Για την ποιητική συλλογή «ΣΚΠ» της Χριστίνας Λιναρδάκη (εκδ. Ενάντια). Κεντρική εικόνα, πίνακα του Lucien Freud.
Γράφει ο Σωκράτης Καμπουρόπουλος
Η ποιητική συλλογή ΣΚΠ της μεταφράστριας και κριτικού λογοτεχνίας, Χριστίνας Λιναρδάκη, σημαδεύει μια σύμπτωση: την πρώτη της εμφάνιση στην ποίηση -με την οποία ασχολείται εδώ και δεκαετίες, όπως ομολογεί- και τη δημοσιοποίηση του γεγονότος ότι έχει διαγνωστεί με Σκλήρυνση Κατά Πλάκας (σημασία των αρχικών ΣΚΠ) ήδη από το 2009.
Τα δύο γεγονότα συνδέονται μεταξύ τους: «η συλλογή γράφτηκε πολύ γρήγορα το προηγούμενο καλοκαίρι, μέσα σ’ έναν μήνα όλο κι όλο», είπε η ίδια στην πρώτη παρουσίαση του βιβλίου της τον Απρίλιο στον χώρο Alma Mater. «Όλα τα ποιήματα εκτός από ένα είναι καινούργια· είχα αρχίσει να νιώθω σαν κατσαρόλα που το νερό κόντευε να της πετάξει το καπάκι».
Όποιο κι αν είναι το στοιχείο που ενεργοποίησε το άλλο -δημόσια παραδοχή της νόσου, υιοθέτηση της ποίησης-, το αφηγηματικό αποτέλεσμα μοιάζει λυτρωτικό: είναι ήρεμο, ελλειπτικό, αβίαστο (σχεδόν αντιδραματικό).
Η Χριστίνα Λιναρδάκη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αγγλικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και έχει σπουδές στη μετάφραση και τη διερμηνεία στο University of Manchester – Institute of Science and Technology. Είναι κάτοχος MA στην επικοινωνία από το Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Έχει εκδώσει πέντε βιβλία με μεταφράσεις διηγημάτων και ποίησης και έχει συμμετάσχει με δοκίμιά της σε τρεις συλλογικούς τόμους: για τον Οδυσσέα Ελύτη (Αθήνα: Πηνειός, 2011), για τον Μάκη Αποστολάτο (Αθήνα: Βακχικόν, 2016) και για τον John Berger (London: ZED Publications, 2016). Επίσης, έχει συμμετάσχει με κείμενά της στον συγκεντρωτικό τόμο Ποίηση και αλογία( Πρακτικά 33ου Συμποσίου Ποίησης και παρουσιάσεις ποιητών 34ου Συμποσίου, Αθήνα: Μανδραγόρας, 2016) και στο Θεοδόσης Πυλαρινός (επιμ.), Για τον Αντώνη Φωστιέρη κριτικά κείμενα (Λευκωσία: Αιγαίον, 2017). Έχει δημοσιεύσει άρθρα στον αθηναϊκό και τον επαρχιακό τύπο και διατηρεί την αρχισυνταξία του λογοτεχνικού ιστολογίου stigmalogou.blogspot.com. |
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου της, με τίτλο «Ουλές», η συγγραφέας διατρέχει ένα προς ένα, με αφαιρετικό λόγο πάνω σε στιγμιότυπα πεζογραφικής ακρίβειας, τα πρώτα βήματα εμφάνισης και αισθητοποίησης της νόσου - από την «πτώση βλεφάρου» ως την απώλεια αφής κάτω από τη μέση, τη δυσλειτουργία του ενός ποδιού, έναν ακούσιο σπασμό που εμφανίζεται στο πρόσωπο, την αστοχία του οπτικού νεύρου, την ακράτεια ούρων. Ταυτόχρονα, πραγματολογικά δεδομένα όπως οι απομυελινωτικές εστίες και ο τρόπος που εμφανίζονται στη μαγνητική τομογραφία, οι ανοίκειες ονομασίες των φαρμάκων, τα αμαξίδια και οι πεταλούδες του ορού μεταπλάθονται σ’ ένα υπερρεαλιστικό, συνειρμικό σύμπαν.
Χωρίς να διαφοροποιείται η τάξη του λόγου, η ένταση αυξάνεται με την εναλλαγή των υποκειμένων του βλέμματος. Στο ποίημα «Mediterranean Hospital», μετά από την πρώτη της μαγνητική τομογραφία:
[…] η Γη σταμάτησε ξαφνικά εκεί
στις περιστρεφόμενες πόρτες του Mediterranean
Οι διερχόμενοι δεν είχαν ιδέα.
(η συνθήκη της νόσου γίνεται εκκωφαντική από το ανυποψίαστο των υπόλοιπων, υποτιθέμενων «φορέων υγείας»).
Μέσα στο νοσοκομείο, το αναπόφευκτο βλέμμα προς τον πάσχοντα-Άλλο, αναδιπλασιάζει, υποσυνείδητα, και επιδεινώνει το βλέμμα στον εαυτό μας.
Ένας νεαρός
περπατά με πι
δεν μπορεί να ισιώσει την πλάτη του
μιλά για το τελευταίο χειρουργείο
και την αντλία κορτιζόνης
στην σπονδυλική του στήλη
είναι μόλις δεκάξι
Η γλωσσική διάθεση της μεταφοράς δεν λείπει στην περίπτωση των φλεβοκαθετήρων που, καθώς ονομάζονται «πεταλούδες»,
Θα ήταν ωραιότερες
κι απ’ το πιο ωραίο ηλιοβασίλεμα
ή του ορού με κορτιζόνη, που σαν
φωτιά
που κατακαίει τις φλέβες
[…]
στάζει αργά
την πολυπόθητη κανονικότητα
(κανονικότητα και μετα-Αποκαλυπτικό φλέγμα της φωτιάς)
Στο ποίημα «Θεωρία» έρχεται αναπόφευκτα η στιγμή να ασχοληθεί με τις κοινωνικές προβολές της νόσου.
Η θεωρία λέει πως
τα αυτοάνοσα προέρχονται
από ψυχολογικά τραύματα
και συναφείς πληγές
μια δύσκολη παιδική ηλικία
έναν δυσλειτουργικό γάμο
την κοινωνική καταπίεση
το στρες
[…]
Όπως έδειξε στο βιβλίο της Η νόσος ως μεταφορά η Susan Sontag, οι μεταφορικές ερμηνείες που προβάλλονται πάνω σε μια νόσο κυμαίνονται, ιστορικά, από θετικές («σε βλέπω υπερβολικά υγιή για ποιητή», έλεγε ο φυματικός Κητς στον επίσης φυματικό Σέλλεϋ), ως την ενοχικότητα στην περίπτωση του καρκίνου ή το στίγμα στην περίπτωση του AIDS.
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου της με τίτλο «Πληγές», τα βιώματα ευαλωτότητας, νόσησης και πόνου επεκτείνονται πέραν της ΣΚΠ και πέραν του προσώπου της ποιήτριας, σε πρόσωπα και μνημονικά περιστατικά με σπειροειδή ανάπτυξη: ο καρκίνος και ο θάνατος της μητέρας της όταν ήταν μόλις εννέα ετών, η κρίση επιληψίας και το εγκεφαλικό της γιαγιάς της, μια κρίση άσθματος του παππού της, η σωματική αδεξιότητά της σαν παιδί αλλά και η κρίση επικοινωνίας και η διάλυση του γάμου της – με την ήρεμη, «κατασταλαγμένη» αποστασιοποίηση συμβάντων που μπορεί να αφορούν την ίδια ή μπορεί και όχι. Το μύχιο και ιδιωτικό της εμπειρίας γίνεται έτσι δημόσιο κτήμα, ενώνοντας την ποιήτρια με τους αναγνώστες της.
Το ποίημα «Εύθραυστον» συνοψίζει την ευαλωτότητα της γράφουσας:
Το παρελθόν μου
κρυστάλλινα αντικείμενα
τακτοποιημένα με τάξη
πάνω σ’ ένα ξύλινο τραπέζι
Μα η ζωή
τα έριξε όλα κάτω
γίναν’ θρύψαλα
κι έμεινε
το απόλυτο κενό
Στο επόμενο ποίημα, «Εγώ», ο εαυτός της αντιμετωπίζεται ως κάποιος που καταδικάστηκε σε μοναξιά, θλίψη και έλλειψη φροντίδας από την ίδια την ποιήτρια.
Στο ακροτελεύτιο ποίημα, με τον αγγλόφωνο τίτλο «A beacon in the darkest hours», αχνοφαίνεται μόνο ένα ισχνό, όλο κι όλο, φως ελπίδας:
[…]
Όλη μου η ζωή
ένα σκοτάδι πηχτό ήταν
κι εγώ
έβαζα πάντα τα δυνατά μου
να φτάσω
ένα φως αδύναμο
κάπου μακριά
Το σκοτάδι της αναφοράς της ποιήτριας φέρνει στο νου την έννοια της απελπισίας όπως την εξέφρασε ο Kirkegaard. Σύμφωνα με τον Δανό φιλόσοφο, η απελπισία, αντίθετα από την απογοήτευση, είναι από θρησκευτική άποψη «ασθένεια προς θάνατον». Η διάδοσή της είναι καθολική, με την έννοια ότι επεκτείνεται σε όλα τα πεδία του είναι (πέρα από το συγκεκριμένο συμβάν από το οποίο προκλήθηκε - όπως λ.χ. ένας θάνατος, μια ερωτική απογοήτευση, η απώλεια υγείας, κλπ.). Ταυτόχρονα όμως, είναι ένδειξη της βαθιάς κρυμμένης εσωτερικότητας που είναι ο εαυτός, της αέναα επαναλήψιμης επιστροφής προς αυτόν μέσω της οποίας ο εαυτός μας είναι. Σύμφωνα με τον σύγχρονο αναγνώστη του Kirkegaard, Michael Theunissen, η απελπισία είναι γι’ αυτό ακριβώς το λόγο ο οδηγητικός μίτος που είναι δυνατόν να μας φέρει στην αποκάλυψη του αληθινού εαυτού.
Το λογοτεχνικό απαύγασμα της Χριστίνας Λιναρδάκη είναι πολύτιμο.
* Ο Σωκράτης Καμπουρόπουλος είναι ποιητής και μεταφραστής. Από τις εκδόσεις Θράκα κυκλοφορεί η ποιητική του συλλογή Μετείκασμα.