Για το μυθιστόρημα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες «Οι δύστυχες πουτάνες της ζωής μου» (μτφρ. Μαρία Παλαιολόγου, εκδ. Ψυχογιός).
Της Τέσυς Μπάιλα
Αναντίλεκτα, ο αφηγηματικός πυρήνας αυτού του μικρού έργου που πρωτοκυκλοφόρησε το 2004, δέκα χρόνια πριν από τον θάνατο του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και επανεκδίδεται σε νέα μετάφραση της Μαρίας Παλαιολόγου από τις εκδόσεις Ψυχογιός, δεν είναι ο τόσο αταίριαστος έρωτας του ενενηντάχρονου προς την μόλις δεκατεσσάρων ετών Ντελγαδίνα, αλλά η αβάσταχτη μοναξιά μπροστά στο τέλος που πλησιάζει. Και η συναίσθηση των ενοχών, ενδεχομένως, απέναντι στο μέλλον.
Για τον κεντρικό ήρωα αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι ο ανυπολόγιστος καημός ενός ατομικού κραδασμού που συνταράζει τη συνείδησή του, όταν πλέον διαπιστώνει ότι ο έρωτας δεν μπορεί να φέρει όλες εκείνες τις λεπταίσθητες αποχρώσεις της εφηβικής ορμής, ούτε να εγγυηθεί τη νεότητα. Επιπλέον, η συνειδητοποίηση του χρέους μπροστά στο μέλλον που έρχεται, και η συναίσθηση της ατομικής του ευθύνης για όλα όσα δεν κατάφερε να αλλάξει, τον φέρουν προ των ευθυνών του σε μια χώρα που μαστίζεται από την κοινωνική ανισότητα.
Ο Μάρκες σκηνοθετεί κόσμους στους οποίους οι ήρωες πεθαίνουν και ανασταίνονται, λυτρώνονται ή κατακρημνίζονται ακόμα κι όταν ο έρωτας θριαμβεύσει. Σε τούτο όμως το μυθιστόρημα δημιουργεί έναν έρωτα αγνό...
Είναι σαφές ότι στο σύνολο του έργου του Μάρκες ο έρωτας είναι ένα κραταιό θέμα. Δεξιοτεχνικά δημιουργεί έρωτες ανεκπλήρωτους και δονικιχωτικούς, χιμαιρικούς και βασανιστικούς, μετουσιώνει εμπειρίες σε λογοτεχνικούς θρύλους. Από το εξαιρετικό Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας μέχρι το Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων και το εμβληματικό Χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου, ο Μάρκες σκηνοθετεί κόσμους στους οποίους οι ήρωες πεθαίνουν και ανασταίνονται, λυτρώνονται ή κατακρημνίζονται, ακόμα κι όταν ο έρωτας θριαμβεύει. Σε τούτο όμως το μυθιστόρημα δημιουργεί έναν έρωτα αγνό, αντιστύλι απέναντι στον θάνατο που καραδοκεί να σβήσει την ύπαρξη. Έναν έρωτα που θα λυτρώσει από τη θλίψη της συνειδητής αντίληψης πως ο θάνατος είναι ο μόνος τελικά αδιαφιλονίκητος νικητής της υπαρκτικής μας εξέλιξης.
Όλα αρχίζουν όταν ένας ενενηντάχρονος δημοσιογράφος αποφασίζει την ημέρα των γενεθλίων του να κάνει ένα δώρο στον εαυτό του. Να κοιμηθεί δίπλα σε μια παρθένα. Για τον σκοπό αυτό επισκέπτεται το πορνείο της Ρόζας Καμπάρκας –ύστερα από είκοσι χρόνια– για να «αγοράσει» μια κοπέλα. Άλλωστε, όπως μας εξηγεί, πάντα πλήρωνε τις γυναίκες με τις οποίες κοιμόταν, ακόμα και όταν αυτές πήγαιναν μαζί του επειδή το ήθελαν.
Πολύ σύντομα θα βρεθεί με τη Ντελγαδίνα στο ίδιο κρεβάτι για να ανακαλύψει ότι η κουρασμένη έφηβη παρθένα θα αποκοιμηθεί και ο ίδιος θα παραμείνει δίπλα της να παρατηρεί το σώμα της προτού κοιμηθεί, για να φύγει το επόμενο πρωί, πριν ακόμα ξυπνήσει εκείνη. Μια σκηνή που θα επαναληφθεί αρκετές φορές και θυμίζει αρκετά το εμβληματικό Το σπίτι των κοιμισμένων κοριτσιών και άλλες ιστορίες του Γιασουνάρι Καουαμπάτα.
Ο Μάρκες όμως δε γράφει το βιβλίο αυτό για να μιλήσει μόνο για έναν παράδοξο έρωτα, και να ξενίσει τον αναγνώστη, ούτε υπεκφεύγει σε κάποιο πορνογράφημα, για να ελκύσει το ενδιαφέρον. Και σίγουρα δεν τον ενδιαφέρει να γράψει για τα γηρατειά και τη σχέση τους με τον έρωτα. Το μοτίβο, άλλωστε, της νεαρής κόρης που αγοράζεται από μεγάλους άντρες το έχει ξαναχρησιμοποιήσει πριν από χρόνια, όταν έγραφε το Η απίστευτη και θλιβερή ιστορία τής αθώας Ερέντιρα και της άσπλαχνης γιαγιάς της, παρόλο που οι ιστορίες των δύο κοριτσιών παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές. Αυτό που θέλει να στηλιτεύσει είναι η κοινωνική εξαθλίωση της Κολομβίας. Συμπάσχει για τη χώρα του και θέλει να καταδείξει τις τραγικές συνθήκες που αναγκάζουν ένα νεαρό κορίτσι να μετατρέπεται σε εμπορεύσιμο είδος στα πορνεία της χώρας. Παρουσιάζει τις άθλιες συνοικίες των οίκων ανοχής, τις φτωχογειτονιές, τα θλιβερά σπίτια από φοινικόφυλλα, και την κατάσταση που επικρατεί στις οικογένειες που τα κατοικούν, όπου ένα παιδί συχνά εργάζεται –ακόμα και σε πορνεία– για να επιβιώσει μια πολυμελής οικογένεια.
Μπροστά στο μέλλον ο ενενηντάχρονος αντιπαραβάλλει το παρελθόν και την αγιάτρευτη μοναξιά που του κληροδότησε, επειδή δεν κατάφερε να αλλάξει κάτι...
Η ηλικιακή διαφορά ανάμεσα στον ηλικιωμένο και στην έφηβη Ντελγαδίνα και ο σεβασμός που τελικά δείχνει σ’ αυτό το κορίτσι εκείνος, συμβολίζει τη σχέση ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον της Κολομβίας που παραμένει το ίδιο άθλιο. Μπροστά στο μέλλον ο ενενηντάχρονος αντιπαραβάλλει το παρελθόν και την αγιάτρευτη μοναξιά που του κληροδότησε, επειδή δεν κατάφερε να αλλάξει κάτι, να κινητοποιήσει τους μηχανισμούς εκείνους που θα πυροδοτούσαν μια εξέλιξη στη ζωή της Κολομβίας. Ο ενενηντάχρονος αντιλαμβάνεται πια ότι το μέλλον αξίζει κάτι καλύτερο. Την αξιοπρέπεια που του στερεί η ταξική ανισότητα. Και αποφασίζει να τη χαρίσει στη νεαρή Ντελγαδίνα δείχνοντάς της τον σεβασμό του για όλα όσα στερεί η δική του γενιά από τη δική της. Αυτό θα είναι το έσχατο έργο της ζωής του, μήπως και καταφέρει με αυτόν τον τρόπο να αλλάξει όσα δεν κατάφερε σε όλη του τη ζωή.
Για μια ακόμα φορά ο Μάρκες ξετυλίγει τη συγγραφική του δεινότητα. Είναι, άλλωστε, ένας συγγραφέας με κοινωνικές και πολιτικές ανησυχίες που πρωταρχικό στόχο του έργου του είχε να αναδείξει τον λατινοαμερικανικό κόσμο μέσα στο αφηγηματικό του σύμπαν. Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα δεν αποτελεί εξαίρεση. Αποτελεί σίγουρα ένα σημαντικό έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
* Η ΤΕΣΥ ΜΠΑΪΛΑ είναι συγγραφέας.
Τελευταίο της βιβλίο, το μυθιστόρημα «Άγριες θάλασσες» (εκδ. Ψυχογιός).
→ Στην κεντρική εικόνα, φωτογραφία από την κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος το 2011, σε σκηνοθεσία Henning Carlsen.
Οι δύστυχες πουτάνες της ζωής μου
Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες
Μτφρ. Μαρία Παλαιολόγου
Ψυχογιός 2019
Σελ. 128, τιμή εκδότη €11,10