Για την ποιητική συλλογή της Ειρήνης Γιαννάκη «Η αλφαβήτα των πραγμάτων» (εκδ. Μελάνι).
Του Κώστα Κουτσουρέλη
Ο Άρης Μπερλής, που πρόσφατα αποχαιρετήσαμε, στάθηκε μεγάλος λάτρης της ποίησης – ελληνικής και αγγλικής προ πάντων. Γνώριζε τα πάθη και τα παθήματά της σε βάθος, γνώριζε καλά και τα αδιέξοδά της τα σημερινά. Σ’ ένα σαρδόνιο κείμενό του προ καιρού είχε αραδιάζει κάμποσους λόγους για να απαντήσει σ’ ένα ερώτημα που κατά τ’ άλλα κανείς δεν του έθεσε: γιατί δεν γράφει ποίηση. Σε αντίθεση με το περίλαμπρο παρελθόν του, είχε πει, ο ποιητικός λόγος, «ιδιαίτερα στη σημερινή Ελλάδα είναι λόγος αναιμικό, εσωστρεφής, μαραζιάρης, βαρετός».
Εγκλωβισμένοι καθώς είμαστε ανάμεσα σε δύο φαινόμενα που απαξιώνουν την τέχνη μας όλο και περισσότερο, και παριστάνουμε ότι δεν τα βλέπουμε, τον τρομακτικό εκδοτικό πληθωρισμό, αφ’ ενός, και την επιδεικτική αδιαφορία του κοινού, αφ’ ετέρου, καθένας από μας που επιμένει να στιχουργεί, και το πράττει συνειδητά και όχι για χόμπυ, οφείλει να εξηγήσει, να εξηγηθεί γιατί και για ποιον το κάνει. Όχι στους άλλους – στον εαυτό του τον ίδιο.
Το κείμενο του Μπερλή δεν προκάλεσε τις αντιδράσεις που θα όφειλε, γενικά τα καίρια ερωτήματα σ’ αυτή τη χώρα τ’ αποφεύγουμε όπως ο διάολος το λιβάνι. Όμως το ερώτημα που έθεσε είναι καίριο, το κύριο ερώτημα που οφείλει να θέτει κάθε ποιητής: «Γιατί γράφω;». Εγκλωβισμένοι καθώς είμαστε ανάμεσα σε δύο φαινόμενα που απαξιώνουν την τέχνη μας όλο και περισσότερο, και παριστάνουμε ότι δεν τα βλέπουμε, τον τρομακτικό εκδοτικό πληθωρισμό, αφ’ ενός, και την επιδεικτική αδιαφορία του κοινού, αφ’ ετέρου, καθένας από μας που επιμένει να στιχουργεί, και το πράττει συνειδητά και όχι για χόμπυ, οφείλει να εξηγήσει, να εξηγηθεί γιατί και για ποιον το κάνει. Όχι στους άλλους – στον εαυτό του τον ίδιο.
Η Ειρήνη Γιαννάκη είναι μια τέτοια περίπτωση, ανθρώπου που την έχει απασχολήσει έντονα και συνειδητά το ποιητικό πρόβλημα. Ήδη ως κριτικός και δοκιμιογράφος έχει καταπιαστεί μ’ αυτό. Το βιβλίο της, παρότι πρώτο, δεν είναι βεβαίως πρωτόλειο. Έρχεται άλλωστε σε μια ηλικία όπου η ίδια η έννοια του πρωτολείου στις προσπάθειες τις συνειδητές, τις σοβαρές, καταχρηστικώς χρησιμοποιείται. Ένας άνθρωπος που περιμένει τόσο καιρό δεν βγαίνει στα φόρα με πρωτόλεια. Η Αλφαβήτα των πραγμάτων, που είναι η απάντηση της Γιαννάκη στο ερώτημα «γιατί γράφω», είναι μια απάντηση ώριμη, μεστή, και ως τέτοια πρέπει να κριθεί.
Ήδη ο τίτλος μάς λέει εδώ πολλά. Η μια του λέξη, η Αλφαβήτα, για το ζήτημα της μορφής, της οργάνωσης του ποιητικού υλικού. Η άλλη λέξη, τα πράγματα, για το πρόβλημα της θεματολογίας, της αναφορικότητας του λόγου. Η Γιαννάκη μας παρουσιάζει μια σειρά από ποιήματα οργανωμένα σε τίτλους μονολεκτικούς, από την «Αγριοσυκιά» και τη «Βάρκα» στο έμπα, ώς τα «Ψάρια» και το «Ωρολόγιον» στο έβγα του βιβλίου της. Ένα τέτοιο βιβλίο προφανώς δεν γράφεται διαχυτικά, τα γράμματα στη σειρά δεν μας τα αραδιάζει κάποια έμπνευση ή εκχείλιση συναισθημάτων. Το αλφάβητο, που είναι μια μορφή καταλόγου αρχέτυπη, ίσως η πιο αρχέτυπη μορφή του πολιτισμού μας, ως τρόπος οργάνωσης ποιητικής προϋποθέτει, προαπαιτεί πρόγραμμα, ενοποιό ματιά, εικόνα συνολική. Δεν είναι τυχαίο ότι πάνω στον καμβά του έχουν γραφτεί έργα σημαντικά διεθνώς, αναφέρω πρόχειρα το συναρπαστικό Αλφάβητο της Ίνγκερ Κρίστενσεν. Μερικά ποιήματα, τα πρώτα, μπορεί να έρθουν όντως χαρισμένα, όπως έλεγε ο Βαλερύ, όμως τα υπόλοιπα τα κρίνει η ικανότητα του ποιητή να εργαστεί αναλυτικά και συνθετικά. Και η Γιαννάκη την ικανότητα αυτή την διαθέτει. Δεν μας προτείνει μια συλλογή ποιημάτων, που θα μπορούσε να είναι και το αποτέλεσμα μιας ουρανοκατέβατης μουσοληψίας, μας προτείνει μια σύνθεση, κι αυτό έχει τη σημασία του. Ένα το κρατούμενο λοιπόν.
Η άλλη συνιστώσα λέξη του τίτλου του βιβλίου είναι κι αυτή προγραμματική. Η ποιήτρια μιλάει για πράγματα. Προσοχή: όχι για συναισθήματα και εντυπώσεις, για τις περιπλανήσεις του εγώ στη σφαίρα του νεφελώδους υποκειμενισμού, στην οποία πελαγοδέρνεται το 90% της τρέχουσας ποιηματογραφίας. Αλλά κι αυτό ακόμη το ποιητικό εγώ το τοποθετεί μέσα σε πράγματα απτά, σε ένα περιβάλλον αναγνωρίσιμο, ακόμη κι όταν οι οικείες του μορφές μάς έχουν γίνει πλέον γριφώδεις.
Η στροφή αυτή στα πράγματα, στην περίπτωσή της είναι και στροφή στην ιστορία των πραγμάτων, δηλαδή στην ιστορία. Η Γιαννάκη ανήκει στους πολύ λίγους νεώτερους ποιητές μας σήμερα που δεν διστάζει να στοχαστεί πάνω στο ζήτημα της ιθαγένειας, της ελληνικής γλώσσας και της αντοχής της, της ολισθηρής έννοιας της ελληνικότητας της ίδιας.
Ξαναπιάνει έτσι ένα νήμα που από τον καιρό της Γενιάς του 1930 μόνο αραιά και πού το συναντούμε στις σελίδες της σύγχρονης λογοτεχνίας. Οι αναφορές της Γιαννάκη σε δύο πρόσωπα σημαδιακά αλλά και άκρως αντιθετικά στο εσωτερικό αυτής της μεγάλης Γενιάς, της σπουδαιότερης φουρνιάς συγγραφέων που έγραψαν ελληνικά μετά την κλασική εποχή, τον Ζήσιμο Λορεντζάτο και τον Νικόλαο Κάλας, είναι χαρακτηριστικές. Όπως και η μνεία της λεωφόρου Συγγρού, που από τον καιρό του Θεοτοκά και του Σεφέρη παραμένει ο δρόμος που ενώνοντας το παρελθόν με το μέλλον δεν έπαψε να ζητάει «δυνατούς ποιητές».
H Γιαννάκη ως ανθρωπότυπος συγγραφικός ανήκει στους poetae docti, στους διανοητικούς ποιητές. Όμως ο παρεξηγημένος αυτός όρος την αδικεί στο μέτρο που η ποίησή της δεν αποστέργει, κάθε άλλο, ούτε τον γλωσσικό αισθησιασμό, ούτε τη συγκινησιακή φόρτιση.
Δύο τα κρατούμενα. Προφανώς η Γιαννάκη ως ανθρωπότυπος συγγραφικός ανήκει στους poetae docti, στους διανοητικούς ποιητές. Όμως ο παρεξηγημένος αυτός όρος την αδικεί στο μέτρο που η ποίησή της δεν αποστέργει, κάθε άλλο, ούτε τον γλωσσικό αισθησιασμό, ούτε τη συγκινησιακή φόρτιση. Ποίηση διανοητική δεν σημαίνει ποίηση εγκεφαλική, αλλά ποίηση ιδεών αρμοσμένων πάνω στην επικράτεια των βιωμάτων, «στοχασμός των σπλάχνων», για να το πω με τον τρόπο του Παναγιώτη Κονδύλη. Το αντίθετο του διανοητικού ποιητή δεν είναι ο ναΐφ ή ο πηγαίος ποιητής – είναι ο ντιλετάντης.
Στο κείμενό του που μνημόνευσα στην αρχή, ο Άρης Μπερλής διαπιστώνει ότι «ο κύκλος της ποίησης, όπως την ξέραμε, έχει κλείσει». Θα συμφωνήσω με τη διαπίστωση αυτή, υπό μία διευκρίνιση όμως. Αντίθετα από την ευθεία γραμμή, τη μονοδρομημένη ιδίως, ο κύκλος, ώς σχήμα γεωμετρικό, δεν έχει ούτε αρχή ούτε πέρας. Δεν υπάρχει σε μια του άκρη νήμα τερματισμού για να κοπεί, όπως οι θεολογίες της ιστορίας, οι μεσσιανισμοί και οι ουτοπίες επιμένουν. Τη μία πλήρη περιστροφή ακολουθεί μια δεύτερη, και μια τρίτη. Του κύκλου τα γυρίσματα αναπαημό δεν έχου…
Καλώς λοιπόν έκλεισε ο κύκλος. Καιρός να ξαναρχίσει. Θέλουμε δε θέλουμε είμαστε υποχρεωμένοι να τον πάρουμε εκ νέου από την αρχή. Τότε μόνο ενδέχεται να δούμε και πάλι μέσα από τα σκοροφαγωμένα μας γράμματα να αναθάλλουν, εκ νέου, τα πράγματα.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ είναι ποιητής και μεταφραστής.