Για το μυθιστόρημα του José Saramago «Η χρονιά θανάτου του Ρικάρντο Ρέις» (μτφρ. Αθηνά Ψυλλιά, εκδ. Καστανιώτη). Στην κεντρική εικόνα, ο Chico Díaz από την κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου, σε σκηνοθεσία του João Botelho, η οποία παρουσιάστηκε στο 43ο φεστιβάλ ταινιών του Σαν Πάολο, τον Οκτώβριο του 2020.
Της Νίκης Κώτσιου
Ο Ρικάρντο Ρέις υπήρξε ένας από τους (πολλούς) ετερώνυμους του μεγάλου Πορτογάλου ποιητή Φερνάντο Πεσόα (1888-1935). Καθένας από αυτούς τους ετερώνυμους δεν αποτελούσε ένα απλό alter ego, αλλά λειτουργούσε ως (επινοημένη) οντότητα με πλήρες βιογραφικό, που «διεκδικούσε» μια αυτονομημένη λογοτεχνική ύπαρξη με τους δικούς της όρους και εκφραζόταν με ιδιαίτερο ύφος. Πάνω στους πολυάριθμους ετερώνυμους ο Πεσόα άπλωνε, επιμέριζε αλλά και πολλαπλασίαζε τη δική του πολυσχιδή ύπαρξη αναθέτοντας στον καθένα διακριτό ρόλο και μια ξεχωριστή αποστολή.
Επιχειρώντας να αποκαταστήσει τη χαμένη ενότητα ενός κατακερματισμένου κόσμου, ο Πεσόα επινοεί πιθανές ταυτότητες, που του επιτρέπουν να μετέχει σε όλο το εύρος και τη συνθετότητα της ζωής. Γνωστότεροι ετερώνυμοι του Πεσόα υπήρξαν οι Άλβαρο ντε Κάμπος (μηχανικός, υμνητής της τεχνολογίας και του φουτουρισμού), ο Αλμπέρτο Καέιρο (σοφός παγανιστής που ζούσε απομονωμένος στην εξοχή), ο Ρικάρντο Ρέις (φιλομοναρχικός, αρχαιολάτρης). Εκτός από συντηρητικός και αρχαιοδίφης, ο Ρικάρντο Ρέις ήταν επίσης γιατρός και ποιητής, που ζούσε στη Βραζιλία και συνέθετε ωδές, σύμφωνα με τα κλασικιστικά αισθητικά ιδεώδη. Αυτός ο συγκεκριμένος ετερώνυμος του Πεσόα, ο μορφωμένος αστός που εμφορείται από ποιητική ευαισθησία και κάνει μια μετρημένη και μάλλον άχρωμη ζωή, έρχεται να πρωταγωνιστήσει στο μυθιστόρημα του νομπελίστα Ζοζέ Σαραμάγκου Η χρονιά θανάτου του Ρικάρντο Ρέις (1986). Διπλά επινοημένος λοιπόν, ο Ρικάρντο Ρέις, που προέκυψε ως αποκύημα της πολυπρόσωπης φαντασίας του Πεσόα, γίνεται επίσης μυθιστορηματικός ήρωας του Σαραμάγκου.
Μέσα στο εγώ του εγκιβωτίζονται πολλοί άλλοι, όχι μόνο φανεροί αλλά και άδηλοι, που τους εσωτερικεύει και τους κουβαλά ισοβίως, δεμένος αξεχώριστα μαζί τους. Και πώς όχι: Ο Ρέις ενσωματώνει τον Πεσόα, που τον δημιούργησε και συγχρόνως εμφορείται από την πνοή και την ουσία του Σαραμάγκου, που τον επανεπινόησε χαρίζοντάς του μια επιπλέον «ζωή».
Στη Χρονιά θανάτου του Ρικάρντο Ρέις, ο παντογνώστης αφηγητής μάς χαρίζει άνετη πρόσβαση στο μυαλό του Ρέις. Παρακολουθούμε τη σκέψη του και γινόμαστε κοινωνοί των κάθε είδους υπαρξιακών προβληματισμών του, τη στιγμή ακριβώς που γεννιούνται στη συνείδησή του. Αυτό που κυρίως τον απασχολεί είναι η «πληθυντικότητα» του εαυτού του, ο Ρέις νιώθει να τον ενοικούν αναρίθμητοι εαυτοί, που δεν είναι πάντα σε θέση να ξεχωρίσει, κι αισθάνεται να χάνεται μέσα σ’ έναν κυκεώνα επιθυμιών και εσωτερικών αιτημάτων, των οποίων αγνοεί τις καταβολές και τα κίνητρα. Μέσα στο εγώ του εγκιβωτίζονται πολλοί άλλοι, όχι μόνο φανεροί αλλά και άδηλοι, που τους εσωτερικεύει και τους κουβαλά ισοβίως, δεμένος αξεχώριστα μαζί τους. Και πώς όχι: Ο Ρέις ενσωματώνει τον Πεσόα, που τον δημιούργησε και συγχρόνως εμφορείται από την πνοή και την ουσία του Σαραμάγκου, που τον επανεπινόησε χαρίζοντάς του μια επιπλέον «ζωή».
Στη Χρονιά θανάτου του Ρικάρντο Ρέις, ο Ρέις επιστρέφει από τη Βραζιλία στη Λισαβόνα και καταλύει στο ξενοδοχείο Μπραγκάνσα. Περνά τη μέρα του διασχίζοντας την πόλη και προσπαθώντας εις μάτην να εκπονήσει ένα σχέδιο δράσης, που θα τον επανεντάξει στην κοινωνική ζωή. Μέσα στο αενάως βροχερό τοπίο μιας χιμαιρικής Λισαβόνας, ο Ρέις μοιάζει να χάνει όλο και περισσότερο τον εαυτό του. Η άσκοπη περιπλάνηση στο λαβύρινθο της πόλης αναστατώνει το ψυχικό τοπίο του πρωταγωνιστή, καθώς αναλώνεται στους μαιάνδρους ανησυχητικών και μάταιων σκέψεων. Ο αστικός ιστός είναι ένας αόρατος ιστός αράχνης, που καταπίνει και μετά πάλι ξερνά τον ανυποψίαστο οδοιπόρο. Τόπος του θαυμαστού και του τυχαίου, τόπος ανέλπιστων συναντήσεων και αναπάντεχων εμπειριών, η πόλη επιφυλάσσει εκπλήξεις αλλά και ξέρει να κρύβει μυστικά. Σημαδεμένη από το πέρασμα του χρόνου, η Λισαβόνα διασώζει τη μνήμη και γίνεται ένα παλίμψηστο με πολλαπλές εγγραφές, που απορροφούν και αποτυπώνουν την ανθρώπινη εμπειρία. Μέσ’ από το κρυπτικό «κείμενο» της πόλης, ο περιπλανώμενος προσπαθεί αποκωδικοποιώντας να οδηγηθεί στο νόημα της δικής του ύπαρξης.
Σημαδεμένη από το πέρασμα του χρόνου, η Λισαβόνα διασώζει τη μνήμη και γίνεται ένα παλίμψηστο με πολλαπλές εγγραφές, που απορροφούν και αποτυπώνουν την ανθρώπινη εμπειρία. Μέσ’ από το κρυπτικό «κείμενο» της πόλης, ο περιπλανώμενος προσπαθεί αποκωδικοποιώντας να οδηγηθεί στο νόημα της δικής του ύπαρξης.
Σε μια βόλτα στο νεκροταφείο, ο Ρέις αναζητεί τον τάφο του προσφάτως θανόντα Φερνάντο Πεσόα. Μετά από λίγο, ο Πεσόα θα εμφανιστεί ενσώματος και κοστουμαρισμένος μπροστά στα μάτια του Ρικάρντο, εγκαινιάζοντας μια σειρά αναπάντεχων συναντήσεων δημιουργού και δημιουργήματος, στο πλαίσιο των οποίων οι δύο άντρες, τοποθετημένοι αμφότεροι μέσα στη δημιουργική φαντασία του Σαραμάγκου, θα ανταλλάξουν φιλοσοφικές απόψεις για τη ζωή και την τέχνη. Μέσα σ’ αυτό το αδιανόητο μεταμυθοπλαστικό παιχνίδι, τελείται μια εναγώνια αναζήτηση ταυτότητας και νοήματος. Αυτονομημένο το δημιούργημα διαλέγεται με τον δημιουργό του. Συγχρόνως, δημιούργημα και δημιουργός εξυπηρετούν το όραμα ενός άλλου δημιουργού, που σκηνοθετεί την εμπλοκή τους σε μια πρωτόγνωρη υπαρξιακή συνθήκη. Όλοι μετέχουν στο όνειρο ενός άλλου, χωρίς να ξέρουν ότι ονειρεύονται. Ο Ρέις διαβάζει μάλιστα το βιβλίο Ο θεός του λαβύρινθου ενός Χέρμπερτ Κουέην, που, απ’ ότι μαθαίνουμε, είναι ένα ανύπαρκτο βιβλίο, ανύπαρκτου συγγραφέα, οφειλόμενου μόνο στη φαντασία του Μπόρχες. Η γενεαλογία των δημιουργών και γεννητόρων δεν έχει τέλος και σ΄ αυτήν υπεισέρχονται διαρκώς καινούρια ονόματα, όπως κι αυτό του εθνικού ποιητή της Πορτογαλίας Καμόες, που επανέρχεται συνεχώς δίνοντας καινούριες και ανύποπτες διαστάσεις στα τεκταινόμενα.
Ο Ρικάρντο Ρέις συναντά και συνδιαλέγεται με τον Φερνάντο Πεσόα, σε μια σκηνή από την ταινία του João Botelho. |
Όμως ο ετερώνυμος Ρέις, που προσπαθεί να διεκδικήσει μια αυθεντική πνευματική ζωή χωρίς να στοιχειώνεται από το φάντασμα του Πεσόα, είναι επίσης ένας (βολεμένος) αστός. Θα μπει για λίγο στον πειρασμό να δράσει αλλά θα καταλήξει παθητικός, αμέτοχος θεατής. Εν έτει 1936, η ταραγμένη ζωή της χώρας του αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης περνάει δίπλα του σα να μην τον αφορά καθόλου. Η δικτατορία του Σαλαζάρ, ο εμφύλιος στην Ισπανία, η άνοδος του φασισμού και ο αχός του πολέμου αναστατώνει προς στιγμήν τον ποιητή, χωρίς ωστόσο να τον βγάλει απ’ την αταραξία του. Η θυελλώδης πολιτική ζωή κυλά ερήμην του και δεν τον αποσπά από τα πάγια ενδιαφέροντά του, που είναι η ποίηση αλλά και ο έρωτας.
Ο Ζοζέ ντε Σούζα Σαραμάγκου (1922-2010) γεννήθηκε στο μικρό χωριό Αζινιάγκα της Πορτογαλίας από γονείς φτωχούς ακτήμονες αγρότες, μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Λισαβόνας. Εντελώς αυτοδίδακτος, εξέδωσε το 1947 το μυθιστόρημα Γη της αμαρτίας, που μεσούσης της δικτατορίας του Σαλαζάρ πέρασε απαρατήρητο. Κομμουνιστής με παράνομη πολιτική δράση, εργάστηκε για πολλά χρόνια σε εκδοτικούς οίκους και σε εφημερίδες ως σχολιαστής, ως υπεύθυνος λογοτεχνικών σελίδων και ως βιβλιοκριτικός. Μετά την επανάσταση του 1974 υπήρξε για ένα διάστημα υποδιευθυντής της μεγάλης εφημερίδας της Λισαβόνας "Diarios de Noticias". Έγινε ένας από τους πιο γνωστούς συγγραφείς στη χώρα του χάρη κυρίως στα μυθιστορήματά του. Το 1998 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ζούσε στα Κανάρια Νησιά, όπου κατέφυγε το 1993, όταν κορυφώθηκε η ρήξη του με την πορτογαλική Εκκλησία με αφορμή το έργο του Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιο. Πέθανε σε ηλικία 87 ετών στο νησί Λανθαρότε, στα Κανάρια Νησιά, στις 18 Ιουνίου 2010. |
Ο Ρέις είναι σφοδρά ερωτευμένος με τη λεπτεπίλεπτη και πλούσια Μαρσέντα αλλά καταλήγει να συνευρίσκεται και να εκτονώνεται με την ταπεινή Λίντια, καθαρίστρια στο ξενοδοχείο όπου διαμένει. Η άπιαστη Μαρσέντα, φεύγουσα και διαφεύγουσα, είναι η ονειρεμένη μούσα που δίνει μια φευγαλέα υπόσχεση ευτυχίας κι εξαφανίζεται, σε αντίθεση με τη γήινη και ακάματη Λίντια, που, χωρίς να διαθέτει τίποτα το ποιητικό και υψηλό, προσφέρει απλόχερα τον εαυτό της χωρίς καθόλου να φείδεται και να διστάζει. Αυτός ο δισυπόστατος έρως, με την πνευματική και σαρκική του εκδοχή, στοιχειώνει κι απασχολεί τον Ρικάρντο πολύ περισσότερο από το φάντασμα του επίμονου Πεσόα, που συνεχίζει να εμφανίζεται μπροστά του, χωρίς ωστόσο να του προκαλεί τρόμο ή αγωνία.
Σε αντίθεση με τις κλασικές αφηγήσεις, στη Χρονιά θανάτου του Ρικάρντο Ρέις ο αφηγητής δεν προσπαθεί να σβήσει τα ίχνη του και να περάσει απαρατήρητος, αλλά διατρανώνει παντού και πάντα την παρουσία του με μια στεντόρεια φωνή. Σχολιάζει, κριτικάρει, προοικονομεί και αναπτύσσει αξιοσημείωτες πολιτικές και ιδεολογικές θέσεις. Ενίοτε, μιλά άμεσα στον αναγνώστη και καταθέτει ευθέως απόψεις και αντιρρήσεις. Αν και το μυθιστόρημα διαδραματίζεται εν έτει 1936, ο αφηγητής εμφανίζεται να γνωρίζει την έκβαση όσων λαμβάνουν χώρα, πράγμα που τον τοποθετεί κάπου στο μέλλον, απ' όπου έχει λάβει γνώση των αποτελεσμάτων της δράσης αλλά και των πολιτικοστρατιωτικών εξελίξεων, που απασχολούν τα πρόσωπα του βιβλίου. Στην αφήγηση, υπάρχει κατά τόπους διάχυτη ειρωνεία απέναντι στον Ρέις, αλλά και μια καλόβολη διάθεση κατανόησης.
Η Αθηνά Ψυλλιά έχει κατορθώσει έναν πραγματικό άθλο μεταφέροντας στα καθ’ ημάς την ιδιάζουσα, ελισσόμενη, πολύτροπη γραφή του Σαραμάγκου και μαζί το κλίμα, την ατμόσφαιρα και τους κραδασμούς μιας παράξενα γοητευτικής πόλης, όπως η Λισαβόνα.
Η Χρονιά θανάτου του Ρικάρντο Ρέις δεν είναι το μοναδικό βιβλίο, όπου ο Πεσόα συναντά έναν ετερώνυμό του. Στο Οι τρεις τελευταίες μέρες του Φερνάντο Πεσόα (μτφρ. Ανταίος Χρυσοστομίδης, Άγρα,1999), ο Αντόνιο Ταμπούκι φαντάζεται τον Πεσόα ετοιμοθάνατο στη Λισαβόνα να δέχεται την επίσκεψη των ετερωνύμων του και να συζητά μαζί τους για τα φαντάσματα της ζωής του και τη μοναξιά που τον σημάδεψε ισοβίως.
* Η ΝΙΚΗ ΚΩΤΣΙΟΥ είναι φιλόλογος.
Η χρονιά θανάτου του Ρικάρντο Ρέις
JOSÉ SARAMAGO
Μτφρ. ΑΘΗΝΑ ΨΥΛΛΙΑ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 2020
Σελ. 498, τιμή εκδότη €18,00