Για τα μυθιστορήματα του Éric Vuillard «Ημερήσια διάταξη» (μτφρ. Μανώλης Πιμπλής), «Κονγκό» (μτφρ. Γιώργος Φαράκλας) και «14η Ιουλίου» (μτφρ. Μανώλης Πιμπλής), τα οποία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Πόλις.
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Πώς γράφεται λογοτεχνία χωρίς μυθοπλασία; Πώς ξαναγράφεται η Ιστορία ώστε να μετουσιωθεί σε ένα εύπεπτο, έξυπνο και ερεθιστικό ανάγνωσμα; Πώς εντέλει μπορούμε να δούμε την Ιστορία των μεγάλων στιγμών της ανθρωπότητας, όχι με έμφαση στα πρόσωπα της πρώτης γραμμής αλλά με την πανοραμική κατόπτευση του πεδίου όπως μόνο η λογοτεχνία ξέρει να κάνει;
Ο Éric Vuillard επιτυγχάνει κάτι πολύ ιδιαίτερο, καθώς ανανεώνει το ιστορικό μυθιστόρημα με τη μέγιστη αντικειμενικότητα, σαν να γράφει ιστορική πραγματεία, αλλά συνάμα και με την αναγκαία υποκειμενικότητα, που χρειάζεται το μυθιστόρημα.
Σ’ αυτά τα πολλαπλά ερωτήματα, ο Éric Vuillard επιτυγχάνει κάτι πολύ ιδιαίτερο, καθώς ανανεώνει το ιστορικό μυθιστόρημα με τη μέγιστη αντικειμενικότητα, σαν να γράφει ιστορική πραγματεία, αλλά συνάμα και με την αναγκαία υποκειμενικότητα, που χρειάζεται το μυθιστόρημα. Στο Κονγκό, την 14η Ιουλίου και την Ημερήσια διάταξη, στα έργα που ώς τώρα έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά από τον Μανώλη Πιμπλή και τον Γιώργο Φαράκλα, βλέπουμε την τεχνική ενός νέου ιστορικού μυθιστορήματος, το οποίο ενθρονίζει την Ιστορία σε πρωταγωνιστική θέση και θέτει σε δεύτερη μοίρα τους επώνυμους πρωταγωνιστές.
Κι είναι κάτι τέτοιο λογοτεχνία, θα αναρωτηθεί κανείς. Ο γάλλος συγγραφέας μάς πείθει πως είναι, προβάλλοντας στα έργα του δυο-τρία πολύ βασικά χαρακτηριστικά της νέας γραφής.
Πρώτα απ’ όλα, όπως προείπα, η Ιστορία έρχεται να πρωταγωνιστήσει με όλο το βάρος της εκάστοτε εποχής, την οποία ο Éric Vuillard αναπλάθει. Το Κονγκό (Πόλις 2018) θέτει στο κέντρο του το Συνέδριο του Βερολίνου (1884), όπου οι μεγάλες δυνάμεις συναντήθηκαν για να μοιράσουν μεταξύ τους την Αφρική και τις προσπάθειες του βασιλιά Λεοπόλδου του Βελγίου να κερδίσει τα μέγιστα από αυτήν. Στο μυθιστόρημα με τον εύγλωττο τίτλο 14η Ιουλίου (Πόλις 2019) διαγράφεται η Γαλλική Επανάσταση του 1789 κι η κατάκτηση της Βαστίλης από τα εξεγερθέντα πλήθη. Τέλος, στην Ημερήσια διάταξη (Πόλις 2018) μεταφερόμαστε στο Βερολίνο του 1933, όταν επιφανείς επιχειρηματίες της Γερμανίας προσφέρουν τη στήριξή τους στον ανερχόμενο Χίτλερ, και στη Βιέννη του 1938, όταν το Γ' Ράιχ ενσωματώνει με μια απλή κίνηση την Αυστρία, χωρίς κανείς να αντιδράσει. Τρία βιβλία, τρία κομβικά σημεία της ανθρώπινης Ιστορίας, από τη Γαλλική επανάσταση στον γερμανικό ναζισμό κι από εκεί στην αποικιοκρατία των πολιτισμένων κρατών απέναντι στην πλούσια αλλά υπανάπτυκτη Αφρική.
Στα έργα που ώς τώρα έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά από τον Μανώλη Πιμπλή και τον Γιώργο Φαράκλα, βλέπουμε την τεχνική ενός νέου ιστορικού μυθιστορήματος, το οποίο ενθρονίζει την Ιστορία σε πρωταγωνιστική θέση και θέτει σε δεύτερη μοίρα τους επώνυμους πρωταγωνιστές.
Η Ιστορία όμως του Vuillard δεν δίνεται από τη στρατιωτική και πολιτική πλευρά της, ούτε με τον φακό κεντραρισμένο στο προβεβλημένα πρόσωπα. Αυτά υπάρχουν, όπως ο Χίτλερ ή ο Λεοπόλδος, αλλά δίπλα τους στέκονται οι Γερμανοί βιομήχανοι κι ο εξερευνητής Στάνλεϊ, αλλά κυρίως στέκονται οι ανώνυμοι άνθρωποι, τα πλήθη της γαλλικής πρωτεύουσας, οι ακρωτηριασμένοι Αφρικανοί, οι αμήχανοι Αυστριακοί, οι πολλοί που αποτελούν τον αφανή πρωταγωνιστή κάτω από τη λαμπερή επιφάνεια της επίσημης ιστοριογραφίας.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό, που μετουσιώνει το πρώτο, είναι η γλώσσα του πεζογράφου. Η γραφή του είναι σαγηνευτική, ακριβώς επειδή πραγματεύεται βαριά ιστορικά θέματα με κόντρα τρόπο, με ανάλαφρο μειδίαμα, με οξεία ειρωνεία που υποδεικνύει το τραγελαφικό όσων κρύβονται πίσω από το παραβάν. Ένα δίχτυ σκωπτικότητας διαπερνά τα πάντα και κάνει τον αναγνώστη να γελά με τα πολύ σοβαρά, αλλά συνάμα να προβληματίζεται με όσα αποκαλύπτονται. Αλλά και η αφήγηση, με τη σοφή χρήση του μοντάζ, κάνει μικρές χορευτικές φιγούρες, με αναδρομές και παρεκβάσεις, με έμφαση στο μικρό αλλά και με πανοραμικά πλάνα, με εναλλαγή των ιστορικών δεδομένων και των προσωπικών στιγμών των πρωταγωνιστών.
Υπαινίχθηκα λίγο πριν τα δύο επίπεδα της μυθιστορηματικής αφήγησης, το μεν που θα αξιοποιούσε η ιστοριογραφία κι αποτελείται από τα «αντικειμενικά» γεγονότα, και το δε που έρχεται, σαν υποδόριο στρώμα, να προσφέρει η λογοτεχνία. Η τελευταία όχι μόνο στρώνει έναν αξιανάγνωστο κυλιόμενο ιμάντα, αλλά κυρίως τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια της Ιστορίας. Κάτω από τα σοβαρά πρόσωπα κρύβεται η ιστορική γελοιότητα, κάτω από τα μεγάλα γεγονότα και τις αφηγήσεις κρύβονται εξίσου μεγάλα που ωστόσο τίθενται σε δεύτερη μοίρα, κάτω από το πολιτικό καιροφυλαχτεί το πολιτισμικό και το κοινωνι(ολογι)κό.
Το κοινωνι(ολογι)κό έγκειται στο πώς οι απλοί άνθρωποι εισπράττουν, βιώνουν, αντιδρούν απέναντι στο Ιστορικό. Γιατί εντέλει η Ιστορία δεν είναι μόνο η υψηλή πολιτική, τα μεγάλα γεγονότα και οι μακροπρόθεσμης εμβέλειας καμπές, αλλά και η επίδραση των μικρών και των μεγάλων αφηγήσεων στον άνθρωπο και στην καθημερινή του ζωή.
Ο Éric Vuillard |
Η Ιστορία δεν μπορεί να καλύψει τα εγκλήματα της αποικιοκρατίας, όσο κι αν ο διπλωματικός διάλογος και οι συνθήκες έρχονται φαινομενικά να «διευθετήσουν» τις εκκρεμότητες, αλλά ουσιαστικά υπάρχουν για να δικαιολογήσουν με θεωρίες και πολιτικές την ανθρώπινη εκμετάλλευση.
Πιο συγκεκριμένα, στο Κονγκό η καθοριστική για την Αφρική Διάσκεψη του Βερολίνου βρίσκεται στο επίκεντρο της αφηγηματικής προσοχής. Κι ενώ τα ιστορικά γεγονότα δικαιολογημένα αναπλάθονται, ώστε το μυθιστόρημα να αποκτήσει τη δική του αυτονομία, η έμφαση δίνεται στην ειρωνεία με την οποία όλα περιλούζονται. Η βαναυσότητα απέναντι στους ντόπιους ως επιχειρηματικό σχέδιο, η μετατροπή μιας χώρας σε εταιρία για να ικανοποιηθούν τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, η απανθρωπιά που δεν καλύπτεται από την ευρωπαϊκή διπλωματία κι ευγένεια… Η Ιστορία δεν μπορεί να καλύψει τα εγκλήματα της αποικιοκρατίας, όσο κι αν ο διπλωματικός διάλογος και οι συνθήκες έρχονται φαινομενικά να «διευθετήσουν» τις εκκρεμότητες, αλλά ουσιαστικά υπάρχουν για να δικαιολογήσουν με θεωρίες και πολιτικές την ανθρώπινη εκμετάλλευση.
Στην Ημερήσια διάταξη, από την άλλη, η Ιστορία κατέγραψε την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία και την αναίμακτη προσάρτηση της Αυστρίας, πριν ο γερμανός αρχηγός προχωρήσει στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η επίσημη όμως Ιστορία δεν ανέδειξε τα επιχειρηματικά συμφέροντα των μεγάλων βιομηχάνων της Γερμανίας, που ενίσχυσαν τη ναζιστική άνοδο, και την άβουλη υποχωρητικότητα των αυστριακών πολιτικών και του λαού, που επέτρεψαν την ενσωμάτωση της χώρας στο Γ΄ Ράιχ. Αλλά ούτε σημείωσε εμφαντικά την αβουλία των Μεγάλων Δυνάμεων που δεν κινητοποιήθηκαν εγκαίρως. Πίσω από τα μεγάλα γεγονότα κρύβεται από τη μία η απληστία που γεννά ολοκαυτώματα, κι από την άλλη η απίστευτη νωθρότητα που καταντά γελοιότητα κι ο εφησυχασμός που αποδεικνύεται εγκληματικός…
Τέλος, η 14η Ιουλίου είναι ένα μυθιστόρημα χωρίς επώνυμους μυθιστορηματικούς ήρωες, όπου πρωταγωνιστής αναδεικνύεται, όπως έδειξα, η Ιστορία, αλλά και το πλήθος. Ο λαϊκός πολιτισμός του Παρισιού, που πλήττεται από τη φτώχια, σε αντίθεση με την τρυφηλή κι υποκριτική αριστοκρατία, σκιαγραφείται εύγλωττα και τα σύνολα των απλών, αμόρφωτων ανθρώπων, με επαγγέλματα που κινούνται από τον πιλοποιό μέχρι τον τσαγκάρη κι από τον αμαξά μέχρι τον χρυσοχόο, επαναστατούν, χωρίς να ξέρουν συνειδητά τι κάνουν ή τι επιδιώκουν. Παρακινημένοι από μια καθολική αγανάκτηση, χωρίς ενσυνείδητα στοιχεία ηρωισμού, οι Παριζιάνοι βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, άλλοτε λειτουργώντας μαζοποιημένα κι άλλοτε αυτενεργώντας αυθόρμητα.
Το κατά Vuillard ιστορικό μυθιστόρημα δεν παύει να εννοεί τη μεγάλη εικόνα, αυτήν της κοσμοϊστορικής Γαλλικής Επανάστασης με τις αλλαγές που επέφερε στην ανθρωπότητα, αλλά κατά βάση εστιάζει στο μικρό, που ξεχνά ονόματα μεγάλων ανδρών και φέρνει στο προσκήνιο τα πλήθη και τους αφανείς ήρωές τους.
Οι απαξιωτικοί όροι «μάζα», «όχλος» ή «λαουτζίκος» ακούγονται ελάχιστα, περισσότερο ως απόρροια της οπτικής γωνίας των αριστοκρατών, ενώ ο αφηγητής βλέπει τον λαό με συμπάθεια. Αυτό οφείλεται στην αίσθησή του ότι η Ιστορία δεν γράφεται από τον έναν, που καθορίζει τις εξελίξεις, αλλά από τους πολλούς, οι οποίοι είτε ενεργούν συλλογικά, είτε παρωθούν τους λίγους να πάρουν πρωτοβουλίες. Όλη η αφήγηση της 14ης Ιουλίου ακολουθεί μια αμφίδρομη πορεία από το σύνολο ή τα επιμέρους σύνολα, από το πλήθος που εκλαμβάνεται άλλοτε ως ενιαίο σώμα κι άλλοτε όχι, προς τα άτομα, τα οποία πρωταγωνιστούν στις μικρές σκηνές που τους αναλογούν. Οι αφανείς παίρνουν όνομα, άλλοτε με μια μικρή ιστορία πίσω τους κι άλλοτε όχι, δρουν στη μικρή ψηφίδα που οι ίδιοι φτιάχνουν μέσα στο ευρύτερο ψηφιδωτό της επανάστασης.
Αυτούς τους μικρούς του ιστορικού γίγνεσθαι ο Vuillard τούς βλέπει συνεκδοχικά ως παραδείγματα όλης της ανθρωπότητας. Οι αμφίβολες κινήσεις τους, ο ενθουσιασμός, η ορμή τους αλλά και η αμφιθυμία τους, η καθημερινότητα που έχουν, τα συναισθήματά και οι πράξεις τους, ακόμα και ο αντι-ηρωικός θάνατός τους, αντιηρωικός καθώς πέθαναν χωρίς τη δόξα που θα τους αναλογούσε, είναι διαχρονικά δείγματα κάθε «μικρού» επαναστάτη. Κι εκεί, στη σκιαγράφηση του καθενός, ο συγγραφέας κάνει τις ανάλαφρες πιρουέτες του, με λυρισμό, με χαλαρότητα αλλά και με διεκτραγώδηση των κρίσιμων στιγμών του ανθρώπου και του πλήθους. Έτσι, το κατά Vuillard ιστορικό μυθιστόρημα δεν παύει να εννοεί τη μεγάλη εικόνα, αυτήν της κοσμοϊστορικής Γαλλικής Επανάστασης με τις αλλαγές που επέφερε στην ανθρωπότητα, αλλά κατά βάση εστιάζει στο μικρό, που ξεχνά ονόματα μεγάλων ανδρών και φέρνει στο προσκήνιο τα πλήθη και τους αφανείς ήρωές τους.
Ο γάλλος συγγραφέας ανανεώνει το ιστορικό μυθιστόρημα, καθώς χρησιμοποιεί την Ιστορία για να κάνει λογοτεχνία και χρησιμοποιεί τη λογοτεχνία για να μιλήσει για το παρασκήνιο της Ιστορίας.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Τελευταίο του βιβλίο, η «Βιβλιογραφία για τον Νίκο Καζαντζάκη» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης).
14η Ιουλίου
Éric Vuillard
Μτφρ. Μανώλης Πιμπλής
Πόλις 2019
Σελ. 208, τιμή εκδότη €16,00
Κονγκό
Éric Vuillard
Μτφρ. Γιώργος Φαράκλας
Πόλις 2018
Σελ. 130, τιμή εκδότη €12,00
Ημερήσια διάταξη
Éric Vuillard
Μτφρ. Μανώλης Πιμπλής
Πόλις 2018
Σελ. 160, τιμή εκδότη €14,00