Για το βιβλίο του Χρήστου Δανιήλ «Όλα δεν τα' χω πει / Η «αντίστροφη αφιέρωση» της Μάτσης Χατζηλαζάρου (εκδ. Άγρα). Κεντρική εικόνα: η Μάτση Χατζηλαζάρου.
Γράφει ο Δημήτρης Τσεκούρας
«Η μεγάλη λογοτεχνία –και το ίδιο ισχύει για τη μεγάλη μουσική και τις εικαστικές τέχνες– έχει κάτι το ανεξάντλητο· και κάθε στιγμή της προσωπικής σου ζωής, το έργο μεταβάλλεται μέσα σου».(1)
Σκοπός του παρόντος άρθρου δεν είναι μια κριτική αποτίμηση του ποιήματος της Μάτσης Χατζηλαζάρου «Αντίστροφη αφιέρωση» και, με αφορμή αυτό, του συνολικού ποιητικού της έργου (κάτι τέτοιο το πράττει το ίδιο το βιβλίο του Δανιήλ) αλλά να δειχθεί ο σεμνά ιδιαίτερος και, ταυτόχρονα, ο ολιστικός τρόπος με τον οποίο ο Δανιήλ το έχει προσεγγίσει.
Πριν δούμε, όμως, τον τρόπο προσέγγισης του έργου της Χατζηλαζάρου από την πλευρά του ερευνητή, καλό είναι να ειπωθούν –εν είδει σύστασης για όσους τυχόν δεν τον γνωρίζουν- λίγα λόγια για τον συγγραφέα του βιβλίου, δηλαδή για το έργο του.
Ο Χρήστος Δανιήλ, φιλόλογος και διδάκτωρ της Νεοελληνικής Φιλολογίας, πλην της διδακτορικής του διατριβής (θέμα της οποίας είναι οι σχέσεις του μεταπολεμικού υπερρεαλισμού με το δημοτικό τραγούδι) και πλήθους άρθρων του δημοσιευμένων σε πρακτικά επιστημονικών συνεδρίων και σε φιλολογικά περιοδικά, έχει ήδη στο ερευνητικό ενεργητικό του εφτά μελέτες: Για την πόλη των Ιωαννίνων στη νεοελληνική πεζογραφία, τον Γιώργο Λίκο, τον Νίκο Καββαδία, τον Ανδρέα Καμπά, τον Χρήστο Μπράβο καθώς και άλλες δύο για την Μάτση Χατζηλαζάρου.
Η εμμονή
Το Ολα δεν τα 'χω πει. Η «Αντίστροφη αφιέρωση» ης Μάτσης Χατζηλαζάρου (εκδ. Άγρα) αποτελεί, λοιπόν, το όγδοο, κατά σειρά, βιβλίο-πόνημα του συγγραφέα και το τρίτο που αφορά στην ποιητική περίπτωση «Μάτση Χατζηλαζάρου». Και αυτή η εμμονή του με τη συγκεκριμένη ποιήτρια (η λέξη εμμονή εν προκειμένω χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο θετικά χρωματισμένη) φανερώνει –μάλλον- ότι, όπως ακριβώς η Ποιήτρια στο Ποίημά της, έτσι και ο ίδιος όλα δεν (μας) τα ‘χει πει…
Κύρια χαρακτηριστικά των ερευνών του Δανιήλ είναι κατ’ αρχάς η ενασχόλησή του, κατά κύριο λόγο, με την Ποίηση και, κατά δεύτερον, εάν εξαιρέσουμε –ίσως-την περίπτωση του Νίκου Καββαδία, η ενασχόλησή του με την Ποίηση Ποιητών που δεν έτυχαν της αναγνώρισης που θα τους έπρεπε όσο ήταν εν ζωή.
Κύρια χαρακτηριστικά των ερευνών του Δανιήλ είναι κατ’ αρχάς η ενασχόλησή του, κατά κύριο λόγο, με την Ποίηση και, κατά δεύτερον, εάν εξαιρέσουμε –ίσως-την περίπτωση του Νίκου Καββαδία, η ενασχόλησή του με την Ποίηση Ποιητών που δεν έτυχαν της αναγνώρισης που –όπως αποδεικνύεται μέσα από τις συγκεκριμένες μελέτες του- θα τους έπρεπε όσο ήταν εν ζωή. Και αυτό το δεύτερο χαρακτηριστικό προσδίδει, κατά τη γνώμη μου, στο σύνολο των φιλολογικών του ερευνών ένα θετικότατο πρόσημο καθώς, «αποστασιοποιούμενος» από τις λεγόμενες μείζονες μορφές του Ποιητικού Λόγου και εστιάζοντας το ενδιαφέρον του σε φωνές «πιο χαμηλών τόνων και μικρότερου –ενδεχομένως- βεληνεκούς», αποδεικνύεται ένας ερευνητής που, δικαιολογημένα, θα λέγαμε ότι, αφενός, δεν κινείται εκ του ασφαλούς και, αφετέρου, προσπαθεί να αποκαταστήσει μία πιθανή αδικία που είχε στο παρελθόν διαπραχθεί προς τους προαναφερθέντες δημιουργούς, αδικία η οποία έχει να κάνει με την οδυνηρή αίσθηση ενός άξιου δημιουργού να παραγνωρίζεται και/η να αποσιωπάται όσο ζει.
Μελέτες, αντίστοιχου σκοπού με αυτήν του Δανιήλ για την Χατζηλαζάρου, υπάρχουν grosso modo δύο ειδών: Οι ακραιφνώς εξειδικευμένες που απευθύνονται σε αναγνώστες ήδη μυημένους αλλά και -στον αντίποδα- μελέτες που απευθύνονται σε μη μυημένους, σε παρθένους αναγνώστες. Η ιδιοτυπία και η, εν πολλοίς, πρωτοτυπία της μελέτης του Δανιήλ έγκειται στο γεγονός ότι απευθύνεται σε αναγνώστες και των δύο προαναφερθεισών αντιθετικών κατηγοριών κρατώντας μία απόλυτα μετρημένη ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ. Αριστοτελικά μιλώντας, Ισορροπία, με άλλα λόγια: Μέτρο και Μεσότητα, σημαίνει πως τίποτα δεν απουσιάζει και, ταυτόχρονα, τίποτα δεν είναι περιττό.
Ισορροπία
Η Ισορροπία της συγκεκριμένης μελέτης εντοπίζεται, πριν από οτιδήποτε άλλο, στην απεύθυνσή της. Κι αυτό διότι τόσο οι μυημένοι στο έργο της Χατζηλαζάρου αναγνώστες συναντούν στο βιβλίο αυτό μία καλά εμπεδωμένη συμπύκνωση όλων των προϋπαρχουσών περί Μάτσης Χατζηλαζάρου μελετών –με την αναπόφευκτη, όμως, επέκταση που κάθε καινούργια μελέτη φέρει, «αλλιώς, προς τι μία ακόμη μελέτη;»-, οι δε αρχάριοι αναγνώστες έχουν τη δυνατότητα να γνωρίσουν το ποιητικό έργο της Χατζηλαζάρου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Ο Χρήστος Δανιήλ γεννήθηκε στον Εμμανουήλ Παπά Σερρών το 1969. Διδάσκει Νεοελληνική Λογοτεχνία στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο (μέλος ΣΕΠ του ΕΑΠ) από το 2002 και στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου (ΑΠΚΥ) από το 2009. Το βιβλίο του Μάτση Χατζηλαζάρου, Γράμματα από το Παρίσι στον Ανδρέα Εμπειρίκο (1946-1947) και άλλα ανέκδοτα ποιήματα και πεζά της ίδιας περιόδου, Άγρα, Αθήνα 2013 κέρδισε το Βραβείο Δοκιμίου/Μελέτης Public ενώ το βιβλίο Ο μαθητευόμενος εφοπλιστής και παλαίμαχος intellectuel και πολλά υποσχόμενος ποιητής, ανθυπολοχαγός εν εφεδρεία, πολεμιστής Κρήτης και πάντα δικός σου φίλος Ανδρέας Καμπάς (1919-1965), Άγρα, Αθήνα 2016 τιμήθηκε με το Βραβείο «Εμμανουήλ Ροΐδου» της Ακαδημίας Αθηνών. |
Αυτός ο καλύτερος δυνατός τρόπος, τρόπος που επιβεβαιώνει την Ισορροπία της μελέτης, είναι ο τρόπος γραφής της. Πρόκειται για έναν τρόπο, αφενός, επιστημονικό που θα πει τεκμηριωμένο και βασισμένο σε βιβλιογραφία, αλλά και, αφετέρου, για έναν τρόπο «ελεύθερο» διότι οι οδηγίες ανάγνωσης που μας παραθέτει ο Δανιήλ κατά τη διάρκεια αυτού του βήμα βήμα, αυτού του, στίχο προς στίχο, οδοιπορικού του μέσα στο Ποίημα είναι μεν άκρως βοηθητικές και κατευθυντήριες αλλά, ωστόσο, σε καμία περίπτωση δογματικές. Η επιστημονικότητά της μελέτης, δηλαδή, δεν λειτουργεί ασφυκτικά για τον αναγνώστη αλλά, αντιθέτως, τον οδηγεί σε μία δημιουργική, ήτοι: στοχαστική, ανάγνωση του βιβλίου και, κατά συνέπεια, και του Ποιήματος της Χατζηλαζάρου.
Η προφορικότητα
Ένα επιπλέον χαρακτηριστικό που επιτείνει αυτό το στοιχείο της Ισορροπίας είναι το στοιχείο της προφορικότητας σε έναν άρτια δομημένο γραπτό λόγο. Με τον όρο προφορικότητα εν προκειμένω εννοώ την αμεσότητα με την οποία απευθύνεται ο συγγραφέας στον αναγνώστη. Εικάζω ότι αυτό το στοιχείο της προφορικότητας-αμεσότητας δεν μπορεί παρά να σχετίζεται με την μακροχρόνια πορεία του Δανιήλ και ως δασκάλου. Τρόπον τινά δηλαδή, διαβάζοντας το βιβλίο είναι σαν να συμμετέχουμε σε προφορικές παραδόσεις μαθημάτων.
Η πολυπρισματικότητα του βιβλίου φαίνεται ήδη από την ίδια τη δομή του, καθώς το κάθε ένα από τα έξι κεφάλαια του βιβλίου μάς δίνει και μία διαφορετική, πλην όμως συμπληρωματική σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες, οπτική της Μάτσης Χατζηλαζάρου.
Πλην του στοιχείου της Ισορροπίας, όμως, που διακρίνει τη μελέτη αυτή, ένα άλλο δομικό της στοιχείο, όπως πολύ σωστά καταγράφεται και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, είναι αυτό της Πολυπρισματικότητας. Η πολυπρισματικότητα του βιβλίου φαίνεται ήδη από την ίδια τη δομή του, καθώς το κάθε ένα από τα έξι κεφάλαια του βιβλίου μάς δίνει και μία διαφορετική, πλην όμως συμπληρωματική σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες, οπτική της Μάτσης Χατζηλαζάρου και του προς ανάλυσιν Ποιήματός της.
Ας γίνω σαφέστερος: Πριν από το πέμπτο και έκτο κεφάλαιο του βιβλίου που φέρουν τους τίτλους «Ανάλυμα» και «Σύνθεμα»(2) αντίστοιχα, έχουν προηγηθεί: α) στο κεφάλαιο με τον τίτλο «Η αφόρμηση και τα πρόσωπα» μία συνέντευξη της Μάτσης Χατζηλαζάρου στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο· ξεκινάμε, λοιπόν, να διαβάζουμε το βιβλίο σαν να μην το διαβάζουμε αλλά σαν να το ακούμε, κι αυτό γιατί, αναπόφευκτα, όταν διαβάζουμε μία συνέντευξη είναι σαν να ακούμε –στην περίπτωση που μας είναι γνωστή- τη φωνή του συνεντευξιαζόμενου ή σαν να μπαίνουμε στη διαδικασία να τη φανταστούμε εάν δεν την ξέρουμε.
Γιουρσενάρ και Εμπειρίκος
Η έναρξη του βιβλίου, λοιπόν, είναι σαν το βιβλίο να βγαίνει από το ραδιόφωνο. Η παρουσία-αναφορά, επίσης, στη Μαργκερίτ Γιουρσενάρ και τον Ανδρέα Εμπειρίκο που έπεται της συνέντευξης λειτουργεί εισαγωγικά ώστε να καταλάβουμε ότι τα δύο αυτά σημαντικά πρόσωπα λειτούργησαν –βάσει της μελέτης- ως η αφορμή και η βαθύτερη αιτία αντίστοιχα που οδήγησαν την Χατζηλαζάρου στη συγγραφή του Ποιήματος, β) η καταγραφή του Ποιήματος -πράγμα σπάνιο σε μελέτες αντίστοιχου είδους, γ) μία εκτενέστατη αναφορά που έχει να κάνει με τον τίτλο του Ποιήματος και την πρακτική των αφιερώσεων, και δ) μία συνοπτική αλλά σαφέστατη καταγραφή της δομής του ποιήματος.
Παρατηρούμε, λοιπόν, ως αναγνώστες της μελέτης ότι ο Δανιήλ, πριν την εξονυχιστική ανάλυση (τόσο εξονυχιστική μάλιστα που, σε κάποια σημεία της ειδικά, θυμίζει, μεταφορικά μιλώντας, «αστυνομική έρευνα»(3) που μας προτείνει για το Ποίημα της Χατζηλαζάρου και τα επακόλουθα συμπεράσματα αυτής, μας βάζει σιγά σιγά στην ατμόσφαιρα του Ποιήματος και τους παράγοντες που μάλλον οδήγησαν στη Γραφή του. Και λέω «μάλλον» γιατί ο ίδιος ο Δανιήλ, με αφορμή κάποια λεγόμενα της Χατζηλαζάρου τα οποία χρησιμοποιεί και ο ίδιος ως οδηγό στη δική του ανάγνωση του Ποιήματος, θέτει ένα ερώτημα που κάθε ψύχραιμος μελετητής θα πρέπει να έχει πάντοτε ως ανοιχτό ενδεχόμενο στο πίσω μέρος του μυαλού του: «Πόσο τοις μετρητοίς άραγε θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας τις δηλώσεις των δημιουργών; Πόσο βαθμό ειλικρίνειας αυτές εμπεριέχουν;»
Το φωτογραφικό υλικό που εμπεριέχεται στη μελέτη φωτίζει με τη σειρά του την Μορφή της Ποιήτριας και, μάλιστα, σε πόζες διαφορετικού Ύφους και διαφορετικού Χρόνου.
Το φωτογραφικό, επίσης, υλικό που εμπεριέχεται στη μελέτη φωτίζει με τη σειρά του την Μορφή της Ποιήτριας και, μάλιστα, σε πόζες διαφορετικού Ύφους και διαφορετικού Χρόνου· και το στοιχείο της Μορφής του Δημιουργού, όσο κι αν στο τελικό ζύγισμα σαφώς και είναι κάτι το δευτερεύον, παρ’ όλα αυτά όλο και κάτι δείχνει κι αυτό για τον Δημιουργό.
Εν κατακλείδι, πρόκειται για μία μελέτη που πετυχαίνει απολύτως τον στόχο της. Και ποιος είναι ο στόχος των μελετών αυτού του είδους; Στόχος των μελετών αυτού του είδους σαφώς και δεν είναι το πρόταγμα του Εγώ του μελετητή –πράγμα όλο και συνηθέστερο στις μέρες μας- αλλά η ανάδειξη του Ποιήματος και των σημασιακών εκδοχών-προοπτικών του. Αλλά αυτό, όπως απαντά η Μάτση Χατζηλαζάρου σε ελαφρώς διαφορετικό κειμενικό περιβάλλον, απαιτεί από την πλευρά του μελετητή μία «…προσπάθεια να είναι κανείς όσο μπορεί πιο ειλικρινής για ό,τι τον συγκινεί και τον τρώει».
(1) Τζώρτζ Στάινερ, Ένα μακρύ Σάββατο, εκδ. Δώμα, 2022, σ. 83
(2) Οι όροι «Ανάλυμα» και «Σύνθεμα», όπως μαθαίνουμε από το ίδιο το βιβλίο (σσ. 57 και 139), είναι όροι που προτείνονται από τον Εμπειρίκο, αντιστοιχούν σε αυτό που θα λέγαμε ερμηνευτική ανάλυση και συμπεράσματα αντίστοιχα, και το αξιοπρόσεκτο είναι ότι στην παρούσα μελέτη οι όροι αυτοί επαναδιατυπώνονται από τον Δανιήλ και χρησιμοποιούνται με τρόπο ολίγον τι διαφορετικό από αυτόν που προτείνει ο Εμπειρίκος αλλά καθόλου άσχετο από την αρχική τους χρήση.
(3) Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα επ’ αυτού είναι στη σ. 62 του βιβλίου, με αφορμή τον στίχο της Χατζηλαζάρου «το απόγεμα είπες τριάντα χρόνια σε περίμενα», η έρευνα του συγγραφέα σε σχέση με το ποιο είναι το αντικείμενο του ρήματος «είπες»: Το «το απόγεμα» ή μήπως το «τριάντα χρόνια σε περίμενα»;
*Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΕΚΟΥΡΑΣ είναι συγγραφέας. Διδάσκει Δραματολογία στη Σχολή Θεάτρου «Τεχνών Εκατό» του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη.