συρέν, καθώς η μητέρα των παιδιών συλλαμβάνεται από τους ναζί και μεταφέρεται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης με αποτέλεσμα έκτοτε να χαθούν τα ίχνη της. Ο άντρας της λίγα χρόνια μετά θα πεθάνει ολότελα αποκαρδιωμένος από το χτύπημα που του επέφερε η ζωή. Να η πρώτη σχάση που θα βιώσουν τα δίδυμα για να έρθει στη συνέχεια και η δική τους.
Κουβαλώντας μια σταθερή φιλοσοφική σκευή, ο Τουρνιέ στοχάζεται για κάμποσα θέματα που έχουν να κάνουν με τη θρησκεία, την πολιτική, τις ανθρώπινες σχέσεις, την οντολογική αναζήτηση της ανθρώπινης ταυτότητας, δίχως να παραλείπει να καρυκεύσει τα πνευματικά ευρήματά του με ευδιάκριτες νότες ειρωνείας, αλλά και ποιητικής έξαρσης.
Η γλώσσα του Τουρνιέ είναι πλούσια, γεμάτη από νοήματα που πολλές φορές αναπτύσσονται εξαντλητικά. Ελάχιστα πράγματα που συγκροτούν την πλοκή (ή μάλλον όλες τις πλοκές μέσα στην κεντρική) αφήνονται δίχως στοχαστικό σχολιασμό.
Το αποτέλεσμα είναι ένα πυκνογραμμένο και πυκνοϋφασμένο μυθιστόρημα που, καιρώ τω δέοντι, αξίζει κανείς να το ξαναπιάσει με σκοπό να βρει κι άλλες κρυφές πτυχώσεις του. Η γλώσσα του Τουρνιέ είναι πλούσια, γεμάτη από νοήματα που πολλές φορές αναπτύσσονται εξαντλητικά. Ελάχιστα πράγματα που συγκροτούν την πλοκή (ή μάλλον όλες τις πλοκές μέσα στην κεντρική) αφήνονται δίχως στοχαστικό σχολιασμό. Η Λίζυ Τσιριμώκου, εμπειρότατη μεταφράστρια, μαζεύει όλες αυτές τις ψηφίδες με περισσή επιμέλεια προσφέροντάς μας ένα κείμενο που χρειάζεται την απαραίτητη προσήλωση για να κατανοηθεί, αλλά που αν συμβεί, το αποτέλεσμα δικαιώνει το αναγνωστικό θάλπος.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Μπλε ήλιος» (εκδ. Μεταίχμιο).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Ένα από τα ωραιότερα κοσμήματα της “τερατωδίας” μας, ήταν σίγουρα αυτή η κρυπτοφασία, η ανεμική, το ανεξιχνίαστο ιδίωμα που μας επέτρεπε να συζητάμε επί ώρες, δίχως οι παριστάμενοι να μπορούν να παρεισφρήσουν στο νόημα της ομιλίας μας. Η κρυπτοφασία, που δημιουργούν για λογαριασμό τους οι περισσότεροι γνήσιοι δίδυμοι, αποτελεί σίγουρα μια δύναμη κι ένα τεκμήριο περηφάνιας γι’ αυτούς, έναντι των παράταιρων άλλων. Ωστόσο, τούτο το πλεονέκτημα πληρώνεται πανάκριβα στις περισσότερες περιπτώσεις, αφού αποδεικνύεται σαφώς ότι αυτό το διδυμικό ιδίωμα αναπτύσσεται εις βάρος της κανονικής γλώσσας και, συνεπώς, της κοινωνικής ευφυίας. Οι στατιστικές πιστοποιούν ότι σε μια πλούσια, δυναμική, σύνθετη κρυπτοφασία αντιστοιχεί μια κανονική γλώσσα φτωχή, ισχνή και στοιχειώδης».