Για το μυθιστόρημα της Kate Quinn «Το δίκτυο Alice» (μτφρ. Γωγώ Αρβανίτη, εκδ. Κλειδάριθμος).
Της Λεύκης Σαραντινού
Το Δίκτυο Alice έχει ταξινομηθεί από κριτικούς και αναγνώστες, κατά κύριο λόγο, ως κατασκοπευτικό μυθιστόρημα, όμως είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Για την ακρίβεια, πρόκειται για ένα από τα καλύτερα βιβλία που εκδόθηκαν τη χρονιά που μας πέρασε, τόσο με λογοτεχνικά όσο και με ιστορικά κριτήρια. Ένα αριστοτεχνικά δομημένο ιστορικό και κατασκοπευτικό μυθιστόρημα, που εστιάζει στις μνήμες των δύο παγκόσμιων πολέμων.
Θεματικά, η Κέιτ Κουίν θίγει με άρτιο λογοτεχνικά τρόπο μια πτυχή της ιστορίας, παντελώς άγνωστης στους περισσότερους αναγνώστες: κι αυτή δεν είναι άλλη από τη δράση και την προσφορά των γυναικών κατασκόπων στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Να επισημάνουμε ότι οι περισσότερες κατασκοπευτικές ιστορίες που έχουν εκδοθεί αφορούν τη δράση ανδρών κατασκόπων, και κυρίως κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στο μυθιστόρημα εκτυλίσσονται δύο παράλληλες αφηγήσεις: η μία το 1915, μεσούντος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η οποία αποτελεί την αμιγώς κατασκοπευτική ιστορία· και η δεύτερη, η οποία διαδραματίζεται μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1947, η οποία έχει περισσότερο ιστορική, κοινωνική και ψυχολογική βαρύτητα.
Μέσα, λοιπόν, από την ιστορία της πρωταγωνίστριας Ιβ Γκάρντινερ, ενός επινοημένου χαρακτήρα, παρακολουθούμε και μαθαίνουμε τη ζωή και τη δράση της «βασίλισσας των κατασκόπων» Λουίζ ντε Μπεττινί (Louise de Bettignies), της αρχηγού του δικτύου Alice, το οποίο υπήρξε το μεγαλύτερο κατασκοπευτικό δίκτυο κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με έδρα τη Λιλ της Γαλλίας. Η Λουίζ, με το κωδικό όνομα Αλίς Ντιμπουά, αποτέλεσε φαινόμενο στην ιστορία της κατασκοπείας. Αλλάζοντας διαρκώς ταυτότητες, κατάφερνε να διασχίζει άφοβα και με χαρακτηριστική ευκολία τις γερμανοκρατούμενες περιοχές της Γαλλίας και να περνά στην ελεύθερη Γαλλία, το Βέλγιο, τη Βρετανία και την Ολλανδία, μεταφέροντας πολύτιμες πληροφορίες. Η πρωταγωνίστρια του βιβλίου Ιβ, τη θαυμάζει και, παρόλο που τραυλίζει όταν μιλάει, φιλοδοξεί να την ξεπεράσει σε επιδόσεις, όταν όμως τη γνωρίζει από κοντά καταλαβαίνει ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατον. Δεν θα συνεχίσουμε με πληροφορίες για τη δράση της Βασίλισσας, μιας κι αυτές οι ιστορίες ξετυλίγονται με τρόπο συναρπαστικό στις σελίδες του βιβλίου της Κουίν.
Στο μυθιστόρημα εκτυλίσσονται δύο παράλληλες αφηγήσεις: η μία το 1915, μεσούντος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η οποία αποτελεί την αμιγώς κατασκοπευτική ιστορία· και η δεύτερη, η οποία διαδραματίζεται μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1947, η οποία έχει περισσότερο ιστορική, κοινωνική και ψυχολογική βαρύτητα.
Μια Αμερικανίδα φοιτήτρια
Πρωταγωνίστρια στη δεύτερη αφήγηση είναι η Τσάρλι, μια έγκυος Αμερικανίδα φοιτήτρια η οποία ψάχνει απεγνωσμένα την αγαπημένη ξαδέλφη της, τη Ροζ που έχει εξαφανιστεί. Η αναζήτησή της την οδηγεί στην παλαίμαχο κατάσκοπο Ιβ, η οποία βασανίζεται από επώδυνες μνήμες και από τύψεις που την κατατρύχουν. Η μοναδική της συντροφιά και η παρηγοριά της είναι το ουίσκι. Μαζί με τον σοφέρ της Ιβ, τον μυστηριώδη Σκοτσέζο Φιν, οι δύο γυναίκες θα αναζητήσουν την αλήθεια, μια αλήθεια άμεσα συνδεδεμένη με το παρελθόν. Κι ενώ καθένας τους φέρει τα δικά του τραύματα, η αποστολή αυτή θα οδηγήσει όλους στη λύτρωση.
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η σχέση των δύο γυναικών και τα στάδια που αυτή περνά καθώς εξελίσσεται. Αξίζει, επίσης κανείς να σταθεί στην προσπάθεια της Κουίν να διεισδύσει στην ψυχολογία τόσο των εν δράση κατασκόπων και των «κακών» δωσίλογων της ιστορίας, όσο και στα συναισθήματα μιας παλαίμαχου κατασκόπου, ενός πρώην κατάδικου και μιας ανύπαντρης εγκύου, περιγράφοντας τους σύνθετους τρόπους με τους οποίους ο πόλεμος τους επηρέασε.
Ταυτόχρονα με τις δύο ιστορίες –πραγματικά καταιγιστικές ως προς την εξέλιξή τους–, μαθαίνουμε πολλά για την εκπαίδευση αλλά και τη δύσκολη και ριψοκίνδυνη ζωή των κατασκόπων, τις δυσκολίες των Συμμάχων στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη διαμόρφωση της κοινωνίας και των στερεοτύπων της μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στα ερείπια μιας Ευρώπης ρημαγμένης, που τη στοιχειώνουν οι μνήμες του παρελθόντος.
Προς το τέλος του βιβλίου, η Κουίν κινείται σωστά και διαχωρίζει τον μύθο από την ιστορική αλήθεια. Ακολουθεί τον βασικό κανόνα του ιστορικού μυθιστορήματος, που για κάποιους αποτέλεσε και τη συνταγή της επιτυχίας: οι βασικοί μυθοπλαστικοί χαρακτήρες του βιβλίου πλαισιώνονται από αληθινά, ιστορικά πρόσωπα. Η επινοημένη ιστορία μπλέκεται με τα ιστορικά γεγονότα, σε μια ενιαία αφήγηση· έντονα περιγραφική και κινηματογραφική. Στο τέλος οι δύο ιστορίες συναντιούνται σε ένα καταιγιστικό, όσο και απρόσμενο φινάλε. Αναμφίβολα, ένα βιβλίο που δεν θα αφήσει κανέναν αναγνώστη του ασυγκίνητο.
* Η ΛΕΥΚΗ ΣΑΡΑΝΤΙΝΟΥ είναι συγγραφέας, ιστορικός και καθηγήτρια μουσικής. Τελευταίο της βιβλίο, η μελέτη «Μύθοι που έγιναν ιστορία» (εκδ. Ενάλιος).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Γιατί ο πόλεμος για το κάθε άνθρωπο ήταν κάτι διαφορετικό. Για μένα ήταν οι ασκήσεις άλγεβρας στο σπίτι και η καθημερινή αναμονή για γράμματα από τη Ροζ και τον Τζέιμς. Για τους γονείς μου ήταν Κήποι της Νίκης, εξορμήσεις με το αυτοκίνητο για περισυλλογή μετάλλων και γκρίνια από τη μητέρα μου, που ήταν αναγκασμένη να φοράει μεϊκάπ στα πόδια της αντί για μεταξωτές κάλτσες. Και για τον δύστυχο αδελφό μου ο πόλεμος ήταν… Αρνιόταν να πει πώς ήταν για κείνον ο πόλεμος και αυτό τον έκανε να χώσει στο στόμα του ένα τουφέκι».