Για τα βιβλία του Τσαρλς Μπουκόβσκι «Για τον έρωτα» & «Για τη γραφή» και τα δύο σε μετάφραση Γιώργου Λαμπράκου, τα οποία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Πατάκη.
Του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη
Μας προσγειώνει ο λεγόμενος «βρόμικος ρεαλισμός» στην χθαμαλή καθημερινότητα, κλείνοντάς μας ωστόσο το μάτι και θυμίζοντάς μας ότι ίσως είναι πιο πολύτιμα σε κάποια περιστατικά του εικοσιτετραώρου που λάμπουν ξεχωριστά, που είναι οι μικρές απογειώσεις από το ισοπεδωμένο ημερήσιο μεροδούλι-μεροφάι, που δείχνουν ότι οι πάντες δικαιούνται την ανάταση και το υψηλό.
Χιλιάδες γραπτές πολαρόιντ ήταν το έργο του. Γραφομηχανή, τρανζίστορ, ιππόδρομος, ζωγραφική. Κι ακόμα: ο Σπένγκλερ, ο Σελίν, οι μεγάλοι Ρώσοι κλασικοί. Και μια αδιανόητη απέχθεια για τον Σαίξπηρ!
Μέγας μάστορας του είδους, ο Τσαρλς Μπουκόβσκι, ένα τέταρτο του αιώνα μετά τη φυγή του για τις Αποθήκες του Ουρανού, παραμένει ένας μεταλλικός φακός με μπαταρίες που φωτίζει κουζίνες, κελάρια, ντουλάπες και ερμάρια της καθημερινής ζωής, που δείχνει ότι μπορούμε να ζήσουμε κάμποσες εποποιΐες μες στην πραγματική πραγματικότητα, αρκεί να διαθέτουμε χιούμορ, ποιητική διάθεση, καλλιτεχνική διαισθηση, αρκεί να μην είμαστε ψοφοδεείς απένταντι στους ισχυρότερους, να μην χαμπαριάζουμε όταν ο ζόφος χτυπάει βροντερά την πόρτα, και, πάντα, αρκεί να εμμένουμε στα δικά μας και να κάνουμε το δικό μας, είτε μόνοι μας είτε με τους δικούς μας. Το Δικαίωμα στα Δικά μου, ιδού ποιο φαίνεται ότι ήταν το αυτοσχέδιο, αλλά γερά συγκροτημένο μες στις δεκατίες, πρόγραμμα αυτού του στιβαρότατου ποιητή της καθημερινής ζωής. Χιλιάδες γραπτές πολαρόιντ ήταν το έργο του. Γραφομηχανή, τρανζίστορ, ιππόδρομος, ζωγραφική. Κι ακόμα: ο Σπένγκλερ, ο Σελίν, οι μεγάλοι Ρώσοι κλασικοί. Και μια αδιανόητη απέχθεια για τον Σαίξπηρ! Ο Σάκος Εκστρατείας του Επίμονου Αναγνώστη είναι φορτωμένος τούτο τον Απρίλιο με έργα μαστόρων του «βρόμικου ρεαλισμού», με έργα του Μπουκόβσκι και του Ρέιμοντ Κάρβερ.
Δύο τόμοι: Για τον Έρωτα και Για τη Γραφή, αμφότεροι μεταφρασμένοι δεξιοτεχνικά από τον Γιώργο Λαμπράκο, στη σειρά Σύγχρονοι Κλασικοί (εκδ. Πατάκη), και αναμένεται ένας τρίτος Για τις Γάτες. Ας σημειωθεί ότι ο Λαμπράκος έχει γράψει και ένα εκτενές πόνημα για την ποιητική και τη φιλοσοφία του «Ντοστογέβσκι της δεκαετίας του ᾽70», το Τσαρλς Μπουκόβσκι: Ένας κυνικός Κυνικός (εκδ. Γαβριηλίδης). Είναι ωραίο να βλέπεις τον Μπουκόβσκι να κάνει παρέα με τον Τζακ Κέρουακ, τον Αλμπέρτο Μοράβια, τον Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ και τον Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ. Είναι ωραίο, και δίκαιο βεβαίως, να εντάσσεται ο Μπουκόβσκι στους κλασικούς του 20ού αιώνα. Και ακόμα πιο ωραίο, ακόμα πιο δίκαιο, είναι να αναγνωρίζεται η ατόφια ποιητική του ισχύς (στον τόμο Για τον Έρωτα) και η σθεναρή πίστη του στα θαύματα που μπορείς να κάνεις με τη στρατιά των είκοσι τεσσάρων γραμμάτων του αλφάβητου (στον τόμο Για τη Γραφή).
Ακολουθεί χρονολογική σειρά, δίνοντάς μας έτσι την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της ποιητικής και πεζογραφικής παραγωγής του Μπουκόβσκι, και, συνάμα, την επιμονή του στα θέματά του.
Ο Abel Debritto, συγγραφέας ήδη ενός βιβλίου για τον Μπουκόβσκι (βλ., Charles Bukowski, King of the Underground) σκαλίζει στο αχανές αρχείο του ποιητή και πεζογράφου, και ανθολογεί. Ακολουθεί χρονολογική σειρά, δίνοντάς μας έτσι την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της ποιητικής και πεζογραφικής παραγωγής του Μπουκόβσκι, και, συνάμα, την επιμονή του στα θέματά του και, κυρίως, στον τρόπο ζωής του που είναι άρρηκτα δεμένος με το ύφος του. Επίσης, να παραμερίσουμε κάποιους μύθους, όπως αυτόν του «πορνόγερου», του «σκληρού», του «άξεστου». Αγάπη δεν είναι παρά οι προβολείς τη/ νύχτα που διασχίζουν την ομίχλη// […] αγάπη είναι ένας γερασμένος εφημεριδοπώλης στη/ γωνία που τα έχει παρατήσει// […] αγάπη είναι ο Ντοστογιέβσκι στον/ τροχό της ρουλέτας, αποφαίνεται ο ποιητής του Λος Άντζελες. Στα ποιήματά του θα συναντήσουμε όλες του τις αγάπες: την κλασική μουσική, την κουζίνα, τις βραστές κόκκινες πατάτες, την Κάρσον ΜακΚάλλερς, τα δωμάτια στα φτηνά ξενοδοχεία, τα γαλαζοπούλια, τον Σένμπεργκ, τα άλογα και τις γάτες, τον Τζον Φάντε, τα γαρίφαλα, τον Τουργκένιεφ, τα κατεβασμένα στόρια. Ποιήματα γραμμένα/κοπανημένα στην γέρικη γραφομηχανή, και αργότερα πληκτρολογημένα με ιλιγγιώδη ταχύτητα στον κομπιούτερ. Ποιήματα που είναι ανάσες για τον ποιητή, που είναι κραυγές και ψίθυροι, που είναι οι βραχνές άριες της όπερας που δεν έπαυε να συνθέτει ο Μπουκόβσκι με βασικό ήρωα τον ίδιο του τον εαυτό και τις εμμονές του, έναν εαυτό που σμιλεύτηκε με τα χρόνια, έναν εαυτό που, ακόμα και αντιμέτωπος με αντιξοότητες και κακουχίες, δεν έπαυε να δοξολογεί το θαύμα της καθημερινής ζωής.
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης: Γράφοντας για τον Charles Bukowski και τον Guy Debord |
Επιστολές γεμάτες πληροφορίες και αφορισμούς, τίγκα στην αγάπη για την ποίηση αλλά και τίγκα στη χολή για όσους θεωρεί ο Μπουκόβσκι ότι δεν το παλεύουν γερά, ότι είναι παρωχημένοι, ότι αυτά που γράφουν και δημοσιεύουν δεν είναι παρά «αναίμακτες πεταλούδες»!
Ο τόμος Για τη Γραφή που συντίθεται από επιστολές του Μπουκόβσκι ανάμεσα στα 1945 και 1993, απευθυνόμενες κυρίως σε εκδότες μικρών περιοδικών και εκδοτικών οίκων, διαβάζεται σαν ένα μυθιστόρημα: κάθε πτυχή του χαρακτήρα, της καθημερινότητας, των strong opinions, των αντιλήψεων, της κοσμοθεώρησης, της τέχνης του υπάρχει σε τούτες τις σελίδες. Επιστολές στον Χένρυ Μίλλερ, στον Καρλ Βάισνερ, στον Τζον Μάρτιν, στον Λόρενς Φερλινγκέττι, στην Παλόμα Πικάσσο, στον Χάρολντ Νορς, στον Τζον Φάντε. Επιστολές γεμάτες πληροφορίες και αφορισμούς, τίγκα στην αγάπη για την ποίηση αλλά και τίγκα στη χολή για όσους θεωρεί ο Μπουκόβσκι ότι δεν το παλεύουν γερά, ότι είναι παρωχημένοι, ότι αυτά που γράφουν και δημοσιεύουν δεν είναι παρά «αναίμακτες πεταλούδες»! Επιστολές που είναι ερωτικοί ύμνοι προς τη γραφομηχανή του και τη μελανοταινία. Ο Abel Debritto σημειώνει στο Επίμετρό του: «Ἡ φωνή του είναι διάτορη μέσα στην πλήρη πρωτοπρόσωπη δόξα της όταν γράφει τόσο σε φίλους όσο και σε εχθρούς».
«Το μόνο ευφυές πράγμα στην καλή τέχνη είναι να σε κλονίζει πατόκορφα, αλλιώς είναι αρλούμπες», αποφαίνεται το 1961 (σ. 54). Μια δεκαετία μετά, τον Δεκέμβριο του 1970, σχολιάζοντας τον Σελίν, γράφει: «Η μεγάλη Τέχνη είναι ένα αγνό παραλήρημα μέσα σε χρυσό κελί» (σ. 159). Και το 1986, κάνοντας μνεία στον Κάμμινγκς, τον Λι Πο και τον Πάουντ, προσδιορίζει, για πολλοστή φορά, τον λογοτεχνικό τόπο και τρόπο του: «Θέλω να κάνω τις λέξεις να δαγκώνουν στο χαρτί, όχι τόσο σαν τον Χεμινγουέυ, αλλά πιο πολύ σαν γρατσουνιές στον πάγο και με τη συνοδεία λίγου γέλιου» (σ. 239). Για τους χαρακτήρες των μυθιστορημάτων και των διηγημάτων του εξομολογείται ότι σχεδόν ποτέ δεν εξελίσσονται, ότι ζουν μέσα σε μια κοινοποιημένη διάλυση, ότι ῾«είναι απλώς οι αιχμηρές άκρες κάποιου πράγματος» (σ. 195).
Όπως είναι αναμενόμενο, ο Μπουκόβσκι (και εδώ) δεν μασάει τα λόγια του. Ψέγει, καταγγέλλει, βαστημάει, επιτίθεται, δαγκώνει. Αλλά και εγκωμιάζει, εξυμνεί, επαινεί, εξυψώνει. Κάποιες επιστολές του μοιάζουν με προσωπικά μανιφέστα, με διακηρύξεις για το μεγαλείο της Τέχνης και τη λυτρωτική της δύναμη. Το χιούμορ δεν λείπει, ακόμα και στις στιγμές ζόφου, ενώ σε πολλές σελίδες ξεσπάνε ποιητικές λάμψεις και βέβαια βροντερά γέλια. «Ο Φόκνερ ήταν κάλπικος σαν λαδωμένο κερί», διαβάζουμε, γελώντας κι εμείς μαζί με τον Μπουκόβσκι. «Ὁ Χεμινγουέυ το πλησίασε νωρίς, μετά άρχισε να γρατσουνάει και να χαλάει αυτήν τη μεγάλη μηχανή […] Ο Σελίν έγραψε ένα αθάνατο βιβλίο που με έκανε να γελάω για μερόνυχτα (το «Ταξίδι»), κι ύστερα το ᾽ριξε στις κακιούλες της νοικοκυράς» (σ. 175). Όταν ο Φερλινγκέττι εξέδωσε μιαν ανθολογία με κείμενα του Αντονέν Αρτό, ο Μπουκόβσκι έσπευσε να του γράψει: «Είναι το καλύτερο βιβλίο, το καλύτερό σου, μια βαριοπούλα με πόδια και μάτια» (σ. 116). Τι φράση!
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ-ΙΚΑΡΟΣ ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής.
Τελευταίο του βιβλίο, η ποιητική συλλογή «Ίχνη και χνότα» (εκδ. Γαβριηλίδη).
→ Στην κεντρική εικόνα, ο πίνακας του © Gonzalo Gutiérrez Muñoz.
Αποσπάσματα:
Υπάρχει ένας τόπος στην καρδιά που/ δεν πρόκειται ποτέ να γεμίσει// ένας χώρος// ακόμα και στις/ καλύτερες στιγμές/ και/ στις σπουδαιότερες/ εποχές// θα τον ξέρουμε// θα τον ξέρουμε/ καλύτερα από/ ποτέ// υπάρχει ένας τόπος στην καρδιά που/ δεν πρόκειται ποτέ να γεμίσει// και// θα περιμένουμε/ και θα/ περιμένουμε// σε κείνο τον/ χώρο (Για τον Έρωτα, σ. 180-1)
Αγαπάω την κίτρινη βουτυρωμένη κοιλιά της άγνοιάς μου. γλείφω τη διαολεμένη ψυχή μου με τη γλώσσα της γραφομηχανής μου. δε θέλω εντελώς την τέχνη. θέλω την ψυχαγωγία κατ᾽ αρχάς. θέλω να ξεχάσω. θέλω ένα βουητό, ένα ξεφωνητό ανάμεσα στους ζαλισμένους από το κρασί πολυελαίους (Για τη Γραφή, σ. 176)
Για τον έρωτα
Τσαρλς Μπουκόβσκι
Μτφρ. Γιώργος Λαμπράκος
Πατάκης 2018
Σελ. 240, τιμή εκδότη €13,30
Για τη γραφή
Τσαρλς Μπουκόβσκι
Μτφρ. Γιώργος Λαμπράκος
Πατάκης 2019
Σελ. 272, τιμή εκδότη €15,50