Για το μυθιστόρημα της Bianca Bellova «Η Λίμνη» (μτφρ. Ανδριάνα Χονδρογιάννη, εκδ. Βακχικόν). Φωτογραφία © Daniel Jensen / Unsplash
Της Χριστίνας Μουκούλη
Πώς μπορεί να τα βγάλει πέρα ένα παιδί μέσα σε έναν σκληρό κι απάνθρωπο κόσμο όταν, ενώ έχει ανάγκη από μια ζεστή αγκαλιά, από τρυφερότητα και στοργή, αντιμετωπίζει τη βία, την κακοποίηση και τη μοναξιά; Όταν γύρω του καταρρέουν τα πάντα και δεν υπάρχει σημείο αναφοράς να στηριχτεί; Πόσο μπορεί να αντέξει κανείς χωρίς νερό; Πόσο μπορεί να αντέξει κανείς χωρίς αγάπη;
Η σκληρή πορεία ενός παιδιού προς την ενηλικίωση χωρίς αγάπη
Η Τσέχα συγγραφέας, μεταφράστρια και διερμηνέας Μπιάνκα Μπέλοβα αναζητεί τις απαντήσεις στην ιστορία του τρίχρονου Νάμι που ζει με τον παππού και τη γιαγιά του σε ένα ψαροχώρι στις όχθες της Λίμνης. Μιας λίμνης χωρίς όνομα, της οποίας η στάθμη χρόνο με τον χρόνο κατεβαίνει και το μολυσμένο νερό της προκαλεί έκζεμα στο δέρμα των παιδιών. Δεν ξέρει ποιοι είναι οι γονείς του και πού βρίσκονται. Θα έδινε τα πάντα για να έχει έναν πατέρα. Ακόμη και η εικόνα ενός πατέρα που θα τον έδερνε με κάθε ευκαιρία, για τον Νάμι φαντάζει μια πανέμορφη φαντασίωση. Από τη μητέρα του, διατηρεί μόνο μια φευγαλέα, αμφίβολη ανάμνηση.
Όμως, ο μικρούλης ήρωας της Μπέλοβα μαθαίνει να είναι ευχαριστημένος με ό,τι έχει και, όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά, εξασκείται στο να σπάει αντικείμενα με το σφυρί του παππού του. Ο παππούς του είναι ψαράς. Κατά τη διάρκεια μιας κακοκαιρίας χάνεται στα νερά της λίμνης μαζί με άλλους άνδρες του χωριού. Πλέον του μένει μόνο η γιαγιά, η οποία τον φροντίζει, του λέει ιστορίες και του φτιάχνει τηγανίτες. Η γιαγιά που γερνάει και η όρασή της μειώνεται. Όταν εκείνη πέφτει και σπάει τον γοφό της, δεν μπορεί πια να επανέλθει ως ενεργό μέλος στην τοπική κοινωνία και να προσφέρει σε αυτήν, οπότε με εντολή του γιατρού και του προέδρου του κολχόζ, στέλνεται στο Πνεύμα της Λίμνης. Ο Νάμι μένει μόνος. Είναι κοντά στα δέκα. Στο σπίτι του εγκαθίσταται ο πρόεδρος του κολχόζ με την οικογένειά του, ο οποίος τον κακοποιεί, τον αφήνει νηστικό και τον κλειδώνει στο κοτέτσι. Μόνη του παρηγοριά η συνομήλική του Ζάζα, η πρώτη του αγάπη. Μπαίνουν και οι δύο στην εφηβεία και μαζί αρχίζουν να ανακαλύπτουν το σώμα τους και τις επιθυμίες που ξυπνά ο ένας στον άλλον. Υπάρχουν όμως και οι Ρώσοι στρατιώτες που βιάζουν, σκοτώνουν, καταπατούν ανεξέλεγκτα και χωρίς επιπτώσεις. Η Ζάζα γίνεται ένα από τα θύματά τους. Η εικόνα του βιασμού της από τον Ρώσο στρατιώτη, θα στοιχειώνει τη σκέψη του Νάμι ες αεί. Και εφόσον δεν έχει πια τίποτα να τον κρατά εκεί, αποφασίζει να εγκαταλείψει το χωριό του και να πάει στην πρωτεύουσα, με την ελπίδα να συναντήσει τη μητέρα του. Δουλεύει όπου βρει: ξεφορτώνει εμπορεύματα, στρώνει άσφαλτο στους δρόμους, φορτώνει θειάφι από τον ξεραμένο πυθμένα της λίμνης.
Οι άνθρωποι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, έχοντας χάσει την συνείδηση και την αξιοπρέπειά τους, συντονίζουν τον ρυθμό της ζωής τους με ό,τι τους εξασφαλίζει τον αυριανό επιούσιο. Οι άρρωστοι και οι αδύναμοι είναι καταδικασμένοι.
Είναι μόνος, ταλαιπωρημένος και εξαντλημένος. Κλείνει τα αυτιά και τα μάτια του στις αγριότητες που συμβαίνουν γύρω του, στα λαϊκά δικαστήρια που στήνονται με την πρώτη ευκαιρία. Η χώρα βρίσκεται σε συνθήκες κατοχής. Το άγαλμα του ευγενικού Πολιτικού, ο οποίος ευθύνεται για την κατάσταση, κοσμεί τους δημόσιους χώρους. Κανείς δεν τολμά να διαμαρτυρηθεί ή να πει τη γνώμη του. Η ελευθερία είναι άγνωστη λέξη. Ο Νάμι νιώθει φοβισμένος και αδύναμος μπροστά σε αυτούς που κατέχουν την εξουσία και κάνουν κατάχρηση της δύναμής τους. Στο πατριαρχικό καθεστώς που επικρατεί, οι γυναίκες υφίστανται βία, εξευτελισμούς και κακοποίηση, όμως υπακούν στους άντρες και σιωπούν. Οι άνθρωποι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, έχοντας χάσει την συνείδηση και την αξιοπρέπειά τους, συντονίζουν τον ρυθμό της ζωής τους με ό,τι τους εξασφαλίζει τον αυριανό επιούσιο. Οι άρρωστοι και οι αδύναμοι είναι καταδικασμένοι.
Όπου απουσιάζει το νερό, σκόνη σκεπάζει τα πάντα
Αν και η αφήγηση είναι εστιασμένη στον Νάμι, πρωταγωνίστρια του βιβλίου είναι, άλλοτε με την παρουσία της κι άλλοτε με την απουσία της, η Λίμνη. Όλα γίνονται δίπλα, γύρω ή μέσα σε αυτή. Στα νερά της ζουν τα ψάρια που θρέφουν τους κατοίκους του χωριού και τους εξασφαλίζουν εργασία. Από τα νερά της ποτίζονται τα χωράφια και οι κήποι. Από τον ξεραμένο βυθό της, αργότερα, βγάζουν το θείο. Και από την άλλη μεριά, το αντίπαλο δέος, η σκόνη. Χρόνο με τον χρόνο, η μείωση του νερού και η έλλειψη υγρασίας κάνει τη σκόνη να αποκτά κυρίαρχο ρόλο. Σκονισμένος κάθε δρόμος και κάθε μονοπάτι, σκονισμένα τα σπίτια, οι εγκαταστάσεις που έχουν αφήσει πίσω τους οι Ρώσοι, τα αγάλματα μα και οι άνθρωποι. Σκόνη καλύπτει τα ρούχα και τα πρόσωπά τους, κολλά μαζί με τον ιδρώτα στις χαρακιές από τις ρυτίδες τους, μπαίνει στα ρουθούνια τους, θολώνει το νερό που πίνουν. Μια σκόνη μολυσμένη, που φέρνει αρρώστια και θάνατο. Άρρωστα σώματα, δηλητηριασμένα από το μολυσμένο νερό, κι άρρωστες ταλαιπωρημένες ψυχές. Ένα σεληνιακό, ερημοποιημένο τοπίο, όπου το στοιχείο της ζωής συρρικνώνεται και κάθε τι θετικό είναι σε φθίνουσα πορεία. Αυτός ο κόσμος όπου έλαχε στον Νάμι να γεννηθεί, είναι απάνθρωπος.
Άρρωστα σώματα, δηλητηριασμένα από το μολυσμένο νερό, κι άρρωστες ταλαιπωρημένες ψυχές. Ένα σεληνιακό, ερημοποιημένο τοπίο, όπου το στοιχείο της ζωής συρρικνώνεται και κάθε τι θετικό είναι σε φθίνουσα πορεία. Αυτός ο κόσμος όπου έλαχε στον Νάμι να γεννηθεί, είναι απάνθρωπος.
Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε τέσσερα μέρη, που αντιστοιχούν στις ηλικιακές φάσεις του Νάμι και στην πορεία που ακολουθεί η ενηλικίωσή του: Έμβρυο, Κάμπια, Χρυσαλλίδα, Ενηλικίωση. Η διαδρομή του από τα τρία έως τα δεκαεπτά του χρόνια, η οποία είναι τόσο συμπυκνωμένη σε εμπειρίες, πόνο και δυσκολίες, όσο για άλλους είναι μια ολόκληρη ζωή. Το βίαιο και αναγκαστικό πέρασμά του στην ωριμότητα, του μαθαίνει να είναι πάντα ετοιμοπόλεμος. Μέχρι τα δεκαεπτά του ο Νάμι έχει γνωρίσει φτώχεια, ορφάνια, θανάτους, κακοποίηση, πείνα. Ζει δίπλα σε μια λίμνη που σταδιακά χάνει το νερό της, και μέσα σε μια κοινωνία που έχασε την ελευθερία και τώρα χάνει την ανθρωπιά της. Νερό και ελευθερία, τα ων ουκ άνευ της ζωής. Και εκείνος, ένας νέος, ενήλικας πλέον, που αναζητά ένα νόημα, που ψάχνει να βρει τι είναι τελικά αυτό που αξίζει στη ζωή. Όμως για να το ανακαλύψει αυτό, πρέπει να ξαναγυρίσει εκεί απ’ όπου ξεκίνησε.
Η Μπιάνκα Μπέλοβα γεννήθηκε το 1970 στην Πράγα. Σπούδασε στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Πράγας. Είναι συγγραφέας, μεταφράστρια και διερμηνέας. Έκανε την εμφάνισή της στη λογοτεχνία τo 2009 με το Συναισθηματικό μυθιστόρημα και ακολούθησαν το 2011 ο Νεκρός άνθρωπος, το 2013 το Τίποτα δεν συμβαίνει όλη μέρα και το 2016 Η Λίμνη, το οποίο μεταφράστηκε σε είκοσι γλώσσες, αναδείχτηκε Βιβλίο της Χρονιάς στην Τσεχία το 2017, κερδίζοντας το βραβείο Magnesia Litera και το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Χωρίς περιττές λέξεις, χωρίς πλατειασμούς και κουραστικές περιγραφές, η συγγραφέας παραθέτει μόνο τα απαραίτητα για την εξέλιξη της πλοκής στοιχεία, ακολουθώντας τον τρόπο που βλέπει τα γεγονότα ένα παιδικό βλέμμα: καταγράφει μόνο τα σημαντικά και ουσιώδη για την ύπαρξή του. Κι αυτά δεν είναι άλλα από τους ανθρώπους που αγαπά, το σπίτι που ζει, και εκείνα που είναι απαραίτητα για την επιβίωσή του. Η λιτότητα, ο ρεαλισμός, η αμεσότητα, η ταχύτητα και ο κοφτός, στακάτος λόγος, που κόβει την ανάσα, είναι τα χαρακτηριστικά του βιβλίου, το οποίο εισάγει τον αναγνώστη σε μια ατμόσφαιρα παράξενη, σε έναν κόσμο ανοίκειο, σκοτεινό και καταθλιπτικό, όπου ένα παιδί αντιμετωπίζει από πολύ νωρίς την σκληρότητα της ζωής, αναζητώντας διαρκώς μια χαραμάδα ελπίδας.
Η λιτότητα, ο ρεαλισμός, η αμεσότητα, η ταχύτητα και ο κοφτός, στακάτος λόγος, που κόβει την ανάσα, είναι τα χαρακτηριστικά του βιβλίου, το οποίο εισάγει τον αναγνώστη σε μια ατμόσφαιρα παράξενη...
Η συγγραφέας σε μια συνέντευξή της είχε πει ότι η λογοτεχνία, ακόμα κι αν δεν προκαλέσει επανάσταση, μπορεί να κάνει τη διαφορά σε κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα. Ότι τα βιβλία μπορούν να κάνουν τους ανθρώπους να δουν τα πράγματα από διαφορετική οπτική γωνία. Και μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα, ότι Η Λίμνη, είναι ένα από αυτά τα βιβλία. Η μετάφραση της Ανδριάνας Χονδρογιάννη λειτουργική, διατηρεί και αποδίδει τον λιτό και άμεσο λόγο της Μπέλοβα.
* Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΟΥΚΟΥΛΗ είναι εκπαιδευτικός.
Η Λίμνη
ΜΠΙΑΝΚΑ ΜΠΕΛΟΒΑ
Μτφρ. ΑΝΔΡΙΑΝΑ ΧΟΝΔΡΟΓΙΑΝΝΗ
ΒΑΚΧΙΚΟΝ 2021
Σελ. 204, τιμή εκδότη €12,70
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Όλες οι βρύσες είναι στεγνές, άχρηστες, και οι γούρνες από κάτω είναι άδειες, εκτός από τους σωρούς σκόνης.
Η σκόνη είναι παντού, έρχεται από όλες τις κατευθύνσεις. Κολλάει στα κλαδιά των δέντρων, στα φύλλα του γρασιδιού, στα έλυτρα των εντόμων, στους βλεννογόνους του Νάμι και στις παλάμες των χεριών του. Μπαίνει στα παπούτσια του μέσα απ’ τις τρύπες των κορδονιών του».